Περιφερειακή είναι μια δύναμη της οποίας η ύπαρξη, η στάση και η στρατηγική αποτελούν ρυθμιστικό παράγοντα για μια ορισμένη περιφέρεια του πλανήτη. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που τα τελευταία χρόνια θεωρούν ότι η Τουρκία έχει εξελιχθεί σε μια τέτοιου βεληνεκούς δύναμη. Όμως τι συμβαίνει όταν μια περιφερειακή δύναμη αναλαμβάνει το ρόλο του διαμεσολαβητή σε μια σύγκρουση που λαμβάνει εν δυνάμει παγκόσμιες διαστάσεις; Αυτό το ερώτημα μπορεί να απαντηθεί παρακολουθώντας την εξέλιξη της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη. Η Σύνοδος μπόρεσε να πετύχει τον σκοπό της, να εγκρίνει δηλαδή την είσοδο της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ έπειτα από τη συμφωνία και της Τουρκίας. Για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, οι δύο χώρες συμφώνησαν να υπογράψουν ένα μνημόνιο συνεργασίας που ικανοποίησε όλα τα αιτήματα που είχε θέσει η Τουρκία προς αυτές. Επιπλέον, υπήρξε και κατ’ ιδίαν συνάντηση Ερντογάν-Μπάιντεν όπου μεταξύ άλλων δόθηκε από τον πρόεδρο των ΗΠΑ το πράσινο φως για την αναβάθμιση των F-16 του τουρκικού στόλου. Κίνηση που είχε παγώσει για να διαφημιστεί έτσι στην Ελλάδα ως απόδειξη της απομόνωσης της Τουρκίας…

Συμφωνία Σουηδίας-Φινλανδίας-Τουρκίας

Ας τα πάρουμε όμως με τη σειρά. Η συμφωνία Σουηδίας-Φινλανδίας-Τουρκίας προβλέπει τη στήριξη της Τουρκίας από μεριάς των δύο χωρών ενάντια στον κουρδικό παράγοντα. Ουσιαστικά οι δύο χώρες συμφώνησαν να θέσουν εκτός νόμου οποιαδήποτε στήριξη του PKK ή οργανώσεων και οργανισμών που η Τουρκία θεωρεί ότι σχετίζονται μαζί του. Την μη υποστήριξη των Κούρδων στη Συρία από τις δυο χώρες, την έκδοση Κούρδων που βρίσκονται στις δύο χώρες και τους οποίους η Τουρκία έχει χαρακτηρίσει ως τρομοκράτες, την αποτροπή οποιασδήποτε «τρομοκρατικής» προπαγάνδας κατά της Τουρκίας. Τα παραπάνω θα συνοδεύονται από αλλαγές στη νομοθεσία –τις οποίες θα επιβλέπει μια επιτροπή– ενώ οι δυο χώρες θα άρουν και θα απέχουν από οποιοδήποτε εμπάργκο προς την Τουρκία στο πεδίο των εξοπλισμών. Επί της ουσίας βλέπει κανείς πως ικανοποιήθηκαν όλες οι απαιτήσεις της Τουρκίας στο ακέραιο, ενώ το εν λόγω μνημόνιο θα ψηφιστεί από την τουρκική βουλή μόνο εφόσον προχωρήσουν τα συμφωνηθέντα. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί πως όλα τα παραπάνω, και σε αντίθεση με τα δημοσιεύματα διάφορων αναλυτών σχετικά με την «απομόνωση» της Τουρκίας, δεν συνέβησαν –τουλάχιστον δημοσίως– εν μέσω ενός κλίματος εκβιασμών και δυσθυμίας. Το αντίθετο, από την πρώτη κιόλας στιγμή οι αιτιάσεις της γείτονος αντιμετωπίστηκαν ως απόλυτα λογικές, τόσο από τις δυο χώρες όσο και πολύ περισσότερο από το ΝΑΤΟ, μέσω του γραμματέα του, αλλά και από το σύνολο των μεγάλων δυνάμεων. Άλλωστε και η τελική συμφωνία της Τουρκίας χειροκροτήθηκε ως ένα βήμα καλής θέλησης. Εν ολίγοις, αναγνωρίστηκε στη Σύνοδο το δικαίωμα της Τουρκίας να θέτει και εκείνη από μεριάς της όρους για την ανάπτυξη και την πορεία του ΝΑΤΟ, κατατάσσοντας την έτσι στην κλίμακα των «ισχυρών».

Η γειτονική χώρα βγήκε πολλαπλά κερδισμένη από τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ. Δεν πρόκειται μόνο για την τυπική αποδοχή των αιτημάτων της, αλλά για το γεγονός ότι η ίδια θεωρείται πια κρίσιμη δύναμη και λογίζεται στο γκρουπ των μεγάλων της Συμμαχίας

Συνάντηση Ερντογάν-Μπάιντεν

Επιπλέον, και έπειτα από την επίτευξη της συμφωνίας, πραγματοποιήθηκε κατ’ ιδίαν συνάντηση των προέδρων Ερντογάν-Μπάιντεν. Σύμφωνα με την λιτή ανακοίνωση του Λευκού Οίκου συζητήθηκε η κατάσταση στην Ουκρανία, η μεταφορά των ουκρανικών σιτηρών από την Τουρκία και η ανάγκη για σταθερότητα σε Αιγαίο και Συρία, ενώ οι δύο χώρες αποφάσισαν τη συνέχιση και την ενδυνάμωση των διμερών τους σχέσεων. Παράλληλα, ο Μπάιντεν έδωσε πράσινο φως για την αναβάθμιση των τουρκικών F-16, κίνηση που θεωρεί κρίσιμης σημασίας για την ασφάλεια στην ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Προϊδεάζοντας έτσι και για την ενδεχόμενη κάμψη των αντιρρήσεων που μέχρι σήμερα έχουν υπάρξει από μεριάς του Κογκρέσου. Συνολικά, τόσο η συνάντηση όσο και η αναφορά στα F-16 δεν είναι και δεν πρέπει να αντιμετωπιστούν ως ένα «μικρό δωράκι» για τη συμφωνία της Τουρκίας νωρίτερα. Αντιθέτως, τόσο η ατζέντα της συζήτησης που συμπεριέλαβε από το κρίσιμο ζήτημα της Ουκρανίας μέχρι την Συρία και το Αιγαίο όσο και οι ένθερμες ευχαριστίες για τον ρόλο της Τουρκίας, φανερώνουν την εκτίμηση των ΗΠΑ ότι η Τουρκία αποτελεί κρίσιμο εταίρο στην περιοχή. Αυτά μπορεί να κάνει πως δεν τα βλέπει η ελληνική κυβέρνηση, θεωρώντας πως μια μικρή αναφορά στη «σταθερότητα» από μεριάς των ΗΠΑ ήταν αρκετή, συνεχίζοντας να πουλάει το αφήγημα ότι όλα όσα γίνονται από την Τουρκία έχουν στόχο το εσωτερικό ακροατήριο. Ωστόσο, μετά από τη Σύνοδο, στην τοποθέτησή του ο Κ. Μητσοτάκης αναγνώρισε ως δίκαιες τις αιτιάσεις της Τουρκίας ενάντια στην «κουρδική τρομοκρατία», αναιρώντας ουσιαστικά προηγούμενες δηλώσεις περί «καιροσκοπικού εκβιασμού» και αποδεχόμενος εμμέσως ότι η διαρκής καταστολή, επίθεση και σφαγή των Κούρδων από το τουρκικό κράτος είναι δικαιολογημένη και νόμιμη. Για κακή τύχη του Κ. Μητσοτάκη, η συνέντευξη του Τούρκου προέδρου που πραγματοποιήθηκε αργότερα ήρθε να διαψεύσει τις εκτιμήσεις του. Με τον Ερντογάν να μιλά για μεταξύ τους συμφωνία που δε θα συμπεριλάμβανε τρίτους, για παραβιάσεις του τουρκικού εναέριου χώρου από την Ελλάδα και βέβαια για την «παράνομη» στρατικοποίηση των νησιών για την οποία η Ελλάδα θα λογοδοτήσει.

Στο κλαμπ των μεγάλων

Συνολικά, η Τουρκία βγήκε κερδισμένη πολλαπλά από τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ. Δεν πρόκειται μόνο για την τυπική αποδοχή των αιτημάτων της, αλλά για το γεγονός ότι η ίδια θεωρείται πια κρίσιμη δύναμη και λογίζεται στο γκρουπ των μεγάλων του ΝΑΤΟ. Δεν θα ήταν εύκολο για μια μεσαία –πόσο μάλλον για μια μικρή χώρα– να βάλει βέτο σε αυτή τη φάση και μάλιστα με τέτοιου τύπου ζητήματα στην ατζέντα –που δεν είναι εξ αντικειμένου κρίσιμα π.χ. για την ύπαρξη ή την εδαφική της ακεραιότητα– και αντί να υποκύψει η ίδια σε πιέσεις και εκβιασμούς να υποκύψει η Συμμαχία. Πόσο μάλλον όταν αυτό παρουσιάζεται ως συμμαχική κατάκτηση, για την οποία μερίμνησαν όλες σχεδόν οι μεγάλες δυνάμεις του ΝΑΤΟ που συναντήθηκαν ή επικοινώνησαν με τον Ερντογάν τις τελευταίες μέρες, με αποκορύφωμα τη συνάντηση με τον Μπάιντεν. Η Δύση συνολικά πριμοδοτεί την Τουρκία σε ρόλο ρυθμιστή στην ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, αναδεικνύοντας την έτσι σε έναν ιδιαίτερο και σημαντικό γεωπολιτικό παράγοντα, με δικαιοδοσία στην ευρύτερη περιοχή. Έτσι, οι απειλές της ενάντια στην Ελλάδα και την Κύπρο περνάνε στα ψιλά γράμματα ως συνεχιζόμενες διαφωνίες για τις οποίες στην καλύτερη περίπτωση προβλέπεται «να τα βρούμε» ως προς το τι και πώς θα παραχωρηθεί ώστε να εξασφαλιστεί ένας «κρίσιμος σύμμαχος».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!