Κάτω από τις αφόρητες πιέσεις των κυρίαρχων ΜΜΕ και του επιχειρηματικού κατεστημένου και υπό το ιδεολόγημα του «εθνικού συμφέροντος» (πόση έλλειψη πρωτοτυπίας και φαντασίας, παντού οι ελίτ χρησιμοποιούν το ίδιο μοτίβο) διεξήχθησαν οι συνομιλίες μεταξύ των τριών μεγαλύτερων κομμάτων της Βρετανίας, μετά το εκλογικό αποτέλεσμα της 6ης Μαΐου που δεν έδωσε απόλυτη πλειοψηφία σε κανέναν και, τελικά, προέκυψε κυβέρνηση συνασπισμού Συντηρητικών και Φιλελεύθερων Δημοκρατών, με τον Ντ. Κάμερον πρωθυπουργό και τον Ν. Κλεγκ αναπληρωτή του.

Δύο πράγματα πρέπει να σημειωθούν: Πρώτον ότι πρόκειται για συνασπισμό δύο κομμάτων που έχουν, εκ διαμέτρου, αντίθετες θέσεις για την Ε.Ε. Και δεύτερον, ότι είναι η πρώτη κυβέρνηση συνασπισμού από την εποχή του Δεύτερου Παγκοσμίου πολέμου, γεγονός που δίνει το μέτρο της δυσαρέσκειας για το αντιδημοκρατικό πολιτικό σύστημα. Όπως αφήνεται να εννοηθεί (BBC 12/5), ο Ν. Κλεγκ αντιλήφθηκε τη δυσφορία πολλών υποστηρικτών των Φιλελεύθερων Δημοκρατών, που είτε ψήφισαν είτε εκφράστηκαν δημοσκοπικά υπέρ τους, έχοντας συνειδητοποιήσει πόσο ανεπαρκής είναι η δημοκρατία στη Βρετανία και τους ζήτησε να «δείξουν εμπιστοσύνη».

Το τι είδους εμπιστοσύνης είναι άξιος ο κ. Κλεγκ φάνηκε από τον τρόπο που διεξήχθησαν οι διαπραγματεύσεις, από την ατζέντα και την κατάληξή τους.

Πρόκειται για μια κατά κράτος νίκη των αγορών με τους πολίτες στη γωνία. Βεβαίως, σε θεμελιώδη ζητήματα, οι διαφορές μεταξύ των τριών μεγαλύτερων βρετανικών κομμάτων είναι πολύ μικρές και οι διαπραγματεύσεις περιορίστηκαν, κυρίως, στη «μεταρρύθμιση» του εκλογικού συστήματος, στην εκπαίδευση και ίσως στην απόρριψη του δελτίου ταυτότητας (στη Βρετανία δεν υπάρχουν ταυτότητες). Η λέξη-κλειδί όμως είναι «εθνικό συμφέρον», κάτι στο οποίο συμφωνούν τα τρία κόμματα και οι μεγιστάνες του Σίτι και των ΜΜΕ. Δηλαδή, ότι πρέπει να ληφθούν κάποιες «επώδυνες» αποφάσεις σχετικά με την περικοπή των δημοσίων δαπανών εις βάρος του εργαζόμενου πληθυσμού.

Σύμφωνα με πληροφορίες του Τύπου, το κυβερνητικό πρόγραμμα θα περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, ένταση των προσπαθειών για μείωση των κρατικών ελλειμμάτων και μείωση των δημοσίων δαπανών κατά 6 δισ. στερλίνες. Θα κατατεθεί, μάλιστα, εντός 50 ημερών προϋπολογισμός «έκτακτης ανάγκης». Απορρίπτει εν μέρει τα σχέδια των Εργατικών για αύξηση της Εθνικής Ασφάλισης, με την υπόσχεση ότι το νέο κυβερνητικό σχήμα θα «εργαστεί προς την κατεύθυνση της αύξησης του φορολογικού ορίου των χαμηλότερων εισοδημάτων». Τα δύο κόμματα συμφώνησαν να διεξαχθεί δημοψήφισμα για οποιαδήποτε περαιτέρω παραχώρηση εξουσιών στην Ε.Ε., ενώ οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες δεσμεύτηκαν να μην υιοθετήσουν το ευρώ στην τρέχουσα Βουλή. Επίσης, συναίνεσαν στο να τεθεί όριο στην εκτός Ε.Ε. μετανάστευση και εγκατέλειψαν την εναντίωσή τους στην αντικατάσταση των βρετανικών πυρηνικών πυραύλων Trident.

Τα δύο κόμματα συμφώνησαν στη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την εφαρμογή του εναλλακτικού εκλογικού συστήματος (όχι πολύ διαφορετικού από το υφιστάμενο).

Η ατζέντα των συνομιλιών όσο και το κυβερνητικό πρόγραμμα (αλλά και η προεκλογική εκστρατεία) έδειξαν κραυγαλέα ότι τα βασικά θέματα που απασχολούν τους πολίτες, όπως η φορολογία των πλουσίων, η χρηματοδότηση των δημοσίων υπηρεσιών, η δημιουργία θέσεων εργασίας ή ο τερματισμός της άμεσης εμπλοκής των Βρετανών σε τρεις πολέμους σε ξένες χώρες (Αφγανιστάν, Πακιστάν και Ιράκ), περιφρονούνται επιδεικτικά από τα κόμματα εξουσίας.

Το φάσμα της βρετανικής πολιτικής έχει επισήμως συρρικνωθεί σε μια στενή και ομοιόχρωμη δέσμη περίπου ίδιας πολιτικής, όπου η πλειοψηφία των πολιτών δεν έχει επιλογή ή επιρροή σε σημαντικούς τομείς άσκησής της. Η δημοκρατία έχει απαλλοτριωθεί από τους πολίτες.

Στη μετεκλογική Βρετανία αυτό αναδείχθηκε χαρακτηριστικά: Το Συντηρητικό Κόμμα φλέρταρε το μικρότερο των Φιλελεύθερων Δημοκρατών για να σχηματίσει μια «συντηρητική κυβέρνηση», οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες έκαναν διαπραγματεύσεις και με το Εργατικό Κόμμα, για να σχηματίσουν μια «προοδευτική κυβέρνηση» και κατέληξαν σε ένα συνασπισμό με τους Συντηρητικούς (όλως τυχαίως αυτή ήταν και η επιθυμία των αγορών για «ισχυρή κυβέρνηση»). Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι, όπως τώρα στη Βρετανία -αλλά και στην Ελλάδα με τις πρόσφατες εξελίξεις- στην κοινοβουλευτική ιστορία των αστικών δημοκρατιών η «εξουσία του λαού» δεν αντιπροσωπεύει παρά ένα περιορισμένο δικαίωμα που τελικά υποτάσσεται στα κυρίαρχα συμφέροντα.

Αρ.Α.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!