Του Γιάννη Ραχιώτη
Οι Σύνοδοι Κορυφής του ΝΑΤΟ, που γίνονται κάθε δύο χρόνια, παρουσιάζουν πάντοτε ενδιαφέρον. Αξιολογούν τις εν εξελίξει πολεμικές τους περιπέτειες, καθορίζουν μελλοντικούς πολεμικούς στόχους και την εν γένει στρατηγική του ΝΑΤΟ, κάνουν επισκόπηση της διεθνούς κατάστασης, ιδίως για τις περιοχές που διεξάγουν ή προετοιμάζουν στρατιωτικές επιχειρήσεις. Η τελευταία Σύνοδος έγινε στη Βαρσοβία στις 8-9/7/2016. Εξέδωσε ένα ανακοινωθέν 140(!) παραγράφων για όλα τα μείζονα, για τη Δύση, θέματα στην περιοχή που το ΝΑΤΟ προσδιορίζει ως χώρο ευθύνης του: Την Ευρώπη, την Ασία μέχρι το Αφγανιστάν, την Αφρική μέχρι και τη ζώνη του Σαχέλ και τον Βόρειο Ατλαντικό. Το κύριο χαρακτηριστικό της Συνόδου ήταν ότι οι αποφάσεις της μοιάζουν με τελικές προετοιμασίες πολέμου κατά της Ρωσίας. Στην Ελλάδα, βέβαια, οι αναφορές των ΜΜΕ, με εξαίρεση εφημερίδες όπως ο Δρόμος, εξαντλήθηκαν στην εθιμοτυπική συνάντηση Ομπάμα-Τσίπρα και σε επιλεγμένα -απολύτως αδιάφορα- αποσπάσματα από την ομιλία του τελευταίου, ο οποίος φυσικά υπερψήφισε όλες τις αποφάσεις.
Η κεντρική απόφαση που ελήφθη είναι η στρατιωτική περικύκλωση της Ρωσίας (από τη Βαλτική μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα) με πολύ ισχυρές, ετοιμοπόλεμες δυνάμεις διαφόρων τύπων. Αποφάσισαν τη σύσταση μιας βορειοανατολικής διοίκησης με έδρα τη Βαρσοβία και δύναμη κατ’ αρχήν τέσσερις ισχυρές μονάδες κρούσης ικανές για πρώτη εμπλοκή, με έδρα αντίστοιχα την Εσθονία, δηλαδή περί τα 100 χιλιόμετρα από την Αγία Πετρούπολη, τη Λετονία, τη Λιθουανία και την Πολωνία. Μιας νοτιανατολικής διοίκησης με έδρα τη Ρουμανία, όπου θα εδρεύει μια ταξιαρχία και από εκεί θα συντονίζεται το νοτιοανατολικό μέτωπο. Αποφασίστηκε η ναυτική παρουσία του ΝΑΤΟ στη Μαύρη Θάλασσα, δηλαδή σε απόσταση αναπνοής από μεγάλα ρωσικά λιμάνια και κυρίως από το ναύσταθμο της Σεβαστούπολης και η ενίσχυση της παρουσίας του στη Βαλτική. Να θυμηθούμε ότι, με συναίνεση της κυβέρνησης Τσίπρα, ο έλεγχος του διαύλου του Αιγαίου γίνεται ήδη από το Πολεμικό Ναυτικό του ΝΑΤΟ, με πρόσχημα τον έλεγχο των προσφυγικών ροών. Αποφάσισαν να συνεχίσουν τη στρατιωτική ενίσχυση των χωρών στα σύνορα της Ρωσίας, που δεν έχουν γίνει ακόμη μέλη του ΝΑΤΟ (Μολδαβία, Γεωργία, Αζερμπαϊτζάν) και να εντάξουν στο ΝΑΤΟ το Μαυροβούνιο. Εκτεταμένη αναφορά γίνεται στη στρατιωτική ενίσχυση της Ουκρανίας, που αντιμετωπίζεται σαν βασικό εργαλείο του ευρωατλαντικού συστήματος. Καμία αναφορά φυσικά στα φασιστικά κόμματα που, πρακτικά, διοικούν την Ουκρανία και την άτυπη δικτατορία που έχει επιβληθεί. Παραθέτουν σειρά ζητημάτων από το Ντονμπάς μέχρι την «προστασία» ταταρικής μειονότητας στην Κριμαία με προσέγγιση τέτοια που καθένα απ’ αυτά να συνιστά πρόσχημα για επίθεση κατά της Ρωσίας.
Ιδιαίτερα εκτεταμένες και αλαζονικές είναι οι αναφορές στα πυρηνικά και στην αντιπυραυλική ασπίδα. Τονίζουν ότι ήδη αρκετές βάσεις της βρίσκονται σε λειτουργία, κυρίως στην περίμετρο της Ρωσίας, και σύντομα θα αναπτυχθούν και άλλες. Πριν από τη Σύνοδο, ο γ.γ. του ΝΑΤΟ δήλωσε, προφανώς έχοντας κατά νου την επιχειρησιακή ενεργοποίηση της αντιπυραυλικής ασπίδας, ότι το διάστημα ενσωματώνεται πλέον στο ΝΑΤΟϊκό σχεδιασμό, ως τέταρτο στρατηγικό πεδίο.
Το ΝΑΤΟ αριθμεί σήμερα, μαζί με το Μαυροβούνιο, 29 χώρες-μέλη. Ήδη αναπτύσσει ταχύτατα τη στρατιωτική συνεργασία του με τις περισσότερες χώρες της ρωσικής μεθορίου που δεν είναι μέλη του, συμπεριλαμβανομένης της Φινλανδίας και της Σουηδίας. Πρακτικά, οι χώρες που δεν συμμετέχουν στη στρατιωτική περικύκλωση της Ρωσίας είναι ελάχιστες (Λευκορωσία, Αρμενία, Ιράν). Αυτό το πρωτοφανές μέγεθος του δυτικού στρατοπέδου, σε συνδυασμό με την κολοσσιαία ισχύ και την πρόσφατη μεταφορά του «πολέμου των άστρων» από την επιστημονική φαντασία στη στρατιωτική πραγματικότητα, φαίνεται να εμπνέουν τη ΝΑΤΟϊκή αποφασιστικότητα για πόλεμο και συντριβή της Ρωσίας ως ισχυρής περιφερειακής δύναμης που αποπνέει η τελική διακήρυξη της Συνόδου. Αλαζονικά πιστεύουν, αφενός ότι μπορούν πλέον να συγκρατήσουν την πυρηνική σύγκρουση στο έδαφος του αντιπάλου (άντε μέχρι το έδαφος των μελών τους που βρίσκονται στη ρωσική περίμετρο, τα οποία ούτως ή άλλως είναι μισοκατεστραμμένα από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές) και αφετέρου να νικήσουν σε δύο ταυτόχρονα μείζονες συγκρούσεις: Ανάλογες πολεμικές απειλές εκτοξεύονται από τις ΗΠΑ και κατά της Κίνας.
Αυτό το πολεμικό σχέδιο επενδύεται στο ανακοινωθέν με πληθώρα προπαγανδιστικών επιχειρημάτων που φτάνουν μέχρι τη μέριμνα για την ισότητα των φύλων. Φυσικά οι αντιφάσεις της επιχειρηματολογίας τους δεν μπορούν να κρυφτούν. Επικαλούνται την τελική πράξη της διάσκεψης του Ελσίνκι (σεβασμός της εδαφικής ακεραιότητας και μη επέμβαση στα εσωτερικά άλλων χωρών) όταν μιλούν για την Ουκρανία ή τη Γεωργία, το δικαίωμα σε «ανθρωπιστικές» επεμβάσεις όταν αναφέρονται στο Κόσσοβο ή στη ζώνη του Σαχέλ και το «δικαίωμά» τους να επιβάλουν την «κατάλληλη» κυβέρνηση όταν μιλούν για τη Συρία, τη Λιβύη κ.λπ.
Παρά την περί του αντιθέτου προπαγάνδα των δυτικών ΜΜΕ, η υποτίμηση της ρωσικής ηγεσίας είναι εμφανής. Οι παλινωδίες και οι αντιφάσεις της στη διαχείριση διεθνών κρίσεων, που αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει τα τελευταία χρόνια, έχουν οδηγήσει τις δυτικές δυνάμεις σε προκλητική συμπεριφορά ανάλογη με αυτή που επέδειξαν στις ρωσοδυτικές συγκρούσεις των δύο προηγούμενων αιώνων. Στους κόλπους της ρωσικής ελίτ φαίνεται να συνεχίζουν να υπάρχουν οι δύο τάσεις που τη χαρακτηρίζουν διαχρονικά: Η μία πιστεύει ότι δεν έχουν τίποτα να μοιράσουν με τις δυτικές δυνάμεις, ότι μπορεί να επιτευχθεί ένας έντιμος συμβιβασμός και μια εταιρική σχέση. Η άλλη αντιλαμβάνεται ότι οι δυτικές δυνάμεις εξακολουθούν να θεωρούν ότι στον ευρασιατικό χώρο η ισχύς τους είναι δυσανάλογα υπέρτερη της επιρροής τους και αυτό μπορεί να επιλυθεί μόνο με συρρίκνωση της Ρωσίας που, κατ’ αυτούς, κατέχει χώρο και επιρροή μεγαλύτερο από την ισχύ της. Καταλαβαίνουν ότι αυτό είναι γεωπολιτική παράμετρος, όχι ιδεολογική ή ταξική. Η συνύπαρξη αυτών των τάσεων προκαλεί τους τραγικούς χειρισμούς στην Ουκρανία και τις αντιφάσεις στο Οσετικό παλαιότερα και τελευταία στη Συρία, όπου και πάλι μάλλον πρόωρα και χωρίς σχέδιο περιόρισαν τη στρατιωτική τους προσπάθεια.
Σ’ αυτές τις συνθήκες ένας ακόμη πόλεμος μεταξύ δυτικών δυνάμεων και Ρωσίας δείχνει πιθανός. Μπορεί να παραμείνει ψυχρός; Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο ψυχρός πόλεμος δεν διατηρείται αιώνια. Θα λήξει είτε με «αναίμακτη» αλλά ολοκληρωτική συντριβή του αντιπάλου, όπως έγινε το 1990, με την αυτοδιάλυση της ΕΣΣΔ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας, είτε με τη μετατροπή του σε θερμό με δεδομένη πλέον τη χρήση πυρηνικών. Σ’ αυτό το πλαίσιο η αποχώρηση έστω και μιας μικρής χώρας από το ΝΑΤΟ, η μετάβασή της σε καθεστώς ουδετερότητας, θα μπορούσε να έχει πολύ σημαντική ψυχολογική επίδραση για τη διατήρηση της παγκόσμιας ειρήνης και την αποτροπή της δυτικής μονοκρατορίας.