Ποιοι και γιατί μπορεί να ευνοήσουν μια παράταση του βασανιστηρίου της αξιολόγησης ακόμη και μέχρι το καλοκαίρι
Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Η επιστολή Τσακαλώτου προς τους «θεσμούς» και οι νέες δεσμεύσεις που αυτή περιλαμβάνει, εκτός των άλλων, αποτελεί τη βάση παράτασης της διαπραγμάτευσης της δεύτερης αξιολόγησης μέχρι και τον Απρίλιο. Κι αυτό γιατί η επιβεβαίωση της στατιστικής «επιτροπείας» της Eurostat στα δημοσιονομικά δεδομένα μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τους δανειστές, ή τουλάχιστον από το «Schäuble Group», ως πρόσχημα για χρονοκαθυστέρηση της αξιολόγησης.
Η Eurostat θα πρέπει, αφού λάβει τα σχετικά στοιχεία από την ελληνική κυβέρνηση, να ανακοινώσει μέχρι το τέλος του Απριλίου τα στοιχεία για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016. Η κυβέρνηση θεωρεί βέβαιο ότι θα πιστοποιείται υπερκάλυψη του μνημονιακού στόχου 0,5% (πιθανότατα στο διπλάσιο απ’ αυτό), αλλά οι δανειστές προτιμούν να κρατούν σε γκρίζα ζώνη το στοιχείο, ώστε η εκκρεμότητα ως προς τη «νομιμότητα» του έκτακτου βοηθήματος στους συνταξιούχους και της αναστολής του ΦΠΑ στα προσφυγονήσια και η ενεργοποίηση του «κόφτη» με ισοδύναμες περικοπές από τις συντάξεις σε περίπτωση υστέρησης του πλεονάσματος να αποτελέσει de facto στοιχείο της δεύτερης αξιολόγησης.
Οι ενδείξεις του Ιανουαρίου
Η προγραμματισμένη για τις 12 Ιανουαρίου συνεδρίαση του EuroWorking Group και η συνεδρίαση του Eurogroup δυο εβδομάδες αργότερα θα δώσουν την πρώτη ένδειξη για το αν έχει αλλάξει κάτι στα δυο «μέτωπα» που έχουν διαμορφωθεί εντός των Ευρωπαίων δανειστών, αυτό που συγκροτείται με άξονα τη Γαλλία, την Ιταλία, την Κομισιόν και άλλες χώρες οι οποίες έχουν λόγους να απεύχονται αναζωπύρωση της ελληνικής κρίσης, και το άλλο που συγκροτείται περί τη Γερμανία.
Η ανακοίνωση Ντάισεμπλουμ -ο οποίος έχει τους δικούς του εκλογικούς λόγους να μη μείνει ανοικτή η εκκρεμότητα- ότι η επιστολή Τσακαλώτου επιτρέπει ξεπάγωμα των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος θα δοκιμαστεί σ’ αυτές τις δυο συνεδριάσεις. Ο Ολλανδός πρόεδρος του Eurogroup στη δήλωσή του έκανε λόγο για επανεκκίνηση στις «διαδικασίες λήψης αποφάσεων για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος που θα γίνουν τον Ιανουάριο», όχι για άμεση εφαρμογή των μέτρων. Που σημαίνει ότι το Βερολίνο κρατά πάντα τον «μπαλαντέρ» της καταστατικής μειοψηφίας (του 27%) με δικαίωμα βέτο που διαθέτει στον ESM.
Χρονοκαθυστέρηση υπέρ ΔΝΤ
Έτσι κι αλλιώς σ’ αυτή τη διελκυστίνδα η γερμανική ηγεσία ροκανίζει το χρόνο όχι μόνο για λογαριασμό της, αλλά και για λογαριασμό του ΔΝΤ, η ηγεσία του οποίου περιμένει κάποιο νεύμα από τον νέο Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ για το πώς θα πορευτεί από εδώ και στο εξής στην Ελλάδα και ευρύτερα στην Ευρώπη.
Το ΔΝΤ, εκτός από τη δημόσια διαφωνία του με την ίδια τη δομή, τους στόχους και τις εκτιμήσεις του τρίτου Μνημονίου, αντιμετωπίζει διλήμματα σε σχέση με τον τόνο που θα δώσει σε δυο εκθέσεις του για την Ελλάδα οι οποίες θα δημοσιοποιηθούν πιθανότατα εντός του Ιανουαρίου και θα συζητηθούν σε συνεδρίαση του Εκτελεστικού Συμβουλίου του. Η μια έκθεση συντάσσεται με βάση το άρθρο 4 του Καταστατικού και περιλαμβάνει εκτίμηση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και η δεύτερη αξιολογεί το δεύτερο Μνημόνιο στο οποίο συμμετείχε το ΔΝΤ και διακόπηκε πρόωρα και συντάσσεται από το λεγόμενο «ανεξάρτητο γραφείο» του Ταμείου.
Οι εκθέσεις δεν πρόκειται να περιλαμβάνουν εισήγηση συμμετοχής ή όχι στον δανεισμό, αλλά ίσως δώσουν ενδείξεις προθέσεων και προϋποθέσεων. Ωστόσο, τελική απόφαση του ΔΝΤ είναι απίθανη πριν την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, η οποία πρέπει να ενσωματώνει κάποιους από τους όρους του ΔΝΤ. Οι όροι είναι ουσιαστικά γνωστοί: νέα μέτρα για μετά το 2018, ως εγγύηση των πλεονασμάτων 3,5% που πρέπει να παράγει η Ελλάδα για τουλάχιστον δυο ακόμη χρόνια και συζήτηση και εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος.
Ο πρώτος όρος ίσως «βολευτεί» με αποδοχή από την κυβέρνηση της επέκτασης του ήδη νομοθετημένου δημοσιονομικού κόφτη για ένα «μεσοπρόθεσμο διάστημα», π.χ. μέχρι το 2021, με εστίαση των περικοπών στις συντάξεις, όπως ήδη το κάνει η επιστολή Τσακαλώτου. Ο άλλος όρος, τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, αποκλείεται σθεναρά από τον Σόιμπλε. Κι αυτό παρασύρει ακόμη και την πολυαναμενόμενη απόφαση της ΕΚΤ για ελληνική ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Κι αυτή μετατίθεται για μετά τη δεύτερη αξιολόγηση, που ίσως ροκανίσει όλο το πρώτο τετράμηνο ου 2017. Και πάλι, θα είναι δύσκολη αν οι δανειστές δεν κάνουν έστω και μια αδρή αναφορά στα επόμενα μέτρα για το χρέος.
Ο Σόιμπλε περιμένει νέους συμμάχους
Όμως, εκτός από το ορόσημο της Eurostat και της αναμονής πιστοποίησης του… success story με το πλεόνασμα του 2016, υπάρχουν κι άλλα ορόσημα που συνηγορούν υπέρ της παράτασης του χρονοδιαγράμματος της αξιολόγησης, ακόμη και πέραν του τετραμήνου. Τα κυριότερα είναι τα ορόσημα του ευρωπαϊκού εκλογικού κύκλου. Τον Μάρτιο θα γίνουν οι εκλογές στην Ολλανδία, όπου το κόμμα Ντάισελμπλουμ θα τεθεί σε δοκιμασία, αλλά πιο κρίσιμες είναι οι προεδρικές εκλογές στη Γαλλία, τον Μάιο.
Η γερμανική ηγεσία και ιδιαίτερα ο Β. Σόιμπλε, που κατά κάποιο τρόπο έχει αναλάβει την «πανευρωπαϊκή» προεκλογική εκστρατεία της Μέρκελ, περιμένει με ενδιαφέρον τα αποτελέσματα των εκλογών στη Γαλλία, εκτιμώντας ότι μια νίκη του ακραία νεοφιλελεύθερου Φιγιόν θα αλλάξει καθοριστικά τον συσχετισμό δυνάμεων εντός Ευρωζώνης, θα τον κάνει πολύ φιλικότερο προς τη δική του αντίληψη για τη σιδηρά δημοσιονομική της διακυβέρνηση και θα κόψει τον αέρα των σοσιαλδημοκρατών, εντός και εκτός Γερμανίας, που τους τελευταίους μήνες έχουν αποσκιρτήσει από τη σταθερή εδώ και χρόνια συμμαχία με τους χριστιανοδημοκράτες. Αυτός ο υπολογισμός μπορεί να επιμηκύνει τη δεύτερη αξιολόγηση μέχρι το καλοκαίρι, για να εμφανιστεί ως «κάθαρση» ένας συμβιβασμός που θα προλάβει τις μεγάλες λήξεις χρέους του Ιουνίου και Ιουλίου.
Φυσικά, και οι σχεδιασμοί του «Schäuble Group» υπόκεινται στη δοκιμασία της πράξης και των διαψεύσεων. Δεν ήταν λίγες εντός του 2016, μπορεί να είναι περισσότερες μέσα στο 2017.