του Γιώργου Κυριακού*

Στο τρίπτυχο σύνθημα της επταετίας που κακοποιούσε και τις τρεις πτυχές, η οικογένεια είχε την τελευταία θέση. Ακόμα και η χούντα είχε ενδώσει στην εποχή αποδόμησης της οικογένειας αντιστρέφοντας την πραγματική ιστορία των κοινωνιών ή τέλος πάντων των Ελλήνων για τους οποίους ενδιαφερόταν: οικογένεια, θρησκεία, πατρίδα (πατρίς). «Στο διάολο οικογένεια, θρησκεία και πατρίς» είναι το σύνθημα που φωνάζει συνήθως ο αντι+ χώρος στις πορείες του, θέτοντάς, σωστά το τρίπτυχο στην ιστορική του βάση αλλά ενσωματωμένος ο ίδιος, στη συντριπτική του παρουσία με τον παγκόσμιο «κορμό» που επιζητά για διαφορετικούς λόγους τη διάλυση και των τριών. Ο πιο σημαντικός κριός σε αυτό που μάλλον μάς έχει απομείνει όσο το δυνατόν πιο ακέραιο, μοιραστικό και χωρίς ανταπόδοση είναι η «κακοποίηση γυναικών» όπως και η «ενδοοικογενειακή βία», κριός ο οποίος δείχνει να γίνεται πιο πιεστικός ιδιαίτερα στις μέρες πανδημίας. Τώρα που η οικογένεια είναι το μοναδικό καταφύγιο για όσους το έχουν και δεν το στερούνται.

Τι μπορεί να σημαίνει αυτή η τάση να εξιδανικεύεται η μοναξιά μακριά από τ’ αδέρφια που δεν τα επιλέγεις, μακριά από τη μάνα και τον πατέρα που δεν τους επέλεξες κι αναγκαστικά συμβιώνεις μαζί τους; Όταν μάλιστα στο πρόσφατο παρελθόν, δηλαδή εδώ και μια δεκαετία από την κήρυξη της οικονομικής κρίσης, η οικογένεια ήταν αυτή που κράτησε Θερμοπύλες και λιγότερο το κίνημα αλληλεγγύης που προέκυψε με τις συλλογικές κουζίνες, τα ανταλλακτικά ή χαριστικά παζάρια, τις συλλογές τροφίμων-ρούχων που βεβαίως έπαιξαν το ρόλο τους σε κάποιες περιστάσεις.

Ας δούμε τώρα την πραγματικότητα χιλιάδων παιδιών που ζουν μέσα στην οικογένειά τους σε συνθήκες περιορισμού, αφήνοντας κατά μέρους τη δομική αποτυχία του υπουργείου για την εξ αποστάσεως διδασκαλία. Σήμερα, ακόμα και τυπικά ή άτυπα μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή τηλεδιασκέψεων οι διευθύνσεις, οι συντονιστές, οι σύμβουλοι και εν τέλει οι τελευταίοι τροχοί της αμάξης-διευθυντές των σχολικών μονάδων συνιστούν πως στην «επικοινωνία» με τις οικογένειες, οι δάσκαλοι δεν πρέπει να σταθούν στο «μαθησιακό» αλλά στην τόνωση της οικογένειας. Δηλαδή σε μια «επικοινωνία» που όπως τονίζουν «θα τις εμψυχώσει». Παρουσιάζουν τον πατέρα και τη μητέρα ή τους μεγάλους ως μη αρκετούς στο ζήτημα της εμψύχωσης των παιδιών τους, αποδίδοντας αυτήν την δυνατότητα ή ευθύνη στον εκπαιδευτικό, τον κρατικό λειτουργό δηλαδή, που «θα επικοινωνήσει» έστω και χωρίς να κάνει μάθημα. Μα τι άλλο μπορεί να κάνει ο εκπαιδευτικός –στην πραγματικότητα χωρίς αοριστολογίες και εκφράσεις καλολογικών στοιχείων περασμένων δεκαετιών– πέρα από ένα –εν δυνάμει– καλό μάθημα με όλες τις συμπαρομαρτούσες συναισθηματικές ανάσες που προϋποθέτει η σχέση ανθρώπου προς άνθρωπο; Που δεν θα «απασχολήσει» –απλά– τα παιδιά σαν ένας καλός ανιματέρ-διασκεδαστής όπως οι διεθνείς διασκέψεις τον προορίζουν αλλά θα τους δώσει τη γνώση και επίγνωση που θα είναι θεμέλιο στη ζωή τους: Να μαθαίνουν, να κρίνουν έχοντας τις απαραίτητες νοητικές και κατ’ επέκταση ηθικές βάσεις. Η στήριξη της οικογένειας είναι έργο δικό της. Οι επιστήμονες, οι λειτουργοί αλλά και οι ακτιβιστές όπως επισημαίνει σε άρθρο του στον Δρόμο ο Νίκος Λάιος, θα έπρεπε, με στόχο την ενδυνάμωση της οικογένειας «να συλλάβουν τις πραγματικές διεργασίες της κοινωνίας, ώστε να την συντρέξουν, με σεβασμό στους μηχανισμούς επιβίωσης και αντίστασης που η ίδια αναπτύσσει σε κρίσιμες στιγμές».

* Ο Γιώργος Κυριακού είναι δάσκαλος

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!