Του Παύλου Δερμενάκη

Τ

Το νέο εργασιακό νομοσχέδιο μπήκε στην τελική του ευθεία. Κατατίθεται την Παρασκευή 4/6/201 στη Βουλή για να ψηφιστεί άμεσα, ως «προαπαιτούμενο» πλέον στο νέο καθεστώς της μετά κορωνοϊό εποχής, της «Ελλάδα 2.0» που έχει στόχο την νέα αναδιανομή των εισοδημάτων σε βάρος της εργασίας.

Για το βασικό περιεχόμενο των προθέσεων της κυβέρνησης μας είχε ενημερώσει ο κ. Μητσοτάκης από τον περασμένο Σεπτέμβριο με την συνέντευξή του στη Θεσσαλονίκη. Είχε δηλώσει ότι όταν θα παρουσιαστεί το νομοσχέδιο «Είναι βέβαιο ότι αμέσως θα ηχήσουν τα “τύμπανα του πολέμου”». Το περιεχόμενο του νομοσχεδίου όντως είναι για πόλεμο, καθώς καταργεί και τα τελευταία εργασιακά δικαιώματα που απέμειναν από την αντεργατική πολιτική όλων των κυβερνήσεων των τελευταίων 30 ετών. Όμως οι αντιδράσεις του εργατικού και του λαϊκού κινήματος δεν είναι ανάλογες της νέας επίθεσης και αυτό το γνώριζε από την αρχή ο κ. Μητσοτάκης όταν προκαλούσε με την τότε δήλωσή του.

Η κομματική – συνδικαλιστική γραφειοκρατία, παντελώς αναξιόπιστη και καταδικασμένη στη συνείδηση των εργαζόμενων, δεν μπορεί να εμπνεύσει, οργανώσει και καθοδηγήσει τον αναγκαίο αγώνα. Η εικόνα από τις όποιες κινητοποιήσεις των ΓΣΕΕ / ΑΔΕΔΥ και λοιπών προσκείμενων δευτεροβάθμιων οργανώσεων είναι γνωστή.

Ο αυτοαποκαλούμενος ταξικός συνδικαλισμός του ΚΚΕ όπως συνήθως, με τις γνωστές περιχαρακώσεις και διαχωρισμούς, ουσιαστικά διασπώντας τις όποιες συνειδητές προσπάθειες σε επίπεδο συνδικαλιστικού κινήματος, δίνει, όπως αυτάρεσκα λέει, μόνος του τον ταξικό αγώνα. Πρακτικά πραγματοποιεί κομματικές κινητοποιήσεις δίνοντας εξετάσεις οργάνωσης με στόχο να τηρηθούν τα προσχήματα και να εδραιωθεί η εικόνα του μοναδικού ταξικού αντιπάλου στην πολιτική του κεφαλαίου. Αυτά αρκούν για τώρα, αφού όλα τα προβλήματα της εργατικής τάξης θα λυθούν όταν έρθει ο σοσιαλισμός…

Η αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ με τις λοιπές «προοδευτικές» δυνάμεις, έχοντας χάσει προ πολλού την αξιοπιστία τους, όταν διαχειρίστηκαν ως κυβέρνηση τις τύχες του λαού και τον παρέδωσαν σιδηροδέσμιο στους ξένους και την ντόπια ολιγαρχία, ούτε να εμπνεύσουν μπορούν, ούτε να κινητοποιήσουν ακόμα και τις ελάχιστες πλέον κομματικές τους δυνάμεις. Αρκούνται για μία ακόμα φορά σε δηλώσεις και υποσχέσεις πως όταν ξαναέρθουν στην εξουσία θα καταργήσουν τον νόμο Χατζηδάκη. Θεωρούν ότι ο λαός έχει μνήμη χρυσόψαρου και ξέχασε τις υποσχέσεις για «κατάργηση των μνημονίων με ένα νόμο, ένα άρθρο» και τη λαίλαπα του 3ου μνημονίου που έφεραν.

Το βασικό περιεχόμενο του νομοσχεδίου είναι:

1) Με αφορμή τη «ρύθμιση των ωρών εργασίας» θεσμοθετείται η υπονόμευση συλλογικών συμβάσεων εργασίας και αναδεικνύονται οι ατομικές. Η θεσμοθέτηση-ενίσχυση της ατομικής σύμβασης αποτελεί τη φυσική συνέχεια του πλήθους εξαιρέσεων κατηγοριών εργαζόμενων από συλλογικές συμβάσεις που έχουν ψηφιστεί κατά καιρούς. Με αυτές τις διαδικασίες φιλοδοξούν η κυβέρνηση και ΣΕΒ να εγκαθιδρύσουν έστω σταδιακά ένα καθεστώς όπου θα κυριαρχούν οι ατομικές συμβάσεις.

2) Καταργείται το οκτάωρο και οι 40 ώρες τη βδομάδα. Ο εργοδότης θα ζητά απ’ ευθείας από τον εργαζόμενο περισσότερες ώρες εργασίας ημερησίως/εβδομαδιαία. Όμως, χωρίς τη συλλογική παρέμβαση μέσα από το σωματείο, ποιος εργαζόμενος δεν θα αποδεχθεί στην ατομική του «διαπραγμάτευση» με τον εργοδότη τις προτάσεις-απαιτήσεις του τελευταίου όταν θα γνωρίζει ότι διαφορετικά τον αναμένει η ανεργία;

3) Αυξάνονται τα όρια υπερωριακής απασχόλησης χωρίς αντίστοιχη αύξηση του κόστους.

4) Διευρύνονται για μία ακόμα φορά οι δραστηριότητες που μπορούν να λειτουργούν τις Κυριακές.

4) Διευρύνονται για μία ακόμα φορά οι δραστηριότητες που μπορούν να λειτουργούν τις Κυριακές.

5) Θεσμοθετείται η ψηφιακή κάρτα εργασίας η οποία εκτός των άλλων θα έχει σαν συνέπειες α) την ακόμα περισσότερη ελαστικοποίηση της εργασίας (σπαστά ωράρια), β) την αφαίρεση των διαλειμμάτων ξεκούρασης με την «καταγραφή σε πραγματικό χρόνο» της έναρξης εργασίας, της λήξης της και του διαλείμματος και 3) τη συνέχιση της απλήρωτων υπερωριών όπως ήδη συμβαίνει εκεί που έχουν εφαρμοστεί οι ηλεκτρονικές κάρτες (π.χ. τράπεζες). Το πως θα εφαρμοστεί η πρόβλεψη ότι ο εργοδότης αναλαμβάνει το κόστος εξοπλισμού, της συντήρησης και των τηλεπικοινωνιών θα το δούμε στην πράξη. Κυρίως όμως θα δούμε κατά πόσον θα καλύπτονται όλες οι σχετικές δαπάνες (υποδομές, ρεύμα κ.λπ.). Με όλα αυτά ετοιμάζεται ο μισθωτός της τηλεργασίας που θα μετατραπεί σταδιακά σε «ελεύθερο επαγγελματία» του εαυτού του, που θα τον νοικιάζει με την ώρα στον εκάστοτε επιχειρηματία.

6) Καταργείται το Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας (ΣΕΠΕ) και αντικαθίσταται από την «Επιθεώρηση Εργασίας» που θα είναι μία ακόμα «Ανεξάρτητη Αρχή». Πέρα από τα ερωτήματα για τις ασάφειες που υπάρχουν για τον τρόπο λειτουργίας της νέας Ανεξάρτητης Αρχής υπάρχει και η εμπειρία των ήδη υπαρχουσών. Στο όνομα της τεχνοκρατίας και του «αδέκαστου» έχουν αναδειχθεί σε γραφειοκρατικούς μηχανισμούς που εξυπηρετούν τα μεγάλα συμφέροντα σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων. Τι να αναφέρουμε ως παράδειγμα, τις τηλεπικοινωνίες και τις πρακτικές καρτέλ στην τιμολόγηση; Το κυνήγι του κοσμάκη από την ΑΑΔΕ (ΔΟΥ) για οφειλές; Τα χαράτσια από τις τιμές ρεύματος και τις έμμεσες επιδοτήσεις στους εναλλακτικούς παρόχους; Γιατί θα διαφέρει από αυτές τις πρακτικές η νέα αρχή;

7) Χτύπημα του συνδικαλιστικού κινήματος στο πρωτοβάθμιο επίπεδο. Εκεί που συνεχίζει να υπάρχει ακόμα εργατική αντίσταση έρχεται το νομοσχέδιο για να την εκμηδενίσει. Οι εργοδότες θα μπορούν να απολύουν πιο εύκολα συνδικαλιστές. Ακόμα και αν η απόλυση είναι νομικά άκυρη αρκεί να δώσουν κάτι παραπάνω ως αποζημίωση για την απόλυση και δεν θα έχουν την υποχρέωση επαναπρόσληψης. Με αυτή τη διαδικασία όποιος δεν «κάθεται φρόνιμος» θα βρίσκεται με συνοπτικές πλέον διαδικασίες εκτός επιχείρησης.

Θεσπίζονται μια σειρά διαδικασίες (εγγραφή σε ηλεκτρονικό μητρώο των συνδικάτων με τα βασικά τους στοιχεία) που έχουν σκοπό τον έλεγχο της συνδικαλιστικής δράσης και την δημιουργία δυσκολιών στην ανάπτυξή της. Υπονομεύεται δραστικά το δικαίωμα στην απεργία. α) Καθιερώνονται διαδικασίες αυστηροποίησης της κήρυξης απεργίας: υποχρεωτική και η ηλεκτρονική ψηφοφορία για απεργία, έγγραφη προειδοποίηση εργοδότη, επίδοση με δικαστικό επιμελητή, τεκμηρίωση κ.λπ. β) Θεσπίζεται η «ελάχιστη εγγυημένη υπηρεσία» που ορίζεται στο 1/3 του προσωπικού και αφορά ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων: επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα, κοινής ωφέλειας, αλλά και κλάδους όπως υγείας, διύλισης πετρελαίου, τηλεπικοινωνιών, λιμάνια κ.λπ. γ) Ποινικοποιείται η περιφρούρηση της απεργίας.

Οι νέες εργασιακές ρυθμίσεις, που είναι κομμένες και ραμμένες στο πλαίσιο των επιδιώξεων του ΣΕΒ, θα έχουν σαν συνέπειες την ακόμα μεγαλύτερη συρρίκνωση του μέσου εργατικού εισοδήματος, την ενίσχυσης της κερδοφορίας του κεφαλαίου, την ενίσχυση της εργοδοτικής αυθαιρεσίας και την υποβάθμιση των εργασιακών σχέσεων είναι μια εικόνα από το ζοφερό μέλλον της εξαρτημένης εργασίας.


Anywheres και εργασιακές μεταρρυθμίσεις

του Ιάσονα Κωστόπουλου

Είναι αναμφισβήτητο ότι το ν/σ για τα εργασιακά προκαλεί πλήρη απορρύθμιση της εργασίας. Την ίδια στιγμή έχει σημασία να αναλογιστεί κανείς πως εκλαμβάνουν τη μεταρρύθμιση όσο και τη συζήτηση γύρω από αυτήν, οι εργαζόμενοι και ειδικότερα οι νέοι εργαζόμενοι, οι οποίοι θα «λουστούν» επί μακρόν τα όσα σήμερα προωθούνται. Για όποιον/α πρωτοέπιασε δουλειά από το 2010 και μετά και άρα σήμερα είναι κοντά στα 35 του/ης χρόνια, πολλά από όσα προβλέπει το νομοσχέδιο δεν είναι παρά μία κανονικοποίηση και ρύθμιση των παγιωμένων συνθηκών που επικρατούν στην αγορά εργασίας. Καθώς, είναι σήμερα δεδομένο για οποιονδήποτε σχεδόν νέο εργαζόμενο/η ότι θα δουλέψει καθημερινά μια-δυο ώρες παραπάνω και προφανώς αυτές δεν καταγράφονται πουθενά. Ενώ, στην καλύτερη περίπτωση, οι παραπάνω ώρες θα αντισταθμιστούν με κάποιο ρεπό, αν ο/η εργαζόμενος/η είναι από τους «προνομιούχους/ες». Παρόμοια δε, είναι η κατάσταση και για τις περισσότερες από τις προβλέψεις του νόμου.

Επιπλέον, έπειτα από μία περίοδο συστηματικής κατεργασίας της άποψης και του τρόπου που προσεγγίζει ένας νέος άνθρωπος την εργασία του, φαντάζει σήμερα αναμενόμενο αν όχι φυσιολογικό, να είναι κάποιος μάνατζερ του εαυτού του, έξω από συλλογικές συμβάσεις ακόμα και από την εξαρτημένη εργασία. Αφού θεωρείται καλύτερο να μπορεί να συμπληρώνει κανείς με όποιον τρόπο «επιθυμεί» το εισόδημά του. Αυτό άλλωστε, πλασάρεται και ως μέτρο ελευθερίας, να μπορεί δηλαδή κάποιος να είναι λίγο μισθωτός και μικροεπιχειρηματίας. Να έχει πολλές δεξιότητες, λίγες μόνο από τις οποίες θα αξιοποιεί στην καθημερινή εργασία του. Τις υπόλοιπες για να τις πληρωθεί, θα πρέπει να βρει μια άλλη δουλειά, που να τις απαιτεί. Πράγμα που δεν προωθείται μονάχα στο επίπεδο των ιδεών αλλά αποτελεί και τάση στη διεθνή αγορά εργασίας. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του crowdworking αλλά και των πλατφορμών ανάθεσης έργων σε επαγγελματίες.

Επιπλέον, συνολικά η ζωή ενός νέου ανθρώπου σήμερα, δεν επιτρέπει να δει την εργασία του με όρους μονιμότητας, όχι μόνο επειδή δεν υπάρχει προοπτική για κάτι τέτοιο, αλλά και λόγω των αναγκαστικών ή και εθελούσιων μετακινήσεων τόσο προς το εσωτερικό όσο και προς το εξωτερικό. Με έναν τρόπο σήμερα οι νέοι εργαζόμενοι έχουν μάθει να είναι οπουδήποτε, έτοιμοι να αρπάξουν οποιαδήποτε ευκαιρία σε οποιαδήποτε εργασία, συγκυρία ή τόπο. Τα παραπάνω δημιουργούν ένα πλαίσιο όπου οι συνθήκες εργασίες και οι κατακτήσεις των προηγούμενων δεκαετιών μοιάζουν εξαιρετικά μακρινές, σχεδόν ξένες…


Αγώνας κόντρα στο ν/σ Χατζηδάκη

 του Δημήτρη Γκάζη

Απεργία για τις 10 Ιουνίου ενάντια στο νομοσχέδιο Χατζηδάκη για τα εργασιακά αποφάσισαν από κοινού ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ. Η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία, και κυρίως όσοι βιώνουν την πραγματικότητα της επισφάλειας, αντιλαμβάνονται πως το νομοσχέδιο αυτό θα αποτελέσει ένα ακόμη εργαλείο προώθησης της εργοδοτικής αυθαιρεσίας, παρά τη χρυσόσκονη περί ψηφιακού μετασχηματισμού και εκσυγχρονιστικής προόδου.

Η αφλογιστία και η επικοινωνιακού χαρακτήρα αντιπολίτευση μέσα στη Βουλή καθώς οι μέχρι τώρα αναιμικές αντιδράσεις των ανενεργών και απαξιωμένων συνδικαλιστικών οργανώσεων δεν έχουν καταφέρει να εκφράσουν αυτή τη διαφαινόμενη αντίθεση που προς το παρόν εκτονώνεται σε ένα γενικό ανάθεμα στην κυβέρνηση, κυρίως στη σφαίρα των κοινωνικών δικτύων.

Και κάπως έτσι φτάνουμε στην κατάθεση του νομοσχεδίου. Η απεργία που αρχικά είχε οριστεί από την ΑΔΕΔΥ και ορισμένα Εργατικά Κέντρα και σωματεία του ιδιωτικού τομέα για τις 3 Ιουνίου (πριν την κατάθεση του νομοσχεδίου), αναβάλλεται για τις 10 Ιουνίου (μετά την κατάθεση), μετά από απόφαση της μέχρι τώρα εξαφανισμένης ΓΣΕΕ. Την απόφαση αυτή ακολούθησαν τόσο η ΑΔΕΔΥ όσο και τα σωματεία του ΠΑΜΕ, κρίνοντας πως μια απεργία χωρίς την κάλυψη της ΓΣΕΕ δύσκολα θα κατάφερνε να έχει δυναμική συμμετοχή των εργαζομένων.

Έστω και έτσι, η απεργία θα αποτελέσει μια πρώτη ευκαιρία να καταγραφούν οι αντιδράσεις και οι αγωνίες των εργαζόμενων. Αποτελεί ερώτημα το εάν θα κινητοποιηθεί –πέρα από τους κλασικούς κλάδους– ένα νεότερο δυναμικό που άλλωστε βρίσκεται στο επίκεντρο όλων των σχεδιασμών απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων. Αν θα μπορέσει να συνδεθεί έστω και μερικά με την αγανάκτηση που εκφράστηκε σε μεγάλα κομμάτια της νεολαίας από τη διαχείριση της πανδημίας και εκδηλώθηκε και στο δρόμο (Ν. Σμύρνη, φοιτητικές κινητοποιήσεις).

Η οικοδόμηση κοινωνικής ισχύος ικανής να ανατρέψει τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς καλείται να υπερβεί τη λογική του επίσημου συνδικαλισμού, των εικονικών κινητοποιήσεων και των προτάσεων βελτίωσης του νόμου. Καλείται να υπερβεί το σύνολο του πολιτικού συστήματος, οι αντιπαραθέσεις εντός του οποίου, μοιάζουν με αδιέξοδες κοκορομαχίες που λίγο αφορούν τα όσα πραγματικά βιώνει η κοινωνία, την ίδια στιγμή που η διακομματική συναίνεση στις βασικές επιλογές είναι πρωτοφανής. Έχει να αναμετρηθεί και με τις συνήθειες του κινήματος και του αγώνα που λίγο καταφέρνουν να σπάσουν το μοτίβο της έστω και «αγωνιστικής» ανάθεσης και να εκφράσουν με συμμετοχικό τρόπο όλους όσους έχουν διάθεση να κινηθούν. Ο δρόμος είναι σίγουρα μακρύς και ανηφορικός.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!