Με τη χώρα σε βαθιά ομίχλη χωρίς πυξίδα και την κυβέρνηση σε αναξιοπιστία

Του Απόστολου Αποστολόπουλου

 

Όλα φαίνονται και είναι προσωρινά και εφήμερα από την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ πρόδωσε ή υπέκυψε στην ανάγκη υπογράφοντας το 3ο Μνημόνιο. H κυβέρνηση υπονόμευσε η ίδια τον εαυτό της, παρουσιάζοντας την υπογραφή της στο μνημόνιο ως λύση ανάγκης, προσωρινή. Δεν είπε ότι, αφού υπέγραψε, δεν μπορεί πια να κάνει αλλιώς -ούτε αυτή ούτε εμείς- και θα πρέπει να ξεσκιστούμε, να εφαρμόσουμε όσα επιτάσσει το μνημόνιο, πάει και τελείωσε. Όχι, δεν το είπε. Θα ήταν, όμως, μια καθαρή στάση, χωρίς αντιφάσεις. Και θα είχε το πλεονέκτημα ότι λέει την αλήθεια, ως οφείλει η κάθε Αριστερά να κάνει απευθυνόμενη στον κόσμο. Δεν το είπε επειδή δεν μπορούσε να υποσχεθεί το μόνο που θα έδινε προοπτική στην ίδια και στον κόσμο: Δηλαδή να πείσει ότι το τούνελ έχει διέξοδο και φως στο τέλος, ότι είναι πράγματι προσωρινό. Αντ’ αυτού, υποσχέθηκε ότι μπορεί να κάνει και όσα υποσχέθηκε π.χ. στη Θεσσαλονίκη και όσα επιτάσσει το μνημόνιο. Ο κόσμος πολύ σύντομα κατάλαβε αυτό που ήδη ήξερε: δεν μπορεί να υπηρετείς ταυτόχρονα δύο κυρίους.

Το ψέμα πριν και μετά το δημοψήφισμα βαραίνει την κυβέρνηση όπως η απάτη της Εύας. Από τότε, ακόμα δεν ξεπλύθηκε η αμαρτία. Η κυβέρνηση έχει πλήξει βαριά την αξιοπιστία της. Στην καλύτερη περίπτωση π.χ. οι αγρότες μπορεί να διαλύσουν τα μπλόκα. Πιστεύει κανείς ότι και αυτή τη φορά θα ξεχάσουν και θα ψηφίσουν τους «ίδιους», δηλαδή ΣΥΡΙΖΑ; Γιατί να το κάνουν, όταν έχουν μπροστά τους τον αυθεντικό εκπρόσωπο του παλιού γνωστού κατεστημένου με το οποίο τα έβρισκαν πενήντα χρόνια και βάλε, όλοι βολεμένοι; Οι αγρότες και όλος ο κόσμος ψήφισε αλλιώς, δηλαδή ΣΥΡΙΖΑ, αλλά τα πράγματα έμειναν ίδια και χειρότερα. Η επιστροφή στα παλιά συμβαδίζει με την απογοήτευση.

Πριν, η χώρα υπέφερε, αλλά μετά το δημοψήφισμα μπήκε σε περίοδο αστάθειας και αμφιβολίας, σε βαθιά ομίχλη χωρίς πυξίδα, σε τέτοια κρίση ώστε να αισθάνεται ο κ. Μητσοτάκης ότι μπορεί να λέει πως δεν έχει εμπιστοσύνη στην (αριστερή) κυβέρνηση, ατιμώρητα. Το χειρότερο είναι ότι εξαπατούμε τον εαυτό μας, κάνοντας ότι δεν καταλαβαίνουμε πως ο προφανέστερος διάδοχος (να πούμε ο σωτήρας θα ήταν άτοπη προσβολή στη λογική) είναι ο απόλυτος εγγυητής ότι θα κάνει αυτό που θέλουμε να αποφύγουμε. Ο προβαλλόμενος ως διάδοχος προσπαθεί να κάνει αυτό που δεν έκανε η κυβέρνηση: να είναι ειλικρινής. Πλην, όμως, (πέραν του οικογενειακού ονόματος που προσπαθεί να το ρίξει στη λήθη) η ειλικρίνειά του δεν μπορεί να τον ωφελήσει, αυτόν. Επειδή η Αριστερά θα ήταν πειστική ότι ζητάει μεν αναγκαστικές θυσίες αλλά από την ίδια τη φύση της προορίζεται να ανοίξει άλλους δρόμους, ενώ ο εν λόγω διάδοχος υπόσχεται, διά της ειλικρίνειάς του, να μετατρέψει τη μακρά αλλά, υποτίθεται, προσωρινή κατάσταση σε διηνεκές καθεστώς.

Είναι κοινός τόπος ότι μάλλον στάσιμοι μείναμε από την εποχή του πρώτου μνημονίου σε αιτήματα και επίγνωση των πραγμάτων. Στην ουσία το αίτημα είναι το ίδιο από την αρχή: να γυρίσουμε εκεί που ήμασταν, στο επίπεδο ζωής που χάσαμε. Κανείς εντός και εκτός Κοινοβουλίου δεν αποτολμά να πει: αυτό δεν πρόκειται να γίνει. Όλοι έρχονται με υποσχέσεις επεκτείνοντας ένα ατέρμονα φαύλο κύκλο, σάπιο ώς το μεδούλι του. Χαρακτηριστικά, το Προσφυγικό: Έως και Νόμπελ για τη σωτηρία των προσφύγων θέλουμε να διεκδικήσουμε, αλλά ταυτόχρονα διαδηλώνουμε με πάθος εναντίον κάθε ιδέας να εγκατασταθούν στη γειτονιά μας, ας πάνε στον κάτω μαχαλά, λέμε, κατά μίμηση των Ευρωπαίων και των ευρωπαϊκών ιδανικών(!) που βλέπουν τη χώρα μας ως αποθήκη ψυχών ή αποθήκη εκρηκτικών, για την ακρίβεια. Ελάχιστοι τολμούν να πουν (και ουδείς συγκινείται) ότι εκτός από όντως ανθρωπιστικό, το Προσφυγικό είναι και θέμα Εθνικής Ασφάλειας, αλλοίωσης της πληθυσμιακής ομοιογένειας, όπλο μας έναντι κάθε εξωτερικής επιβουλής. Αλλά γιατί να το πει; Αναγνωρίζουν οι κυβερνήσεις μήπως θέμα επιβουλής; Εκτός από την ανόητη ηλιοθεραπεία της Τασίας πρόβλεψε κανείς στην κυβέρνηση, από τον αρμόδιο Κοτζιά μέχρι το Μαξίμου, τον επερχόμενο κατακλυσμό των προσφύγων, τι σήμαινε η κάθοδος του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο, τις αξιώσεις της Τουρκίας; Στην Αριστερά, η μόνη ενασχόληση με την εξωτερική πολιτική είναι μη τυχόν και έχουμε καλή σχέση με το «σιωνιστικό» Ισραήλ που καταπιέζει τους Παλαιστίνιους αδιαφορώντας, διά της σιωπής, π.χ. αν τώρα που μιλάμε η Κύπρος ετοιμάζεται να παραδοθεί ως Ιφιγένεια στην Τουρκία. Αυτά και να μην ξεχνάμε φυσικά πόσο κακός είναι ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός, έτσι γενικώς. Μείνουμε-φύγουμε από την Ε.Ε. και το ευρώ τι περισσότερο, λιγότερο, διαφορετικό, θα κάνουμε;

Τι σημαίνει «την αλήθεια στο λαό»; Ποιος, πραγματικά, ρωτά και απαντά με σοβαρότητα στο ερώτημα γιατί η Αριστερά στην Ευρώπη φυτοζωεί και στη Λ. Αμερική καταρρέει μετά από κάποια χρόνια άνθισης; Γιατί η Ρωσία, όταν οι αυτονομιστές συνέτριβαν τους εγκάθετους στην Ουκρανία, τους σταμάτησε πριν να καταλάβουν τη Μαριούπολη και γιατί τώρα φαίνεται να επαναλαμβάνει το ίδιο, συμφωνώντας με τις ΗΠΑ σε εκεχειρία πριν να καταληφθεί το Χαλέπι; Δείγμα σχετικής αδυναμίας; Προθυμία συνενοχής με τις ΗΠΑ; Γιατί κανείς στην Αριστερά δεν αποδέχεται ότι η Γιάλτα ισχύει στην Ευρώπη; Κάτι που εξηγεί πολλά, ίσως όλα.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!