Αρχική κοινωνία Του χρόνου το κυνήγι

Του χρόνου το κυνήγι

Του Μάρκου Δεληγιάννη

Χτύπα ανελέητα, Χρόνε, το ραβδί σου στη σάρκα μας, την ανυπεράσπιστη. Άφησε τον ήχο σου τον διαπεραστικό να πέσει πάνω σε βουνοκορφές, σε θάλασσες, σε πόλεις και χωριά. Η θλιβερή σου η κωδωνοκρουσία θα σημάνει μεσ’ του χειμώνα την παγωνιά, πως ο χρόνος ο παλιός, κείτεται τώρα νεκρός. Κι εμείς θα πρέπει αυτό, να το γιορτάσουμε κι ευθύς, στις ολόφωτες πλατείες της πόλης να ξεχυθούμε και εκεί, συγκινημένοι να παρασταθούμε στις τελευταίες στιγμές ενός γέροντα, που μόνο πίκρες μας κέρασε. Κι ύστερα, αλαλάζοντες, να υποδεχθούμε τον νιογέννητο διάδοχο, 2014 θα τον φωνάζουμε. Όμως ο κτύπος ο μονότονος του ρολογιού, του χρόνου ο τροβαδούρος, υπόμνηση είναι, μα συνάμα και ευθύνη σοβαρή για όλους εμάς. Παρόρμηση μοναδική, να πιάσουμε μολύβι και χαρτί και παρευθύς το δούναι και λαβείν του χρόνου, που μόλις πέταξε μακριά απ’ της ζωής το προσκήνιο, να καταγράψουμε.
Τι άραγε συνέβη μέσα σ’ αυτόν τον μοιραίο καταγεγραμμένο χρόνο; Πόσες απώλειες, το μουντό φως των αριθμών φώτισε; Αλήθεια, πόσοι φίλοι χάθηκαν άκλαυστοι, χωρίς τη δική τους θέληση, αλλά με το δικό τους χέρι, τραγικοί αυτόχειρες, μην αντέχοντας τη ζωή τους να εναποθέσουν στων τοκογλύφων τα χέρια; Εγκατέλειψαν για πάντα του ταξιδιού την περιπέτεια, πριν η ψυχή τους προλάβει να γεράσει. Καταμετρήσεις στατιστικολόγων. Πόσα τεμάχια ζωής μέσα στο χρόνο που φτερούγισε παραδόθηκαν στα ταμεία είσπραξης φόρου νιότης, ομορφιάς, αξιοπρέπειας;
Τέτοια ταπείνωση! Θεατές εμείς, εξαναγκασμένοι από φόβο που ενσταλάχτηκε στις ψυχές μας, μιας κακοπαιγμένης ιλαροτραγωδίας: Η αιθαλομίχλη και τα στιβαρά χέρια των ανθυπάτων!
Πόση άραγε κακοποίηση θ’ αντέξει ακόμη η ζωή; Η ανάσα δυσκόλεψε. Η αιθαλομίχλη αγκάλιασε τις πόλεις μας κι οι πρωταγωνιστές αυτής της φάρσας κήρυξαν, λέει, τις πληγείσες περιοχές σε κατάσταση συναγερμού. Βγήκαν στο γυαλί τα αστέρια του θιάσου κι ανήγγειλαν με λόγια τρανταχτά: Ω, ιθαγενείς, παύσατε να καίτε ξύλα! Βάλτε μπουρλότο στην αξιοπρέπειά σας! Ντυθείτε καλά, το κρύο ν’ αντέξετε! Όπου νάναι, ο ήλιος θα λάμψει κι η θέρμανση της φύσης θα σας ανακουφίσει! Εμείς εδώ, κρατάμε τις τιμές των καυσίμων ψηλά και τους ιδιοκτήτες πισινών τιμωρούμε, ενώ παράλληλα, τη χώρα προφυλάσσουμε απ’ των λαθρεμπόρων τις επιδρομές.
Τι ντροπή! Η μέτρηση του χρόνου κατάντησε εφιάλτης σωστός. Κι ο απολογισμός συνεχίζεται. Οι πάνσοφοι εντολοδόχοι της διεθνούς των υαινών δύσκολα κάνουν λάθος. Εκεί που η γνώση είναι απούσα, ο έρωτας για ζωή είναι παράνομος. Τούτη τη νύχτα τη χειμωνιάτικη, που η νιότη και πάλι βρίσκεται σε διωγμό, εμείς, μοιραίοι κι άβουλοι, ξοδεύουμε το χρόνο σε συζητήσεις ανούσιες, ενώ το πανεπιστήμιο της Κρήτης σε συνεργασία με το Κέντρο Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ, πραγματοποίησε έρευνα που έδειξε πως σχεδόν το 17% του νεανικού πληθυσμού της χώρας μας είναι καπνός, είναι άφαντο, δεν υφίστανται στα κιτάπια της πολιτείας. Νέοι άνθρωποι, που μόλις αρχίζει η φλόγα να καίει στα στήθια τους, η πολιτεία, σκανδαλωδώς, τους αγνοεί. Βλαστάρια που διψούν για δράση, ομορφιά, για μάθηση, από 15 έως 24, δεν υπάρχουν πουθενά, ούτε στους καταλόγους των σχολείων, ούτε στις λίστες κατάρτισης κι αγοράς εργασίας. Η γενιά του λούμπεν προλεταριάτου κατασκευάζεται. Άραγε στα βαρύγδουπα πρωτοχρονιάτικα διαγγέλματα, που τα τηλεοπτικά κανάλια ακούραστα θα επαναλαμβάνουν, θ’ ακουστεί κάτι, θα γίνει έστω και μια ασήμαντη νύξη γι’ αυτές τις κλεμμένες ζωές; Αλίμονο στη χώρα, που η νιότη διώκεται.
Όταν το οχυρό του πολιτισμού πέσει, τότε όλα είναι εύκολα, η άλωση αυτού του λαού είναι προδιαγεγραμμένη. Κάποιοι αποφάσισαν πως το κατώτατο ωρομίσθιο των ηθοποιών θα είναι 3,52 ευρώ την ώρα, οι πρόβες απλήρωτες και πάνω απ’ όλα το σωματείο των ηθοποιών -ΣΕΗ- καθεύδει. Απροστάτευτος ο ηθοποιός από τη μνημονιακή λαίλαπα. Το ελεύθερο θέατρο κλονίζεται συθέμελα. Τα διδάγματα της σχολής του Σικάγου σε πλήρη εφαρμογή. Ο Φρίντμαν και πάλι επίκαιρος. «Οι Λευκές Σελίδες» εν πλήρει δράση. Ο εργαζόμενος δεν πρέπει να έχει κανένα πλέον δικαίωμα. Οι συμβάσεις εργασίας, προϊόν αγώνων και σκληρών διαπραγματεύσεων, τείνουν να κοσμούν τα ράφια των μουσείων. Ο εργαζόμενος θα κύπτει την κεφαλή και θα υπακούει. Ο χρόνος, φίλοι μου, τελειώνει.
Καιρός ν’ ακουσθεί στις πλατείες, στους ολόφωτους έρημους δρόμους, στων καφενείων την καπνισμένη ατμόσφαιρα, στις αγορές τις λαϊκές, στου λιμανιού τους ντόκους, στις κακοφωτισμένες γειτονιές εκεί, που το κρύο έχει μόνιμη στέγη, στο τσίρκο και στα χαρτοπαίγνια, πως τίποτα δεν θ’ αλλάξει κι ο χρόνος που θα έλθει ένα μάταιο κυνήγι της ώρας θα είναι, αν ο άνθρωπος δεν βρίσκεται στο κέντρο των εξελίξεων και όχι οι αριθμοί.

Σχόλια

Exit mobile version