Βαθιά ενοχλημένη η «συλλογική Δύση»με τα εκβιαστικά παζάρια του Ερντογάν και τις καθυστερήσεις στην ένταξη της Σουηδίας και Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, δεν κρύβει τη δυσαρέσκειά της, επιχειρώντας ταυτόχρονα να μην οδηγήσει την αντιπαράθεση στα άκρα. Επιστρατεύονται, προς το παρόν, τα μεγάλα και «έγκριτα» Δυτικά δημοσιογραφικά δίκτυα που με άρθρα και αποκαλύψεις θέτουν στο στόχαστρό τους τον Τούρκο πρόεδρο Ερντογάν και τις επιλογές του. Φροντίζουν βέβαια ταυτόχρονα να συγκαλύψουν την ταυτότητα θέσεων και επιλογών του συνόλου του επίσημου πολιτικού κόσμου της Τουρκίας σε ό,τι αφορά τις επεκτατικές της επιλογές. Στο απυρόβλητο της κριτικής παραμένει η, υπό διαμόρφωση, συσπείρωση των 6 κομμάτων της αντιπολίτευσης, παρά το γεγονός ότι με τις μέχρι τώρα δηλώσεις των στελεχών της αλλά και τις αντίστοιχες διακηρύξεις της ενόψει των εκλογών δεν φαίνεται κάποια ουσιώδης μεταβολή των επιλογών.

Κριτική χαμηλών τόνων και ανύπαρκτου ρίσκου

Αν κανείς σκεφτεί ότι η επιλογή κλιμάκωσης του πολέμου στην Ουκρανία και η ταπείνωση της Ρωσίας αποτελεί το στοιχείο που συνέχει, παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις, τους ιθύνοντες της Δύσης, θα ανέμενε συντριπτικές πιέσεις στην Τουρκία και πολύπλευρου εξαναγκασμούς με στόχο την πειθάρχησή της. Σε άλλες περιπτώσεις και για θέματα μικρότερης σημασίας έχουν γίνει σημεία και τέρατα.

Όμως, παρά το γεγονός ότι ο Τούρκος πρόεδρος αρνείται πεισματικά –με αστείες προφάσεις– να επικυρώσει την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ όσο καθυστερεί η επικύρωση της συμφωνίας αγοράς και αναβάθμισης πολεμικών αεροσκαφών F-16 από τις ΗΠΑ, οι Δυτικές κυβερνήσεις αρκούνται σε πιέσεις χαμηλών τόνων και ανύπαρκτου ρίσκου οριστικής απώλειας της Τουρκίας από τη Δυτική συμμαχία. Γίνεται έτσι σαφές ότι ούτε τα πρωτοσέλιδα του Economist (με εμβληματικό τίτλο «Η επωαζόμενη δικτατορία της Τουρκίας») και του γερμανικού Stern (με φωτογραφία του Τούρκου προέδρου και τίτλο «Ο εμπρηστής»), ούτε η εκτίμηση της Wall Street Journal ότι «Με τον Ερντογάν στο τιμόνι, η Τουρκία είναι και πάλι άρρωστος της Ευρώπης», μπορούν να αλλάξουν την πορεία των εξελίξεων.

Ακόμα και η πιο πρόσφατη «ανακάλυψη» του πρακτορείου Reuters, ότι η Τουρκία έχει αυξήσει σημαντικά τη στρατιωτική της παρουσία στο Ιράκ, και ότι στην πραγματικότητα ασκεί παράνομα στρατιωτική κατοχή σε μια ζώνη 30 χιλιομέτρων βάθους και 150 χιλιομέτρων μήκους, αποτελεί καθαρή υποκρισία. Όχι μόνο επειδή αυτό που τώρα «ανακαλύφθηκε» από τα Δυτικά πρακτορεία έχει καταγγελθεί διεθνώς εδώ και χρόνια. Ούτε μόνο επειδή ο ίδιος ο Ερντογάν ανακοίνωσε στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ αυτή την πολιτική έναντι τόσο της Συρίας όσο και του Ιράκ, και όλες οι αντιπροσωπίες σιώπησαν. Αλλά κυρίως διότι δεν υπάρχει συνάντηση Τούρκων ιθυνόντων με τους ομολόγους τους σε Δύση και Ανατολή που να μην αναγνωρίζονται οι δήθεν απειλές που δέχεται η Τουρκία από την «τρομοκρατία», και να μην διακηρύσσεται ότι αποτελεί δικαίωμά της η «άμυνα» και εκτός των συνόρων της – δίνοντας έτσι άλλοθι στις επεκτατικές της διαθέσεις.

Το ίδιο χαμηλών τόνων και μικρής αποτελεσματικότητας είναι και οι πιο «επίσημες πιέσεις» της Δύσης, με πιο πρόσφατο παράδειγμα το προσωρινό κλείσιμο 6 προξενείων Δυτικών χωρών στην Κωνσταντινούπολη και τις αντίστοιχες ταξιδιωτικές οδηγίες, με δικαιολογία τον κίνδυνο επεισοδίων.

Δεν υπάρχει συνάντηση Τούρκων ιθυνόντων με τους ομολόγους τους σε Δύση και Ανατολή που να μην αναγνωρίζονται οι δήθεν απειλές που δέχεται η Τουρκία από την «τρομοκρατία», και να μην διακηρύσσεται ότι αποτελεί δικαίωμά της η «άμυνα» και εκτός των συνόρων της – δίνοντας έτσι άλλοθι στις επεκτατικές της διαθέσεις

Ζημιά ή όφελος για τον Ερντογάν;

Είναι αμφίβολο αν όλα αυτά ασκούν πραγματικές προεκλογικές πιέσεις στο καθεστώς Ερντογάν, ή αν στην πραγματικότητα τον ευνοούν. Οι Δυτικές αντιδράσεις επενδύουν τις ελπίδες τους σε εκλογική αποτυχία του Ερντογάν, και στην επακόλουθη διαμόρφωση ενός πιο ευνοϊκού πολιτικού συσχετισμού την ερχόμενη άνοιξη. Μέτρο των Δυτικών κινήσεων είναι η μη εξαγρίωση της Τουρκίας και η, έναντι ανταλλαγμάτων, επιστροφή της στην κανονικότητα της Δύσης.

Ολόκληρη η τουρκική πολιτική ελίτ, κι όχι μόνο ο Ερντογάν, γνωρίζει και εκμεταλλεύεται τα όρια της Δυτικής πολιτικής. Όλες οι πτέρυγες του επίσημου πολιτικού κόσμου της Τουρκίας θεωρούν τη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ στρατηγικής σημασίας για τη χώρα τους, και συναινούν στην αξιοποίηση με κάθε τρόπο της συγκυρίας και των τεράστιων γεωπολιτικών ασταθειών για να αποσπάσουν δώρα και παραχωρήσεις. Αυτό που κάνει σήμερα ο Ερντογάν θα το κάνει και αύριο είτε ξανά ο Ερντογάν, είτε όποια άλλη κυβέρνηση αναδείξουν οι κάλπες της Τουρκίας – ακόμα και αν αλλάξει ο τόνος και το ύφος των διεκδικήσεων. Αυτό άλλωστε δήλωσε ο συνασπισμός των 6 κομμάτων της αντιπολίτευσης που προβάλλουν ως η ελπίδα της Δύσης…

Ήδη η Τουρκία καταγράφει κέρδη, γεγονός που αξιολογείται αντίστοιχα από όλες τις πολιτικές πτέρυγες της χώρας, παρά την αντιπαράθεση μεταξύ τους. Το θέμα των στρατιωτικών εξοπλισμών έχει μετατραπεί σε αντίθεση που μπορεί να λυθεί εύκολα με την αποδοχή ένταξης των δύο σκανδιναβικών χωρών στο ΝΑΤΟ. Αργά ή γρήγορα, πριν ή μετά τις εκλογές, αυτό θα πραγματοποιηθεί. Στο μεταξύ όμως έχουν ξεχαστεί και έχουν βγει από τη Δυτική ατζέντα των συζητήσεων οι διεκδικήσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο, στη Ν. Μεσόγειο, στην Κύπρο. Έχει ακόμα ξεχαστεί ότι η τουρκική αντιπολίτευση έχει το ίδιο επιθετικές θέσεις με εκείνες του Ερντογάν στη «Γαλάζια Πατρίδα» και στο σύνολο των επεκτατικών βλέψεων της Τουρκίας.

Έτσι, όσο ο «πειθήνιος σύμμαχος» Ελλάδα εφησυχάζει στις πρωτοβουλίες του ελληνοαμερικάνικου λόμπι της Ουάσιγκτον και των «φιλελλήνων γερουσιαστών», η Τουρκία μετρά κέρδη. Τα οποία σύντομα θα τα βρούμε μπροστά μας.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!