Τεκτονικές αλλαγές στο πολιτικό σκηνικό.
του Κώστα Ανδριανόπουλου.
Η εκθεμελίωση της χώρας και της κοινωνίας πέρασε πλέον στην ουσιαστική της φάση. Οι ρυθμοί είναι ξέφρενοι, χωρίς ανάσα. Θα μπορέσει το ΠΑΣΟΚ να τη διεκπεραιώσει όπως ανέλαβε ή θα διαλυθεί και το ίδιο κατά τη διαδικασία;
Υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις που φανερώνουν ότι το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε προϊούσα αποσάθρωση, σε τροχιά διάλυσης. Το θέμα καθαυτό δεν έχει σημασία, ειδικά σε μια περίοδο που όλα διαλύονται. Άλλωστε, το γεγονός δεν θα σταματούσε τη μνημονιακή καταιγίδα. Η σημασία έγκειται στο ότι η κατιούσα του ΠΑΣΟΚ, τροφοδοτεί ευθέως την κατάρρευση του πολιτικού συστήματος και το πέρασμα σε μια άλλη εποχή.
Ο Γ. Παπανδρέου δεν προτίθεται να εγκαταλείψει την πολιτική σκηνή και να φύγει. Οργανώνει την παραμονή του σε μακροχρόνια βάση, όσο αυτό είναι δυνατόν, μέσα στην παντοειδή ρευστότητα. Ο σχεδιασμός περιλαμβάνει και τακτικές ενδιάμεσες ήττες. Έχει απορρίψει σθεναρά την λύση των εκλογών, οι οποίες θα γίνουν εάν του επιβληθούν από τα πράγματα. Σε αυτή την επιλογή έχει σύρει μέχρι τώρα ολόκληρο το ΠΑΣΟΚ και «παίζει» με τους τροϊκανούς, οι οποίοι δεν θέλουν κι αυτοί εκλογές, παρά μόνο όταν φτάσουν οι εξελίξεις στο απροχώρητο και παράλληλα διαμορφώσουν τη δυνατότητα αντικατάστασης του Παπανδρέου.
Από τη μεριά του, ο Ε. Βενιζέλος, συγκυρίαρχος του ΠΑΣΟΚ μετά τον ανασχηματισμό, κέρδισε προς στιγμήν τους στόχους του για ανέλιξη και αναβάθμιση. Ωστόσο, σύντομα εγκλωβίστηκε στην συνδιαχείριση της κυβερνητικής φθοράς. Οι ελπίδες του για οικοδόμηση ηγετικού προφίλ, υπερεθνικού διαμετρήματος, ματαιώθηκαν αμέσως από τους ευρωπαϊκούς κύκλους. Η πρόσφατη εικονική του σύγκρουση με την τρόικα, κατέληξε σε κόλαφο και τον εξανάγκασε σε αναδίπλωση. Σε συμπεριφορά μεταμελημένου. Έτσι η συγκυρία κατέδειξε πως οι μεταβατικές λύσεις δεν ευδοκιμούν αυτόματα, εξασφαλίζουν απλώς λίγο χρόνο και αυτό, μάλιστα, με τεράστια φθορά. Σύντομα, οι καταστάσεις τείνουν προς τις «καθαρές λύσεις». Η κληροδότηση του ΠΑΣΟΚ (άρα και η διάσωσή του) εξ απονομής, με τη μέθοδο του δακτυλιδιού, φαίνεται πως ξεθωριάζει. Ο Βενιζέλος εξαναγκάζεται να ακολουθήσει την τακτική του Παπανδρέου.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό προωθείται η μετατροπή του ελληνικού πολιτικού συστήματος, σε παραπληρωματικό θεσμό της διακυβέρνησης των Βρυξελλών. Οι Έλληνες υπουργοί θα μεταβληθούν σε επικουρικό, εκτελεστικό μηχανισμό της ευρωπαϊκής διοίκησης. Κάτι σαν τους σημερινούς γραμματείς των υπουργείων. Ο άνθρωπος της τρόικας με το βαλιτσάκι, δεν θα κοστολογεί και θα υπαγορεύει μόνο. Θα διοικεί απ’ ευθείας. Μπροστά σε αυτήν την προοπτική, ο Παπανδρέου επιδιώκει ρόλους μακριά από την καθημερινή φθορά της κρατικής διαχείρισης. Κρύβεται, δεν ανακοινώνει ο ίδιος την πολιτική του. Χτίζει υπερβατικό προφίλ για το αύριο, απαραίτητο, όπως νομίζει, στη φάση των συναινέσεων και των συγκυβερνήσεων.
Τα πρωτοκλασάτα στελέχη του ΠΑΣΟΚ ξαναβγαίνουν μπροστά, κάνουν επιδείξεις ως υποψήφιοι δελφίνοι του κόμματος, αλλά δεν ορίζουν στην παρούσα φάση τίποτα σημαντικό. Πασχίζουν για την επιβίωσή τους και ελπίζουν πως την κατάλληλη στιγμή θα διαπραγματευτούν και θα επιβάλλουν τη διάσωσή τους.
Υπάρχει, όμως, και η αμφισβήτηση που διατρέχει το χώρο του ΠΑΣΟΚ. Πολύπλευρα αναγνωρίσιμη, τόσο στη λαϊκή του βάση όσο και στο μισοοργανωμένο τμήμα του. Αμφισβήτηση διπρόσωπη, επαμφοτερίζουσα. Κουβαλάει τα σημάδια από τον κυβερνητισμό και την πολύχρονη αλλοτρίωση, αλλά και την αγωνία για το αύριο. Ιστορικά έχει αποδείξει πως δύσκολα μεταστεγάζεται σε άλλους χώρους πέραν του ΠΑΣΟΚ. Τον περασμένο Νοέμβριο, στις δημοτικές – περιφερειακές εκλογές επικρότησαν λύσεις εντός του πασοκικού στρατοπέδου. Αυτή η πολυτέλεια δεν φαίνεται να υπάρχει σήμερα. Ο ερμητισμός του χθες εξανεμίζεται.
Το χτύπημα στο χώρο των δημοσίων υπαλλήλων θα γιγαντώσει την αμφισβήτηση. Θα αποδιοργανώσει τις σχέσεις εκπροσώπησης στο χώρο του ΠΑΣΟΚ με δραματικά αποτελέσματα. Το μόνο άθικτο κομμάτι της εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ, θα παραμείνει πλέον μόνο ο αγροτικός κόσμος και μέρος της υπαίθρου.
Η αμφισβήτηση στο χώρο του ΠΑΣΟΚ, θα εξαναγκαστεί να προσεγγίσει ζητήματα ουσίας. Θα διαρρήξει τα όρια της κομματικής νομιμότητας και θα συναντήσει τις διαστάσεις των κοινωνικών αδιεξόδων και το πολιτικό πρόβλημα της χώρας, έτσι όπως αυτό τίθεται, μέσα από τους γενικούς προοδευτικούς όρους.
Αναγκαστικά όσοι στο ΠΑΣΟΚ σήμερα ψηλαφίζουν τη διαφοροποίησή τους από την ηγεσία, θα αναζητήσουν τρόπους ουσιαστικής και οπωσδήποτε κεντρικής πολιτικής έκφρασης. Επιπλέον, θα αναζητήσουν την προοπτική τους στο έδαφος του γενικότερου κοινωνικού και λαϊκού κινήματος, μέσα από ποικιλόμορφες συγκλίσεις με τις αγωνιστικές δυνάμεις της αριστεράς και του ριζοσπαστισμού. Μακριά, όμως, από τη βουλιμία διάφορων κύκλων και κομμάτων που θέλουν ευκαιριακά να καρπωθούν τη φθορά του ΠΑΣΟΚ.