Ακριβώς 100 χρόνια πίσω, 1η Ιουλίου του 1923, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία μόλις 51 ετών ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης. Μια προσωπικότητα ξεχωριστή από κάθε άποψη.
Αν και αριστοκρατικής καταγωγής, δεν άργησε να στραφεί στην αριστερά και να είναι από τα ιδρυτικά μέλη του Σοσιαλιστικού Ομίλου της Κέρκυρας.
Όπως σημειώνει ο Μιχάλης Δημητρίου, «Η ακτινοβολία που είχε σε πανελλήνια κλίμακα εκείνη την εποχή, ο Σοσιαλιστικός Όμιλος Κέρκυρας, φανερώνεται και από το γεγονός ότι από τους κόλπους του προερχόταν ο ένας (Αρ. Σίδερις) από τους δυο βουλευτές που ίδρυσαν το ΣΕΚΕ και ότι ήταν ένας από τους τρεις μόνο, επαρχιακούς ομίλους που προετοίμασαν το συνέδριο του κόμματος και πήραν μέρος σ’ αυτό» (Μιχάλης Δημητρίου, Το Ελληνικό Σοσιαλιστικό Κίνημα, εκδόσεις Πλέθρον)
Όπως σημειώνεται στη βάση Βιβλιονετ, «Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ήταν πολύ δύσκολα λόγω της άθλιας οικονομικής του κατάστασης και της αρρώστιας του (Σ.Σ. καρκίνος του στομάχου). Εγχειρίστηκε στον Ευαγγελισμό και οι γιατροί τον συμβούλεψαν να φύγει για την Κέρκυρα, όπου πέθανε την πρώτη Ιουλίου του 1923, αφήνοντας ανολοκλήρωτο το τελευταίο του έργο με τίτλο Ο παπά Ιορδάνης περίχαρος και η ενορία του»
Πολλά έργα του έχουν μεταφερθεί στον κινηματογράφο και την τηλεόραση με πιο πρόσφατη την εξαιρετική σειρά «Αγάπη παράνομη» σε σκηνοθεσία του Νίκου Κουτελιδάκη, που διαδραματίζεται στη Κέρκυρα του 1906 (μπορείτε να τη δείτε στην Ertflix (www.ertflix.gr/series/ser.176310-agape-paranome)
Εποχή άφησε βεβαίως η κινηματογραφική μεταφορά του έργου του «Η τιμή και το χρήμα» με τον τίτλο «Η τιμή της αγάπης» της Τώνιας Μαρκετάκη (1983)
Φυσικά είναι αδύνατον μέσα στον ελάχιστο χώρο μια σελίδας να κάνει κανείς μια ολοκληρωμένη αποτίμηση του έργου και της δράσης του.
Όμως αξίζει να κρατήσουμε κάτι που είναι σχεδόν ανύπαρκτο στους σημερινούς διανοουμένους. Οι ιδέες, το έργο και η ζωή του συμβάδιζαν αρμονικά, ακόμη κι όταν βρέθηκε σε τεράστιες δυσκολίες.
Καυτηρίασε με τον πιο γλαφυρό και αριστουργηματικό τρόπο την ίδια τη τάξη του μέσα από το λογοτεχνικό έργο του, κάτι που προφανώς είχε τις συνέπειές του.
Χαρακτηριστική είναι η τελευταία σκηνή στη «Τιμή της αγάπης», όπου η μητέρα της ηρωίδας ενδίδει στον μέλλοντα γαμπρό και είναι έτοιμη να του δώσει τα χρήματα, την προίκα που ζητούσε.
Η αντίδραση της κοπέλας -που περιμένει και παιδί – είναι πραγματικά συγκλονιστική:
«…”Όχι!” του αποκρίθηκε “όχι! για λίγα χρήματα ήσουνε έτοιμος να με πουλήσεις και χωρίς αυτά δε μ’ έπαιρνες. Πάει τώρα η αγάπη. Επέταξε το πουλί!”…»
Κι ακόμη πιο δυναμική η θέληση της να παλέψει:
«…”Πάμε!” είπε ο Αντρέας.
“Όχι!” του ‘πε μ’ απόφαση. “Εδώ είναι ο χωρισμός μας. θα πάω σε ξένα μέρη, σε ξένον κόσμο, σ’ άλλους τόπους. θα δουλέψω για με και για να κουναρήσω το παιδί που θα γεννηθεί. Θα μου δώσει η μάνα γράμματα για να ‘βρω αλλού εργασία. θα τα πάρει από τες κυράδες της. Όχι, δεν έρχομαι! Είμαι δουλεύτρα. ποιόνε έχω ανάγκη;”…»
Όμως δεν έμενε μόνο στα γραπτά. Χαρακτηριστική είναι η αντίδρασή του, όταν το 1911 ο Κάιζερ Γουλιέλμος Β΄ ζήτησε –μεταξύ άλλων λογοτεχνών– να δώσει και ο Θεοτόκης ποιήματά του ώστε να μελοποιηθούν από κορυφαίο Γερμανό συνθέτη.
«Κύριε,
Έλαβα το ευγενικό σας γράμμα και σας ευχαριστώ. Σας δηλώ όμως ότι, πιστός στις σοσιαλιστικές μου αρχές, δεν εσκέφτηκα ποτέ να βάλω την τύχη μου στην υπηρεσία καμιάς εστεμμένης κεφαλής και προ πάντων του Αυτοκράτορα της Γερμανίας» (Μ. Δημητρίου, ό.π.).
Σκεφτείτε σήμερα πόσοι σπεύδουν να δώσουν γη και ύδωρ σε κάθε είδους «σπόνσορα» και πολιτικές εξουσίες για λίγη δόξα και χρήμα… (Θυμήθηκα τη μαντινάδα του Σμαραγδή στον Σαμαρά…)
Με τον ίδιο τρόπο αρνήθηκε το παράσημο του Σωτήρος που του απένειμε το 1912 η Κυβέρνηση Βενιζέλου.
Ωστόσο όταν ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος πήρε το μέρος της Αντάντ, θεωρώντας ότι συντριβή της Γερμανίας θα σήμαινε και συντριβή του ιμπεριαλισμού.
Η οικονομική του καταστροφή τον οδήγησε να κάνει πολλές δουλειές, κρατώντας πάντα την περήφανη και γενναία στάση του. Όταν εκδιώχτηκε ο Κωνσταντίνος διορίστηκε λογοκριτής, αλλά μόλις δυο μέρες παρέμεινε σε αυτή τη θέση, παρά το οικονομικό του αδιέξοδο.
Πολύγλωσσος, εκτός από τα δικά του βιβλία μετέφρασε και πολλά αριστουργήματα της λογοτεχνίας στα ελληνικά.
Πλήθος «έτη συγγραφέων» γιορτάζονται στη χώρα μας, όμως παρά τα 100 χρόνια που έχουν περάσει, μάλλον είναι λίγο «άβολο» το έργο και το παράδειγμα της ζωής του Θεοτόκη.
Νομίζω η καλύτερη τιμή στη μνήμη του είναι ξαναδιαβάσουμε το έργο του. Μακάρι να βρεθεί ο εκδοτικός οίκος -όπως η «Διόπτρα» για τον Καζαντζάκη και τον «Ψυχογιό» για τον Ξενόπουλο- που να μας επανασυστήσει το μοναδικό έργο του…