Του Σταύρου Γεωργά. Διερωτώμαι αν για την έντονη επιθετικότητα την οποία μετά δυσκολίας συγκρατώ, τις τελευταίες ημέρες, ευθύνεται πρωτίστως η ατμόσφαιρα χρεοκοπίας, που γίνεται ολοένα βαρύτερη ή ο αφόρητος καύσωνας. Κανένα απ’ τα δυο δεν είναι φυσικό φαινόμενο ούτως ή άλλως και η διαφορά τους έγκειται στην άδεια που δίνω στον εαυτό μου ν’ αγανακτεί.

Η χρεοκοπία μιας χώρας είναι συνθήκη εξαιρετικά σύνθετη και δεν οικοδομείται εν μιά νυκτί προφανώς. Διστάζω να την απλοποιήσω, λοιπόν, αγανακτώντας και μουντζώνοντας τους κλέφτες που έπεσαν απ’ τον ουρανό και μας κατάντησαν όπως μας κατάντησαν, διστάζω ακόμη περισσότερο όμως να υιοθετήσω ύφος στοχαστικό και να συλλογιστώ τις κοινές -υποτίθεται- αμαρτίες ή να διατυπώσω απόψεις περί μιας άλλης, ευγενέστερης ζωής, που την εξασφαλίζει, απ’ ό,τι λένε, η φτώχεια, υποχρεώνοντάς σε να ζήσεις λιτά, μετρημένα, πιο κοντά στην vita contemplativa, βρε αδερφέ…
Υπάρχει κάτι ασύμμετρο σ’ όσα συμβαίνουν και σ’ εμποδίζει να κάνεις μάθημα στη γιαγιά που ψήφιζε ΠΑΣΟΚ, γιατί ο γέρος της είχε πάρει σύνταξη εθνικής αντίστασης επί αειμνήστου Ανδρέα κι όση συνείδηση δεν τους τη δέσμευσαν τότε (κι αυτηνής και του γέρου της) τους τη λεηλάτησαν έκτοτε τα πρωινάδικα και τα σίριαλ. Η γιαγιά έχασε τη μισή σύνταξή της κι αν ψήφιζε αυτούς που την κορόιδευαν επί χρόνια και στο τέλος τη λήστεψαν, ε, τι να κάνουμε, δεν διέθετε (κι όχι επειδή δεν θα το ήθελε) τις ταξικές προδιαγραφές, το θεωρητικό οπλοστάσιο και την κριτική οξυδέρκεια του κ. Καμίνη ή της κ. Κικής Δημουλά. Πρόκειται, φυσικά, για τα άκρα του φάσματος. Και απαιτούνται διαβαθμίσεις. Ώστε δεν έχω καταλήξει ακόμη αν λυπάμαι ή επιχαίρω για τον ηλίθιο με το 4×4, που οργάνωσε, όχι τη ζωή του, αλλά την κοσμοθεωρία του και την άθλια κοινωνική συμπεριφορά του γύρω από τις πιστωτικές κάρτες, τις ουάου διακοπές (με διακοποδάνειο ή με φράγκα από αρπαχτές) και τη λατρεία συμβόλων όπως ο Πέτρος Κωστόπουλος: την οργάνωσε σαν αντανάκλαση της μιζέριας του στα βρομόνερα του life style, θέλω να πω. Τώρα, εννοείται, αγανακτεί και, δυστυχώς, εξαρτάται και απ’ αυτόν το αν θα δημιουργηθεί η κρίσιμη κοινωνική μάζα, οπότε ή κάνω μια κριτική της ψευδούς συνείδησης εντελώς αντικαντιανή (κανείς δεν φέρει τελικά την ευθύνη των πράξεών του) ή απλώς το βουλώνω… Εκτός κι αν έχει, όπως σήμερα, καύσωνα.
Διότι οι λόγοι για τους οποίους, εδώ και μέρες, περνάω κάθε πέντε λεπτά το σημείο τήξεως είναι οι χίλιοι πασίγνωστοι κι ένας ακόμη: το αιρ κοντίσιον του μαλάκα που λέγαμε, στο φουλ και παντού, να καίει κυριολεκτικά την ατμόσφαιρα. Αυτό το αιρ κοντίσιον έχει τεράστιο συμβολικό βάρος, σημαίνει πολλά, συνοψίζει τον τρόπο με τον οποίο κατανοείς και αντιμετωπίζεις τελικά οτιδήποτε. Κι αν διερωτώμεθα κατά πόσον είναι κριτήριο πολιτισμού, με τη βαθύτερη έννοιά του, μπορούμε να οργανώσουμε τη διερώτησή μας ως εξής: Πρώτα απ’ όλα θα χρειαστεί ν’ αναρωτηθούμε (και ν’ απαντήσουμε, μολονότι με το μέρος των αγωνιζόμενων είμαστε πάντοτε) γιατί το αιρ κοντίσιον στο φουλ το έχουν πάντα και χωρίς εξαιρέσεις οι ταξιτζήδες.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!