Αγώνας μέχρι την ανατροπή του Σάλεχ. Του Μουράντ Αλαζάνι
Όταν το κύμα της αραβικής επανάστασης έφτασε στην Υεμένη, γεμίσαμε με πολλές ελπίδες, πιστεύοντας ότι θα φέρει μια ριζική αλλαγή στη χώρα. Η επανάσταση φαινόταν ως κήρυκας μιας νέας εποχής, όπου η διαφθορά και οι αρχιερείς της θα εξαλείφονταν. Όμως η σημερινή κατάσταση έχει κάνει πολλούς νέους να αισθάνονται απογοήτευση και απαισιοδοξία. Βλέπουν το μέλλον της χώρας να παραμένει σκοτεινό και την ενότητά της σε κίνδυνο, όσο ο πρόεδρός της δεν έχει εκδιωχθεί.
Οι νέοι βγαίνουν ακόμα στους δρόμους και έχουν δώσει όρκο τιμής να μη φύγουν παρά μόνο όταν δουν τον Σάλεχ σιδηροδέσμιο να δικάζεται. Έχουν απορρίψει κάθε συμβιβασμό με τον Σάλεχ και καθίστανται όλο και πιο αποφασισμένοι να ανατρέψουν αυτόν και το καθεστώς του.
Παρ’ όλα αυτά, η κατάσταση στην Υεμένη παραμένει αβέβαιη. Η οικονομία της χώρας επιδεινώνεται, τα έσοδα από τους πόρους της εξασθενούν όσο η αστάθεια συνεχίζεται. Ένοπλες συγκρούσεις λαμβάνουν χώρα στο βορρά μεταξύ δύο θρησκευτικών σεχτών, των Σαλαφιστών και των Αλ Χούθι. Συνεχίζεται, επίσης, η σύγκρουση με την Αλ Κάιντα στο νότο. Σύμφωνα με εκθέσεις διεθνών οργανισμών, 30% των κατοίκων λαμβάνει γεύμα μόλις μια φορά στις 3 ημέρες, ενδεικτικό του σημείου που έχει φτάσει η χώρα.
Ωστόσο, για αυτά τα γεγονότα και τις στατιστικές, δεν πρέπει να ωθούμαστε να αποδίδουμε την ευθύνη στην επανάσταση. Η επανάσταση ήταν και παραμένει μια ζωτική επιλογή των νέων για την προώθηση μιας πολιτικής και κοινωνικής αλλαγής που θα σώσει τη χώρα από τη διάσπαση. Αν επιτύχει, σίγουρα θα φέρει ριζικές μεταρρυθμίσεις, που μόνο θα αυξήσουν τη δυνατότητα των Υεμενιτών για συμμετοχή στα κοινά, όντας ενήμεροι πολίτες.
Αντίθετα, είναι στον Σάλεχ και το καθεστώς του που πρέπει να αποδώσουμε την απελπιστική κατάσταση των Υεμενιτών. Οποτεδήποτε προκύπτει στον ορίζοντα μια ελπίδα για πολιτική διευθέτηση της κρίσης, αυτή σβήνει εξαιτίας του Σάλεχ και των συνεργατών του. Πρόσφατα, χάθηκε η ελπίδα για ειρηνική μετάβαση της εξουσίας, η οποία είχε συμφωνηθεί με τη διαμεσολάβηση χωρών του Κόλπου. Αν και η συμφωνία υπογράφτηκε τον περασμένο μήνα από τον Σάλεχ στο Ριάντ, στην πράξη τίποτε δεν άλλαξε. Ο Σάλεχ παραμένει στην Υεμένη και ξέρουμε καλά πως δεν πάει πουθενά, αφού, προφανώς, χαίρει κάποιας μικρής υποστήριξης στο εσωτερικό. Αυτή η υποστήριξη υπάρχει, κατ’ αρχάς, στα υπό το γιο του τμήματα του στρατού. Ωστόσο, σε μια πιθανή αναμέτρηση, ο στρατός αυτός δεν θα θέλει να σκοτώσει διαδηλωτές και, συνεπώς, θα υπάρξουν περισσότερες λιποταξίες. Ο Σάλεχ έχει, επίσης, κάποια υποστήριξη στο κόμμα του, που αξιοποίησε για να ηγηθεί της διαφθοράς. Κάποια μέλη του έχουν πια ταυτίσει τις τύχες τους με αυτές του προέδρου. Είναι, βέβαια, αδύναμοι αυτοί μπροστά στο λαό, όπως έδειξε η Παρασκευή της Αξιοπρέπειας (σ. μετ: στις 18 Μάρτη).
Παρόλα αυτά, οι διαπραγματεύσεις με την αντιπολίτευση, του επέτρεψαν να αποκαταστήσει την εξουσία του και να εκκαθαρίσει το στρατόπεδό του από τους ταλαντευόμενους. Ανέκτησε τα προεδρικά του καθήκοντα, αφού εξακολουθεί να εκδίδει αποφάσεις από το Παλάτι της Δημοκρατίας. Ήταν αυτός που διόρισε τόσο τους εκπροσώπους του κόμματος στο νεοσυσταθέν Συμβούλιο Ασφαλείας όσο και το μισό Υπουργικό Συμβούλιο, για το οποίο, μάλιστα, απέρριψε και κάποιους προτεινόμενους από το συνασπισμό των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Η υπογραφή αυτής της συμφωνίας ήταν μια ακόμα επίδειξη των ικανοτήτων του στους ελιγμούς, με την οποία ήθελε να ελαττώσει την αυξανόμενη πίεση που του ασκούσαν οι Χώρες του Κόλπου και η διεθνής κοινότητα.
Επιπροσθέτως, η κατάσταση στη χώρα, σε όρους ασφαλείας, δεν έχει βελτιωθεί αρκετά, παρότι το Συμβούλιο Ασφαλείας που συστάθηκε βάσει της προαναφερθείσας συμφωνίας, έχει καταβάλει μεγάλες προσπάθειες για τον τερματισμό των συγκρούσεων στις πόλεις Ταΐζ και Σανάα. Απομάκρυνε μεν στρατιωτικά οδοφράγματα και από τις δύο πόλεις, ενώ αποκατέστησε μερικώς την ασφάλεια στη χώρα. Ωστόσο, οι συγκρούσεις είναι εύκολο να ξεσπάσουν οποιαδήποτε στιγμή, αφού ο εθνικός στρατός παραμένει διασπασμένος, με το μισό να βρίσκεται υπό τις εντολές των στρατηγών που ανακοίνωσαν την υποστήριξή τους στην επανάσταση. Το πραγματικό πολιτικό τεστ για το Συμβούλιο Ασφαλείας είναι αν καταφέρει ή όχι να συγχωνεύσει αυτό το στρατό σε μια ενιαία διοίκηση υπό τον υπουργό Άμυνας.
Ενόσω ο εθνικός στρατός παραμένει διχασμένος, πολλοί Υεμενίτες θεωρούν πως βραχυπρόθεσμα δεν θα βρεθεί πολιτική λύση και η βία ίσως συνεχιστεί. Γνωρίζουν πως ο Σάλεχ παρασκηνιακά κινεί τα νήματα, μέσω του αναπληρωτή του και των άλλων στρατηγών που συνιστούν τα υπολείμματα του καθεστώτος του. Στην πραγματικότητα, συνεχίζει τους ελιγμούς με την ελπίδα να υποσκελίσει την πίεση της διαμαρτυρίας των επαναστατών και των πολιτικών αντιπάλων του. Θα εξακολουθήσει να το κάνει, ακόμα και μετατρέποντας κάθε δημόσιο κτίριο σε στρατόπεδα και καταυλισμούς προσφύγων, φιλοδοξώντας ίσως να κάνει το λαό να θυμάται την περίοδο διακυβέρνησής του ως τη «χρυσή εποχή».
Έτσι, η μόνη ελπίδα για τους Υεμενίτες, είναι μια άλλη ανέλπιστη πολιτική έκπληξη που θα οδηγήσει σε μεταβατική κυβέρνηση και διάφανες εκλογές. Αυτή δεν θα συμβεί παρά μόνο μετά από ισχυρότερες πρωτοβουλίες από τις χώρες του Κόλπου, τον ΟΗΕ και την υπόλοιπη διεθνή κοινότητα.
Το πρόβλημα του Σάλεχ είναι η πίεση που του ασκήθηκε από τις χώρες του Κόλπου και τη διεθνή κοινότητα, που γνωρίζουν πως η εποχή Σάλεχ τελείωσε. Αποφάσισαν να απαλλαγούν από αυτόν, όταν διαπίστωσαν πως ενδεχόμενο εμφυλίου πολέμου θα αποτελούσε καταστροφή όλης της περιοχής. Με το φόβο αυτό και για την προστασία των συμφερόντων τους προσέτρεξαν προς μια διαμεσολάβηση. Χωρίς αυτή, ο Σάλεχ εύκολα θα μπορούσε να επιλέξει την προσφυγή στη βία, έχοντας μισό μεν, αλλά καλύτερα εξοπλισμένο και οργανωμένο στρατό.
Για αυτό, θεωρούμε αυτή τη διαμεσολάβηση θετική, αλλά ως ένα βαθμό. Αφού, όμως, αμνηστεύει το Σάλεχ, είμαστε ενάντιά της, όντας αποφασισμένοι να τον ανατρέψουμε. Αν την αποδεχόμασταν πλήρως θα προδίδαμε τους αδερφούς μας που έδωσαν ό,τι πολυτιμότερο είχαν: τις ψυχές τους.
Οι νέοι βγαίνουν ακόμα στους δρόμους και έχουν δώσει όρκο τιμής να μη φύγουν παρά μόνο όταν δουν τον Σάλεχ σιδηροδέσμιο να δικάζεται. Έχουν απορρίψει κάθε συμβιβασμό με τον Σάλεχ και καθίστανται όλο και πιο αποφασισμένοι να ανατρέψουν αυτόν και το καθεστώς του.
Παρ’ όλα αυτά, η κατάσταση στην Υεμένη παραμένει αβέβαιη. Η οικονομία της χώρας επιδεινώνεται, τα έσοδα από τους πόρους της εξασθενούν όσο η αστάθεια συνεχίζεται. Ένοπλες συγκρούσεις λαμβάνουν χώρα στο βορρά μεταξύ δύο θρησκευτικών σεχτών, των Σαλαφιστών και των Αλ Χούθι. Συνεχίζεται, επίσης, η σύγκρουση με την Αλ Κάιντα στο νότο. Σύμφωνα με εκθέσεις διεθνών οργανισμών, 30% των κατοίκων λαμβάνει γεύμα μόλις μια φορά στις 3 ημέρες, ενδεικτικό του σημείου που έχει φτάσει η χώρα.
Ωστόσο, για αυτά τα γεγονότα και τις στατιστικές, δεν πρέπει να ωθούμαστε να αποδίδουμε την ευθύνη στην επανάσταση. Η επανάσταση ήταν και παραμένει μια ζωτική επιλογή των νέων για την προώθηση μιας πολιτικής και κοινωνικής αλλαγής που θα σώσει τη χώρα από τη διάσπαση. Αν επιτύχει, σίγουρα θα φέρει ριζικές μεταρρυθμίσεις, που μόνο θα αυξήσουν τη δυνατότητα των Υεμενιτών για συμμετοχή στα κοινά, όντας ενήμεροι πολίτες.
Αντίθετα, είναι στον Σάλεχ και το καθεστώς του που πρέπει να αποδώσουμε την απελπιστική κατάσταση των Υεμενιτών. Οποτεδήποτε προκύπτει στον ορίζοντα μια ελπίδα για πολιτική διευθέτηση της κρίσης, αυτή σβήνει εξαιτίας του Σάλεχ και των συνεργατών του. Πρόσφατα, χάθηκε η ελπίδα για ειρηνική μετάβαση της εξουσίας, η οποία είχε συμφωνηθεί με τη διαμεσολάβηση χωρών του Κόλπου. Αν και η συμφωνία υπογράφτηκε τον περασμένο μήνα από τον Σάλεχ στο Ριάντ, στην πράξη τίποτε δεν άλλαξε. Ο Σάλεχ παραμένει στην Υεμένη και ξέρουμε καλά πως δεν πάει πουθενά, αφού, προφανώς, χαίρει κάποιας μικρής υποστήριξης στο εσωτερικό. Αυτή η υποστήριξη υπάρχει, κατ’ αρχάς, στα υπό το γιο του τμήματα του στρατού. Ωστόσο, σε μια πιθανή αναμέτρηση, ο στρατός αυτός δεν θα θέλει να σκοτώσει διαδηλωτές και, συνεπώς, θα υπάρξουν περισσότερες λιποταξίες. Ο Σάλεχ έχει, επίσης, κάποια υποστήριξη στο κόμμα του, που αξιοποίησε για να ηγηθεί της διαφθοράς. Κάποια μέλη του έχουν πια ταυτίσει τις τύχες τους με αυτές του προέδρου. Είναι, βέβαια, αδύναμοι αυτοί μπροστά στο λαό, όπως έδειξε η Παρασκευή της Αξιοπρέπειας (σ. μετ: στις 18 Μάρτη).
Παρόλα αυτά, οι διαπραγματεύσεις με την αντιπολίτευση, του επέτρεψαν να αποκαταστήσει την εξουσία του και να εκκαθαρίσει το στρατόπεδό του από τους ταλαντευόμενους. Ανέκτησε τα προεδρικά του καθήκοντα, αφού εξακολουθεί να εκδίδει αποφάσεις από το Παλάτι της Δημοκρατίας. Ήταν αυτός που διόρισε τόσο τους εκπροσώπους του κόμματος στο νεοσυσταθέν Συμβούλιο Ασφαλείας όσο και το μισό Υπουργικό Συμβούλιο, για το οποίο, μάλιστα, απέρριψε και κάποιους προτεινόμενους από το συνασπισμό των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Η υπογραφή αυτής της συμφωνίας ήταν μια ακόμα επίδειξη των ικανοτήτων του στους ελιγμούς, με την οποία ήθελε να ελαττώσει την αυξανόμενη πίεση που του ασκούσαν οι Χώρες του Κόλπου και η διεθνής κοινότητα.
Επιπροσθέτως, η κατάσταση στη χώρα, σε όρους ασφαλείας, δεν έχει βελτιωθεί αρκετά, παρότι το Συμβούλιο Ασφαλείας που συστάθηκε βάσει της προαναφερθείσας συμφωνίας, έχει καταβάλει μεγάλες προσπάθειες για τον τερματισμό των συγκρούσεων στις πόλεις Ταΐζ και Σανάα. Απομάκρυνε μεν στρατιωτικά οδοφράγματα και από τις δύο πόλεις, ενώ αποκατέστησε μερικώς την ασφάλεια στη χώρα. Ωστόσο, οι συγκρούσεις είναι εύκολο να ξεσπάσουν οποιαδήποτε στιγμή, αφού ο εθνικός στρατός παραμένει διασπασμένος, με το μισό να βρίσκεται υπό τις εντολές των στρατηγών που ανακοίνωσαν την υποστήριξή τους στην επανάσταση. Το πραγματικό πολιτικό τεστ για το Συμβούλιο Ασφαλείας είναι αν καταφέρει ή όχι να συγχωνεύσει αυτό το στρατό σε μια ενιαία διοίκηση υπό τον υπουργό Άμυνας.
Ενόσω ο εθνικός στρατός παραμένει διχασμένος, πολλοί Υεμενίτες θεωρούν πως βραχυπρόθεσμα δεν θα βρεθεί πολιτική λύση και η βία ίσως συνεχιστεί. Γνωρίζουν πως ο Σάλεχ παρασκηνιακά κινεί τα νήματα, μέσω του αναπληρωτή του και των άλλων στρατηγών που συνιστούν τα υπολείμματα του καθεστώτος του. Στην πραγματικότητα, συνεχίζει τους ελιγμούς με την ελπίδα να υποσκελίσει την πίεση της διαμαρτυρίας των επαναστατών και των πολιτικών αντιπάλων του. Θα εξακολουθήσει να το κάνει, ακόμα και μετατρέποντας κάθε δημόσιο κτίριο σε στρατόπεδα και καταυλισμούς προσφύγων, φιλοδοξώντας ίσως να κάνει το λαό να θυμάται την περίοδο διακυβέρνησής του ως τη «χρυσή εποχή».
Έτσι, η μόνη ελπίδα για τους Υεμενίτες, είναι μια άλλη ανέλπιστη πολιτική έκπληξη που θα οδηγήσει σε μεταβατική κυβέρνηση και διάφανες εκλογές. Αυτή δεν θα συμβεί παρά μόνο μετά από ισχυρότερες πρωτοβουλίες από τις χώρες του Κόλπου, τον ΟΗΕ και την υπόλοιπη διεθνή κοινότητα.
Το πρόβλημα του Σάλεχ είναι η πίεση που του ασκήθηκε από τις χώρες του Κόλπου και τη διεθνή κοινότητα, που γνωρίζουν πως η εποχή Σάλεχ τελείωσε. Αποφάσισαν να απαλλαγούν από αυτόν, όταν διαπίστωσαν πως ενδεχόμενο εμφυλίου πολέμου θα αποτελούσε καταστροφή όλης της περιοχής. Με το φόβο αυτό και για την προστασία των συμφερόντων τους προσέτρεξαν προς μια διαμεσολάβηση. Χωρίς αυτή, ο Σάλεχ εύκολα θα μπορούσε να επιλέξει την προσφυγή στη βία, έχοντας μισό μεν, αλλά καλύτερα εξοπλισμένο και οργανωμένο στρατό.
Για αυτό, θεωρούμε αυτή τη διαμεσολάβηση θετική, αλλά ως ένα βαθμό. Αφού, όμως, αμνηστεύει το Σάλεχ, είμαστε ενάντιά της, όντας αποφασισμένοι να τον ανατρέψουμε. Αν την αποδεχόμασταν πλήρως θα προδίδαμε τους αδερφούς μας που έδωσαν ό,τι πολυτιμότερο είχαν: τις ψυχές τους.
* Ο Μουράντ Αλαζάνι είναι αν. καθηγητής Αγγλικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Σαναά, επικεφαλής της Συμβουλευτικής Επιτροπής του Συντονιστικού Συμβουλίου της Νεανικής Επανάστασης για την Αλλαγή, συνεργάζεται με το αγγλικό Αλ Τζαζίρα, καθώς και με αγγλόφωνες εφημερίδες της Υεμένης. Τον Ιούνιο επισκέφτηκε την Ελλάδα και μίλησε στο φεστιβάλ Resistance της ΚΟΕ.
Σχόλια