Ξανά αντιμέτωπες η μετα-ψυχροπολεμική Ευρώπη και η Ρωσία
του Andrew Korybko*
Η Ευρωπαϊκή Ενεργειακή Γεωπολιτική
Περίπου το 1/3 των συνολικών εισαγωγών φυσικού αερίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης προέρχεται από τη Ρωσία με κάποια μέλη -Φινλανδία, Κράτη της Βαλτικής, Σλοβακία και Βουλγαρία- να εξαρτώνται πλήρως από αυτή για την κάλυψη των αναγκών τους. Από την άλλη μεριά η Ρωσία εξάγει σχεδόν το 80% του πετρελαίου και αερίου της στην Ε.Ε. με τα έσοδα από το εμπόριο ενέργειας να αποτελούν περίπου το 30% του συνόλου των εξαγωγών και το 30% του ΑΕΠ της. Όταν η Ρωσία σταμάτησε την παροχή, επειδή η Ουκρανία αντλούσε παράνομα φυσικό αέριο χωρίς να έχει εξοφλήσει τα χρέη της, η Ε.Ε. αντιμετώπισε έντονη ενεργειακή έλλειψη. Τότε η Ουκρανία διαμετακόμιζε περίπου το 80% του ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη και το μάθημα που πήρε η Ε.Ε ήταν ότι έπρεπε να διαφοροποιήσει τις διαδρομές των αγωγών (και ίσως και τους προμηθευτές της, όπως επιδίωξε μέσω του αποτυχημένου σχεδίου Nabuco) για να μην επαναληφθεί το ίδιο σενάριο. Η επιτυχημένη ολοκλήρωση του αγωγού Nord Stream το 2012 μείωσε κατά 50-60% την εξάρτηση της Ε.Ε. από την Ουκρανία και η ολοκλήρωση του South Stream μπορεί δυνητικά να τη μειώσει ακόμα περισσότερο.
South Stream
Το South Stream είναι ένα σχέδιο, οργανωμένο από τη Ρωσία, για τη δημιουργία ενός αγωγού που θα περνάει κάτω από τη Μαύρη Θάλασσα με κατεύθυνση τα Βαλκάνια και την καρδιά της Ευρώπης. Θα αυξήσει την ενεργειακή εξάρτηση της Ε.Ε. από τη Ρωσία μειώνοντας αντίστοιχα αυτή από την Ουκρανία. Η ραχοκοκαλιά του South Stream θα περάσει από τη Βουλγαρία, τη Σερβία, την Ουγγαρία και τη Σλοβενία, ενώ θα έχει προεκτάσεις προς την Αυστρία, την Κροατία και την Ελλάδα, χώρες που έχουν ήδη υπογράψει συμφωνίες διέλευσης με την Gazprom.
To Πακέτο 2020 για το Κλίμα και την Ενέργεια (CEP)
Αποτελεί μια νομικά δεσμευτική συμφωνία που θα ενεργοποιηθεί το 2020 και αφορά την κοινή ενεργειακή πολιτική των κρατών μελών της Ε.Ε. Επιδιώκει ποσοστά 20% στα εξής: στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, στην αντίστοιχη αύξηση της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, στην ενεργειακή απόδοση. Η επίτευξη των παραπάνω στόχων μεταφράζεται σε μείωση τόσο της κατανάλωσης ενέργειας που προέρχεται από τη Ρωσία όσο και της επιρροής της.
Η Ενεργειακή Κοινότητα
Η Κοινότητα αυτή που δημιουργήθηκε το 2006 επεκτείνει την εσωτερική ενεργειακή πολιτική της Ε.Ε. στην Νοτιοανατολική Ευρώπη και την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, μέσω ενός πλαισίου αμοιβαίων συμφωνιών. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, καθώς αναγκάζει όλα τα κράτη-μέλη της κοινότητας που δεν ανήκουν στην Ε.Ε να ακολουθούν την ενεργειακή της πολιτική.
Το Τρίτο Ενεργειακό Πακέτο (TEΠ)
Αυτή η πρωτοβουλία, που ενεργοποιήθηκε το 2009, αποσκοπεί στη δημιουργία μιας ενοποιημένης ενεργειακής αγοράς μέσα στην Ε.Ε. που στηρίζεται στον διαχωρισμό των μονοπωλίων παραγωγής και διάθεσης. Αυτό αναμένεται να οδηγήσει σε μείωση των τιμών για τους καταναλωτές και αύξηση της ενεργειακής ασφάλειας μέσω της μειωμένης εξάρτησης από ένα μοναδικό προμηθευτή (που αυτή τη στιγμή είναι η ρωσική Gazprom). Το TEΠ είναι το ισχυρότερο όπλο ενάντια στη Ρωσία και τον αγωγό South Stream καθώς έχει τη δυνατότητα να γκρεμίσει το μονοπώλιο της Gazprom. Θεωρητικά μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στην απαλλοτρίωση από την Ε.Ε. ρωσικών περιουσιακών στοιχείων και πέρασμά τους σε μη ρωσικές εταιρίες.
Το Πλήρες Πακέτο
Συνολικά, τα τρία μέτρα αποτελούν ένα πλήρες πακέτο αντίστροφου οικονομικού εκβιασμού ενάντια στη Ρωσία. Ήδη από τον Δεκέμβριο του 2013, η Ε.Ε. δήλωσε ότι οι χώρες που συμμετέχουν στο σχέδιο South Stream θα πρέπει να επαναδιαπραγματευτούν τα συμβόλαιά τους με τη Ρωσία ούτως ώστε να είναι νομικά συμβατά με το Τρίτο Ενεργειακό Πακέτο. Αυτό φέρνει τη Μόσχα και τις Βρυξέλες σε τροχιά σύγκρουσης σχετικά με το μέλλον του South Stream.
Ευρωπαϊκή Ένωση και Ρωσία: Σύγκρουση για τα Βαλκάνια
Η επιτυχία του South Stream δεν θα εδραιώσει μόνο το ρόλο της Ρωσίας ως κύριου προμηθευτή ενέργειας της Ε.Ε. αλλά θα σηματοδοτήσει και ενίσχυση της επιρροής της στα Βαλκάνια. Για την Ε.Ε. ένα τέτοιο σχέδιο είναι απαραίτητο να ακυρωθεί για να επιτρέψει στην Ευρώπη να εντάξει την περιοχή ολοκληρωτικά στη σφαίρα επιρροής της.
Η ουσία του ζητήματος
Τον Δεκέμβριο του 2013, η Κομισιόν έκρινε ότι οι διακρατικές συμφωνίες για το South Stream παραβιάζουν το TEΠ και θεώρησε απαραίτητη την επαναδιαπραγμάτευσή τους. Η Ρωσία ισχυρίζεται ότι αυτές οι αποφάσεις καθυστέρησαν και ότι δεν μπορούν να επιφέρουν καμία αλλαγή δεδομένου ότι η κατασκευή του αγωγού είχε ήδη ξεκινήσει. Η Ρωσία πιστεύει πως θα μπορούσε να επιτευχθεί ένας συμβιβασμός αν ο South Stream εξαιρεθεί από το καθεστώς του TEΠ όπως έγινε και με τον αντίστοιχο Nord Stream.
Αλλά όπως ακριβώς η Ε.Ε. απέρριψε τις προτάσεις της Μόσχας για τριμερείς συνομιλίες σχετικά με την Ουκρανία, έτσι και τώρα ακολουθεί την ίδια τακτική άρνησης κάθε συμβιβασμού σχετικά με το νομικό καθεστώς του South Stream.
Το Στρατιωτικό – Ενεργειακό Σύμπλεγμα προσδοκά μεγάλα κέρδη
Με δεδομένη την πρόθεσή της να σαμποτάρει το South Stream η Ε.Ε. εκμεταλλεύτηκε καιροσκοπικά την κρίση στην Ουκρανία για να δικαιολογήσει τη μονομερή διακοπή των συνομιλιών πάνω στο ζήτημα αυτό. Χειραγωγούμενη σε ένα βαθμό από το ΝΑΤΟ και τις ηγεμονικές επιδιώξεις των ΗΠΑ στην περιοχή, έσπευσε να δηλώσει ότι θα αναζητήσει εναλλακτικούς προμηθευτές φυσικού αερίου. Σχετικές προτάσεις περιλαμβάνουν εναλλακτικές λύσεις ακριβότερες από την αγορά ενέργειας από τη Ρωσία όπως την αγορά υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από τις ΗΠΑ και το Κατάρ και την εμπλοκή σε ενεργειακά πρότζεκτ στη Βόρεια Αφρική.
Πώς η TTIP ευνοεί τις ΗΠΑ
Πίσω από την απόφαση της Ε.Ε. κρύβεται ένα ευρύτερο πλέγμα οικονομικών συμφερόντων. Οι ΗΠΑ επιδιώκουν να ολοκληρώσουν την συμφωνία Υπερατλαντικής Εμπορικής και Επενδυτικής Συνεργασίας με την Ε.Ε. Ο πρόεδρος Ομπάμα επισκέφτηκε τις Βρυξέλλες στο τέλος Μαρτίου επιχειρώντας να παρουσιάσει την TTIP σαν παράγοντα διευκόλυνσης της συνεργασίας μεταξύ Ε.Ε. και ΗΠΑ στον τομέα του υγροποιημένου φυσικού αερίου. Μέσα στον πανικό τους, οι νομοθέτες της Ε.Ε. μπορεί να είναι πιο πρόθυμοι για συνεργασία με τις ΗΠΑ στα πλαίσια του TTIP από ποτέ. Την κατάλληλη στιγμή ο υπερήρωας TTIP εμφανίζεται για να σώσει την «φτωχή» Ε.Ε από τα νύχια του κακού Πούτιν.
Το ένα χέρι νίβει το άλλο (Αμοιβαίες Εξυπηρετήσεις)
Η ουκρανική κρίση λειτούργησε ως καταλύτης για να βρει η Ε.Ε. την πολιτική βούληση για να προχωρήσει ολοταχώς προς την κατεύθυνση της ενεργειακής αποδέσμευσής της από τη Ρωσία αν και θα χρειαστεί πολύς χρόνος για να ολοκληρωθούν τέτοια σχέδια. Οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. άρπαξαν την ευκαιρία να παραμερίσουν τα ενεργειακά συμφέροντα της Ρωσίας και να προωθήσουν εναλλακτικά ενεργειακά σχέδια. Αυτές οι πολιτικές εξυπηρετούν σημαντικούς γεωοικονομικούς και γεωπολιτικούς στόχους των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ, καθώς και κάποιων κρατών-μελών της Ε.Ε. έτσι ώστε είναι πιθανή κάποια σχέση μεταξύ της επιχείρησης αποσταθεροποίησης στην Ουκρανία το Νοέμβρη και των αντι-ρωσικών δηλώσεων της Ε.Ε τον Μάρτιο.
Ιστορική στροφή των Βρυξελλών
Η Ε.Ε. διατηρεί το προνόμιο να σαμποτάρει την ενεργειακή συνεργασία της Ρωσίας με την υπόλοιπη ήπειρο μέσω της πολιτικής επιβολής που διαθέτει στα Βαλκάνια. Με το πρόσχημα της τιμωρίας της Ρωσίας για την επανένωσή της με την Κριμαία, οι Βρυξέλλες έκαναν μια ιστορική στροφή μακριά από τη Μόσχα για να πετύχουν προσχεδιασμένες γεωοικονομικές και γεωστρατηγικές επιδιώξεις (την απεξάρτησή τους από τη Ρωσία με κάθε κόστος). Η αμοιβαία εμπιστοσύνη ανάμεσα στη Ρωσία και την Ε.Ε. έχει χαθεί οριστικά. Το θέμα δεν είναι εάν η Ε.Ε και η Ρωσία θα ακολουθήσουν διαφορετικές κατευθύνσεις για να εξυπηρετήσουν τους δικούς τους αμυντικούς σκοπούς η κάθε μία αλλά σε ποιο βαθμό θα γίνει αυτό. Όλα ξεκίνησαν με τα νομικά κωλύματα που έφερε η Ε.Ε. στο South Stream μετά την έναρξη της κατασκευής του και την υπογραφή των σχετικών συμφωνιών. Το φιλόδοξο όραμα που παρουσίασαν οι ιθύνοντες της Ε.Ε. το Μάρτιο του 2014 και η τολμηρή ρητορική που το συνόδευε δείχνουν ότι ενώ είναι βέβαιοι για τον επαναπροσδιορισμό της ενεργειακής πολιτικής της Ένωσης, διατηρούν κάποιες αμφιβολίες για το χρόνο ολοκλήρωσής του. Έτσι, η βασική κληρονομιά της κρίσης στην Ουκρανία ίσως δεν είναι ότι η Ρωσία και η Κριμαία ενώθηκαν ξανά μετά από μισό αιώνα αλλά ότι η μετα-ψυχροπολεμική Ευρώπη και η Ρωσία χρειάστηκαν πολύ λιγότερο χρόνο για να βρεθούν ξανά αντιμέτωπες.
* Αναδημοσίευση άρθρου του στο Foreign Policy Journal
Μετάφραση: Νίκος Μαγνήσαλης