Κηδεύεται σήμερα από το Πρώτο Νεκροταφείο η Μαρία Κυρτζάκη, μια από τις πιο σημαντικές ποιητικές φωνές της γενιάς του ’70. Γεννημένη το 1948 στην Καβάλα, εμφανίστηκε στα γράμματα πολύ νέα με την ποιητική συλλογή Σιωπηλές κραυγές (1966). Αργότερα σπούδασε Φιλολογία στη Θεσσαλονίκη, ενώ στη συνέχεια και παράλληλα με την ποιητική της διαδρομή, δούλεψε για χρόνια στο Τρίτο Πρόγραμμα, από την εποχή του Μάνου Χατζιδάκι, και ως επιμελήτρια-διορθώτρια κειμένων, φροντίζοντας με βαθιά αίσθηση της γλώσσας πολύ σημαντικές εκδόσεις.

«Ο λόγος της ορθώνεται σαν ρομφαία. Λέει ή θανατώνει. Καρφώνεται με ένταση απαραχάρακτη και τιμωρεί τα αυτονόητα, τα κοινότοπα, είναι άγρια, τρυφερή, χαϊδεύει τις αδυναμίες, αλλά χαϊδεύει με τις ίδιες εκείνες γρατζουνιές που της προκάλεσε η γαμψή αφή των πραγμάτων. Ακούω συχνά το ουρλιαχτό του στίχου της: “Πεινάω σαν λύκος”, αλλά δεν ανησυχώ. Ξέρω ότι είναι εκλεκτικός, δεν τρώει παραχωρήσεις», είχε γράψει για την ποίησή της η Κική Δημουλά.

Τις Σιωπηλές κραυγές, ακολούθησαν οι συλλογές Οι λέξεις (1973), Ο κύκλος (1976), Η γυναίκα με το κοπάδι (1982), Περίληψη για τη νύχτα (1986), Ημέρια νύχτα (1989), Σχιστή οδός (1992), Μαύρη θάλασσα (2000), Λιγοστό και να χάνεται (2002), ενώ το 2005 κυκλοφόρησαν όλα τα ποιήματα της περιόδου 1973-2002, σε έναν τόμο με τον τίτλο, Στη μέση της ασφάλτου.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!