Με τα παραπάνω λόγια ο μεγάλος στοχαστής Νίκος Καζαντζάκης, περιγράφει τη θλιβερή εμπειρία, το ταξίδι-προσκύνημα στη γενέθλια γη το 1945, όταν ως μέλος ειδικής επιτροπής θα αναλάβει την ευθύνη να καταγράψει τις ωμότητες που διαπράχθηκαν από τις δυνάμεις κατοχής στην Κρήτη. Η επιτροπή αυτή συστάθηκε κατόπιν ειδικής διαταγής της κυβέρνησης Βούλγαρη και αποτελούνταν επίσης από τους πανεπιστημιακούς καθηγητές Ιωάννη Κακριδή, Ι. Καλλιτσουνάκη και K. Κουτουλάκη στον οποίον οφείλεται και το φωτογραφικό υλικό της έκθεσης. Η επιτροπή περιόδευσε στο νησί από την 29η Ιουνίου μέχρι την 6η Αυγούστου 1945, επισκεπτόμενη 76 πόλεις και χωριά της Κρήτης συγκεντρώνοντας πολύτιμο υλικό. Στη συνέχεια η έκθεση αυτή (όπως και οι ανάλογες που συντάχθηκαν από διαφορετικές ομάδες για άλλες πληγείσες από το ναζισμό περιοχές) παραδόθηκε στο υπουργείο Εξωτερικών προκειμένου να αποτελέσει, εξαιτίας ακριβώς του περιεχομένου, της χρονικής στιγμής που συντάχθηκε αλλά και της προσωπικότητας των μελών της, αδιάψευστο στοιχείο τεκμηρίωσης των ελληνικών αιτημάτων αποζημίωσης από μέρους των Γερμανών.
Μια έκθεση που… χάθηκε
Ξέρετε ποια ήταν η τύχη της; Χάθηκαν τα ίχνη της για πάρα πολλά χρόνια αφού, βλέπετε, η έκθεση αυτή αποτελούσε ένα ακόμα αγκάθι στην προαγωγή των ελληνογερμανικών σχέσεων της τότε κυβέρνησης. Ευτυχώς, όμως, αντίγραφο της έκθεσης αυτής είχε κρατηθεί από τον Π. Πρεβελάκη ο οποίος το παρέδωσε αργότερα στο Ιστορικό Μουσείο Ηρακλείου για να αποτελέσει μέρος του πολύτιμου αρχείου Νίκου Καζαντζάκη. Το 1983 ο δήμαρχος Ηρακλείου Μανόλης Καρέλλης ύστερα από επίπονες προσπάθειες θα δώσει την έκθεση αυτή στη δημοσιότητα.
Ξεφυλλίζοντας τις σελίδες της, αυθόρμητα ζωντανεύουν στο νου μου οι στοίχοι του Ελύτη:
«ήρθαν ντυμένοι «φίλοι» αμέτρητες φορές
οι εχθροί μου
το παμπάλαιο χώμα πατώντας
και το χώμα δεν έδεσε ποτέ με τις φτέρνες
τους»
(Άξιον Εστί Ζ’)
Οι Γερμανοί είχαν ορίσει να πάρουν την Κρήτη σε 24 ώρες. Η παραμικρή αργοπορία θα ήταν καταστροφή για τα αποτρόπαια σχέδιά τους. Ήξεραν ότι οι Κρητικοί ήταν άοπλοι και πως οι νέοι ήταν επιστρατευμένοι στο μέτωπο της Αλβανίας, αλλά και ότι οι Άγγλοι μήτε στρατό είχαν μήτε αεροπλάνα. Θα χρειαστούν, τελικά, 12 ολόκληρες μέρες για την κατάληψη της Κρήτης και θα τους κοστίσει τόσο πολύ, που ουδέποτε πια θα επιχειρήσουν άλλη αεραποβατική έφοδο αυτής της κλίμακας. Όμως τίποτε πια δεν θα παραμείνει ίδιο ύστερα από αυτή τη μάχη που θεωρήθηκε μάλιστα από τις πλέον παράδοξες στην παγκόσμια στρατιωτική ιστορία. Η Ευρώπη θα ζήσει μια από τις πιο τραγικές στιγμές στη νεότερη ιστορία της που θα σφραγιστεί με ό,τι πιο απάνθρωπο έζησε ποτέ η ανθρωπότητα. γενοκτονίες, στρατόπεδα συγκέντρωσης, κρεματόρια, ατομική βόμβα.
«Να εξοντωθεί ό,τι αναπνέει»
Όσο για τους Κρητικούς; Ο λυσσαλέος αγώνας για την ελευθερία και την υπεράσπιση του νησιού τους, το παλλαϊκό μέτωπο αντίστασης κατά των Ναζί, μοναδικό φαινόμενο στην ιστορία του πολέμου, θα οδηγήσει τους κατακτητές στη θηριώδη «τακτική των αντιποίνων» που θα φέρει ολόκληρα χωριά στο εκτελεστικό απόσπασμα και θα οδηγήσει στον απόλυτο εκβαρβαρισμό του πολέμου. Με την πρόφαση ότι οι Κρητικοί αντιστάθηκαν στον κατακτητή, οι «ιππότες»της αρίας φυλής θα δείξουν το αποκρουστικό τους πρόσωπο. Η διαταγή του στρατηγού Μίλλερ συνοψίζει ξεκάθαρα τις διαθέσεις τους: «Να εξοντωθεί ό,τι αναπνέει και να καταστραφεί κάθε είδους ζωή». Έτσι, εκατοντάδες χωριά θα γίνουν ολοκαύτωμα από την εκδικητική μανία των κατακτητών, όπως τα Ανώγεια, η μαρτυρική Βιάνος και η Κάνδανος. Αποφασισμένοι να υπερασπιστούν τον τόπο τους οι κάτοικοι θα πολεμήσουν μέχρι το τέλος ενάντια στους Γερμανούς που, εξοπλισμένοι με τον πιο σύγχρονο οπλισμό, σκότωναν ό,τι κινούνταν μπροστά τους. έτσι λοιπόν, αφού λεηλάτησαν όλα τα σπίτια και έσφαξαν τα ζώα, παρέδωσαν στο πυρ όλη την περιοχή.
Όμως αυτό δεν ήταν αρκετό. Διέταξαν γέρους και παιδιά να μεταφέρουν δυναμίτιδα και ύστερα ανατίναξαν ολόκληρη την περιοχή στον αέρα. Στην είσοδο του χωριού έστησαν πρόχειρη επιγραφή για να δείχνει το μέρος όπου άλλοτε βρισκόταν η Κάνδανος. «Εννοείται ότι το λεγόμενο ότι Γερμανοί στρατιώτες δολοφονήθηκαν εκ των όπισθεν αποτελεί τερατώδες ψεύδος, μόνον σκοπόν έχον την συγκάλυψη των ιδίων εγκλημάτων», όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν οι συντάκτες της έκθεσης.
«Δεν έχουμε ένα σκαμνί να σε βάλουμε να καθίσεις. δεν έχουμε ένα ποτήρι να σου δώσουμε νερό να πιεις. δεν έχουμε ένα κομμάτι ψωμί αν πεινάς. δεν έχουμε μήτε άντρες να κουβεντιάσουν μαζί σου. Όλα, όλα μας τα πήραν και μας τα ’καψαν οι Γερμανοί. Έτσι μου ‘λεγαν κάτω από ένα πλάτανο στην μέση του γκρεμισμένου χωριού οι μαυροφόρες που ξεπρόβαλαν από τα χαλάσματα», διηγείται ο Νίκος Καζαντζάκης.
Και τώρα που η Ευρώπη φαίνεται να μη θυμάται πως η Κρήτη έσωσε το συμμαχικό αγώνα στην Εγγύς Ανατολή και πως επέδρασε οριστικά στην πορεία του πολέμου, σήμερα που οι «εταίροι μας» ως εισβολείς απαιτούν για μια ακόμη φορά στην ιστορία «γη και ύδωρ» από την πατρίδα μας, ποιο είναι άραγε το σύγχρονο χρέος;
Στην είσοδο του Άουσβιτς μια ρήση του Ισπανού φιλοσόφου Σανταγιάνα προειδοποιεί την ανθρωπότητα. «Αυτοί που δεν θυμούνται το παρελθόν είναι καταδικασμένοι να το ξαναζήσουν». Σήμερα, 67 χρόνια μετά τη θηριωδία του ναζισμού στα Καλάβρυτα, στο Δίστομο, στον Χορτιάτη, στη Βιάνο και σε άλλους ακόμα μαρτυρικούς τόπους, ύστερα από τη γενικευμένη λεηλασία του εθνικού πλούτου, της περιουσίας των Ελλήνων πολιτών, των αρχαιολογικών θησαυρών, το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων επανέρχεται επιτακτικά όσο ποτέ άλλοτε. Συνιστά ύβρι στη μνήμη χιλιάδων αγωνιστών της ελευθερίας, το γεγονός ότι ο κρατικός προϋπολογισμός της Γερμανίας διαθέτει πίστωση 12 δισεκατομμυρίων μάρκων για καταβολή συντάξεων των SS αντί αυτά τα ποσά να διατεθούν στους απογόνους των πληγέντων από την κτηνωδία του ναζισμού. Σήμερα πια έχει γίνει πανελλήνια συνείδηση η ανάγκη ενεργοποίησης αυτών των διαδικασιών. Η πρωτοβουλία, μάλιστα, που έχει αναληφθεί από το Εθνικό Συμβούλιο και την Ενωμένη Εθνική Αντίσταση, όπου πρωτοστατεί ο Μανόλης Γλέζος, έχει να αποδώσει θετικούς καρπούς. Ήρθε η ώρα να ανασύρουμε από τη λήθη και τη σιωπή την ασύλληπτη αδικία εις βάρος της πατρίδας μας, να δώσουμε τέλος στην κατάπτυστη ανοχή της επίσημης πολιτείας, μπροστά σε αυτό το μείζον ζήτημα για την αποκατάσταση του δικαίου και της ιστορικής αλήθειας. Σήμερα πια δεν επαιτούμε, αλλά απαιτούμε!