«Διαβάζοντας» τις προτάσεις για την κρίση –  Ένας διάλογος που δεν έγινε.

Του Γιώργου Τοζίδη.

Η ορατή, διά γυμνού οφθαλμού, αποτυχία των μέτρων του Μνημονίου και η αναμενόμενη ένταση της επίθεσης στα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα απαιτεί την αποτίμηση του τρόπου που, μέχρι σήμερα, αντιμετώπισαν την οικονομική κρίση οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ιδιαίτερα πρέπει να αποτιμηθούν οι προτάσεις και θέσεις που διατυπώθηκαν από την πλειοψηφία του Συνασπισμού (ΣΥΝ) καθώς αυτές προβλήθηκαν λόγω ΜΜΕ ή/ και κυριαρχίας στην εκφορά κεντρικού πολιτικού λόγου) και καθόρισαν τις πολιτικές πρωτοβουλίες και πρακτικές όλου του χώρου.
Στις 28/2/2010, σε αφιέρωμα της Αυγής για την κρίση, οι Σπ. Λαπατσιώρας (Σ.Λ.) και Γ. Μηλιός (Γ.Μ., μετέπειτα υπεύθυνος οικονομικής πολιτικής του ΣΥΝ) εκτιμούν ότι «οι αποφάσεις στήριξης κάθε χώρας της Ευρωζώνης για να αποφευχθούν οι συνέπειες μιας κρίσης χρέους, οι οποίες ελήφθησαν στην τελευταία έκτακτη σύνοδο κορυφής της Ε.Ε., συνιστούν τομή στην πολιτική και οικονομική κατάσταση που είχε διαμορφωθεί από την περυσινή άνοιξη, όταν αποφασίστηκε ο τρόπος διαχείρισης της κρίσης στην Ευρώπη». Και συνεχίζουν: «Πλέον, το ελληνικό κράτος δεν απειλείται με χρεοκοπία, επομένως έχει αφαιρεθεί το ισχυρότερο όπλο τρομοκρατίας για “εθνική συναίνεση” με στόχο τη “σωτηρία της χώρας”». Ακόμη, στο ίδιο άρθρο, διαπιστώνουν ότι: «Οι συσχετισμοί δυνάμεων, σήμερα, επιβάλλουν όχι τον προσανατολισμό στην κατάθεση μιας ολοκληρωμένης πολιτικής πρότασης, αλλά την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη εκλαΐκευση και ανάδειξη προτάσεων που να αποτελούν κλειδιά και όρους για να οργανωθεί η ρήξη με τον κοινωνικοπολιτικό συνασπισμό εξουσίας». Το συγκεκριμένο άρθρο θα αποτελέσει τον οδηγό, στη συνέχεια, για τη διαμόρφωση της πολιτικής του ΣΥΝ (επιμονή σε ευρωπαϊκή λύση, μη διατύπωση συγκεκριμένων προτάσεων), αλλά περιέχει και τις διατυπώσεις-κατηγορίες που θα απευθυνθούν σε όσους προτείνουν μια διαφορετική προσέγγιση.
Τον Μάρτιο του 2010, ο  Κ. Λαπαβίτσας (Κ.Λ.) και η ομάδα της οποίας υπήρξε συντονιστής ασκούν ριζική κριτική στον τρόπο λειτουργίας της ΟΝΕ, εκτιμούν ότι τα προτεινόμενα μέτρα οδηγούν, αναγκαστικά, σε ύφεση και παύση πληρωμών. Παράλληλα, διατυπώνουν τη δική τους πρόταση, κυρίαρχα στοιχεία της οποίας είναι η έξοδος από την Ευρωζώνη, η άρνηση πληρωμής του χρέους και μια σειρά μέτρων που οδηγούν σε «μετατόπιση ισχύος από το κεφάλαιο προς την εργασία» (Εποχή, 03/4/2010).
Η διατύπωση του παραπάνω σχεδίου (με το οποίο θα συνταχθούν στα κεντρικά του σημεία και άλλοι διανοούμενοι όπως ο Στ. Κουβελάκης) θα αποτελέσει τη θρυαλλίδα για σειρά επιθετικών άρθρων από την πλευρά της πλειοψηφικής ομάδας του ΣΥΝ. Επικαλούμενοι μια νεφελώδη «ταξικότητα» των απόψεών τους, χωρίς να αναλύουν ούτε τις κοινωνικές δυνάμεις που στηρίζουν το Μνημόνιο αλλά, πολύ περισσότερο, ούτε και τις κοινωνικές δυνάμεις που μπορούν να συγκροτήσουν μια συμμαχία ενάντια στα μέτρα, θα κατηγορήσουν τη συγκεκριμένη πρόταση /σχέδιο, με σειρά άρθρων:
1. Μία, μόλις, βδομάδα μετά, ο Χρ. Λάσκος (Χ.Λ.), στην Εποχή, θα θέσει θέμα υποκειμένου «που καλείται να απαντήσει: μια κοινωνική τάξη ή ένα εθνικό κράτος;» για να συνεχίσει παρακάτω ότι η συγκεκριμένη πρόταση «με το σημερινό συσχετισμό συμβάλλει στο απόλυτο γδάρσιμό μας» και ότι η μετατροπή της σε πολιτική γραμμή θα νομιμοποιήσει, «από τα αριστερά», μια από τις πιθανές επιλογές του κεφαλαίου. Λίγους μήνες αργότερα, στην Εποχή, 28/11/2010, θα προσθέσει στην παραπάνω κριτική του ότι «…δεν είναι τυχαίο πως η “πρόταση εξόδου” αξονίζεται γύρω από μια ιδέα για “παραγωγική ανασυγκρότηση” της χώρας, με την οποία άμεσα συνδέεται η επιστροφή στη δραχμή».
2. Στο ίδιο μήκος κύματος, οι Σ.Λ. και Γ.Μ. (Εποχή, 25/7/2010) διαπιστώνουν ότι δεν αποτελεί ρήξη με τη νεοφιλελεύθερη πολιτική «να αναλάβουν το κόστος της όποιας αναδιάρθρωσης οι ιδιώτες κάτοχοι των ομολόγων, που σημαίνει κυρίως ξένες και ελληνικές τράπεζες» και ότι η αναδιάρθρωση «αποτελεί τμήμα ενός ευρύτερου μηχανισμού πειθάρχησης». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η θέση τους ότι «…ομόλογα κατέχουν και τα ασφαλιστικά ταμεία και κάθε αναδιάρθρωση χρέους τα επιβαρύνει με προφανείς συνέπειες». Όμως, ίδιος ο Γ.Μ. στο Εντός Εποχής, 27/10/2009 έγραφε ότι «η κοινωνική ασφάλιση πρέπει να ξαναγίνει δημόσιο αγαθό, δεν είναι πια δυνατό να εξαρτάται από τις “επενδύσεις” των ασφαλιστικών ταμείων» και «αν το κράτος παρεμβαίνει για να σωθούν οι τράπεζες, γιατί να μην το κάνει με τα ασφαλιστικά ταμεία, με το σύστημα υγείας, με…;». Όπερ έδει δείξαι…
Τα παραπάνω άρθρα είναι ενδεικτικά (δυστυχώς υπάρχει πληθώρα) του τρόπου που έγινε η αντιπαράθεση για την οικονομική κρίση στη Ριζοσπαστική Αριστερά. Από τη μια είχαμε τη διατύπωση ενός πλήρους σχεδίου (έστω χωρίς τις «λεπτομέρειες» που σωστά ζητά ο Ε. Μπιτσάκης) αντιμετώπισης των συνεπειών της οικονομικής κρίσης για τον κόσμο της εργασίας με συγκεκριμένες προτάσεις (μεταξύ των οποίων και η πρόταση για τη συγκρότηση Επιτροπής Ελέγχου της νομιμότητας του δημόσιου χρέους). Από την άλλη, τη δαιμονοποίηση της παραπάνω πρότασης με τη «βαρύτατη κατηγορία του αριστερού πατριωτισμού»*(!) και την ουσιαστική αφωνία όσον αφορά στις προτάσεις για την αντιμετώπιση του δημόσιου χρέους αλλά και στην ανάγκη διαμόρφωσης ενός εναλλακτικού οικονομικού σχεδίου. Μια δαιμονοποίηση που στηρίχθηκε στην αμφισβήτηση της δυνατότητας αλλαγής του συσχετισμού δυνάμεων και στην απόκρυψη ότι βασική προϋπόθεση για την επιτυχία του σχεδίου (όπως τη θέτουν οι συντάκτες του) είναι η διαμόρφωση κοινωνικού και πολιτικού μετώπου με την ηγεμονία του κόσμου της εργασίας. Ακόμη συνεχίζει, μέχρι σήμερα, να συγχέει εσκεμμένα την αναδιάρθρωση του χρέους με πρωτοβουλία των δανειστών με αυτήν με πρωτοβουλία των οφειλετών.
Πρόσφατα (Αυγή, 27/2/2011), ο Γ.Μ. θέτει περιορισμούς στη διαγραφή του χρέους (επιτέλους δέχεται τη «διαγραφή εκείνου του τμήματος του χρέους που κρατούν οι Τράπεζες, η ΕΚΤ κ.λπ.»), καθώς ζητά τη ρύθμιση των όρων αποπληρωμής του χρέους που κρατούν τα ασφαλιστικά ταμεία (πάλι…) και οι ιδιώτες (μέλη της εργατικής τάξης;) μέσω των hedge funds(!), μέχρι ένα ύψος. Μετά από λίγες μέρες, τα hedge funds ανακοίνωσαν κέρδη 125 δισ. δολαρίων μόνο για το Β΄ 6μηνο του 2010…
Η επιμονή της πλειοψηφικής ομάδας του ΣΥΝ στην ουτοπία ενός κοινού ευρωπαϊκού σχεδίου («ενιαία δημοσιονομική πολιτική») για την έξοδο από την κρίση παρά τις ασύμμετρες συνέπειες που αυτή έχει για τις χώρες της Ευρωζώνης και τις πρόσφατες εξελίξεις με το σύμφωνο ανταγωνιστικότητας και η άρνησή της να συμβάλλει στη διαμόρφωση ενός συνολικού εναλλακτικού σχεδίου, οφείλεται στην κεντρική επιλογή της απεδαφικοποίησης της πολιτικής στο όνομα ενός «διεθνισμού», που λίγο απέχει από το να χαρακτηρισθεί κοσμοπολιτισμός και οδηγεί στην ουσιαστική αποδοχή της παγκοσμιοποίησης. Πράγματι, μόνο αν γίνει αποδεκτός ο παγκόσμιος και ευρωπαϊκός καταμερισμός εργασίας, «στέκει» η κατηγορία περί «αριστερού πατριωτισμού» όσων υποστηρίζουν την παραγωγική αναδιάρθρωση. Η ίδια ομάδα ενώ διεκδικεί την αποκλειστικότητα στην ταξική εκπροσώπηση των συμφερόντων των εργαζομένων (ερήμην τους…) δεν τεκμηριώνει τον τρόπο επίτευξης πλήρους και σταθερής απασχόλησης, μείωσης των ωρών εργασίας και ριζικής αναδιανομής εισοδήματος (κεντρικοί στόχοι μιας ταξικής πολιτικής) σε μια οικονομία κατασκευών και τουρισμού, όπου κυριαρχούν οι μορφές μερικής και «μαύρης» απασχόλησης.
Βρισκόμαστε σε ένα οριακό σημείο. Η αποτυχία του Μνημονίου θα επιδεινώσει ακόμη περισσότερο τις συνθήκες ζωής και εργασίας των εργαζόμενων και ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων. Η επερχόμενη επιβολή, από την Ευρωζώνη, της αναδιάρθρωσης του χρέους δείχνει πόσος πολύτιμος χρόνος χάθηκε για τη διαμόρφωση και προβολή του δικού μας σχεδίου. Έστω και την ύστατη ώρα, με αρχή τη δημιουργία της Επιτροπής Ελέγχου του Δημόσιου Χρέους, πρέπει να ολοκληρώσουμε τη διαμόρφωση ενός εναλλακτικού και αξιόπιστου σχεδίου και να το μετατρέψουμε σε πολιτική πρόταση. Για να δικαιολογήσουμε την ανάγκη ύπαρξης της Αριστεράς…

* Γ.Μ. (Εντός Εποχής, 6/6/2010): «Συρρικνώνει δηλαδή η “αριστερή” αυτή “πατριωτική” ιδεολογία τη δυνατότητα να λειτουργήσουν οι στρατηγικές προτάσεις της Αριστεράς ως καταλύτης, για την έκρηξη της οργής των εργαζομένων».

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!