Σκέφθηκα να κάνω μια παρέκβαση στο σημερινό σημείωμα. Στα συρτάρια μου βρήκα ένα κείμενο σκέψεων του 2013, που προσπαθούσε να εντοπίσει το υποκείμενο στην Ελλάδα του 2013. Νομίζω ότι το θέμα «υποκείμενο και χώρα» είναι ένα από τα κεντρικά ζητήματα και ζητούμενα. Το παραθέτω λοιπόν αυτούσιο, σαν καταγραφή ενός προβληματισμού, και στη συνέχεια σχολιάζω λίγο τη σημερινή μας κατάσταση: 

Υποκείμενο στην Ελλάδα (τέλη) 2013

Με βάση την αντίθεση
«τόπου / χώρας / έθνους / λαού / κοινωνίας / υποτελών τάξεων / πλήθους / ψηφοφόρων / κοινωνίας / ανθρώπων» από τη μία
και
«επιτροπείας / νέου καθεστώτος / Μνημονίων-Τρόικας / πολιτικού συστήματος – ντόπιας ολιγαρχίας» από την άλλη

Μια από τις πλέον ταλαιπωρημένες έννοιες, το «υποκείμενο», μας εξαναγκάζει να σκεφτούμε για την κατάσταση, τις τάσεις, τη δυναμική, τις αντιφάσεις, τα προβλήματα του τμήματος της κοινωνίας που πλήττεται – συνειδητοποιείται – αγωνίζεται ενάντια στις θηλιές των Μνημονίων και της Τρόικας. [«Η ζωή σε κοινωνία, οι παραγωγικές δηλαδή σχέσεις, είναι αδιάκοπη πάλη ανάμεσα σε τάξεις και σε άτομα», Χ. Θεοδωρίδης].

Ο Κάρελ Κόσικ (Τσέχος φιλόσοφος) επιμένει, μιλώντας για το υποκείμενο και την απογοήτευση όσων είπαν αντίο στο προλεταριάτο γιατί δεν συμπεριφέρθηκε σύμφωνα με τις ιδέες τους και δεν έγινε υποκείμενο του ιστορικού μετασχηματισμού: «Υπάρχουν πολλοί υποψήφιοι για το ρόλο του ιστορικού υποκειμένου, αλλά μόνο στην περίοδο κατά την οποία το “εμβρυϊκό υποκείμενο” θέτει την υποψηφιότητά του, δείχνει πρακτικά εάν είναι αληθινό υποκείμενο και αν έχει τη δύναμη και το θάρρος να υλοποιήσει, μόνο του ή ενοποιημένο με άλλα υποκείμενα, την ιστορική αλλαγή. Στόχος του δεν είναι η σύσταση μιας ιδεώδους κοινωνίας, αλλά η προσπάθεια να απομακρύνει τον κίνδυνο που κρέμεται πάνω από τη σύγχρονη ανθρωπότητα, να αντιτεθεί στην πλανητική ένωση των κατακτητών και των εμπόρων. Το υποκείμενο του ιστορικού μετασχηματισμού αναγνωρίζει την απειλή, την περιγράφει και προτείνει ένα πρόγραμμα άμυνας».

Το «υποκείμενο» στα μνημονιακά χρόνια στη χώρα μας, που ο καθένας το προσλαμβάνει νοητικά με διάφορες παραστάσεις – έννοιες – στερεότυπα, εντούτοις ήταν και είναι πραγματικό, και προκάλεσε ποικίλες αναστατώσεις, σημαντικές τροποποιήσεις συσχετισμών, έντονη κινητοποίηση μηχανισμών και πολλά συναισθήματα, όπως θαυμασμό, προσδοκία, αμηχανία, ίσως και απογοήτευση.

«Στόχος του υποκειμένου δεν είναι η σύσταση μιας ιδεώδους κοινωνίας, αλλά η προσπάθεια να απομακρύνει τον κίνδυνο που κρέμεται πάνω από τη σύγχρονη ανθρωπότητα, να αντιτεθεί στην πλανητική ένωση των κατακτητών και των εμπόρων» (Κάρελ Κόσικ)

Το «υποκείμενο»:

  • ως χώρα που διαλύεται, ως έθνος υπό διωγμό και τιμωρία, ως λαός που πλήττεται, ως τάξεις που ρευστοποιούνται και υποτιμούνται, ως τόπος που απογυμνώνεται, ως ιστορία που αναδύεται, ως πολιτισμός που έμοιαζε να εξαφανίζεται αλλά ακόμα εμπνέει, ως ριζοσπαστισμός που προβάλλει ρωμαλέος και υποστρέφει σαν δεν βρίσκει διέξοδο, ως λαϊκή επένδυση σε μια μη δοκιμασμένη νεοαριστερά, ως επιφυλακτική ανάθεση σε κάποιον δια της ψήφου,
  • υπήρξε πρωταγωνιστής των 3,5 χρόνων νέας κατοχής-επιτροπείας και, παρά το ανυποψίαστο πρόσφατο παρελθόν (μη κατανόηση της εξάντλησης τόσο του μεταπολιτευτικού όσο και του μεταπολεμικού μοντέλου ύπαρξης και αναπαραγωγής-διαιώνισης της μεταπρατικής ευρωπαϊκής Ελλάδας) και παρ’ ότι εντελώς απροετοίμαστο για όσα ήρθαν,
  • ξεπέρασε τα εθνικά όρια, αντιμετωπιζόμενο από ευρωπαϊκούς λαούς και ακόμη μακρινότερους προοδευτικούς ανθρώπους – και συλλογικά εγχειρήματα (Λατινική Αμερική, παράδειγμα Βολιβίας) σαν μια ελπίδα, σαν ένα επίκεντρο μιας μεγάλης και σημαντικής αναμέτρησης.

Μέσα σ’ όλες τις συντελούμενες μεταβολές, στην εποχή της ολόπλευρης κρίσης-κατακρήμνισης-ρευστοποίησης του στάτους και της ταυτότητας μιας κοινωνίας, ενός τόπου, μιας χώρας, η χρονική συνειδητοποίηση των διεργασιών δεν ακολουθεί μια «κανονική» σειρά γεγονότων. Της απότομης και αδικαιολόγητα απροσδόκητης χειροτέρευσης όλων των υλικών και πολιτιστικών όρων ύπαρξης (εξ ου και ο Μαρξ αναγορεύτηκε ξανά ως προφήτης και επίκαιρος το 2008-2009) δεν προηγήθηκε ουδεμία ιδεολογική προετοιμασία. Έγινε το ακριβώς αντίθετο: νάρκωση και επανάπαυση μέσα από μικρές αφηγήσεις και ξεθωριασμένες «μεγάλες ιδέες» (ευρωπαϊσμός, σημιτισμός, εκσυγχρονισμός, Ολυμπιάδα αλλά και Σάμινα και Λαύριο και χρηματιστήριο). Το πλαστικό χρήμα, το πλασματικό κεφάλαιο, κατόρθωσε να επεκτείνει στο χρόνο την εκδήλωση της παρόξυνσης της κρίσης.

Η συνειδητοποίηση επομένως, δεν προηγείται, έπεται. Όλα εκτυλίσσονται σαν αδιανόητα, μη προβλέψιμα, ούτε από το πιο διεισδυτικό και έμπειρο μυαλό. Άρα και το «υποκείμενο» βιώνει, σημαδεύεται από αυτήν τη δύσκολη και αντιφατική πορεία συνειδητοποίησης. Ένα «υποκείμενο» υπό διαμόρφωση, χωρίς εκ των προτέρων διαμορφωμένο προσανατολισμό, χωρίς προπαρασκευαστική μεθοδική διεργασία. Απότομα, αναγκαία, σε πυκνή σύγχυση, αλλά και με ορμή –αρχικά– μάθησης, αναζήτησης, αλλαγής. Ως ένα όριο, όσο διαρκεί ένα μεγάλο κύμα, μέχρι να υποχωρήσει για να προετοιμάσει ένα άλλο, ισχυρότερο ή πιο αδύναμο, δεν ξέρουμε, αλλά και ούτε διαθέτουμε ακόμη εργαλεία σοβαρής πρόγνωσης.

Στοιχείο της φάσης που διανύει γενικά το κίνημα στις απαρχές του 21ου αιώνα, χωρίς θεωρία, «πρωτόγονο» και ταυτόχρονα φορέας καινούριων αναγκών και προσδιορισμών που να το καταστήσουν γόνιμο, χρήσιμο και ελπιδοφόρο. Βηματισμοί ενός ιστορικού κινήματος μετάβασης που δεν έχει επίγνωση –παρά μόνο μερική– της ιστορικότητάς του.

Το «υποκείμενο» δεν είναι μια επαναστατική τάξη, δεν είναι μια τάξη υπό συγκρότηση για τον εαυτό της. Είναι διάχυτο-ετερογενές και διαπερνιέται, διαμορφώνεται από συνισταμένες δυνάμεις και τάσεις. Το «πειραματόζωο» είναι το υποκείμενο σε όλες του τις διαστάσεις. Όπως όλα τα πειραματόζωα, χωρίς συνείδηση, χωρίς γνώση, αφημένο στα χέρια των ειδικών –που ενδιαφέρονται για το καλό του– χωρίς κανένα σινιάλο για τους ακρωτηριασμούς που θα υποστεί, με έντονη αντίδραση μόλις άρχισε το πείραμα και σε ολόκληρη την εξέλιξή του. Υποκείμενο-πειραματόζωο χωρίς συνείδηση, δίχως ιδεολογική και πνευματική προετοιμασία, με στοιχειακές αντιδράσεις και συντελούμενη συνειδητοποίηση μέσα στο χρόνο και το χώρο του πειράματος.

Στην πραγματικότητα, στη χώρα μας είχαμε την ανάδειξη ενός σύγχρονου εθνο-λαϊκού κοινωνικού υποκειμένου που η συγκρότησή του ξεπερνούσε και ξεπερνά τα πλαίσια του μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος, την εμπειρία του πολιτικού και συνδικαλιστικού αγώνα όπως αυτός διεξάγονταν ως τις μέρες του, όπως και τα στερεοτυπικά σχήματα της παραδοσιακής Αριστεράς.

Είχαμε μπροστά στα μάτια μας τη φανέρωση και τις εκδηλώσεις ενός σύγχρονου εθνο-λαϊκού κοινωνικού υποκειμένου που συμβάδιζε χρονικά, αλλά και σε μορφές ύπαρξης, με μεγάλα κινήματα-αντιστάσεις-μεταβάσεις του σύγχρονου κόσμου (Λατινική Αμερική, Αραβικές εξεγέρσεις-επαναστάσεις, κινήματα «αγανακτισμένων» Ισπανία κ.λπ.), μορφές ύπαρξης-αντίστασης-εξέλιξης-προγραμματικής άρθρωσης της Διεθνούς Κοινότητας των Λαών.

Για να συνεννοηθούμε καλύτερα: Η εξέλιξη της κρίσης και οι αναδιαρθρώσεις που την ακολουθούν, η ολομέτωπη επίθεση του κεφαλαίου, ο νέος διεθνής καταμερισμός εργασίας, η μετατόπιση του παραγωγικού επίκεντρου από τη Δύση προς την Ανατολή, η νέα ταξική σύνθεση και κοινωνική πόλωση με κύρια μορφή την προλεταριοποίηση και τις ειδικές μορφές που αυτή παίρνει, τα νέα γεωπολιτικά δεδομένα και ιδιαίτερα στην Ευρώπη, η γερμανοποίησή της και η εξαπόλυση κυμάτων πανευρωπαϊκής λιτότητας, το βάθεμα του χάσματος μεταξύ Βορρά και Νότου, τα νέα πειραματικά πιλοτικά εργαλεία και προγράμματα (διαρθρωτικά προγράμματα προσαρμογής, Μνημόνια, τρόικες, διάσωση τραπεζών, κούρεμα καταθέσεων κ.λπ.), δεν οδήγησαν σε μια ανάδυση ενός κινήματος της εργατικής τάξης, των εργαζόμενων συνολικά, έστω ενός μετώπου της εργατικής τάξης, παρ’ όλη την όξυνση του κοινωνικού ζητήματος (προλεταριοποίηση νέου τύπου, δομική ανεργία, καταστροφή μικρομεσαίων κ.λπ.). Οδήγησαν σε πιο πολύπλοκες και σύνθετες μορφές κοινωνικής και πολιτικής έκφρασης και διαμεσολάβησης.

Όταν λέμε εθνο-λαϊκό κοινωνικό υποκείμενο δεν καταργούμε την ταξική υπόσταση-διάσταση, αλλά δεν είναι αυτή η κυρίαρχη μορφή έκφρασης και εκδήλωσης του υποκειμένου. Όταν λέμε εθνο-λαϊκό κοινωνικό υποκείμενο δεν το θέτουμε με όρους παρελθόντος, με όρους π.χ. ΕΑΜ, αλλά με τους όρους μιας νέας κοινωνικής πολιτικής ταξικής σύνθεσης που δημιουργείται σε παγκόσμιο επίπεδο, και με τις ειδικές μορφές που αυτή παίρνει σε κάθε εθνοκρατικό σχηματισμό. Δεν εμφανίζεται σε κάθε χώρα και τόπο ή περιοχή. Εμφανίζεται εκεί όπου συντρέχουν όροι και διεργασίες, όπου οι αντιθέσεις είναι οξύτερες, όπου το ιστορικό στοιχείο διαπερνά τους σχηματισμούς, όπου οι περιοχές στις οποίες εμφανίζεται βρίσκονται μπροστά σε μεγάλα ιστορικά διλήμματα καταστροφής, επεμβάσεων, εξεγέρσεων, επαναστάσεων. Όχι λοιπόν σε κάθε εθνοκρατικό σχηματισμό γενικά, αλλά σε εκείνους που βρίσκονται στο επίκεντρο ιστορικών διεργασιών και εξελίξεων (π.χ. χώρες Λατινικής Αμερικής, Αραβική Άνοιξη, Ελλάδα πρόσφατα).

Γιατί; Πολιτικοί και ιδεολογικοί όροι – ιστορική φάση – ανάδυση και όξυνση κι άλλων βασικών αντιθέσεων. Αναδιάρθρωση, κεφάλαιο, ζωντανή εργασία, νέα προλεταριοποίηση, ιμπεριαλισμός μέσα στην κρίση με αρπαγή των άλλων (Χάρβεϋ), ανάδυση του εθνικού ζητήματος στις νέες συνθήκες – σύμπλεξη ταξικού-εθνικού στοιχείου. Γενική υποχώρηση αριστεράς-εργατικού κινήματος, ιδεολογικός αφοπλισμός-ευνουχισμός για πάνω από 30 χρόνια (συνδιαχείριση, γενική γραμμή μέσα στην κρίση κ.λπ.). Γιατί δεν υπάρχει εργατικό κίνημα, κομμουνιστικό κίνημα;

Το «υποκείμενο» δεν είναι ένα κόμμα. Δεν είναι ποτέ καθαρά ή μόνο πολιτικό.

[τέλος κειμένου 2013]

Τι έγινε, πού βρισκόμαστε σήμερα

Οι σκέψεις που προηγήθηκαν γράφτηκαν μέσα σε μια φάση ανόδου του μαζικού λαϊκού αντιμνημονιακού κινήματος, ενός κύματος που κράτησε μέχρι το καλοκαίρι του 2015, με χαρακτηριστική εκδήλωση το δημοψήφισμα και το «ΟΧΙ» του ελληνικού λαού. Αποδείχθηκε πως το σκίρτημα του ελληνικού λαού τότε απείχε από το να είναι ένα πραγματικό υποκείμενο με ένα πρόγραμμα και στόχους λαϊκού κινήματος. Η «ανάθεση» σε ένα νέο και μικρό κόμμα, ο κυβερνητισμός και η «διαπραγμάτευση» με την τρόικα γρήγορα έδειξαν τα όρια του αντιμνημονιακού κινήματος.

Μέσα στα πλαίσια εκείνων των χρόνων (2010-2015) κυκλοφόρησαν πολλές ιδέες και προτάσεις για ένα νέο ΕΑΜ, για ένα Παλλαϊκό Μέτωπο, δημιουργήθηκαν νέες κινήσεις και κόμματα, προβλήθηκαν ιδέες μονοθεματικές (π.χ. επιστροφή στην δραχμή), εξόδου από την Ε.Ε. και άλλες, χωρίς όμως να μπορέσουν να δημιουργήσουν, ή να συγκροτήσουν, μια σοβαρή πολιτική και κοινωνική κίνηση.

Από δε το 2015 έως σήμερα το γενικό φόντο έχει αλλάξει πολύ. Δεν είναι μια φάση ανόδου του λαϊκού κινήματος, είναι μια περίοδος εκπνοής της διαθεσιμότητας του κόσμου: ο ΣΥΡΙΖΑ μαζί με όλο τον υπόλοιπο πολιτικό κόσμο εφάρμοσε το 3ο και επαχθέστερο όλων μνημόνιο, αποδέχθηκε την συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας για το μεταναστευτικό, ψήφισε τη συμφωνία των Πρεσπών (και ακόμα περηφανεύεται γι’ αυτό). Με λίγα λόγια άνοιξε σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο την αυτοδύναμη επάνοδο της Ν.Δ. στην κυβέρνηση το 2019. Όλα όσα συνέβησαν με την πανδημία, τον πόλεμο και τις εκλογές στην Ελλάδα το περσινό καλοκαίρι δείχνουν μια σημαντική πολιτική συντηρητικοποίηση και ένα τύπο διαχείρισης από τον Μητσοτάκη χωρίς αντίπαλο. Η Αριστερά (πλην ΚΚΕ) βολοδέρνει σε μια τεράστια κρίση. Η χώρα αντιμετωπίζει ένα μεγάλο υπαρξιακό πρόβλημα, αλλά όλος ο πολιτικός κόσμος (μαζί και το ΚΚΕ) ποντάρει στα ποσοστά των επόμενων ευρωεκλογών. Η χώρα γίνεται ορμητήριο, οι υποδομές καταστρέφονται, τα πάντα ιδιωτικοποιούνται. Λείπει μια πρόταση εναλλακτική, μια πρόταση κινηματική, μια διεργασία συσπείρωσης που να είναι ευρύχωρη και όχι καπελωμένη.

Η κρίση της χώρας είναι μεγάλη, αλλά και οι ορίζοντες της υπαρκτής αριστεράς δεν μπορούν να συλλάβουν το τι γίνεται. Η δική τους κρίση είναι μεγαλύτερη. Γιατί; Ο λόγος είναι απλός αλλά και σοβαρός: δεν μπορούν να συνδέσουν τα κοινωνικά (και ταξικά) ζητήματα με τα εθνικά. Τους λείπει αυτή η «μικρή λεπτομέρεια». Αντιμετωπίζουν την Ελλάδα σαν μια ιμπεριαλιστική χώρα, την ελληνική κοινωνία σαν οπισθοδρομική και καθυστερημένη. Άλλοι μικρότεροι σχηματισμοί ζουν στους μικροκόσμους τους και διάγουν μια ζωή γεμάτη φραξιονιστικό πάθος και διασπάσεις.

Σε μια χώρα σαν την Ελλάδα δεν μπορεί να σταθεί καμία πρόταση, κανένα εγχείρημα, κανένα πολιτικό λαϊκό κίνημα χωρίς να συνδυάζει το κοινωνικό ζήτημα με το εθνικό. Αυτό σε ένα βαθμό γίνονταν στα χρόνια 2010-2015, κυρίως από τα κάτω, στις γενικές απεργίες, στις Πλατείες όλης της χώρας. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούσε, ούτε ήθελε να σηκώσει αυτό το βάρος. Νόμιζε ότι με μια «διαπραγμάτευση» η ευρωκρατία «κάτι» θα του παραχωρούσε, και έτσι διαψεύστηκε τελείως.

Σε μια χώρα σαν την Ελλάδα δεν μπορεί να σταθεί καμία πρόταση, κανένα εγχείρημα, κανένα πολιτικό λαϊκό κίνημα χωρίς να συνδυάζει το κοινωνικό ζήτημα με το εθνικό

Ποια η βασική αιτία μη κάλυψης του κενού;

Αν θέλουμε να σταθούμε σοβαρά και να εκτιμήσουμε την κατάσταση που βρισκόμαστε, θα πρέπει να διαπιστώσουμε ότι αυτή είναι άσχημη σε επίπεδο συσχετισμών, ότι υπάρχει γενικευμένη μια σύγχυση και ένα αίσθημα ανημπόριας, και μια εσωστρεφής περίπτυξη προς ατομική επίλυση του τεράστιου προβλήματος επιβίωσης που έχουν τα λαϊκά νοικοκυριά. Από πλευράς «υποκειμένου» είμαστε σε πολύ άσχημη κατάσταση. Κι αυτό είναι μια αφετηρία: όποιος δεν το διαπιστώνει είναι ανήμπορος να κάνει οτιδήποτε (το «όποιος» αναφέρεται σε πολιτικά πρόσωπα, οργανώσεις, κόμματα κ.λπ.).

Αν είναι έτσι, υπάρχει ένα βασικό ερώτημα που ζητά απάντηση: Γιατί μέσα σε 9 χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από το 2015 δεν ξεπρόβαλλε κανένα ενδιαφέρον εγχείρημα, κάποια διεργασία που να αλλάζει ορισμένα δεδομένα, να δημιουργεί ένα άλλο, έστω μικρό συσχετισμό, σε επίπεδο ιδεών, προτάσεων και πράξης;

Το ερώτημα δεν είναι εύκολο να απαντηθεί και έχει πολλές πλευρές. Η συνηθισμένη απάντηση είναι ότι ο καθένας θέλει να έχει το «μικρό του αμπέλι» και έχουμε πήξει στους πολλούς «αρχηγούς». Υπάρχει τέτοια πλευρά; Βεβαίως, αλλά δεν μπορεί να εξηγήσει μια 9χρονη «άπνοια». Το ξέκομμα από την κοινωνία και η ενασχόληση μέσα σε μια σφαίρα στερεοτύπων και «αληθειών», χωρίς να νοιάζεται κανείς τι σημαίνουν αυτά για τον πολύ κόσμο και τα προβλήματά του, είναι κι αυτός ένας λόγος.

Το κεντρικό, βασικό, αποφασιστικό ζήτημα που καθορίζει τη σημερινή κατάσταση του «υποκειμένου» είναι ένα αντικειμενικό πρόβλημα που ζητά λύση, αλλά δεν λύνεται δια μαγείας. Ποιο είναι αυτό; Δεν υπάρχει εύκολος δρόμος αυθυπαρξίας της χώρας. Εδώ είναι το ζήτημα των ζητημάτων που ζητά μια ορισμένη λύση. Οι ελίτ έχουν την απάντηση: μια μορφή μεταπρατισμού ακόμα και με υποχωρήσεις είναι η καλύτερη λύση. Το άλλο «στρατόπεδο» τι έχει να αντιπροτείνει με μια πειστικότητα; Αλλιώς ειπωμένο, τι κάνει για να το απαντήσει, πόσο μοχθεί για απαντήσεις, για θεωρία, για πρόγραμμα και φυσικά για τον φορέα τους, δηλαδή ένα σύγχρονο υποκείμενο;

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!