Αποκωδικοποιώντας το άλμα στην… ευρωπαϊκή πορεία.

«Σαν σήμερα, πριν 22 χρόνια, έπεσε ο κομμουνισμός». Με αυτή τη φράση κορυφαίος επιχειρηματίας της Βουλγαρίας άνοιξε, στις 10 Νοεμβρίου, βραδιά γερμανο-βουλγαρικής επιχειρηματικής συνεργασίας, δίνοντας έτσι το στίγμα της επιθετικής επιχειρηματικής διείσδυσης που γίνεται στη γείτονα χώρα. Η πτώση του καθεστώτος που είχε οικοδομηθεί μεταπολεμικά στη χώρα έχει μετατραπεί σε οικονομικό και επιχειρηματικό… πλεονέκτημα.
Τα δελτία ειδήσεων φιλοξενούν μεγάλα ρεπορτάζ με ανθρώπινες ιστορίες πρώην φυλακισμένων ή καταδικασμένων, όπου εξιστορούν το φόβο που καλλιεργούσε το προηγούμενο καθεστώς. Εικόνες σκόρπιες από τα αρχεία της κρατικής τηλεόρασης, μεταφέρουν ένα γκρίζο τοπίο από το παρελθόν. Η επίμονη και επαναλαμβανόμενη αναφορά, κάθε βράδυ, σε λεπτομέρειες, σίγουρα δεν είναι τυχαία. Όπως δεν είναι τυχαίο και το Μουσείο του Κομμουνισμού που διαφημίζει το τουριστικού περιεχομένου αγγλόφωνο περιοδικό που διανέμεται στα ξενοδοχεία, πληροφορώντας ότι η Βουλγαρία ήταν η μόνη χώρα της ανατολικής Ευρώπης που δεν είχε ένα μουσείο να καλύπτει τα 45 αυτά χρόνια της ιστορίας της.
Ένα μουσείο που φιλοξενεί μερικά αγάλματα που συγκεντρώθηκαν από διάφορα πάρκα και πλατείες της χώρας και απεικονίζουν τον Δημητρόφ, τον Λένιν, τον Γκεβάρα κ.ά. και μερικούς πίνακες που επίσης συγκεντρώθηκαν από διάφορες γκαλερί.
Έργα χωρίς κάποια ιδιαίτερη συνεκτική τεχνική, ιστορικότητα, κατηγοριοποίηση που απλά συνθέτουν το λεγόμενο Μουσείο Σοσιαλιστικής Τέχνης, όπως είναι η επίσημη ονομασία του. Τον πραγματικό λόγο ύπαρξης αυτού του μουσείου τον αντιλαμβάνεται κανείς στο μικρό χώρο βιντεοπροβολής, όπου προβάλλεται μια συρραφή από φιλμάκια της τότε κρατικής τηλεόρασης που προβάλλουν σκόρπιες εικόνες από ομιλίες για τη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση, παρελάσεις, μπριγάδες εθελοντικής εργασίας που καταλήγουν στην απεικόνιση της κατεδάφισης του Μαυσωλείου του Δημητρόφ και την αποκαθήλωση του κόκκινου άστρου από την οροφή του κεντρικού κτιρίου του κομμουνιστικού κόμματος. Ο χλευασμός και η γελοιοποίηση είναι περισσότερο από εμφανής.

…και το σήμερα
«Τελειώνω τις σπουδές μου ως παιδαγωγός, αλλά αν και μου αρέσει η δουλειά με τα παιδιά, δεν νομίζω ότι θα επιδιώξω να δουλέψω σε σχολείο», μου λέει η Ελένα, εξηγώντας μου ότι με 200-220 ευρώ το μήνα μισθό είναι αδύνατον να ζήσει. «Παίρνω καλά λεφτά, 350 ευρώ», λέει ο Ατανάς που δουλεύει οδηγός φορτηγού και έχει τρία παιδιά. Η αμόλυβδη βενζίνη στο πρατήριο της ΕΚΟ είχε τιμή 1,15 ευρώ το λίτρο. Ακριβό σπορ το οδήγημα για ανθρώπους σαν τον Ατανάς, αν και οι δρόμοι της Σόφιας είναι γεμάτοι από υπερπολυτελή αυτοκίνητα. «Μας απαγορεύουν να λέμε πόσα παίρνουμε», μου απάντησε η σερβιτόρα στο εστιατόριο του ξενοδοχείου, όταν προσπάθησα να μάθω τι μισθούς δίνει η γνωστή αλυσίδα που χρεώνει κάπου 90 ευρώ το βράδυ ένα μονόκλινο δωμάτιο.
«Ιδιώτης ή εταιρία;», ρώτησα έναν οδηγό ταξί. «Δική μου εταιρία και μισθώνω το ταξί από εταιρία», μου απαντά και με… κούφανε. Το ταξί ανήκει σε εταιρία («κοστίζει 10.000 ευρώ και στο χρεώνουν 20.000», όπως λέει), το δουλεύει ως προσωπική εταιρία, πληρώνει μόνος του την ασφάλισή του, αλλά είναι υποχρεωτικά σε ένα περίεργο είδος επιχείρησης, από τις πολλές και με διαφορετικούς τιμοκατάλογους που κατακλύζουν τη Σόφια. «Όποιος θέλει, μπορεί να βγάλει ταξί, δεν υπάρχει περιορισμός όπως σε εσάς». Παρ’ όλα αυτά παραπονιέται πως δεν μπορούν να ζήσουν: «Με 100 ευρώ σύνταξη ο κόσμος πεινάει κυριολεκτικά».
Μια βόλτα την Κυριακή, σου δίνει την εντύπωση ότι είναι μια συνηθισμένη καθημερινή μέρα. Σε όλες τις οικοδομές που συνάντησα, οι εργάτες δούλευαν κανονικά – η ανοικοδόμηση τεράστιων κτιρίων βρίσκεται σε οργασμό. «Πώς κάποιος μπορεί να βγάζει λεφτά από ένα κτίριο, δεν το καταλαβαίνω», μου απάντησε ένας ταξιτζής όταν τον ρώτησα για κάποιο περίεργο πολυώροφο κτίριο που βρισκόταν σε κατασκευή. Σχεδόν όλα τα καταστήματα ανοιχτά. Προφανώς δεν υπάρχουν ωράρια, ή δεν είναι υποχρεωτικά. Οι τιμές στα ακριβά επώνυμα καταστήματα προκαλούν εντύπωση. Τριψήφια νούμερα στις βιτρίνες που είναι απλησίαστα και για μένα που έχω την πολυτέλεια να διαιρώ τις τιμές δια δύο (δυο λέβα = ένα ευρώ). Σε ποιους απευθύνονται;
Ίσως η καλύτερη απάντηση βρίσκεται σε μερικές κουβέντες που πρόλαβα να αρπάξω από ένα ρεπορτάζ της τηλεόρασης, ανήμερα της… πτώσης του κομμουνισμού. Μια γιαγιά σε μεγάλη ηλικία, «ήρωας της εργασίας», για πολλά χρόνια αντιπρόσωπος στη «Λαϊκή Συνέλευση» («μια αγράμματη εγώ αποφάσιζα δίπλα σε κορυφαίους ηγέτες», είπε περήφανα) εξήγησε στην κάμερα που την έστησε μπροστά στο κλειστό σήμερα εργοστάσιο, όπου κάποτε δούλευε: «Εγώ έγινα ηρωίδα δουλεύοντας ατελείωτες ώρες, δεν έκανα κάτι κακό. Τότε είχαμε ιδανικά, σήμερα προοδεύουν οι καριερίστες, οι μαφιόζοι και οι εγκληματίες».

Γιώργος Κατερίνης

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!