Τις προηγούμενες βδομάδες αναπτύχθηκε μια έντονη συζήτηση στην Αυστραλία. Σε ένα κείμενο που δημοσιεύτηκε στην Quarterly Essay και έλαβε μερική προδημοσίευση στην Australian, ο Χ. Χουάιτ προειδοποίησε για μερικές τρέχουσες εξελίξεις: στην ανάδυση της Κίνας, η Ουάσινγκτον απαντά με την παραδοσιακή πολιτική της «συγκράτησης», ενισχύοντας απειλητικά τη δύναμή της και τις στρατιωτικές της συμμαχίες. Το Πεκίνο, με τη σειρά του, δεν εννοεί να φοβηθεί και να «συγκρατηθεί»: όλο αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μια πόλωση στην Ασία και να προκαλέσει «έναν πραγματικό και αυξανόμενο κίνδυνο πολέμου μεγάλων διαστάσεων, ως και πυρηνικό πόλεμο».
[…] Οι αντιδραστικοί αυστραλιανοί κύκλοι προχώρησαν ένα βήμα παραπέρα: χρειάζεται να ασχοληθούμε σοβαρά για μια μεγάλη συμμαχία των δημοκρατιών ενάντια στους δεσπότες του Πεκίνου. Η ιδεολογία του πολέμου εναντίον της Κίνας επαναφέρει μια παλιά ιδέα που δικαιολογεί και επικροτεί τις στρατιωτικές επιθέσεις και τους πολέμους της Δύσης στο όνομα της «δημοκρατίας» και των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Και να που τώρα, το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης αποδίδεται στον Κινέζο «αντιφρονούντα» Λιου Ξάο Μπο: ένας τέλειος συγχρονισμός με τον επαπειλούμενο εμπορικό πόλεμο από το αμερικανικό Κογκρέσο προς την Κίνα.
Η Κίνα, το Ιράν και η Παλαιστίνη
Από τους πρώτους που χάρηκαν για την επιλογή των κυρίων του Όσλο ήταν η (Ιρανή κάτοχος του Νόμπελ Ειρήνης 2003) Σιρίν Εμπάντι, που υπερθεμάτισε: «Η Κίνα δεν είναι μόνο μια χώρα που παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα. Είναι και μια χώρα που στηρίζει και υποστηρίζει πολλά άλλα καθεστώτα που τα παραβιάζουν, όπως στο Σουδάν, τη Βιρμανία, τη Βόρεια Κορέα, το Ιράν…»: ακόμα περισσότερο, είναι μια χώρα υπεύθυνη για τη «μεγάλη εκμετάλλευση των εργατών». Και επομένως, χρειάζεται να μποϊκοτάρουμε «τα κινέζικα προϊόντα» και «να περιορίσουμε, όσο το δυνατό πιο πολύ, τις οικονομικές και εμπορικές συναλλαγές με την Κίνα». Και ξανά: ξεκάθαρη είναι η συνεισφορά στην ιδεολογία του πολέμου και στην ανοιχτή κήρυξη εμπορικού πολέμου. Αλλά, τότε, γιατί στην Σιρίν Εμπάντι απονεμήθηκε το Νόμπελ Ειρήνης το 2003; Το βραβείο απονεμήθηκε σε μια κυρία που έχει μια μανιχαϊστική θεώρηση των διεθνών σχέσεων: στον κατάλογο των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν υπάρχει θέση για το Άμπου Γκράιμπ ή το Γκουαντανάμο, για τις φυλακές στις οποίες το Ισραήλ ρίχνει μαζικά τους Παλαιστινίους, για τους βομβαρδισμούς και τους πολέμους που διεξάγονται στη βάση λανθασμένων και ψεύτικων δικαιολογιών, για το απεμπλουτισμένο ουράνιο, για τα εμπάργκο που οδηγούν σε γενοκτονίες και τα οποία αψηφούν τη συντριπτική πλειοψηφία των μελών του ΟΗΕ και της διεθνούς κοινότητας. […]
Γιατί (λοιπόν) το 2003 το Βραβείο Νόμπελ για την Ειρήνη απονεμήθηκε στη Σιρίν Εμπάντι; Εκείνη την περίοδο, ενώ γινόμασταν μάρτυρες μιας νέας σκλήρυνσης του μαρτυρίου του παλαιστινιακού λαού, εγκαινιαζόταν η ανοιχτή πια σταυροφορία εναντίον του Ιράν. Μια αναγνώριση σε μια Παλαιστίνια ακτιβίστρια θα ήταν μια πραγματική συνεισφορά στην υπόθεση της ύφεσης και της ειρήνης στη Μέση Ανατολή. Εκλείπουν μήπως οι «μη βίαιοι» Παλαιστίνιοι ακτιβιστές; […] Σε κάθε περίπτωση, οι «μη βίαιοι» δεν λείπουν από την Παλαιστίνη, και μάλιστα μη βίαιοι είναι οι ακτιβιστές που από διάφορες χώρες καταφτάνουν στην Παλαιστίνη για να προσπαθήσουν να υπερασπιστούν τους κατοίκους της από μια τυραννική βία και συχνά συνθλίβονται από τανκς ή μπουλντόζες του στρατού κατοχής. Αν μη τι άλλο, οι κύριοι του Όσλο προτίμησαν να βραβεύσουν μια ακτιβίστρια που από τότε δεν σταματά να ρίχνει λάδι στη φωτιά του πολέμου πρώτα από όλα εναντίον του Ιράν, αλλά τώρα και εναντίον της Κίνας. […]
Οι κύριοι του Όσλο, οι ΗΠΑ και η Κίνα
Με τον Ομπάμα έχουμε ένα ακόμα Βραβείο Νόμπελ για την Ειρήνη με μοναδικά χαρακτηριστικά. Όταν του απονεμήθηκε, πέρσι, αυτός είχε ήδη ξεκαθαρίσει ότι προτίθετο να ενισχύσει τη στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν και να δώσει νέα πνοή στις πολεμικές επιχειρήσεις. […]
Μα σε αυτό το σημείο πρέπει να προβούμε σε μια εκτίμηση γενικού χαρακτήρα. Τον περασμένο αιώνα, ήταν οι ΗΠΑ, η χώρα εκείνη που είδε συχνότερα να απονέμεται το Βραβείο Νόμπελ για την Ειρήνη σε ανθρώπους της: στον Θ. Ρούζβελτ (για τον οποίο ο μόνος «καλός» Ινδιάνος ήταν ο νεκρός Ινδιάνος), στον Κίσινγκερ (τον πρωταγωνιστή του πραξικοπήματος στη Χιλή και του πολέμου στο Βιετνάμ), στον Κάρτερ (που προώθησε το μποϊκοτάζ των Ολυμπιακών Αγώνων της Μόσχας το 1980 και την απαγόρευση εξαγωγής σιτηρών στην ΕΣΣΔ που είχε επέμβει στο Αφγανιστάν εναντίον των ισλαμιστών μαχητών της ελευθερίας), τον Ομπάμα (που, τώρα, αντιτιθέμενος στους πρώην μαχητές της ελευθερίας που, στο μεταξύ, έγιναν τρομοκράτες, χρησιμοποιεί έναν τερατώδη πολεμικό μηχανισμό). Βλέπουμε φανερά πόσο αντίθετα οι κύριοι του Όσλο συμπεριφέρονται στην Κίνα […]. Ασχολήθηκαν με αυτή τη χώρα μόνο για να απονείμουν τρία βραβεία σε τρεις «αντιφρονούντες»: το 1989 το Νόμπελ Ειρήνης στον 14ο Δαλάι Λάμα, που ήδη 3 δεκαετίες είχε εγκαταλείψει την Κίνα, το 2000, το Νόμπελ Λογοτεχνίας στο Γκάο Ξινγκγιάν, ένα συγγραφέα που τώρα είναι Γάλλος πολίτης, το 2010 το Νόμπελ Ειρήνης σε έναν άλλο αντιφρονούντα που, αφού έζησε στις ΗΠΑ και δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια, επιστρέφει «εσπευσμένα» (Marco Del Corona, Corriere della Sera, 9/10/2010), για να συμμετέχει στην (καθόλου ειρηνική) εξέγερση της Πλατείας Τιεν Αν Μεν. […]
Στα μάτια των κυρίων του Όσλο, η υπόθεση της ειρήνης εκπροσωπείται από μια χώρα (τις ΗΠΑ), που συχνά θεωρεί εαυτόν, ελέω Θεού, ηγέτιδα του κόσμου και έχει εγκαταστήσει και συνεχίζει να εγκαθιστά απειλητικές στρατιωτικές βάσεις σε κάθε γωνιά του πλανήτη. […]
Αναμφίβολα. στην πολιτική των κυρίων του Όσλο βλέπουμε να αναδύεται η παλιά ιμπεριαλιστική και αποικιοκρατική αλαζονεία. [..]
* Ο Ντομένικο Λοζούρντο είναι καθηγητής Φιλοσοφίας. Τα αποσπάσματα είναι από άρθρο του στο Voltaire.gr