Ο Γάλλος πρόεδρος ως διαφημιστής του γερμανικής έμπνευσης «Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου» – Τα ρίσκα ενός διαζυγίου με το ΔΝΤ και η άγνωστη αρχιτεκτονική του διαδόχου του
Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Το σκηνικό της επίσκεψης Μακρόν δεν είχε κάποια εξαιρετική πρωτοτυπία. Έχει επαναληφθεί πολλές φορές στο μνημονιακό παρελθόν, με επισκέψεις κορυφαίων ηγετών που συνοδεύονταν από λόχους υποψήφιων επενδυτών και μοίραζαν υποσχέσεις και παροτρύνσεις για επενδύσεις στην Ελλάδα.
Ελληνογερμανική συνεργασία, ελληνογαλλική συνεργασία, ελληνοκινεζική συνεργασία, ελληνοϊταλική, ελληνορωσική κ.ο.κ. Έχουν υπογραφεί πολλές. Τα αποτελέσματά τους ήταν πενιχρά, παρότι όλοι φρόντιζαν να προβάλλουν την Ελλάδα ως «ευκαιρία», με το υπονοούμενο ότι το ανθρώπινο και παραγωγικό δυναμικό της φθηναίνει ελκυστικά χάρη στις μνημονιακές «μεταρρυθμίσεις». Το επενδυτικό ενδιαφέρον εξαντλούνταν στα «φιλέτα», κυρίως των υπό ιδιωτικοποίηση επιχειρήσεων, κι άφηνε στα αζήτητα τον «κατιμά».
Και η κριτική στις μνημονιακές ακρότητες, στις αστοχίες των προγραμμάτων ή στη σκληρότητα της ευρωπαϊκής ηγεσίας και του ΔΝΤ δεν έλειψε στο παρελθόν, στις γεμάτες στόμφο ομιλίες ηγετών στη σκιά της Ακρόπολης ή στους ασφαλείς χώρους των ευαγών ιδρυμάτων. Ούτε η οξύτητα της κριτικής του Μακρόν στο μοντέλο ευρωπαϊκής διακυβέρνησης είχε κάποια πρωτοτυπία. Όσοι δεν έχουν κοντή μνήμη ίσως θυμούνται τις κορώνες Σαρκοζί και Μέρκελ κατά των golden boys και των οίκων αξιολόγησης ή τις ηχηρές καταγγελίες του Ρέντσι για συνενοχή της ευρωπαϊκής ηγεσίας στους θανάτους χιλιάδων προσφύγων στη Μεσόγειο. Αυτά είναι στο πρόγραμμα, εντάσσονται στο επικοινωνιακό πρωτόκολλο που επιτρέπει ένα βαθμό αμετροέπειας στους ηγέτες, το οποίο όμως δεν έχει κανένα αντίκρισμα στις αποφάσεις των ευρωπαϊκών οργάνων.
Ο επίτροπος Μοσκοβισί, για παράδειγμα, προ ημερών ξεπέρασε τον εαυτό του παρουσιάζοντας ως πραξικόπημα τον τρόπο επιβολής των «μεταρρυθμίσεων» στην Ελλάδα και ως «χούντα» το Eurogroup. Και λοιπόν; Πώς συνάδουν οι ηχηρές καταγγελίες του με τη στάση που είχε τόσα χρόνια στην Κομισιόν; Μήπως η Κομισιόν δεν ήταν συνιστώσα του «πραξικοπήματος»;
Η γαλλογερμανική συμφωνία
Αν κάτι προσθέτει η επίσκεψη Μακρόν στην Αθήνα είναι μια μεγαλύτερη σαφήνεια όσον αφορά το μέλλον του ΔΝΤ στην Ελλάδα και στην Ευρωζώνη. Κι αυτό δεν αποτελεί απόκλιση της νέας γαλλικής κυβέρνησης, αλλά αφορά τον πυρήνα της κατ’ αρχήν συμφωνίας της με τη γερμανική ηγεσία για τον τρόπο με τον οποίο θα προχωρήσει η διακυβέρνηση της Ευρωζώνης.
Η θέση του Σόιμπλε ότι η Ευρωζώνη δεν χρειάζεται το ΔΝΤ, που φιλοτεχνείται συστηματικά από το 2012, έχει γίνει πια επίσημη προτεραιότητα των δυο μεγαλύτερων χωρών της. Η Μέρκελ ενέταξε στο προεκλογικό της πρόγραμμα τη μετεξέλιξη του ESM σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο (EMF), ο Μακρόν έχει υιοθετήσει τη θέση αυτή, διαπραγματευόμενος ταυτόχρονα τη θέσπιση κοινού υπουργού Οικονομικών και προϋπολογισμού της Ευρωζώνης, επομένως η Αθήνα ήταν το ιδεώδες φόντο για να ξαναπροβληθεί η πρόταση, παίρνοντας τα εύσημα και από την ελληνική κυβέρνηση.
Τότε, γιατί έγινε τόσος σαματάς για να εξασφαλιστεί η παράταση της συμμετοχής του ΔΝΤ με τη σχεδόν πρωτοφανή εκδοχή της stand by agreement και χωρίς χρηματοδότηση; Γνωστή η απάντηση, και αφορά τις ευαίσθητες εκλογικές ισορροπίες στη Γερμανία. Άλλωστε και το ίδιο το ΔΝΤ απλώς μια εξυπηρέτηση έκανε. Η ηγεσία του έχει προ πολλού κάνει σαφές ότι θέλει να απεμπλακεί από την Ευρωζώνη και την Ελλάδα. Η ψηφίδα που προσθέτει ο Μακρόν στο παζλ είναι ότι αν το ΔΝΤ θέλει να διεκπεραιώσει αυτή την «εξυπηρέτηση» μέχρι το τέλος του προγράμματος, τον Αύγουστο του 2018, ας μην προσθέτει ζητήματα στην επόμενη αξιολόγηση που μπορεί να βλάψουν τη μεγάλη διαπραγμάτευση για τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης. Ας αυτολογοκριθεί λίγο, ειδάλλως το διαζύγιο με την Ευρώπη μπορεί και να επισπευσθεί. Ούτε η Γερμανία, μετά τις εκλογές στις 24 του μηνός, θα έχει πιθανότατα ισχυρές αντιρρήσεις σ’ αυτό.
Το πιθανότερο είναι ότι το ΔΝΤ δεν πρόκειται, για λόγους αρχής και υπεράσπισης του prestige του, να αυτολογοκριθεί ούτε στην τρίτη αξιολόγηση. Θα επιμείνει και στο θέμα της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών (γι’ αυτό και οι τραπεζίτες σπρώχνουν σωρηδόν πωλήσεις και διαγραφές δανείων), και στα εργασιακά (γι’ αυτό και η κυβέρνηση δημιούργησε κλίμα με το τελευταίο εργασιακό νομοσχέδιο για την απλήρωτη και αδήλωτη εργασίας), και για το θέμα της ελάφρυνσης του χρέους (γι’ αυτό και ο Μακρόν, στη συνέντευξή του σε ΕΡΤ και ANTENNA, προσδιόρισε τις αρχές του 2018 ως χρόνο επανεκκίνησης της συζήτησης για το ελληνικό χρέος). Επομένως, το επικρατέστερο σενάριο είναι ότι η εταιρική σχέση Ευρωζώνης–ΔΝΤ θα λήξει πριν από τον Αύγουστο του 2018.
Αυτό ενδέχεται να έχει παρενέργειες στο χρονοδιάγραμμα της τρίτης αξιολόγησης, που ιδεωδώς η κυβέρνηση θέλει να ολοκληρωθεί και τυπικά μέχρι τις αρχές Δεκέμβρη. Το αν αυτές οι παρενέργειες θα διευθετηθούν εξαρτάται από το τι είδους γερμανική κυβέρνηση θα προκύψει μετά τις 24 του μηνός. Δηλαδή, με ποιους εταίρους θα κυβερνήσει η Μέρκελ. Το τελευταίο σχετικό μήνυμά της είναι ότι θεωρεί εξίσου ευπρόσδεκτους και τους Ελεύθερους Δημοκράτες και τους Πράσινους. Παραδόξως, και οι δυο πιθανοί κυβερνητικοί εταίροι της Μέρκελ ευνοούν την απομάκρυνση του ΔΝΤ: οι πρώτοι γιατί δεν θέλουν να ακούνε για κούρεμα του ελληνικού χρέους, οι δεύτεροι γιατί βλέπουν με καλό μάτι τις προτάσεις για το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο.
Ο διάδοχος του ΔΝΤ
Ωστόσο, αν επιβεβαιωθεί αυτό το σενάριο, προκύπτει το ερώτημα: ποιος θα διαδεχθεί το ΔΝΤ στον ρόλο του «κακού μπάτσου» που θα πιέζει για τις δύσκολες «μεταρρυθμίσεις» και πώς θα είναι; Ο ESM, φυσικά, που στο μεταξύ μπορεί να έχει εξελιχθεί στον νέο ισχυρό πόλο εξουσίας στην Ευρωζώνη, με τις αρμοδιότητες και τις τεχνοκρατικές δεξιότητες ενός νομισματικού ταμείου. Μέχρι το τέλος του χρόνου, οι 19 της Ευρωζώνης (και οι 27 της Ε.Ε.) πρέπει να έχουν καταλήξει σε μια βασική συμφωνία για τη μεταρρύθμιση της νομισματικής ένωσης, με βάση τη πρόταση του αναγεννημένου γαλλογερμανικού άξονα. Όπως συνέβη τo 2011, οπότε η ελληνική κρίση έγινε «νονός» του ESM, έτσι και τώρα ένα «Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο» μπορεί να αξιοποιήσει την Ελλάδα ως προνομιακό πεδίο πειραματισμού.
Η αντίφαση των… 87 δισ. ευρώ
Το υπαινίχθηκε, άλλωστε, και ο Γάλλος πρόεδρος, απαντώντας σε ερώτηση για το τι θα συμβεί αν η Ελλάδα χρειαστεί περαιτέρω βοήθεια μετά τον Αύγουστο του 2018. «Έχουμε την τεχνική κατάρτιση στην Ευρώπη για να το κάνουμε αυτό, έχουμε τον ESM», είπε ο Μακρόν. Αν στο μεταξύ ο ESM έχει πράγματι εξελιχθεί σε Νομισματικό Ταμείο, θα πρέπει να επιλύσει μια σημαντική αντίφαση: ως κάτοχος άνω του 51% του ελληνικού χρέους καλείται να εγγυηθεί την ασφαλή επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές, παραιτούμενος από το καθεστώς του προτιμώμενου πιστωτή που απολαμβάνει το ΔΝΤ, δηλαδή να αναλάβει το ρίσκο της ζημιάς. Αν όμως ο ίδιος δανείζεται από τις αγορές για να δανείζει κράτη ή τράπεζες, διατρέχει τον κίνδυνο να χάσει την άριστη πιστοληπτική αξιολόγηση. Πολύ περισσότερο που οι μεγάλες δανειακές υποχρεώσεις της Ελλάδας δεν αφορούν το απώτατο μέλλον, αλλά την πολύ κοντινή τριετία 2022-2024 κατά την οποία πρέπει να εξοφληθούν τοκοχρεολύσια 87 δισ. ευρώ. Κι εδώ διαμορφώνεται ένα σκηνικό εμπλοκής, που εξηγεί γιατί η γερμανική ηγεσία και ο Β. Σόιμπλε επιμένουν αρνητικά στα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους.
Απ’ αυτά τα δεδομένα προκύπτει ότι η «κατασκευή» του EMF θα γίνει πάλι με ελληνικά οικοδομικά υλικά. Η πιθανότητα να βγει αυτό σε καλό είναι από μικρή έως ανύπαρκτη. Όσοι ζυμώνονται υπέρ ενός «δημοκρατικού Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου» δεν έχουν καταλάβει πολλά από τη σύντομη, αιματηρή ιστορία της Ευρωζώνης.