του Βασίλη Ασημακόπουλου*
Πριν από 100 και πλέον χρόνια, στο ξεκίνημα του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου, έλαβε χώρα η γνωστή συζήτηση μεταξύ των θεωρητικών (που ήταν και πολιτικοί ηγέτες των κομμάτων τους) του μαρξισμού για τον ιμπεριαλισμό. Διατυπώθηκε μεταξύ άλλων η άποψη του Κάουτσκι για τον υπεριμπεριαλισμό, περί σχηματισμού καρτέλ και στην εξωτερική πολιτική αντανακλώντας στο πολιτικό επίπεδο την κυρίαρχη τάση της συσσώρευσης κεφαλαίου που θα τείνει να συγκροτήσει μια ιερή συμμαχία των ιμπεριαλιστών, μια τάση υπεριμπεριαλιστικής ενοποίησης των εθνικών σχηματισμών μέσα από αντιθέσεις, ιεραρχήσεις και συγκρούσεις, μια εξέλιξη που το εργατικό κίνημα πρέπει ν’ αντιπαλέψει και ιδίως τους διαφαινόμενους όρους πραγματοποίησής της. Ο Λένιν στη διορθωτική κριτική του στο υπεριμπεριαλιστικό σχήμα του Κάουτσκι, αποδεχόταν μεν ότι η τάση του διεθνοποιούμενου καπιταλισμού είναι η παγκόσμια υπεριμπεριαλιστική ένωση, αλλά θα είναι τέτοιες και τόσες οι αντιφάσεις, αντιθέσεις και συγκρούσεις, οικονομικές, πολιτικές και εθνικές, εξαιτίας των οποίων ο ιμπεριαλισμός στην πορεία μετεξέλιξής του σε υπεριμπεριαλισμό θα εκραγεί και ο καπιταλισμός θα μετατραπεί στο αντίθετό του.
Ο ορίζοντας των μαρξιστών των αρχών του 20ου αιώνα είναι ο δικός μας καιρός. Ο πολυκεντρικός κόσμος, οι γεωπολιτικές και γεωοικονομικές συγκρούσεις, η αλληλοσυμπληρωματική και αλληλοαποκλειόμενη κίνηση του διεθνοποιημένου καπιταλιστικού συστήματος βρίσκονται σε διαρκείς εναλλαγές, με ισχυρότερη την πρώτη κίνηση. Οι εξελίξεις στην Ανατολική Μεσογείο και ιδίως στη Συρία είναι από τις πλέον χαρακτηριστικές. Η υπεριμπεριαλιστική τάση του καπιταλιστικού συστήματος με τους θεσμούς, τις δομές, τους μηχανισμούς του, τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις του μορφοποιείται ως ο ένας πόλος της κυρίαρχης αντίθεσης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί ένα παράδειγμα υπεριμπεριαλιστικής ένωσης. Στον άλλο πόλο συγκεντρώνονται κοινωνικές δυνάμεις και πολιτικοί σχηματισμοί που κινούνται στον ορίζοντα της εθνικο-λαϊκής κυριαρχίας με ανοιχτή την κοινωνική, αλλά και τη διεθνική προοπτική, στο έδαφος της αντικειμενικής τάσης ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και ενοποίησης του κόσμου. Η κυρίαρχη αντίθεση του καιρού μας διασπά τις πολιτικές δυνάμεις, δεξιές και αριστερές, καθώς διαιρεί και επαναδιαμορφώνει τα κοινωνικά μπλοκ. Η ιστορική περίοδος που έχει μεσολαβήσει δεν υπήρξε ουδέτερη καθώς έχει εγγράψει τη συντριπτική ήττα της Αριστεράς διεθνώς στις κυβερνητικές και εξουσιαστικές της εκδοχές τον 20ο αιώνα. Τις συνέπειες αυτής της ολικής ήττας βιώνουν οι κυριαρχούμενες κοινωνικές τάξεις, ο κόσμος, στη συγκυρία από το 1989 και μετά.
Η διχαστική τάση δεν είναι κυρίαρχη κατάσταση στους «από κάτω». Κυρίαρχη, αλλά μη οργανωμένη είναι η τάση εθνικής και δημοκρατικής ενότητας, η οποία πολιτικά δεν εκπροσωπείται. Η έλλειψη ενός δημοκρατικού κινήματος ενότητας του εθνικού με το κοινωνικό, όπως λ.χ. ήταν το ΠΑΣΟΚ ακόμα και στην ύστερη ανδρεοπαπανδρεϊκή του φάση 1991-95, είναι εκκωφαντική. Η ήττα παράγει συνέπειες. Η διαμόρφωση ενός ανταγωνιστικού ιδεολογικο-πολιτικά χώρου με οργανωτικές αποκρυσταλλώσεις που θα διαμορφώσει ένα σχέδιο δημοκρατικής μετάβασης και κοινωνικής προκοπής απέναντι στη σημερινή παρακμή δείχνει αναγκαία
Η μνημονιακή-μεταμνημονιακή συνθήκη στη χώρα μας, είναι η περίοδος εσωτερίκευσης της υπεριμπεριαλιστικής εξάρτησης, που ήταν σαφής ήδη δύο δεκαετίες πριν. Το αποικιακό κράτος αποτελεί την κυρίαρχη δομή εξουσίας. Η κάποτε εκτεταμένη και πάλαι ποτέ σφριγηλή –και από ένα σημείο και μετά υποθηκευμένη στο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, όπως άλλωστε και η χώρα– μικροαστική τάξη, δυναμικό σημείο κοινωνικής ισορροπίας και υλική βάση του ελευθερωτικού, δημοκρατικού και εξισωτικού προτάγματος με τα θετικά και τ’ αρνητικά που είχε η διαδικασία διευρυμένης αναπαραγωγής της, συγκρούεται με τις δυνάμεις της μονοπωλιακής συσσώρευσης κεφαλαίου και βαθαίνει η συρρίκνωση, αλλά και η διάσπασή της. Αυτή είναι μια βασική όψη του κοινωνικού αγώνα στα χρόνια της κρίσης.
***
Ενόψει της νέας χρονιάς, που είναι και εκλογική, κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση πολώνουν την αντιπαράθεση μεταξύ συνδικαλιστικής αντιδεξιάς και νεοφιλελεύθερου αντιλαϊκισμού. Ο σμιτιανής προέλευσης επιδιωκόμενος διχασμός έρχεται ή επιχειρεί να επιβληθεί «από τα πάνω», από το αποικιακό κράτος και τους ιδεολογικο-πολιτικούς μηχανισμούς του στην υπηρεσία της σταθεροποίησης των σχέσεων υπεριμπεριαλιστικής εξάρτησης μέσα από τον εκλογικό αγώνα. Με την απλή αναλογική που θα ακολουθήσει, θα υπονομευθεί, προκρίνοντας μια καρτελοποιημένη λειτουργία του πολιτικού συστήματος. Αυτό όμως θα είναι επόμενο στάδιο. Τώρα εκείνο που προέχει στρατηγικά για το κυβερνών κόμμα, είναι η σταθεροποίησή του μέσα από την ηγεμονική εδραίωσή του στο αντιδεξιό υποσύστημα. Είναι το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ ως κεντρική γραμμή στις δοσμένες συνθήκες. Η διχαστική τάση δεν είναι κυρίαρχη κατάσταση στους «από κάτω». Κυρίαρχη, αλλά μη οργανωμένη είναι η τάση εθνικής και δημοκρατικής ενότητας, η οποία πολιτικά δεν εκπροσωπείται. Η έλλειψη ενός δημοκρατικού κινήματος ενότητας του εθνικού με το κοινωνικό, όπως λ.χ. ήταν το ΠΑΣΟΚ ακόμα και στην ύστερη ανδρεοπαπανδρεϊκή του φάση 1991-95, είναι εκκωφαντική. Η ήττα παράγει συνέπειες. Η διαμόρφωση ενός ανταγωνιστικού ιδεολογικο-πολιτικά χώρου με οργανωτικές αποκρυσταλλώσεις που θα διαμορφώσει ένα σχέδιο δημοκρατικής μετάβασης και κοινωνικής προκοπής απέναντι στη σημερινή παρακμή δείχνει αναγκαία. Ζητήματα όπως η παραγωγική ανασυγκρότηση, το δημογραφικό, η κοινωνική δικαιοσύνη, ο πολιτισμός, ο ανθρωπισμός, το παράδειγμα, η δημοκρατία, η εθνική ανεξαρτησία, η αλληλεγγύη των λαών δεν αποτελούν περασμένα συνθήματα, αλλά σύγχρονους όρους ύπαρξης του συλλογικού μας βίου. Αγάπη για τον τόπο και ευθύνη όλων μας.
*Ο Βασίλης Ασημακόπουλος είναι δικηγόρος