Το βιβλίο «Αριστερό Ημισφαίριο – Μια χαρτογραφία της νέας κριτικής σκέψης» του Razmig Keucheyan (Ρασμίγκ Κεουσεγιάν) είναι ένα ιδιαίτερα γόνιμο κείμενο. Θέτει προβλήματα, αξιολογεί με μέθοδο και σοβαρά κριτήρια, βοηθάει να σκεφτούμε γύρω από την ανάγκη (και τα ελλείμματα) κριτικής σκέψης της εποχής μας. Ήδη από την αρχή ο συγγραφέας αναδείχνει τον κεντρικό ρόλο που παίζει η κριτική θεωρία –κατ’ ανάγκη πολιτικά εμπρόθετη– στις προσπάθειες για την κοινωνική απελευθέρωση. Σε αντίστιξη με τον εκλεκτικισμό και την αποσπασματικότητα που κυριαρχούν σήμερα, λέει με σαφήνεια «Μια κριτική θεωρία είναι θεωρία, όχι απλή ανάλυση ή εξήγηση. Σκέφτεται όχι μόνο ό,τι υπάρχει, αλλά και ό,τι είναι επιθυμητό να υπάρχει. Ως προς αυτό, εμπεριέχει κατ’ ανάγκην μια πολιτική διάσταση. […] Είτε είναι ριζοσπαστική είτε πιο μετριοπαθής, η «κριτική» διάσταση των νέων κριτικών θεωριών εδράζεται στη γενικότητα της αμφισβήτησής τους απέναντι στον σημερινό κοινωνικό κόσμο».
Η πορεία της κριτικής σκέψης σημαδεύεται από τις νίκες και τις ήττες του κινήματος της κοινωνικής απελευθέρωσης
Επίσης ουσιαστική είναι η οπτική που διαπερνά το βιβλίο ότι «η ιστορική συγκυρία στην οποία σχηματίζονται οι θεωρίες είναι αυτή που τους δίνει τα κύρια χαρακτηριστικά τους». Κάτω από αυτό το πρίσμα, εξετάζει τις περιόδους, τις θεματικές, τους διανοητές και τις αλλαγές της κοινωνικής θέσης και του ρόλου τους που χαρακτήρισαν την πορεία του μαρξισμού από τον 19ο αιώνα μέχρι τις μέρες μας. Συνδέει τη σημερινή κρίση του μαρξισμού, και την απώλεια ηγεμονίας του μέσα στο σημερινό τοπίο κριτικής σκέψης (ούτως ή άλλως και αυτού του τοπίου κατακερματισμένου και ευρισκόμενου σε συνολική αποδυνάμωση και κρίση) με τις μεγάλες ήττες στρατηγικού χαρακτήρα του σοσιαλιστικού κινήματος του 20ού αιώνα που επέδρασαν βαθιά και στο επίπεδο και στην υφή της παραγωγής ιδεών. Κατά πρώτον με την ήττα της γερμανικής επανάστασης στην δεκαετία του 1920 – που έθεσε τα όρια ενός ολόκληρου κύκλου μιας παγκόσμιας κλίμακας κοινωνικής (σοσιαλιστικής) αλλαγής αποδεικνύοντας ότι ο καπιταλισμός είχε πολύ μεγαλύτερη χωρητικότητα από ότι θεωρούνταν και κατά δεύτερον με την ήττα του 1989 σαν κατάληξη της μεταπολεμικής εξέλιξης που και πάλι έθεσε με ανανεωμένους όρους την αναντιστοιχία των δυνατοτήτων του καπιταλισμού με τις δυνατότητες –πολιτικές και ιδεολογικές/θεωρητικές– των κοινωνικών δυνάμεων που μάχονται για την κοινωνική χειραφέτηση.
Για το υποκείμενο της χειραφέτησης, την αλλοτρίωση και το ζήτημα της εξουσίας – ανοιχτά κομβικά ζητήματα για την κριτική σκέψη του καιρού μας
Ξεχωριστό ενδιαφέρον έχει ο τρόπος που το βιβλίο πραγματεύεται την αλληλοσύνδεση των παραπάνω θεμάτων δείχνοντας την αυξανόμενη διεύρυνση (σε πολλαπλές διαστάσεις – γεωγραφικά, θεματικά) των κοινωνικών αντιθέσεων αλλά ταυτόχρονα και την εντυπωσιακή αύξηση της πολυπλοκότητας και του κατακερματισμού των κοινωνιών κατά την περίοδο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφέρουμε ότι το βιβλίο γράφτηκε το 2010. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να έχουμε κατά νου τις εξελίξεις που μεσολάβησαν έκτοτε.
Ο συγγραφέας κινούμενος πάνω στη λογική ενός κειμένου του Perry Anderson βλέπει την υπόθεση του σοσιαλισμού ανοικτή σε μια πολύ πλατιά γκάμα ενδεχομένων. Από την οριστική του έκπτωση σε μια παρωχημένη προσπάθεια κοινωνικής απελευθέρωσης, μέχρι την ουσιαστική μετάλλαξη του σοσιαλισμού κατ’ αναλογία με ό,τι συνέβη με τον φιλελευθερισμό κατά τη «δεύτερη» νεοφιλελεύθερη ζωή του. Θεωρεί εν τούτοις ότι οι κοινωνικές εξελίξεις των τελευταίων χρόνων κάνουν πιο πιθανές προοπτικές διατήρησης της σύνδεσης με την αλυσίδα των μεγάλων
Επιγραμματικά λοιπόν:
– Πολλαπλασιαζόμενα τα υποκείμενα (κοινωνικά αλλά και πολιτικά και πολιτισμικά) – θα λέγαμε ίσως «πολλαπλώς πολλαπλά». Και τα υποκείμενα της χειραφέτησης.
– Κομβική η ανάγκη να σκεφτούμε και να δούμε τις πολυποίκιλες εμπειρίες σχετικά με τα πολιτικά υποκείμενα και τις πολλαπλές πλευρές του ζητήματος της εξουσίας και των τόσο διαφορετικών στρατηγικών που δοκιμάστηκαν σκληρά μέσα σε τόσο διαφορετικές κοινωνικές συνθήκες (Ρωσία, Κίνα, αντιαποικιακά κινήματα, ευρωπαϊκές κοινοβουλευτικές δημοκρατίες) δείχνοντας τη δυναμική αλλά και τα όρια τους.
– Μεγάλη η ανάγκη να ξεφύγει η σκέψη μας από τα στενά όρια του ευρωκεντρισμού ή του δυτικοκεντρισμού. Ιδίως τώρα που υπάρχει μια κίνηση προς την περιφέρεια.
– Οι τελευταίες δεκαετίες, πέραν από το κεντρικό θέμα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης της εργασίας που παραμένει οξύτερο από ποτέ, έχουν θέσει το γενικότερο ζήτημα της αλλοτρίωσης διευρύνοντας τον ορίζοντα και την «ύλη» των κοινωνικών χειραφετητικών προσπαθειών και τα πεδία των κοινωνικών αντιθέσεων.
Σε σχέση με αυτό το τελευταίο ζήτημα είναι αρετή του βιβλίου η ανάδειξη των αντιθέσεων και του πολυδιάστατου χαρακτήρα του ιστορικού συμβάντος του Μάη του ‘68.
Σοσιαλισμός: ανοιχτά ενδεχόμενα στην προοπτική της κοινωνικής απελευθέρωσης. Να στηθούν πυλώνες μιας θεωρητικής αντίληψης για την εποχή μας
Στον επίλογο του βιβλίου του ο Κεουσεγιάν, εκθέτει συνοπτικά το θέμα των μελλοντικών προοπτικών του σοσιαλισμού (εμμέσως και σε κάποιο βαθμό και του μαρξισμού σε θεωρητικό επίπεδο) και δείχνει την ανάγκη «να στηθούν μια σειρά από πυλώνες», να ανοιχτούν θεωρητικοί δρόμοι σε καίρια πεδία. Σημαντική υπόδειξη σε μια εποχή εχθρική για τη θεωρητική εμβάθυνση και προσκολλημένη συχνά σε έναν εμπειρικό-πρωτόγονο πρακτικισμό.
Κινούμενος πάνω στη λογική ενός κειμένου του Perry Anderson βλέπει την υπόθεση του σοσιαλισμού ανοικτή σε μια πολύ πλατιά γκάμα ενδεχομένων. Από την οριστική του έκπτωση σε μια παρωχημένη προσπάθεια κοινωνικής απελευθέρωσης (η επιλογή ως παραδείγματος του ξεχασμένου ουτοπικού πρόσκαιρου ιησουίτικου κράτους της Παραγουάης εικονογραφεί εδώ τη λήθη και την εξάλειψη της εμβέλειας), μέχρι την ουσιαστική μετάλλαξη του σοσιαλισμού κατ’ αναλογία με ό,τι συνέβη με τον φιλελευθερισμό κατά τη «δεύτερη» νεοφιλελεύθερη ζωή του. Θεωρεί εν τούτοις ότι οι κοινωνικές εξελίξεις των τελευταίων χρόνων –με την άνοδο ιστορικών κινημάτων μετά από την έρημο της ήττας 1977-1989– κάνουν πιο πιθανές προοπτικές διατήρησης της σύνδεσης με την αλυσίδα των μεγάλων Επαναστάσεων (Αγγλική, Γαλλική ακολουθούμενη από τις μεγάλες σοσιαλιστικές επαναστάσεις και εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα). Με δεδομένη όμως την επισφάλεια της πρόβλεψης των χρονικών ρυθμών των εξελίξεων και με την εκτίμηση ότι «η προοπτική ενός συνεκτικού προγράμματος που θα εκπονηθεί από οργανωμένους δρώντες μοιάζει τόσο μακρινή ώστε να μην μπορεί να δει κανείς τι θα μπορούσε να δώσει στις εξελίξεις «σωρευτικό» χαρακτήρα» εύλογα το βάρος δίνεται στο να στηθούν οι «πυλώνες» που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην «επίσπευση του περάσματος του χρόνου».
Το απόσπασμα από το τμήμα «Επίλογος – πυλώνες» με το οποίο κλείνει το βιβλίο δίνει τρία τέτοια πεδία-πυλώνες με ξεχωριστή σημασία.