Αθόρυβα, όπως έζησε και δημιούργησε τα τελευταία χρόνια, έφυγε από τη ζωή, την περασμένη Κυριακή, η εικαστικός Μαρία Καραβέλα, η πρώτη καλλιτέχνις που ασχολήθηκε με την περφόρμανς στην Ελλάδα, γνωστή για την τόλμη με την οποία εξέφρασε το αντιστασιακό της φρόνημα μεσούσης της δικτατορίας.
Η γεννημένη το 1938 ζωγράφος, με σπουδές πλάι στους Μόραλη και Γραμματόπουλο στην ΑΣΚΤ, στα 1970-’71 εξέθεσε δύο εγκαταστάσεις ιστορικού χαρακτήρα, σε δύο διαδοχικές εκθέσεις στις γκαλερί Άστορ και Αθηνών Χίλτον, οι οποίες αποτελούσαν μια κραυγή διαμαρτυρίας κατά της δικτατορίας.
Στην πρώτη, μέσα σε μια κατάμαυρη αίθουσα όπου ήταν τοποθετημένα τσουβάλια βαμμένα κόκκινα, δημιουργώντας μια έντονη αντίθεση ανάμεσα στο κενό του μαύρου και την ένταση του κόκκινου, βρίσκονταν λευκές φιγούρες, μία από αυτές κλεισμένη σε ένα κλουβί. Την υποβλητική ατμόσφαιρα της εγκατάστασης συμπλήρωνε ο ήχος μιας σταγόνας νερού που έπεφτε αδιάκοπα.
Η έκθεση εξελίχθηκε χωρίς κάποια παρέμβαση, παρά μόνο «διακριτική» παρακολούθηση.
Στη δεύτερη (Μάιος 1971) η Μαρία Καραβέλα επιδίωξε να κάνει την αναπαράσταση μιας φυλακής. Αποτελούνταν από ένα δωμάτιο στο μέσον της αίθουσας.
Έξω από αυτό βρίσκονταν ανδρείκελα που δημιουργούσαν μια διαδρομή στο πάτωμα, ενώ στους τοίχους και στο δάπεδο ήταν γραμμένα κείμενα όπως «Αν το δάχτυλο δείχνει το φεγγάρι ο ηλίθιος κοιτάει το δάχτυλο». Όταν ο θεατής όμως εισερχόταν στο δωμάτιο αντίκριζε πάνω στους κάτασπρους τοίχους γραμμένο με κόκκινη μπογιά την κραυγή: ΒΟΗΘΕΙΑ! Την επομένη των εγκαινίων επισκέφτηκε την γκαλερί υψηλόβαθμο κλιμάκιο χουντικών και το βράδυ της ίδιας μέρας η έκθεση καταστράφηκε και το υλικό απομακρύνθηκε μέσα στη νύχτα… Αμέσως μετά, με τη βοήθεια του Γαλλικού Ινστιτούτου, η δημιουργός φυγαδεύτηκε το 1971 στο Παρίσι, όπου παρέμεινε μέχρι το τέλος της δικτατορίας.
Οι περιπέτειές της, όμως, με τη λογοκρισία συνεχίστηκαν και μετά τη Μεταπολίτευση, καθώς το 1978 η ταινία της Αντίσταση, μέρος του εικαστικού σχεδίου Αντίσταση του ’40 στην Ελλάδα, απαγορεύτηκε.
Από το 1981 εγκαταστάθηκε στην Κόρινθο, όπου είχε δημιουργήσει ένα πολιτιστικό κέντρο. Το 1991 μια πυρκαγιά κατέστρεψε ολοσχερώς το εργαστήρι της και όλα τα έργα της.
Στην πρώτη, μέσα σε μια κατάμαυρη αίθουσα όπου ήταν τοποθετημένα τσουβάλια βαμμένα κόκκινα, δημιουργώντας μια έντονη αντίθεση ανάμεσα στο κενό του μαύρου και την ένταση του κόκκινου, βρίσκονταν λευκές φιγούρες, μία από αυτές κλεισμένη σε ένα κλουβί. Την υποβλητική ατμόσφαιρα της εγκατάστασης συμπλήρωνε ο ήχος μιας σταγόνας νερού που έπεφτε αδιάκοπα.
Η έκθεση εξελίχθηκε χωρίς κάποια παρέμβαση, παρά μόνο «διακριτική» παρακολούθηση.
Στη δεύτερη (Μάιος 1971) η Μαρία Καραβέλα επιδίωξε να κάνει την αναπαράσταση μιας φυλακής. Αποτελούνταν από ένα δωμάτιο στο μέσον της αίθουσας.
Έξω από αυτό βρίσκονταν ανδρείκελα που δημιουργούσαν μια διαδρομή στο πάτωμα, ενώ στους τοίχους και στο δάπεδο ήταν γραμμένα κείμενα όπως «Αν το δάχτυλο δείχνει το φεγγάρι ο ηλίθιος κοιτάει το δάχτυλο». Όταν ο θεατής όμως εισερχόταν στο δωμάτιο αντίκριζε πάνω στους κάτασπρους τοίχους γραμμένο με κόκκινη μπογιά την κραυγή: ΒΟΗΘΕΙΑ! Την επομένη των εγκαινίων επισκέφτηκε την γκαλερί υψηλόβαθμο κλιμάκιο χουντικών και το βράδυ της ίδιας μέρας η έκθεση καταστράφηκε και το υλικό απομακρύνθηκε μέσα στη νύχτα… Αμέσως μετά, με τη βοήθεια του Γαλλικού Ινστιτούτου, η δημιουργός φυγαδεύτηκε το 1971 στο Παρίσι, όπου παρέμεινε μέχρι το τέλος της δικτατορίας.
Οι περιπέτειές της, όμως, με τη λογοκρισία συνεχίστηκαν και μετά τη Μεταπολίτευση, καθώς το 1978 η ταινία της Αντίσταση, μέρος του εικαστικού σχεδίου Αντίσταση του ’40 στην Ελλάδα, απαγορεύτηκε.
Από το 1981 εγκαταστάθηκε στην Κόρινθο, όπου είχε δημιουργήσει ένα πολιτιστικό κέντρο. Το 1991 μια πυρκαγιά κατέστρεψε ολοσχερώς το εργαστήρι της και όλα τα έργα της.
Στρ.Αρ.
Σχόλια