Του Δημήτρη Υφαντή. Το βιολί το ξεκίνησε ο Καρατζαφέρης αμέσως μετά την ευόδωση της εκτρωματικής λύσης Παπαδήμου: Επίθεση στην Αριστερά με απεύθυνση σε ό,τι πιο φοβικό συντηρεί στα σπλάχνα της μια απειλούμενη κοινωνία -το Μνημόνιο ως μονόδρομος μπροστά στην απειλή του εθνικού διχασμού.
Η απόπειρα έπεσε στο κενό, τα μέτωπα της σύγκρουσης παρέμειναν αναλλοίωτα στη συνείδηση του λαϊκού κόσμου, αλλά ο πρόεδρος του ΛΑΟΣ δεν χάνει τον τίτλο του «λαγού» του συστήματος.
Τη σκυτάλη πήραν στα χέρια τους ο Βενιζέλος και εσχάτως ο Σαμαράς, με την ολόπλευρη δημοσιογραφική «κάλυψη» του συγκροτήματος (τέως) Λαμπράκη και (πια) Ψυχάρη. Οι επιθέσεις στην Αριστερά είναι πλέον ευθείς και απροσχημάτιστες.
Αλλά το έργο έχει, τηρουμένων των αναλογιών, ξαναπαιχτεί. Και χωρίς μεγάλες αλλαγές στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Στην ανάπηρη μεταπολίτευση του 1974, απέναντι στο βαθύ κύμα ριζοσπαστισμού που συνέγειρε την κοινωνία η αστυνομική βία του καραμανλικού κράτους επενδύθηκε ιδεολογικά με πρωτοστάτη -ποιον άλλον;- το… συγκρότημα Λαμπράκη. Το κίνημα, όταν δεν ήταν κομματικό υποκατάστατο και τελετουργία, αλλά όντως κίνημα που διεκδικούσε και συγκρούονταν (τότε αυτόματα βαφτιζόταν εξτρεμιστικός αριστερισμός που καλλιεργούσε την ανωμαλία), μπορεί ακόμη και να υπέκρυπτε «δάχτυλο» των υπολειμμάτων της χούντας. Ο πειθαναγκασμός στην κοινοβουλευτική νομιμοφροσύνη με κάθε τρόπο αποτελούσε τον προφανή στόχο.
Δύο εβδομάδες τώρα διαβάζουμε στο Βήμα μία παραληρηματική αναπαραγωγή της δοκιμασμένης συνταγής του «αριστεροχουντισμού», που δεν μπορεί να κρύψει ένα ανομολόγητο άγχος των εμπνευστών. Από τη μία όσοι θεωρούν το Μνημόνιο ως «ευλογία» κι από την άλλη οι αρνητές, που μας ωθούν στην πτώχευση. Ο ίσιος δρόμος; Η… κοινή λογική: το Μνημόνιο ως αναγκαίο κακό! Αυτή είναι η ελαφριά, ας το πούμε έτσι, εκδοχή. Το «βαρύ πυροβολικό» είναι το συνονθύλευμα του χάους: και απεργίες και φωτιές και θιασώτες της δραχμής και ΠΑΜΕ και Χρυσή Αυγή, κόλαση… όσοι αμφισβητούν τη δανειακή σύμβαση, οικονομολόγοι των αγορών τύπου Ρουμπινί είτε αριστεροί τύπου Λαπαβίτσα, οι απεργοί της Χαλυβουργίας και οι φασίστες που «συμπαραστέκονται».
Ο Α. Σαμαράς τέθηκε κορυφαίος στο χορό που επέλεξαν οι δυνάμεις της «ευθύνης». Δεν το είχε αποπειραθεί μέχρι σήμερα. Τώρα ξεσπάθωσε στην αντιαριστερή κινδυνολογία. Επιδιώκει να καθιερωθεί στον ρόλο του «ρυθμιστή» κατά δήλωσή του. Ρυθμιστής τίνος;
Είναι προφανές πού αποσκοπεί η νέα γραμμή της «εθνικοφροσύνης». Καθώς δεν έχει απομείνει πολιτική αναφορά στο τόξο του Μνημονίου, το φαντασιακό «κέντρο», που αναζητιέται διά του αποκλεισμού των «επικίνδυνων» άκρων δεν είναι τίποτε διαφορετικό από το κέντρο, που εξόφθαλμα κανοναρχεί την κοινωνική καταβαράθρωση και την εθνική υποδούλωση. Κι αν στη μεταπολίτευση του ’74 ήταν ο «αριστερισμός» ο κατασκευασμένος εχθρός, το καθεστώς σήμερα αναγνωρίζει στην Αριστερά το αντίπαλο δέος. Το πλέον δημοφιλές σύνθημα «Η χούντα δεν τελείωσε το ’73», φωτίζεται ακόμη πιο ουσιαστικά. Θα αντιληφθεί η Αριστερά το προφανές πεδίο της πολιτικής αναμέτρησης; Και θα ανταποκριθεί; Γιατί οι δυνάμεις του κατεστημένου, όσοι στηρίζουν τη δοτή συγκυβέρνηση, οι χορηγοί και οι συνοδοιπόροι, οι προστάτες και η διαπλοκή, όσο κι αν συνωθούνται μέχρι ασφυξίας στο «αγαπημένο» τους κέντρο, δεν δείχνουν, ούτε θα δείξουν καμία διάθεση αυτοχειρίας, παρά τα αξεπέραστα αδιέξοδα, που τους απειλούν. Και κυρίως δεν έχουν ούτε δημοκρατικές ευαισθησίες, ούτε ανοχές!
Ως κεντρώοι, δηλαδή…
Τη σκυτάλη πήραν στα χέρια τους ο Βενιζέλος και εσχάτως ο Σαμαράς, με την ολόπλευρη δημοσιογραφική «κάλυψη» του συγκροτήματος (τέως) Λαμπράκη και (πια) Ψυχάρη. Οι επιθέσεις στην Αριστερά είναι πλέον ευθείς και απροσχημάτιστες.
Αλλά το έργο έχει, τηρουμένων των αναλογιών, ξαναπαιχτεί. Και χωρίς μεγάλες αλλαγές στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Στην ανάπηρη μεταπολίτευση του 1974, απέναντι στο βαθύ κύμα ριζοσπαστισμού που συνέγειρε την κοινωνία η αστυνομική βία του καραμανλικού κράτους επενδύθηκε ιδεολογικά με πρωτοστάτη -ποιον άλλον;- το… συγκρότημα Λαμπράκη. Το κίνημα, όταν δεν ήταν κομματικό υποκατάστατο και τελετουργία, αλλά όντως κίνημα που διεκδικούσε και συγκρούονταν (τότε αυτόματα βαφτιζόταν εξτρεμιστικός αριστερισμός που καλλιεργούσε την ανωμαλία), μπορεί ακόμη και να υπέκρυπτε «δάχτυλο» των υπολειμμάτων της χούντας. Ο πειθαναγκασμός στην κοινοβουλευτική νομιμοφροσύνη με κάθε τρόπο αποτελούσε τον προφανή στόχο.
Δύο εβδομάδες τώρα διαβάζουμε στο Βήμα μία παραληρηματική αναπαραγωγή της δοκιμασμένης συνταγής του «αριστεροχουντισμού», που δεν μπορεί να κρύψει ένα ανομολόγητο άγχος των εμπνευστών. Από τη μία όσοι θεωρούν το Μνημόνιο ως «ευλογία» κι από την άλλη οι αρνητές, που μας ωθούν στην πτώχευση. Ο ίσιος δρόμος; Η… κοινή λογική: το Μνημόνιο ως αναγκαίο κακό! Αυτή είναι η ελαφριά, ας το πούμε έτσι, εκδοχή. Το «βαρύ πυροβολικό» είναι το συνονθύλευμα του χάους: και απεργίες και φωτιές και θιασώτες της δραχμής και ΠΑΜΕ και Χρυσή Αυγή, κόλαση… όσοι αμφισβητούν τη δανειακή σύμβαση, οικονομολόγοι των αγορών τύπου Ρουμπινί είτε αριστεροί τύπου Λαπαβίτσα, οι απεργοί της Χαλυβουργίας και οι φασίστες που «συμπαραστέκονται».
Ο Α. Σαμαράς τέθηκε κορυφαίος στο χορό που επέλεξαν οι δυνάμεις της «ευθύνης». Δεν το είχε αποπειραθεί μέχρι σήμερα. Τώρα ξεσπάθωσε στην αντιαριστερή κινδυνολογία. Επιδιώκει να καθιερωθεί στον ρόλο του «ρυθμιστή» κατά δήλωσή του. Ρυθμιστής τίνος;
Είναι προφανές πού αποσκοπεί η νέα γραμμή της «εθνικοφροσύνης». Καθώς δεν έχει απομείνει πολιτική αναφορά στο τόξο του Μνημονίου, το φαντασιακό «κέντρο», που αναζητιέται διά του αποκλεισμού των «επικίνδυνων» άκρων δεν είναι τίποτε διαφορετικό από το κέντρο, που εξόφθαλμα κανοναρχεί την κοινωνική καταβαράθρωση και την εθνική υποδούλωση. Κι αν στη μεταπολίτευση του ’74 ήταν ο «αριστερισμός» ο κατασκευασμένος εχθρός, το καθεστώς σήμερα αναγνωρίζει στην Αριστερά το αντίπαλο δέος. Το πλέον δημοφιλές σύνθημα «Η χούντα δεν τελείωσε το ’73», φωτίζεται ακόμη πιο ουσιαστικά. Θα αντιληφθεί η Αριστερά το προφανές πεδίο της πολιτικής αναμέτρησης; Και θα ανταποκριθεί; Γιατί οι δυνάμεις του κατεστημένου, όσοι στηρίζουν τη δοτή συγκυβέρνηση, οι χορηγοί και οι συνοδοιπόροι, οι προστάτες και η διαπλοκή, όσο κι αν συνωθούνται μέχρι ασφυξίας στο «αγαπημένο» τους κέντρο, δεν δείχνουν, ούτε θα δείξουν καμία διάθεση αυτοχειρίας, παρά τα αξεπέραστα αδιέξοδα, που τους απειλούν. Και κυρίως δεν έχουν ούτε δημοκρατικές ευαισθησίες, ούτε ανοχές!
Ως κεντρώοι, δηλαδή…
Σχόλια