Μέγα το ερώτημα. Για εσωτερική χρήση; Για βλέψεις του για την αρχηγία της Ν.Δ.; Σε συνεννόηση ή μη με τον Μητσοτάκη; Και γιατί έβγαλε το Μαξίμου τη διαρροή για πλήρη συνεννόηση; Μετατοπίζεται ο Δένδιας προς καραμανλική πτέρυγα; Γιατί πήγε για γκολφ την ίδια στιγμή ο Μητσοτάκης; Υπήρξε ή όχι τηλεφωνική επαφή Δένδια-Μητσοτάκη μετά τη συνάντηση με Ερτνογάν; Αλλάζει και πόσο η πολιτική του υπουργείου Εξωτερικών στα ελληνοτουρκικά; Πολλά τα ερωτήματα. Ακόμα και αν πάρουμε όποια πίστα επιθυμεί ο καθένας στην απάντηση των ερωτημάτων αυτών, χρειάζονται πολλά δείγματα για να πιστοποιηθεί μια αλλαγή γραμμής. Κι αυτά δεν υπάρχουν.
Τι υπάρχει; Υπάρχει σαφής διάσταση στο χώρο της δεξιάς παράταξης για τα εθνικά ζητήματα. Είναι μικρής σημασίας αυτό το γεγονός; Όχι, είναι σημαντικό, γιατί η μόνη σοβαρή πολιτική διαπάλη για αυτό το σοβαρό θέμα διεξάγεται εντός των κόλπων της Δεξιάς και αυτό δεν πρέπει να ευχαριστεί. Γιατί το υπόλοιπο του πολιτικού συστήματος και κόσμου κοιμάται βαθύ ύπνο και σχεδόν δεν παίρνει μέρος σε καμιά κρίσιμη αντιπαράθεση που αφορά την χώρα και κατ’ επέκταση την κοινωνία.
Δεν μπορεί να υπάρξει εύκολη και απρόσκοπτη εφαρμογή ενδοτικής πολιτικής‒ και μάλιστα χωρίς κλυδωνισμούς, χωρίς πολιτικές διεργασίες. Δεν μπορεί να μην υπολογίζεται η διάθεση και τα πατριωτικά αισθήματα του ελληνικού λαού απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό.
Οι δυνάμεις του ενδοτισμού, εντός της χώρας, δεν είναι δυνατές κι ας ελέγχουν κρίσιμους τομείς οικονομίας, ΜΜΕ, διπλωματίας, κρατικού μηχανισμού. Απλούστατα γιατί δεν μπορούν να συσπειρώσουν τον λαό. Κυρίως πρέπει να διαλύσουν ό,τι συνεκτικό υπάρχει για να προωθήσουν σχεδιασμούς άλλων δυνάμεων. Όπως οι Πρέσπες στοίχισαν στον ΣΥΡΙΖΑ έτσι και τα ελληνοτουρκικά θα κοστίσουν στις ενδοτικές δυνάμεις. Αλλά ο ενδοτισμός τους θα κοστίσει και στη χώρα.
Ν.Τ.