Αρχική πολιτική οικονομία Ελληνική οικονομία: Οι άμεσες συνέπειες του πολέμου

Ελληνική οικονομία: Οι άμεσες συνέπειες του πολέμου

Η κυβέρνηση της Ν.Δ., σύμφωνα με τα έργα της, πέρα από το ότι συμμετέχει ενεργά στον πόλεμο στην Ουκρανία (π.χ. αποστολή όπλων, λειτουργία βάσεων) στον τομέα των οικονομικών κυρώσεων και του αποκλεισμού της Ρωσίας διεκδικεί το ρόλο του «καλού μαθητή» των εντολών ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-Ε.Ε. Εκτελεί ως πειθήνιο όργανο τα πάντα που αποφασίζουν άλλοι σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα και επιδιώξεις, αγνοώντας τόσο τα συμφέροντα της χώρας όσο και την κατάσταση του λαού.

Νέα προβλήματα

Η κυβέρνηση αντί να επικεντρώσει την προσοχή της στη λήψη μέτρων προστασίας της χώρας, της οικονομίας και του λαού από τα δεινά που καθημερινά συσσωρεύονται έχει άλλη «ατζέντα». Είτε προχωρά σε ενέργειες αδιαφορώντας για τις συνέπειες (π.χ. κλείσιμο εναέριου χώρου σε ρωσικά πολιτικά και εμπορικά αεροπλάνα) είτε ακόμα και σε προβλήματα «οφθαλμοφανή» δεν κάνει απολύτως τίποτε ή κάποια ελάχιστα και μόνο για επικοινωνιακούς λόγους (π.χ. επιδότηση καυσίμων κίνησης). Το σύνολο αυτών των ενεργειών και των παραλείψεων καταλήγει θηλιά στο λαιμό της χώρας, της οικονομίας, του λαού για να πάρει τα «εύσημα» ο κ. Μητσοτάκης ότι βρίσκεται στη δυτική πλευρά της ιστορίας.

Η ελληνική οικονομία μπήκε σε φάση νέων πρόσθετων, οξύτερων προβλημάτων λόγω του πολέμου και των όσων προηγήθηκαν κατά την προετοιμασία του. Ο πόλεμος είναι μία τρίτη περίοδος προβλημάτων στην οποία μπαίνουμε χωρίς να έχει ανακάμψει η οικονομία από την προηγούμενη κατάσταση – τα μνημόνια και τις συνέπειές τους, την πανδημία με το «κλείσιμο» κοινωνίας και οικονομίας, τις πληθωριστικές πιέσεις με αιχμή την ενέργεια. Μπήκαμε στην περίοδο της «πολεμικής οικονομίας» όπου η προσπάθεια επικεντρώνεται στη νομιμοποίηση εκτάκτων μέτρων και αντιδημοκρατικών αποφάσεων, στη συγκάλυψη της μετακύλισης του βάρους της κρίσης για μία ακόμα φορά στους εργαζόμενους, της «αιτιολόγησης» των μεγάλων οικονομικών προβλημάτων της λαϊκής οικογένειας σε εξωγενείς παράγοντες σαν «φυσικό φαινόμενο», της συνέχισης της φτωχοποίησης του λαού με νέες «αιτιολογίες».

Η ελληνική οικονομία όντας σε προβληματική κατάσταση από πριν έχει ακόμα χειρότερες συνέπειες στην παρούσα περίοδο. Συνέπειες που προέρχονται από: α) Τη δομή της και τη συγκρότησή της (έμφαση στον τουρισμό και μάλιστα χαμηλής ποιότητας, αδυναμία πρωτογενούς παραγωγής, ενεργειακή εξάρτηση), β) Τις διαρθρωτικές αδυναμίες που φυσικά δεν λύθηκαν με τα μνημόνια (δημοσιονομικά προβλήματα, τεράστιο χρέος, συνεχής εξάρτηση από εξωτερικό δανεισμό). γ) Τη συνεχή φτωχοποίηση του λαού (συρρικνούμενα εισοδήματα, μειώσεις κοινωνικών δαπανών).

Οι συνέπειες σήμερα αγκαλιάζουν κάθε δραστηριότητα στην ελληνική οικονομία (παραγωγή, διανομή, κατανάλωση, συναλλαγές) και ασκούν σε κάποιες περιπτώσεις ανεξέλεγκτες πιέσεις, τις συνέπειες των οποίων θα τις κατανοήσουμε καλύτερα στο μέλλον, όταν θα κληθούμε να πληρώσουμε τον αυξημένο, συγκριτικά με τα σημερινά δεδομένα, λογαριασμό.

Ακρίβεια, πληθωρισμός, κερδοσκοπία

Η βασικότερη συνέπεια σήμερα είναι η συρρίκνωση του εισοδήματός λόγω του πληθωρισμού, της ακρίβειας. Ο πόλεμος σε συνδυασμό με την κερδοσκοπία οδηγούν τις τιμές στα ύψη ενώ η κυβέρνηση «σφυρίζει αδιάφορα». Την ίδια στιγμή οι μισθοί και οι συντάξεις παραμένουν καθηλωμένοι στα μνημονιακά πλαίσια. Να θυμίσουμε ότι ο κατώτατος μισθός ήταν 751 ευρώ το 2012 και σήμερα είναι στα 663 ευρώ. Η αύξηση που δόθηκε από 1/1/2022 ήταν 2% όταν ο πληθωρισμός τον Δεκέμβρη 2021 ήταν 5,1% και από τα στοιχεία του εναρμονισμένου δείκτη της Ε.Ε. φαίνεται ότι τον Μάρτιο θα βρεθεί γύρω στο 8,5% ενώ οι τιμές συνεχίζουν να καλπάζουν. Την ίδια ώρα η κυβέρνηση «συσκέπτεται» για την αναμενόμενη νέα αύξηση στον κατώτατο μόνο μισθό. Πόσο θα υπολείπεται του πληθωρισμού και ο κ. Στουρνάρας της Τράπεζας της Ελλάδος συνιστά τη χαμηλότερη δυνατή αύξηση. Επίσης σημειώνουμε ότι η Ελλάδα ήταν η μοναδική χώρα στην ΕΕ που δεν αύξησε τον κατώτατο μισθό 2020 και 2021, εν μέσω πανδημίας, ενώ στην Ε.Ε. οι αυξήσεις ήταν ήταν 8,4% και 3% αντίστοιχα.

Βασικό στοιχείο της ανόδου των τιμών είναι η συνεχής, ογκούμενη κερδοσκοπία που ξεκινά από τον ενεργειακό τομέα και με αυτό σαν δικαιολογία μεταφέρεται σε όλη την αγορά. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα: 1) Την τελευταία βδομάδα Μαρτίου οι τιμές χονδρικής των καυσίμων ήταν καθοδικές όμως οι τιμές στα πρατήρια συνέχισαν να ανεβαίνουν. Το πετρέλαιο κίνησης έφτασε τα 2 ευρώ πλησιάζοντας σε απόσταση «αναπνοής» την τιμή της βενζίνης. 2) Έχουμε το ακριβότερο ηλεκτρικό ρεύμα στην Ευρώπη αν και κάθε χρόνο εντάσσονται τεράστιες εγκαταστάσεις ΑΠΕ σε παραγωγή. Οι πάροχοι ηλεκτρικού ρεύματος αν και είχαν δεσμευτικά συμβόλαια για το κόστος στα νοικοκυριά τα αθέτησαν και η «ρυθμιστική αρχή» (ΡΑΕ) βγήκε και τους δικαιολόγησε βάζοντας «διαδικαστικά» θέματα προς διευθέτηση.

Αποτελέσματα αυτής της κατάστασης σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΣΕ οι 6 στους 10 εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα περιόρισαν τις δαπάνες τους για βασικά είδη διατροφής. Το 74% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι περιόρισε τις δαπάνες του μέχρι και στα έξοδα θέρμανσης.

Συνοπτικά

Στα οικονομικά μέτρα της Δύσης κατά της Ρωσίας η τελευταία έχει απαντήσει με τα δικά της αντίμετρα που αφορούν περιορισμούς και απαγορεύσεις εξαγωγών τροφίμων και πρώτων υλών, υποχρεωτική εξόφληση του φυσικού αερίου σε ρούβλια κ.ά. Με όλη αυτή την κατάσταση η αλυσίδα των οικονομικών προβλημάτων, εκτός από τον πληθωρισμό, συνεχίζεται με:

α) Τη σταδιακά επιδεινούμενη διαδικασία στην τροφοδοσία της αγοράς καθώς μπαίνουμε σε φάση προβλημάτων όσον αφορά στην επάρκεια σε βασικά είδη πρώτης ανάγκης (σιτηρά, σπορέλαια κ.λπ.),

β) Ελλείψεις/περιορισμούς από την παραγωγική διαδικασία διαφόρων προϊόντων και πρώτων υλών με πλέον χαρακτηριστικές περιπτώσεις τα λιπάσματα, τις ζωοτροφές κ.ά.

γ) Παράλληλα η Ρωσία έχει επιβάλει εμπάργκο στις εισαγωγές προϊόντων που μας αφορούν ως οικονομία: λαχανικά, ελαιόλαδο και παράγωγα, καπνά, γλυκά, τσιμέντα και κονιάματα, χαλκοσωλήνες κ.ά. Συνεπώς η ελληνική παραγωγή βρίσκεται σε συμπληγάδες καθώς επιδεινώνονται οι όροι τόσο από πλευράς παραγωγής (κόστος, επάρκεια υλικών) όσο και από πλευράς διάθεσης των προϊόντων (εξαγωγές αλλά και περιορισμός ζήτησης εσωτερικά λόγω της πραγματικής μείωσης των λαϊκών εισοδημάτων).

δ) Με δεδομένη την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας, και σαν αποτέλεσμα μιας αδιέξοδης πολιτικής του συνόλου του πολιτικού συστήματος και ειδικότερα της σημερινής κυβέρνησης, και την αδυναμία εναλλακτικών λύσεων προετοιμάζουν το έδαφος για τη φάση της ενεργειακής φτώχειας ή και άλλων ελλείψεων. Οι προτάσεις Πορτοσάλτε για «διακοπή ρεύματος μία ώρα καθημερινά» είναι προάγγελος εξελίξεων.

ε) Ο τουρισμός για μία ακόμα φορά θα αντιμετωπίσει πρόβλημα. Στο θέμα αυτό «πυροβολήσαμε τα πόδια μας» καθώς η κυβέρνηση έκλεισε τον ελληνικό εναέριο χώρο για ρωσικά αεροσκάφη. Αποτέλεσμα της πρακτικής της κυβέρνησης η παροχή τουριστικού ρεύματος από Ρωσία σε Τουρκία και Αίγυπτο που δεν πήραν μέτρα… Οι Ρώσοι τουρίστες που αναμένονταν το 2022 υπολογίζονταν σε 620.000 και οι Ουκρανοί σε 130.000. Για μία ακόμα φορά θα πληγεί κύρια ο τουριστικός τομέας της Βόρειας Ελλάδας.

στ) Ο κρατικός προϋπολογισμός είναι πλέον εκτός ελέγχου όσον αφορά και τα έσοδα και τις δαπάνες, αφού έχουν μεταβληθεί ουσιαστικά-δραματικά οι αισιόδοξες παραδοχές στις οποίες στηρίχτηκε. Συνεπώς αντί για ένα περιορισμένο πρωτογενές έλλειμμα στο –1,2% που ήταν ο στόχος θα κινηθεί σε πολύ υψηλότερα επίπεδα επιδεινώνοντας το ήδη προβληματικό, μη βιώσιμο δημόσιο χρέος το οποίο φαίνεται ότι θα το ξαναδούμε πάνω από 200% του ΑΕΠ εκτός και αν «σώσει» την κατάσταση ο πληθωρισμός. Είναι γνωστό ότι η άνοδος των τιμών αυξάνει το ονομαστικό ΑΕΠ του τρέχοντος έτους (παρονομαστής κλάσματος δείκτη χρέος/ΑΕΠ) ενώ το συσσωρευμένο χρέος (κύριο μέρος αριθμητή κλάσματος) παραμένει αμετάβλητο από τον πληθωρισμό. Παράλληλα η άνοδος των επιτοκίων λόγω του πληθωρισμού δυσκολεύει δραματικές τις συνθήκες εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους. Λόγω της αβεβαιότητας στις αγορές το πρόγραμμα δημοσίου δανεισμού 2022, ύψους 12 δισ. ευρώ, είναι σε στασιμότητα και αρχίζουν να υπάρχουν αμφιβολίες για τη δυνατότητα υλοποίησής του.

ζ) Όλα τα προαναφερθέντα καταλήγουν στο ΑΕΠ το οποίο θα αυξηθεί αλλά με χαμηλότερο ρυθμό από τα υπεραισιόδοξα σενάρια που υπήρχαν μέχρι πρόσφατα. Έναντι αρχικού στόχου 4,5% φαίνεται να διαμορφώνεται μια συναίνεση από τους ειδικούς για αύξηση 2-3,5%.

η) Τέλος μετά από όλα αυτά πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι αφού λήξει η παρούσα κατάσταση, με επίκεντρο τις εξελίξεις στην Ουκρανία, η Ευρώπη θα μπει σε μια περίοδο αύξησης των στρατιωτικών-εξοπλιστικών δαπανών. Για την Ελλάδα η πίεση αυτή εκτιμάται ότι θα είναι μεγαλύτερη λόγω της πολλαπλής ενίσχυσης της Τουρκίας από το σύνολο των εξελίξεων.

Σχόλια

Exit mobile version