Πριν ένα μήνα, σχολιάζοντας από αυτές τις σελίδες τον ταυτόχρονο θάνατο δύο βασικών προσωπικοτήτων της «ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής», του Ζ. Ντελόρ και του Β. Σόιμπλε, γράφαμε*:

«Υπηρέτες μιας πραγματικής σύγκλισης: Και οι δύο κινήθηκαν πάνω στον ίδιο “στίβο”, αυτόν μιας παρατεταμένης κρίσης, επέδειξαν δε μια “συνέχεια” σε ένα κεντρικό ζήτημα – δηλαδή την ουσία όλων των πολιτικών που ακολουθήθηκαν, την πανευρωπαϊκή λιτότητα και την απίστευτη συμπίεση της ζωντανής εργασίας σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γηραιάς Ηπείρου (και όχι μόνο).

Και οι δύο σημάδεψαν μια άλλη πραγματική σύγκλιση σε πολιτικό επίπεδο, σύγκλιση πανευρωπαϊκών διαστάσεων, του χώρου της κεντροδεξιάς και του χώρου της κεντροαριστεράς, σε όλες τις παραλλαγές και ποικιλίες. Επιπλέον, δημιούργησαν και τους όρους ενσωμάτωσης κι άλλων χώρων, αριστερών και οικολόγων, που δεν έθεταν σε αμφισβήτηση την κεντρική ιδέα που υπήρχε πίσω από την ΕΟΚ και την Ε.Ε. Με τη σειρά της, η σύγκλιση κεντροαριστεράς και κεντροδεξιάς έδωσε ζωή –πάνω στο έδαφος και με κύριο οδηγό τις πολιτικές της Ε.Ε.– σε αυτό που θα ονομαστεί “ακραίο κέντρο”, το οποίο υπηρέτησε και υπηρετεί τόσο τις επιταγές της παγκοσμιοποίησης όσο και αυτές της ιδιαίτερης ευρωπαϊκής εκδοχής της.

Και οι δύο, με διάφορες αποχρώσεις, υπηρέτησαν τα ιδιαίτερα συμφέροντα του δυτικοευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού τόσο απέναντι στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, όσο και στη διάλυση των Βαλκανίων και ιδιαίτερα της Γιουγκοσλαβίας. Υπηρέτησαν τη Νέα Τάξη Πραγμάτων με τους πολέμους σε Ιράκ και Αφγανιστάν, τη ΝΑΤΟποίηση χωρών και την μη απαλλαγή, εν τέλει, της Ευρώπης από την κηδεμονία των ΗΠΑ, καθώς και τη μεταναστευτική πολιτική και την καταστολή στην Ευρώπη-“φρούριο”.

Σε λίγους μήνες θα διεξαχθούν ευρωεκλογές μέσα σε ένα περιβάλλον που δεν έχει καμία σχέση με τις διακηρύξεις ή και τους στόχους που και αυτοί οι δύο είχαν θέσει και προσπαθούσαν να πετύχουν. Δηλαδή σε ένα περιβάλλον όπου οι βάσεις του όλου εγχειρήματος τρίζουν συθέμελα, σε μια κατάσταση που η απόκλιση κι όχι η σύγκλιση είναι το κεντρικό σημάδι, σε μια στιγμή που οι φυγόκεντρες τάσεις δυναμώνουν, και η “συνοχή” και η “αλληλεγγύη” ανάμεσα στα μέλη της Ε.Ε. μοιάζουν με ανέκδοτο. Παρ’ όλα αυτά το “οικοδόμημα” υπάρχει και μπουσουλάει μέσα από παζάρια και αντιθέσεις. Αλλά δεν έχει πνοή, δεν έχει συνοχή, δεν ενδιαφέρει ούτε συγκινεί τους ευρωπαίους πολίτες. Πόσο μάλιστα η περίφημη “ευρωπαϊκή ταυτότητα” ως συλλογική ταυτότητα…».

Ένα μήνα μετά, κι ενώ έχει ανοίξει η προεκλογική περίοδος για τις ευρωεκλογές, όσα τονίζαμε έχουν μεγαλύτερη σημασία, και επιβεβαιώνονται πλήρως από όσα συμβαίνουν.

Το υποτιθέμενο «γιατρικό» του Ζαν Μονέ

Οι απολογητές του «ευρωπαϊσμού» ως ιδιαίτερης εκδοχής της παγκοσμιοποίησης αναφέρονται συχνά στη φράση του Γάλλου πολιτικού Ζαν Μονέ, ενός από τους εμπνευστές και δημιουργούς του ευρωπαϊκού ονείρου, ότι «η Ευρώπη θα σφυρηλατηθεί από τις κρίσεις της και θα είναι το άθροισμα των λύσεων που θα βρεθούν για την επίλυση αυτών των κρίσεων». Και με αυτό το «γιατρικό» νομίζουν ότι θα δικαιολογήσουν ή θα εκφράσουν μια δόση ελπίδας για ένα οικοδόμημα που τρίζει σε απίστευτο βαθμό. «Πάντα η Ευρώπη προχωρούσε μέσα από τις κρίσεις της, έστω αργά και αντιφατικά, αλλά στο τέλος έβρισκε το βηματισμό της»: ας δεχτούμε καταρχήν αυτήν την ευχή, αλλά παράλληλα ας επιχειρήσουμε να δούμε την πορεία του οικοδομήματος μέσα από την ιστορία του. Και κυρίως να δούμε από τι διαπερνιέται τα τελευταία 3-4 χρόνια, που είναι ιδιαίτερα κρίσιμα και σημαδιακά.

Στα χρόνια του Ζαν Μονέ, δηλαδή τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, καταγράφονται απόπειρες ισχυρών ευρωπαϊκών δυνάμεων να αποδεσμευτούν ή να ανεξαρτητοποιηθούν από την αμερικάνικη κηδεμονία (μην ξεχνάμε ότι τα πρώτα βήματα μεταπολεμικής ανοικοδόμησης έγιναν με συντριπτική παρουσία των ΗΠΑ στον ευρωπαϊκό χώρο). Έτσι οι πρώτες απόπειρες συνεργασίας και κοινών οικονομικών πολιτικών (τελωνειακή ένωση, αγροτική πολιτική) συνοδεύουν αυτές τις τάσεις των δυτικοευρωπαϊκών δυνάμεων. Η εκδήλωση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης τη δεκαετία του 1970 οδηγεί σε μια επιτάχυνση διαδικασιών «σύγκλισης», με την έννοια της συγκρότησης ενός γαλλογερμανικού άξονα και μιας πολιτικής οικονομικής λιτότητας και αναδιαρθρώσεων στην οικονομία, που πήραν την κωδική ονομασία «1992». Με αυτόν τον τρόπο οι ισχυρότερες οικονομικές δυνάμεις νόμιζαν ότι θα αντέξουν στην κούρσα του ανταγωνισμού με τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία, χωρίς φυσικά να προχωρούν σε κοινές πολιτικές που θα εμβάθυναν τη «σύγκλιση».

Ποια και πόση «Ευρώπη» υπάρχει σήμερα και, κυρίως, γιατί

Η μόνη πραγματικά κοινή πολιτική που άρχισαν να εφαρμόζουν τα εοκικά και μετέπειτα ευρωενωσιακά όργανα, ήταν τα κύματα πανευρωπαϊκής λιτότητας και η «απορρύθμιση». Δηλαδή η κατάρριψη των «εμποδίων» στην ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων, εμπορευμάτων, ελαστικοποιημένου εργατικού δυναμικού. Η εξέλιξη δεν σημαδεύτηκε ακριβώς από το πεδίο της οικονομίας, αλλά από βαθιές πολιτικές εξελίξεις, με κυριότερη την κατάρρευση όλου του Ανατολικού συνασπισμού το 1989-91, που δημιούργησε άλλους όρους για κάθε βασική δύναμη της Ευρώπης. Η ενοποίηση της Γερμανίας, η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, η πορεία προς Ανατολάς, η ισχυροποίηση της ζώνης του μάρκου κ.λπ. δημιούργησαν μια άλλη κατάσταση.

Με τη συνθήκη του Μάαστριχτ μπήκαν γερά οι βάσεις της «Γερμανικής Ευρώπης», μιας Ε.Ε. υπό γερμανική ηγεμονία. Ήρθε το ευρώ, δημιουργήθηκε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Κομισιόν απόκτησε κυριαρχικές δικαιοδοσίες. Ο οικονομικός και πολιτικός έλεγχος των μικρών χωρών (ιδιαίτερα του ευρωπαϊκού Νότου και της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης) ενισχύθηκε, και μπήκε σε πλήρη λειτουργία η χρεομηχανή, ως ιδιαίτερος μηχανισμός αποικιοποίησης χωρών και κλάδων. Πάλι δηλαδή η δοκιμασία υπήρξε από μια άλλη πλευρά, και όχι από τον τομέα της οικονομικής πολιτικής και των ειδικών στόχων που τίθονταν.

Οι πόλεμοι που αποφάσισαν οι ΗΠΑ ενάντια στην «τρομοκρατία», με κυριότερο τον πόλεμο στο Ιράκ στις αρχές του 2000, διαίρεσαν βαθιά την «Ευρώπη» σε δυνάμεις που ήταν στο πλάι των ΗΠΑ και σε δυνάμεις που ήθελαν να πάρουν κάποιες αποστάσεις. Η παρουσία των ΗΠΑ και το στάτους της μοναδικής υπερδύναμης (τότε) έκαμψε και επηρέασε την αναβάθμιση της Γερμανικής Ευρώπης, ενώ παράλληλα μια σειρά από πολιτικά γεγονότα (δημοψηφίσματα εντός Ε.Ε. για ευρωσύνταγματα, κινητοποιήσεις ενάντια στις πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού) τάραζαν την πολιτική σκηνή σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Όλα αυτά ενίσχυσαν έναν «ευρωσκεπτικισμό», απομάκρυναν τις κοινωνίες από το γραφειοκρατικό οικοδόμημα της Ε.Ε., έδειχναν σημάδια φυγόκεντρων τάσεων.

Η Ευρώπη γεύτηκε τεράστια κύματα της κρίσης του 2007-2008 χωρίς να μπορεί να τα αποφύγει, και χρειάστηκε να καταφύγουν οι δυνάμεις του Βορρά στην πολιτική των μνημονίων (με χαρακτηριστικότερη περίπτωση την Ελλάδα) για να μπορέσουν να δημιουργήσουν όρους διάσωσης του τραπεζικού συστήματος και του ευρώ. Το σχήμα της ρήσης του Μονέ για την περπατησιά της Ευρώπης μέσα από τις ίδιες τις κρίσεις της έχει τεθεί σε τεράστια αμφισβήτηση. Η συνέχεια, δηλαδή όσα θα επακολουθήσουν, θα είναι ραγδαία.

Το προβαλλόμενο όραμα μιας Ευρώπης που «θα διασφαλίζει τη δυνατότητα διαβίωσης σε έναν ειρηνικό και ασφαλή χώρο με κοινωνικοοικονομική ευημερία» έχει πεθάνει από καιρό. Αυτό αρχίζουν να το ομολογούν και οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές του «ευρωπαϊσμού»

Η Ευρώπη στο επίκεντρο μιας οικονομικής και γεωπολιτικής καταιγίδας

Το προβαλλόμενο όραμα μιας Ευρώπης που «θα διασφαλίζει τη δυνατότητα διαβίωσης σε έναν ειρηνικό και ασφαλή χώρο με κοινωνικοοικονομική ευημερία» έχει πεθάνει από καιρό. Αυτό αρχίζουν να το ομολογούν και οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές του «ευρωπαϊσμού». Στις 31/1/2020 αποχωρεί η Μεγάλη Βρετανία από την Ε.Ε. (μετά το δημοψήφισμα για το Brexit που έγινε το 2016). Λίγους μήνες μετά έχουμε την εμφάνιση της πανδημίας και το 2022, με τη έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, οι εξελίξεις φέρνουν στην επιφάνεια όλες τις πλευρές της ευρωπαϊκής κρίσης, η οποία βαθαίνει ορμητικά σε όλους τους τομείς (οικονομία, κοινωνία, συνοχή, άμυνα, πολιτισμό, δημοκρατία κ.λπ.). Όλα τα πρόδρομα σημάδια φυγόκεντρων διαδικασιών δυναμώνουν επικίνδυνα.

Οι ευρωπαίοι ιθύνοντες και αναλυτές είναι υποχρεωμένοι πλέον να παραδέχονται ότι η Ε.Ε. «καθυστερεί και κινδυνεύει να καταντήσει ουραγός στις διεθνείς εξελίξεις», «φαίνεται ότι δεν διαθέτει ούτε καν τη διάθεση να υπερβεί τον σημερινό προβληματικό εαυτό της», «υπάρχει μια αυξανόμενη αίσθηση πανικού στην Ευρώπη», «το τρέχον έτος, καθώς η φιλόδοξη ουκρανική αντεπίθεση έχει βαλτώσει, οι εντάσεις μεταξύ των κρατών μελών έχουν αυξηθεί». Παρά τις ατέρμονες συζητήσεις περί «στρατηγικής αυτονομίας», «ευρωπαϊκής κυριαρχίας» και «γεωπολιτικής της Ευρώπης», αναζητείται ένας «βιώσιμος και διαρκής φραγμός στην ευρωσκεπτικιστική παλίρροια». Για να φθάσουμε σε μια διαπίστωση που πάλι περιγράφεται με ουδέτερα λόγια, αλλά είναι αποκαλυπτική:

«Η επιστροφή του πολέμου στα ευρωπαϊκά σύνορα είναι γεγονός. Η οικονομία είναι στάσιμη, το κοινωνικό ασανσέρ ταξιδεύει πιο γρήγορα από άλλα μέρη του πλανήτη, η δημογραφική κρίση κυριεύει τη Γηραιά Ήπειρο, ενώ τα νότια σύνορα της Ε.Ε. (παράδοξο!) κλείνουν όλο και περισσότερο, με τη Μεσόγειο να γίνεται νεκροταφείο απελπισμένων ανθρώπων. Το θετικό αφήγημα μιας ενωμένης Ευρώπης που συνόδευσε, χάρη σε πολυάριθμες επιτυχίες, περισσότερα από εξήντα χρόνια ολοκλήρωσης, φαίνεται άπιαστο σήμερα, ειδικά στα μάτια των νέων γενιών» (Matteo Scotto και Martino Liva, 14/5/2023).

Για να φθάσουν σε ένα συμπέρασμα: «Εν ολίγοις, εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετώπισε την πανδημία και τον πόλεμο με πολύ μεγαλύτερη συνοχή από ό,τι περίμεναν πολλοί, δεν μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι αυτές οι κρίσεις έχουν μέχρι στιγμής δημιουργήσει πραγματικά διαρθρωτικές και μόνιμες θεσμικές αλλαγές». Αλλά η σημαντικότερη είδηση είναι ότι ο μεγάλος ασθενής της σημερινής Ευρώπης είναι πλέον η ίδια η Γερμανία! Ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας δήλωσε σε εκδήλωση του Bloomberg στη Φρανκφούρτη ότι «η Γερμανία είναι ένα οικονομικά παραπληγικό σαλιγκάρι, σέρνεται σταθερά στη φτώχεια» (βλ. και το σχετικό σημείωμα του Νίκου Σίμου στη σελ. 15 αυτού του φύλλου).

Και μπίζνες λοιπόν, και έρωτας με τις ΗΠΑ (ως στρατηγικό σύμμαχο, με υποταγή σε ό,τι θελήσουν), και ειδύλλιο με την Τουρκία του Ερντογάν που προχωρά στη δορυφοροποίησή μας. Δεν το λες και «χώρα» όλο αυτό…

Τι ξεχνιέται πολιτικά;

Με τον πόλεμο στην Ουκρανία ο ευρωατλαντισμός έχει επιστρέψει. Οι ΗΠΑ φόρτωσαν έναν πόλεμο στην καρδιά της Ευρώπης και την ξέκοψαν από την κύρια πηγή ενέργειας, τη Ρωσία. Η ανατίναξη των αγωγών ήταν άλλη μια πράξη πολέμου με την οποία, όσοι μιλούν στο όνομα της Ευρώπης, είδαν πως ο αμερικανοαγγλικός άξονας επιβάλλει πλήρως τους όρους του. Η Γερμανία του Σολτς και της κυβέρνησης συνεργασίας μετατρέπεται σε πολεμοκάπηλη δύναμη, εμπρηστή του πολέμου στην Ουκρανία, και η Ε.Ε. αποφασίζει (ομόφωνα) να δώσει «βοήθεια» στην Ουκρανία ύψους 50 δισεκατομμυρίων ευρώ μέχρι το 2027! Η σημερινή «Ευρώπη», δηλαδή η Ε.Ε., είναι πιο δεξιά, πιο αντιδημοκρατική, πιο παγκοσμιοποιητική, πιο αμερικάνικη, πιο ΝΑΤΟϊκή, πιο αντιρωσική. Και ο «δικαιωματισμός» της παίρνει ολοένα πιο αντιδραστικά και ρατσιστικά χαρακτηριστικά.

Το «ακραίο κέντρο» που κυβερνά μέχρι σήμερα την Ευρώπη, με όλες τις ποικιλίες και παραλλαγές (κεντροδεξιά, κεντροαριστερά, πράσινοι, φιλελεύθεροι κ.ο.κ.), βλέπει σήμερα να αποκτά μεγαλύτερο βάρος μια ενδυνάμωση της ακροδεξιάς πολιτικής. Το «ακραίο κέντρο» γνωρίζει ότι η διαχείριση της λαϊκής δυσαρέσκειας από ακροδεξιά σχήματα είναι ένα πρόβλημα που μπορεί να πυροδοτήσει κι άλλες φυγόκεντρες τάσεις. Από την άλλη, όμως, το πλησίασμα σε μια πολιτική ατζέντα ικανή να ενσωματώσει κάποια τέτοια στοιχεία μπορεί να οδηγήσει και σε μια σύμπλευση «ακραίου κέντρου» και «ακροδεξιάς». Τόσο οι ομόφωνες αποφάσεις σε ορισμένα θέματα, όσο και η συμμόρφωση «άτακτων» όπως η Μελόνι στην Ιταλία, ιδιαίτερα πάνω στη βάση του ευρωατλαντισμού και της ΝΑΤΟφροσύνης, δείχνουν ότι υπάρχουν «γέφυρες» επικοινωνίας. Άλλωστε, όπως επισημαίνουν διάφοροι αναλυτές, η ακροδεξιά σήμερα δεν υπερασπίζεται μόνο το εθνικό αίσθημα, αλλά και το ευρωπαϊκό, εκφράζοντας το πολιτισμικό όραμα μιας Χριστιανικής Ευρώπης Λευκών που απειλείται από ξένους, ιδίως από τους μουσουλμάνους.

Στις ευρωεκλογές που έρχονται αναμένεται (πέρα από τη μεγάλη αδιαφορία των ευρωπαίων πολιτών προς αυτή τη διαδικασία) να καταγραφούν αυτές οι τάσεις. Πάλι, από άποψη σημασίας και ενδιαφέροντος, έχουν μια ξεχωριστή θέση τα όσα γίνονται σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο στον μεγάλο ασθενή της σημερινής Ευρώπης, τη Γερμανία: Η κυβέρνηση Σολτς χάνει σε δημοτικότητα, όλα τα κόμματα βάλουν ενάντια στο ακροδεξιό AfD, αλλά έχει κάνει την εμφάνισή του κι ένα νέο κόμμα υπό την Σάρα Βάγκενκνεχτ, στέλεχος και προσωπικότητα της Αριστεράς, που με μια προσγειωμένη και επιχειρηματολογημένη πλατφόρμα (πόλεμος, φτωχοποίηση, δικαιοσύνη κ.λπ.) δημιουργεί νέα δεδομένα στο πολιτικό σκηνικό. Και μπορεί να αποτελέσει μια ευχάριστη έκπληξη.

Και στην Ελλάδα;

Μόλις προχθές ήρθε η καταδίκη της ελληνικής κυβέρνησης στα θέματα «κράτους δικαίου» από το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Πέρα από το ότι οι αποφάσεις του ευρωκοινοβουλίου δεν έχουν κάποια ισχύ, στην απόφαση αυτή αποτυπώνεται η δυσαρέσκεια ισχυρών ευρωπαϊκών κύκλων για την αμέριστη σύμπλευση της κυβέρνησης Μητσοτάκη με τους αμερικανικούς κύκλους και συμφέροντα. Άλλωστε όλη η ιστορία των υποκλοπών ξεκίνησε από ευρωπαϊκούς κύκλους.

Στην Ελλάδα δεν υπάρχει καμία σοβαρή συζήτηση για την Ευρώπη, την πορεία της και τη θέση της χώρας μας σε αυτήν. Παραμένει πάντα ως μεγάλη ιδέα η σύγκλιση με την Ευρώπη, αλλά τίποτα παραπάνω. Ή μάλλον παραμένει η Ευρώπη ως το βασικό κανάλι οικονομικών ροών σε τομείς όπως πράσινη ενέργεια και ψηφιοποίηση, ενώ η οικονομία τροφοδοτείται από τα ΕΣΠΑ και τις δόσεις του Ταμείου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας. Κάτι σαν τα σωληνάκια που κρατούν στη ζωή έναν βαριά ασθενή. Και μπίζνες λοιπόν, και έρωτας με τις ΗΠΑ (ως στρατηγικό σύμμαχο, με υποταγή σε ό,τι θελήσουν), και ειδύλλιο με την Τουρκία του Ερντογάν που προχωρά στη δορυφοροποίησή μας. Δεν το λες και «χώρα» όλο αυτό, πόσο μάλλον χώρα ισότιμη με τις υπόλοιπες ισχυρές της Ε.Ε., ούτε και ακριβώς «εταίρο» των ΗΠΑ. Ούτε καν «συνομιλητή» του Ερντογάν-γείτονα.

Κατά τα λοιπά, όλα τα κόμματα έχουν ξεκινήσει την προεκλογική τους καμπάνια με το βλέμμα στραμμένο στις εσωτερικές ανάγκες: Θα φθαρεί η κυβέρνηση ή θα επαναλάβει μια νίκη και στις ευρωεκλογές; Ποιο κόμμα θα είναι δεύτερο και τρίτο, ποιοι σχηματισμοί θα επιβιώσουν περνώντας το 3%; Στο χώρο της κεντροαριστεράς γίνεται το «έλα να δεις», και ήδη πρωτοβουλίες ανάμεσα στους 3 χώρους (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Νέα Αριστερά) δείχνουν ότι ανακατεύεται η κουτάλα για ένα νέο σχήμα μετά τις ευρωεκλογές.

Κάτι μένει χωρίς απάντηση ουσιαστική: Αν η Ευρώπη περνά μια οικονομική και γεωπολιτική καταιγίδα, αν η χώρα μας βρίσκεται σε ένα θερμό επίκεντρο εξελίξεων και αναδασμών, τι ουσιαστικό γίνεται στην κατεύθυνση της επίλυσης του υπαρξιακού προβλήματος της χώρας; Το ερώτημα αυτό τείνει να το σκεπάσει για άλλη μια φορά η τρέχουσα προεκλογική πρεμούρα. Είναι χρέος μας να το φέρουμε –όσο μπορούμε– στο επίκεντρο της δημόσιας ζωής, επειδή έτσι συμβάλλουμε και στην αναγκαία αντιμετώπισή του!

* «Ντελόρ, Σόιμπλε και η απουσία συμπερασμάτων σε μια Ευρώπη που καταποντίζεται» (φύλλο 666).

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!