Ο φοιτητής αναδεικνύει τις διαδικασίες που διέπουν το πολιτικό παιχνίδι

Της Ιφιγένειας Καλαντζή*

 

Γίνεται να εισχωρήσεις στους πολύπλοκους μηχανισμούς της εξουσίας, διαφυλάσσοντας την αγνότητα των αγωνιστικών σου προθέσεων; Σ’ αυτό το ερώτημα εστιάζει η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία Ο φοιτητής, του Αργεντινού τριαντάρη σεναριογράφου Σαντιάγκο Μίτρε.
Ο Ρόκε, ένας 20άρης, επιπόλαιος και πολιτικά αδιάφορος φοιτητής στο Πανεπιστήμιο του Μπουένος Άιρες, εντυπωσιάζεται από μια νεαρή και δυναμική λέκτορα, την Πάουλα. Η έντονη πολιτική παρουσία της, στις φοιτητικές παρατάξεις, δίνει στον Ρόκε ερέθισμα να αρχίσει να μελετά και να σκέφτεται πολιτικά. Προσεγγίζει την παράταξη της Πάουλα, γίνεται δεξί χέρι του αρχηγού, ενός κυνικού πενηντάρη πανεπιστημιακού, με διασυνδέσεις στη Σύγκλητο και μεταλλάσσεται σε δεινό χειριστή καταστάσεων. Λίγο πριν από τις φοιτητικές εκλογές, ακροβατεί ανάμεσα σε ιδεολογικές και ηθικές γραμμές, με διαπραγματεύσεις και εκβιασμούς, προκειμένου να διασφαλίσει το συμφέρον συγκεκριμένων προσώπων της παράταξης, πέρα από ιδεολογικές τοποθετήσεις.
Ο δημιουργός διερευνά τις διαδικασίες που διέπουν το πολιτικό παιχνίδι, για την απόκτηση εξουσίας, στο μικρόκοσμο του πανεπιστημιακού περιβάλλοντος. Στις πολιτικές μαζώξεις και στις ατελείωτες, παθιασμένες συζητήσεις, οι φοιτητές φλερτάρουν και ερωτεύονται, σε μια αγωνιστική προσέγγιση της ζωής, μέσα από τις πολιτικές παρατάξεις, σε συλλογικότητες.
Ο Μίτρε επιλέγει ένα ρεαλιστικού τύπου σινεμά, για ευρύ κοινό, για να στιγματίσει τα βαθύτερα κίνητρα που συχνά κρύβει η πολιτική δράση, δίνοντας έμφαση στους χαρακτήρες. Κατά την αποτύπωση της ψυχοσύνθεσης του πρωταγωνιστή, σχολιάζονται οι μηχανισμοί της εξουσίας, με κλειδί τους σφιχτοδεμένους διαλόγους, που αντανακλούν τις πολιτικές αντιπαραθέσεις.
Τα κλειστά πλάνα επικεντρώνονται κυρίως στα πρόσωπα και στον πολιτικό λόγο που εκφέρουν, με φόντο τον πανεπιστημιακό χώρο, ζωντανό οργανισμό διακίνησης ιδεών και πολιτικών ζυμώσεων.
Οι βασικοί χαρακτήρες παρουσιάζονται αρχικά, χωριστά, μέσα στο περιβάλλον της ταινίας, με αφήγηση εκτός κάδρου, χαρακτηριστικό που εντείνει την ατμόσφαιρα πολιτικού θρίλερ. Στο κλίμα αγωνίας συντελεί και η μουσική, κυρίως με κρουστά σε στιγμές έντασης, αλλά και με ακόρντα κιθάρας, το κατεξοχήν όργανο της λατινοαμερικάνικης μουσικής παράδοσης.
Αντίστοιχη ρεαλιστική τακτική στην ανάδειξη πολιτικού προβληματισμού, είχαν αναπτύξει και οι Ιταλοί σκηνοθέτες, στα τέλη του ’60. Ο τυχοδιωκτικός χαρακτήρας του φοιτητή-χειραγωγού, στην ταινία του Μίτρε, θυμίζει έντονα τον «Επαναστάτη της Κεμάντα» (Burn!/1969), του Τζίλο Ποντεκόρβο, σε σενάριο Φράνκο Σολίνας και μουσική Ένιο Μορικόνε, όπου ο Μάρλον Μπράντο, σ’ έναν απ’ τους ωραιότερους ρόλους του, ενσαρκώνει έναν σατανικό τυχοδιώκτη του 19ου αιώνα, πράκτορα των Βρετανών, που δημιουργεί επαναστατικές συνθήκες στη μακρινή Καραϊβική, προκειμένου να αποσταθεροποιήσει το εμπόριο ζάχαρης ώστε να περάσει σταδιακά από τους Πορτογάλους, στα χέρια των Βρετανών. Η προσέγγιση, όμως, του Μίτρε στην αποκάλυψη της πολιτικής χειραγώγησης, δεν καθηλώνεται σε μια ισοπεδωτική παράθεση της διαφθοράς, καθώς τα πολλαπλά ζητήματα που θέτει, προβάλλουν εκ νέου ως ζητούμενο την πολιτική σκέψη, που θα πρέπει να επαναπροσδιοριστεί, από τις νέες γενιές.  Στους διαλόγους, ανάμεσα στους πολιτικοποιημένους φοιτητές και τους καθηγητές τους, εμπεριέχονται αιχμές για το ιστορικό παρελθόν της χώρας, το ρόλο της αποικιοκρατίας και τη λαϊκή απήχηση του κινήματος των περονιστών. Οι πολιτικοί συσχετισμοί που αρθρώνονται στο πίσω μέρος της αξιόλογης αυτής ταινίας, καταλήγουν στη μόλις μια δεκαετία πριν, οικονομική λεηλασία της χώρας. Η επανεμφάνιση μιας πολιτικής θεματολογίας στο σινεμά, κυρίως από χώρες όπως η Αργεντινή, που πέρασε μια στυγνή χούντα και ισοπεδώθηκε από το ΔΝΤ, επαναφέρει μια προτροπή προς το πολιτικό σινεμά, εγείροντας νέους προβληματισμούς.

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι κριτικός κινηματογράφου

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!