Παρακολουθώντας κάποιος τρίτος, εκτός Ελλάδας που δεν γνωρίζει και δεν βιώνει τι συμβαίνει, τα καθημερινά νέα, ανακοινώσεις, δημοσιεύματα και αναλύσεις για την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος στη χώρα μας θα θεωρήσει ότι πάσχουμε από σχιζοφρένεια. Η κυβέρνηση και η πλειοψηφία των μέσων ενημέρωσης, τα οποία ελέγχει με πολλούς τρόπους, ενημερώνουν ότι «για ακόμα έναν μήνα, η αποτελεσματικότητα της κυβερνητικής πολιτικής φέρνει την Ελλάδα μεταξύ των χωρών με τις φθηνότερες τιμές λιανικής στο ρεύμα, σε όλη την Ευρώπη», όπως δήλωσε ο αρμόδιος υπουργός Κ. Σκρέκας την 5/1/2022 για τις τιμές ρεύματος του Δεκεμβρίου 2022. Την ίδια περίοδο τα στοιχεία της ΔΕΔΗΕ, της ΡΑΕ και φυσικά η οικονομική κατάσταση νοικοκυριών και επιχειρήσεων ως καταναλωτές ενέργειας δείχνουν τελείως διαφορετικά, αντίθετα πράγματα. Και φθάνουμε στο τέλος 2022 και το νέο έτος όπου η Ελλάδα είναι πλέον η ακριβότερη χώρα στην Ε.Ε. και σε όλη την Ευρώπη στη χονδρική τιμή ηλεκτρικού ρεύματος. Φυσικά όλα αυτά χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη ότι η Ελλάδα είναι η προτελευταία στην Ε.Ε. των 27 στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε σταθερές μονάδες αγοραστικής δύναμης, με 64 μονάδες το 2021 έναντι 100 μέσου όρου της Ε.Ε. και μόνη κάτω από αυτή τη Βουλγαρία με 57 μονάδες, η δε επόμενη καλύτερη είναι η Σλοβενία με 69 μονάδες. Φυσικά η κατάσταση για το 2022 δεν έχει βελτιωθεί σημαντικά, παρά την αύξηση του ΑΕΠ, καθώς ταυτόχρονα ο υψηλός πληθωρισμός ροκάνισε μεγάλο μέρος αυτής της ανόδου του ΑΕΠ σε σταθερές μονάδες αγοραστικής δύναμης. Συνεπώς η μεν κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση, όσον αφορά το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος η πραγματικότητα όμως φαίνεται να τη διαψεύδει και μάλιστα οικτρά. Σε αυτές τις συνθήκες κάποιοι, οι παραγωγοί και οι διανομείς ενέργειας, θησαυρίζουν μέσω της κερδοσκοπίας. Την ίδια περίοδο η κυβέρνηση, αντί να παρέμβει πολλαπλά στην παραγωγή (λιγνίτης), την εμπορία και τη διαμόρφωση των τιμών, αρκείται στην επιβολή κάποιου ειδικού φόρου για ένα μέρος των υπερκερδών για συγκεκριμένη περίοδο, αφήνοντας ουσιαστικά χωρίς έλεγχο τα κερδοσκοπικά παιγνίδια. Παράλληλα για το λαό συνεχίζει την επιδοματική πολιτική και για το ηλεκτρικό ρεύμα, ώστε να δικαιολογήσει την ταυτόχρονα πολλαπλή αντίστοιχη επιδότηση των επιχειρήσεων.

Εδώ και αρκετό καιρό, ήδη 16 συνεχείς μέρες, η Ελλάδα έχει την υψηλότερη τιμή χονδρικής σε όλη την Ευρώπη. Την 5/1/2022 ήταν στο 214,29 ευρώ/MWh με επόμενη ακριβότερη την Ιταλία (182,80). Η γειτονική Βουλγαρία, με την οποία είναι διασυνδεδεμένο το ηλεκτρικό δίκτυο της Ελλάδας, ήταν στα 138,59 ευρώ/MWh, η Τουρκία στα 189,57 και τη Γερμανία, με τη χαμηλότερη τιμή, στα 107,46. Φυσικά αυτή η κατάσταση έχει ήδη προεξοφληθεί από τις τιμές λιανικής με αποτέλεσμα για τον Ιανουάριο οι τιμές να είναι αυξημένες κατά 29% περίπου. Το καρτέλ που ελέγχει την παραγωγή και διανομή του ρεύματος, με οριακές διαφοροποιήσεις για να τηρούνται τα προσχήματα και να εξυπηρετούνται οι στόχοι marketing, ανακοίνωσε πανομοιότυπες αυξήσεις στις τιμές λιανικής.

Κυβερνητικοί παράγοντες με τα γνωστά nonpaper και τα μέσα ενημέρωσης προσπαθούν να δικαιολογήσουν αυτή την κατάσταση. Στην παρούσα περίοδο επιστρατεύτηκαν δύο βασικά επιχειρήματα. Το πρώτο ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει οργανωμένη αγορά spot φυσικού αερίου, με βάση την οποία καθορίζεται ουσιαστικά και η τιμή χονδρικής ρεύματος. Έτσι οι παραγωγοί αγοράζουν το φυσικό αέριο τον προηγούμενο μήνα και συνεπώς τον επόμενο τιμολογούν με τις τιμές του προηγούμενου μήνα που αγόρασαν. Συνεπώς τον επόμενο μήνα (Φεβρουάριο) οι τιμές θα πέσουν και στην Ελλάδα αφού πλέον οι τιμές του φυσικού αερίου έφτασαν στα επίπεδα πριν την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία. Το δεύτερο επιχείρημα είναι ότι η Ελλάδα δεν είναι διασυνδεδεμένη με τις αναπτυγμένες αγορές ρεύματος της Ευρώπης και γι’ αυτό ως περιθωριακή χώρα, όπως και η Μάλτα έχουν υψηλότερες τιμές.

Οι παραπάνω απλοϊκές δικαιολογίες κρύβουν την ουσία των προβλημάτων που έχει δημιουργήσει το πολιτικό σύστημα, όχι μόνο η σημερινή κυβέρνηση αλλά και οι προηγούμενες, στο θέμα της παραγωγής, εμπορίας και διαμόρφωσης τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος. Ενός συστήματος που σε συνδυασμό με την πολιτική της αποχώρησης του κράτους από την παραγωγή και εμπορία ηλεκτρικού ρεύματος (κατακερματισμός ΔΕΗ, ιδιωτικοποίηση ΑΔΜΗΕ, ΔΕΔΔΗΕ και σταδιακά ΔΕΗ με παράλληλη μείωση του μεριδίου αγοράς της) και την παράδοσή στα μεγάλα συμφέροντα διαμορφώνει ένα ακόμα μέσο για μεταφορά πλούτου από τα λαϊκά στρώματα στην ολιγαρχία, ντόπια και ξένη. Στα παραπάνω κυβερνητικά «επιχειρήματα» υπάρχουν συγκεκριμένες απαντήσεις και λύσεις.

Το πολιτικό σύστημα έχει θεσμοθετήσει μέσω του μηχανισμού διαμόρφωσης τιμών, παραγωγής και εμπορίας ηλεκτρικού ρεύματος, ένα ακόμα μηχανισμό αναδιανομής εισοδήματος και πλούτου μέσα στην κοινωνία σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων και υπέρ της ολιγαρχίας, ντόπιας και ξένης

1. Το μοντέλο τιμολόγησης δεν είναι υποχρεωτικό να βασίζεται στο ληστρικό σύστημα της «οριακής τιμολόγησης» (δηλαδή με βάση το υψηλότερο στοιχείο κόστους που είναι το φυσικό αέριο στο μείγμα παραγωγής ρεύματος) και στους κανόνες του «Χρηματιστηρίου Ενέργειας» που θεσμοθέτησε ο ΣΥΡΙΖΑ. Υπάρχει και η δυνατότητα τιμολόγησης με βάση το πραγματικό κόστος παραγωγής. Και αυτό είναι διαδικασία εντός του καπιταλιστικού συστήματος, αρκεί να υπάρχει η πολιτική βούληση για έλεγχο στο καρτέλ της ηλεκτρικής ενέργειας.

2. Στις έκτακτες συνθήκες λαμβάνονται έκτακτα μέτρα. Όταν είναι δεδομένο ότι με την αξιοποίηση του λιγνίτη μειώνεται δραστικά το κόστος παραγωγής δεν είναι δυνατόν, μετά από ένα χρόνο και πλέον που ξεκίνησε η άνοδος των τιμών του φυσικού αερίου, η Ελλάδα να συνεχίζει να έχει την ελάχιστη παραγωγή ρεύματος από αυτή την πηγή. Η Πολωνία που ακολουθεί το δρόμο της πολύ αργής αποδέσμευσης από τον άνθρακα έχει διαχρονικά, γι’ αυτό το λόγο, πολύ καλύτερες τιμές ρεύματος συγκριτικά με την Ελλάδα.

3. Μας λένε, η Ελλάδα είναι στην άκρη της Ευρώπης και είναι οριακά διασυνδεδεμένη, γι’ αυτό έχει υψηλότερο κόστος συγκριτικά με άλλες χώρες του κέντρου που έχουν πολλαπλές δυνατότητες διασυνδέσεων. Όμως αυτό το αφήγημα δεν δικαιολογεί γιατί π.χ. η Μάλτα που είναι και νησί και έχει μόνο την Ιταλία για διασύνδεση έχει καλύτερες τιμές χονδρικής σε σχέση με την Ελλάδα. Το αντίστοιχο για την Ισπανία και την Πορτογαλία που βρίσκονται στο άκρο της Ευρώπης αλλά οι τιμές χονδρικής είναι στο -50% και παρακάτω συγκριτικά με την Ελλάδα. Φυσικά οι απαντήσεις δεν είναι ότι έχουν καλύτερες διασυνδέσεις και spot αγορά φυσικού αερίου αλλά διότι έχουν λάβει συγκεκριμένα μέτρα πολιτικής, με επιβολή πλαφόν στην διαμόρφωση της τιμής του ρεύματος κάτι το οποίο η ελληνική κυβέρνηση «το αποφεύγει όσο ο διάολος το λιβάνι».

4. Κάποια στιγμή το δούλεμα σε βάρος μας από τους διάφορους περισπούδαστους «αναλυταράδες» περί αγορών πρέπει σταματήσει. Τα φάρμακα επειδή είναι φθηνά εδώ και ακριβότερα έξω, για να υπάρξει επάρκεια από τα εγχωρίως παραγόμενα και να μην εξάγονται, υπέδειξαν την αύξηση των εγχωρίων τιμών, που φυσικά θα πληρώσουμε όλοι μας, για να αυξήσουν τα κέρδη τους οι ολίγοι. Το ίδιο αλλά με αντιστροφή των όρων γίνεται με το ηλεκτρικό ρεύμα, όμως εδώ δεν το λένε. Αφού οι παραγωγοί έχουν το «επιχείρημα» ότι αγόρασαν (;) τον περασμένο μήνα το φυσικό αέριο σε υψηλές τιμές, συνεπώς τώρα που το καταναλώνουν για την παραγωγή ρεύματος οι τιμές πώλησης του ρεύματος πρέπει να είναι αυξημένες. Έτσι φτάσαμε στο +29% περίπου στις τιμές λιανικής για τον Ιανουάριο 2023 συγκριτικά με τον Δεκέμβριο 2022. Όμως όπως φαίνεται από τα στοιχεία των πηγών προέλευσης του ρεύματος τα πράγματα δεν είναι έτσι, όσον αφορά το φυσικό αέριο. Από την ανάλυση των στοιχείων της ΑΔΜΗΕ για την περίοδο 28/12/2022 – 5/1/2023, όπως φαίνεται στον συνημμένο πίνακα, προκύπτει ότι η πρώτη «πηγή» ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα είναι οι εισαγωγές με σχεδόν 40%, με δεύτερο το φυσικό αέριο . Μάλιστα αν δούμε τη δεύτερη στήλη που αφορά την περίοδο από 1/1/2023 – 5/1/2023 προκύπτει σημαντική μείωση της συμμετοχής του φυσικού αερίου στην παραγωγή. Στα αναλυτικά στοιχεία του ΑΔΜΗΕ η συμμετοχή του φυσικού αερίου πέφτει από 41,9% την 28/12/2022 στο 26,8% την 5/1/2023. Οι λόγοι αυτών των εξελίξεων είναι προφανείς, αν λάβουμε υπόψη την κερδοσκοπία του καρτέλ ηλεκτρικού ρεύματος. Οι υψηλές τιμές φυσικού αερίου Δεκεμβρίου δικαιολόγησαν την αύξηση των τιμών χονδρικής και κατ’ επέκταση λιανικής για τον Ιανουάριο. Αυτό δεν σημαίνει ότι η παραγωγή πρέπει να γίνει με τη χρήση του φυσικού αερίου, αφού υπάρχουν φθηνότερες πηγές που θα αυξήσουν τα κέρδη τους. Έτσι βασική πηγή είναι οι εισαγωγές, αφού η χονδρική ηλεκτρικού ρεύματος είναι παντού φθηνότερη συγκριτικά με την Ελλάδα και στην περίπτωση της διασυνδεδεμένης Βουλγαρίας είναι -35%. Πολύ δε περισσότερο τώρα (5/1/2023) που έπεσε η τιμή του φυσικού αερίου στα πριν την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία επίπεδα. Έτσι οι κερδοσκόποι του καρτέλ ηλεκτρικού ρεύματος προμηθεύονται φθηνό ρεύμα από το εξωτερικό και το πουλάνε στην Ελλάδα σε τιμές με βάση το φυσικό αέριο όταν ήταν στα ύψη! Αυτές είναι δουλειές… Η συνταγή συνεπώς της κυβέρνησης και των Μέσων «Ενημέρωσης» είναι σαφής. Για τα φάρμακα που είναι φθηνότερα στην Ελλάδα ανεβάζουμε τις τιμές. Για το ρεύμα που είναι ακριβότερο στην Ελλάδα και φθηνότερο έξω μειώνουμε την παραγωγή και αυξάνουμε τις εισαγωγές. Αυτή είναι η ανάπτυξη… των κερδών της ολιγαρχίας που επελαύνει με τη βούλα της κυβέρνησης.

5. Το πρόβλημα για το λαό δεν σταματά εδώ. Υπάρχουν και οι επιδοτήσεις από την κυβέρνηση για τη βελτίωση των τιμών. Όμως και εδώ κρύβεται η αλήθεια. Μέσω των επιδοτήσεων ενισχύεται η κερδοφορία του καρτέλ ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικά στο τέλος το λογαριασμό θα τον πληρώσει ο λαός μέσω των φόρων και του δημοσίου χρέους, ενώ ενδιάμεσα η κυβέρνηση κάνει την προεκλογική της εκστρατεία, δείχνοντας φιλολαϊκό πρόσωπο, με ένα ακόμα «pass»…

6. Με αυτές τις διαδικασίες η ολιγαρχία που εμπλέκεται στην παραγωγή και εμπορία ηλεκτρικού ρεύματος βλέπει τα κέρδη της να πολλαπλασιάζονται. Τα υπερκέρδη με αυτές τις διαδικασίες που περιγράψαμε υπολογίζονται στο 12μηνο στα 2 και πλέον δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτά τα αστρονομικά ποσά είναι που αποτρέπουν την κυβέρνηση να δημοσιοποιήσει τη σχετική έκθεση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας και επικαλείται θέματα «εμπορικού ανταγωνισμού»…

Το πολιτικό σύστημα διαχρονικά, με προεξέχουσα τη σημερινή κυβέρνηση, έχει θεσμοθετήσει μέσω του μηχανισμού διαμόρφωσης τιμών, παραγωγής και εμπορίας ηλεκτρικού ρεύματος, ένα ακόμα σύστημα αναδιανομής εισοδήματος και πλούτου μέσα στην κοινωνία σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων και υπέρ της ολιγαρχίας ντόπιας και ξένης. Στην παρούσα περίοδο αυτό το σύστημα βρίσκεται σε ένα ακραίο σημείο που κάνει την Ελλάδα και την απαράδεκτη, αντιλαϊκή κυβέρνησή της να ξεχωρίζουν μέσα σε όλη την Ευρώπη.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!