Απαράδεκτη η εξίσωση «μνημονιακή εξαθλίωση = έξαρση ναζιστικών αποστημάτων». Της Έλενας Πατρικίου

Οι συλλήψεις των καθαρμάτων της Χρυσής Αυγής είχαν ως αναγκαστική συνέπεια την προβολή του νεοναζιστικού φαινομένου στο προσκήνιο της επικαιρότητας. Με τη σειρά της, η προβολή αυτή έφερε σε ακροαματικότητα πανελλαδικής εμβέλειας τον αριστερό λόγο περί του φαινομένου. Αλλά η Αριστερά, για μια ακόμα φορά, δεν κατάφερε να μιλήσει. Θεωρώντας δεδομένη την πολυετή αντιναζιστική της πράξη, δεν κατάφερε καν να την προβάλει. Και θεωρώντας εξ ορισμού ορθά τα ερμηνευτικά της σχήματα, δεν είπε τίποτα περισσότερο από κοινοτοπίες, που εύκολα μπορούν να κατηγορηθούν ως αντιμνημονιακές στειρότητες.
Μεταξύ των κοινοτοπιών αυτών, εξέχουσα δυστυχώς θέση κατέχει η ερμηνευτική ιδέα, σύμφωνα με την οποία, αναγκαία και ικανή συνθήκη για την ανάδειξη του ναζιστικού φαινομένου είναι η φτώχεια. «Η εξαθλίωση που έφερε το Μνημόνιο και οι μνημονιακές πολιτικές» αποτελεί, στο μυαλό και στο λόγο της Αριστεράς, την απόλυτη, ολοφάνερη και αυταπόδεικτη ερμηνεία του γιατί οι άνθρωποι συνέρρευσαν εκλογικά στο ταμείο της Χρυσής Αυγής και συμπαρατάχθηκαν «ιδεολογικά» με τον αηδιαστικό της λόγο και την αηδέστερη πράξη της.
Το ερμηνευτικό σχήμα είναι μη αληθινό, γιατί βασίζεται καταρχήν σε μία απλουστευτική αναγωγή στην κρίση του ’29: Αλλά η κρίση του ’29 δεν παρήγε την άνοδο του ναζιστικού φαινομένου παρά μόνο στην Γερμανία· στον υπόλοιπο κόσμο παρήγε πολύ μικρότερης έκτασης «προ-ναζιστικά» φαινόμενα, που έχουν ασφαλώς τη σημασία τους, εντούτοις δεν μπορούν να συμπιεστούν σε έναν γενικό τύπο. Και γιατί βασίζεται σε μία απλουστευτική ερμηνεία του παρόντος: Η άνοδος της Χρυσής Αυγής άρχισε πριν η μνημονιακή πολιτική να προκαλέσει την εξαθλίωση.
Εκτός όμως από μη αληθινή, η εξίσωση «μνημονιακή εξαθλίωση = έξαρση ναζιστικών αποστημάτων» είναι ιδεολογικά και ηθικά απαράδεκτη. Ιδεολογικά η εξίσωση ισοπεδώνει την ίδια την σημασία της έννοιας των τάξεων: Είναι το ίδιο πράγμα και έχει τις ίδιες συνέπειες, πολιτικές, κοινωνικές, ψυχικές, η φτώχεια για όλες τις τάξεις; Είναι ίδιο να εξαθλιώνεται η μέση αστική τάξη ή η μικροαστική τάξη και ίδιο να εξαθλιώνεται το προλεταριάτο; Και την Αριστερά ποια απ’ αυτές τις εξαθλιώσεις την ενδιαφέρει, σε ποια απευθύνεται, ποια θέλει να θεραπεύσει; Ακόμα περισσότερο: Είναι η «φτώχεια» κοινωνική και πολιτική κατηγορία; Είναι όλοι οι φτωχοί ίδιοι κοινωνικά, πολιτικά και ανθρωπολογικά; Και θεραπεύοντας τη φτώχεια, σε ποια κοινωνική, πολιτική και ανθρωπολογική κατάσταση θα αποκαταστήσουμε τόσο τους φτωχούς που, προ μνημονίου, δεν ήταν φτωχοί όσο και αυτούς που ήταν πάντα φτωχοί;
Ηθικά οι συνέπειες του αριστερού αποφθέγματος είναι ακόμα πιο ανησυχητικές. Πιστεύουμε, όντως, ότι η εξαθλίωση έχει ως συνέπεια την πολιτική και ηθική εκβαρβάρωση των ανθρώπων; Ότι οι «φτωχοί» είναι αναπόφευκτα «κακοί»; Πως η φτώχεια κάνει τους ανθρώπους να χάνουν όποια πυξίδα ευγένειας και καλοσύνης ρύθμιζε ώς τότε την πορεία της ζωής τους; Κι επειδή φτωχαίνουμε καθημερινά κι εμείς, το κάθε μέλος της κάθε Αριστεράς, τι φανταζόμαστε πως προστατεύει από τον εκβαρβαρισμό της εξαθλίωσης εμάς τους τιμητές, που διαπιστώνουμε με τόση περίσκεψη και λύπη τον εκχυδαϊσμό της φτώχειας των «άλλων»;
Αν δεν πιστεύουμε ότι η φτώχεια οδηγεί στην κακία, ότι ένας άνθρωπος είναι υποψήφιος ναζί μόνο και μόνο γιατί είναι φτωχός, ότι μόνη προστασία απέναντι στην εσωτερική βαρβαρότητα που απελευθερώνει η εξαθλίωση είναι η οικονομική ευμάρεια, πρέπει επειγόντως να το πούμε.
Είναι ώρα να συνειδητοποιήσουμε πως το εγγενές μίσος του καπιταλισμού για τη φτώχεια κατάφερε να διαβρώσει ακόμα και την αριστερή συνείδηση (την εξαρχής καχύποπτη προς την αμφίβολη ηθική του λούμπεν προλεταριάτου και την αισθητική χυδαιότητα των μικροαστών). Είναι ώρα να συνειδητοποιήσουμε πως η υλική ευμάρεια, που διαφημίστηκε από την αστική δημοκρατία ως συνώνυμο της πολιτικής, κοινωνικής και ατομικής ευτυχίας και καλοσύνης, έφτασε να αντικαταστήσει, εμμέσως στον αριστερό αμήχανο λόγο μας και ευθέως στις αριστερές κοινωνικές μας διεκδικήσεις, την ιδέα της απελευθέρωσης όχι μόνον των τάξεων και των λαών, αλλά, κυρίως, των προσώπων.
Αν πίσω και πέρα από τα ρηχά κλισέ, με τα οποία καταλαβαίνουμε και διατυπώνουμε την πραγματικότητα, αρχίσουμε επιτέλους να κατανοούμε τα πρόσωπα των ανθρώπων, ακόμα και των φτωχών, ως ιερά και μοναδικά υποκείμενα της Ιστορίας, θα κάνουμε ένα μεγάλο βήμα προς τον εξανθρωπισμό του εαυτού μας. Κι αυτό θα είναι το πραγματικό μεγάλο βήμα μιας πραγματικά μεγάλης Αριστεράς προς την κατανόηση, άρα, ενδεχομένως και την απελευθέρωση, μιας κοινωνίας προσώπων.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!