Αρκεί μια απλή περιήγηση στους χορηγούς, αποκλειστικούς ή όχι, των πολιτιστικών δραστηριοτήτων της πρωτεύουσας για να δει κανείς ότι το μεγαλύτερο μέρος τους, ακόμη και αυτό το οποίο δεν παράγεται με μηχανισμούς των ιδρυμάτων, χρηματοδοτείται έστω από τα ιδρύματα ή από φορείς που σχετίζονται μαζί τους.

Δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι αυτές οι χρηματοδοτήσεις συμβαίνουν σε συνθήκες απεδαφικοποίησης του πολιτιστικού προϊόντος. Η απεδαφικοποίηση αυτή έχει πολλές όψεις. Τη διαπιστώνει κανείς στην μεταβολή σημαντικών παραμέτρων του καλλιτεχνικού έργου: έτσι, ενώ οι θεατρικές παραγωγές έτειναν να ξεδιπλώνονται στο χρόνο, δοκιμάζοντας τους συντελεστές τους και επιτρέποντάς τους να ωριμάσουν στη σχέση τους με το κοινό τους, πλέον διαρκούν λίγες μόνο ημέρες, προσδίδοντας στις μεγάλες θεατρικές σκηνές των Ιδρυμάτων τον χαρακτήρα ενός διαρκούς φεστιβάλ. Το ίδιο ισχύει και τις σκηνικές προδιαγραφές οι οποίες ανέκαθεν σχετίζονταν οργανικά με αισθητικές ή ακόμη και ιδεολογικές επιλογές των σκηνοθετών, π.χ. τα μικρά θέατρα του Κουν ή το Θησείο του Μιχαήλ Μαρμαρινού που είχε σχεδιάσει ο σπουδαίος Χρήστος Παπούλιας, σε αντίθεση βέβαια με τις μεγάλες ιδρυματικές σκηνές που αμβλύνουν τις σκηνικές διακρίσεις. Με την απεδαφικοποίηση σχετίζεται φυσικά και η ολοένα και μεγαλύτερη συσχέτιση του εικαστικού έργου με χρονικές παραμέτρους, όπως στις περιπτώσεις των performance ή των συμμετοχικών έργων.

Πολύ σημαντικότερα όμως, και με βαθύτερες επιπτώσεις, είναι τα διαρκή προγράμματα υποτροφιών και residencies, όπως το Onassis Air ή το Artworks του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Τα προγράμματα αυτά, που φυσικά δεν είναι μόνο ελληνικά, όχι μόνο καλλιεργούν τη συστηματική αποσύνδεση του έργου τέχνης από τις οργανικές σχέσεις που αναπτύσσονται εντός ενός χώρου, χρηματοδοτώντας όλο και περισσότερο μετακινούμενους δημιουργούς που μόνον περιστασιακή σύνδεση έχουν με το περιβάλλον δημιουργίας, αλλά, ακόμη περισσότερο, βάζουν τους καλλιτέχνες σε συνθήκη πρωτοφανούς συναισθηματικού μόχθου, καθώς συχνά οι χρηματοδοτήσεις εξαρτώνται από τον άμεσο ανταγωνισμό των υποψηφίων. […]

Η πολιτική των Ιδρυμάτων δημιουργεί διαρκώς εφήμερες, αναλώσιμες και φευγαλέες ελίτ. Δεν διαθέτουν συμβολικό κεφάλαιο ακριβώς, αλλά έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν στα απεδαφικοποιημένα πολιτιστικά προϊόντα από μια μόνιμη διπολική θέση. Είναι ελίτ με εφήμερη ζωή, περιστασιακές ελίτ που μετακινούνται από πόλη σε πόλη σε ένα χαοτικό, απεδαφικοποιημένο residency, σε μια καταναγκαστική νομαδικότητα και απόλαυση, από την οποία είναι αποξενωμένες όσο αποξενωμένος μπορεί να είναι ο εργάτης από το αντικείμενο που παράγει. Οι αντιδράσεις απέναντι στον φωτισμό της Βασιλίσσης Σοφίας ήταν οπωσδήποτε αισθητικά συντηρητικές και συχνά επικαλέστηκαν την παράδοση με ένα αντικοσμικό τρόπο. Από την άλλη όμως έβλεπε κανείς πίσω τους την έκφραση μιας ανομολόγητης επιθυμίας επανεδαφικοποίησης του πολιτιστικού αγαθού.

(Απόσπασμα άρθρου του Θεόφιλου Τραμπούλη, από το τεύχος 11 του marginalia.gr, αφιερωμένο στα «Ιδρύματα Πολιτισμού»)

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!