Το κουαρτέτο έρχεται με στόχο να εξασφαλίσει τεχνική συμφωνία – Η γερμανική εκκρεμότητα, το κενό ηγεσίας στην Ευρωζώνη και το ασαφές μεταμνημονιακό μέλλον

του Γιάννη Κιμπουρόπουλου

 

Περίπου δέκα μέρες προθεσμία διαθέτει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προκειμένου να επιβεβαιωθεί η αισιοδοξία που αποπνέει η συμπεριφορά του οικονομικού επιτελείου ότι η τρίτη αξιολόγηση θα κλείσει ανώδυνα και το αργότερο μέχρι τον Ιανουάριο του νέου έτους. Στο Eurogroup της 4ης Δεκεμβρίου υπάρχει η ευκαιρία είτε να επιτευχθεί το περίφημο Staff Level Agreement, η τεχνική συμφωνία κουαρτέτου και κυβέρνησης, είτε στη χειρότερη περίπτωση να διατυπωθεί η πολιτική βούληση των δανειστών, με μια δήλωση προόδου, να κλείσει σύντομα η αξιολόγηση. Τυπικά στη συνεδρίαση του Eurogroup στις 22/1/2018.

Ευκαιρίες να «δοκιμαστεί» αυτή η δυνατότητα υπάρχουν κι άλλες, όπως το επενδυτικό συνέδριο της 11ης Δεκεμβρίου στη Νέα Υόρκη (Capital Link Forum) όπου θα διασταυρωθούν ξανά οι επικεφαλής του κουαρτέτου με υπουργούς και τραπεζίτες. Ή ακόμη η τελευταία ευρωπαϊκή σύνοδος κορυφής του χρόνου (14-15/12). Ωστόσο το παιχνίδι θα κριθεί στην Αθήνα, όπου φτάνουν –την Τρίτη– οι επικεφαλής του κουαρτέτου για να αξιολογήσουν πόσο έχει προχωρήσει η δουλειά με τα τεχνικά κλιμάκια πάνω στα 101 προαπαιτούμενα της αξιολόγησης, με ανοικτή την ημερομηνία αναχώρησης, ώστε να εξαντληθούν τα περιθώρια για συμφωνία. Θα έχει προηγηθεί η συνεδρίαση του EuroWorkingGroup (τη Δευτέρα) στην οποία θα κριθεί η τελική ατζέντα προαπαιτούμενων που θα αποτυπωθεί στη συμφωνία, ώστε να πάρει «πρωτόκολλο» ψήφισης από το ελληνικό κοινοβούλιο, ιδεωδώς μαζί με τον νέο προϋπολογισμό.

 

Το «ψητό» του χρέους

Η κατάθεση του προϋπολογισμού 2018, ο οποίος ενσωματώνει τη δέσμευση για υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα (3,8% του ΑΕΠ) παρά την προσγείωση των προσδοκιών για την ανάπτυξη στο 2,5%, αλλά και η ψήφιση του νομοσχεδίου για το «κοινωνικό μέρισμα», δείχνει ότι οι δανειστές δεν έχουν πρόθεση να δημιουργήσουν μεγάλα προσκόμματα, εφόσον η συνέχιση της δημοσιονομικής λιτότητας είναι διασφαλισμένη. Ακόμη και το δύστροπο ΔΝΤ εμφανίζεται εντυπωσιακά ανεκτικό, προφανώς γιατί η δική του προτεραιότητα προκειμένου να ξεμπερδεύει με την «ελληνική περιπέτεια» είναι να κλείσει η τρίτη αξιολόγηση για να φτάσει στο «ψητό»: στα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους που θα συζητηθούν στο πλαίσιο της 4ης αξιολόγησης, το αργότερο μέχρι τον Ιούνιο. Τότε θα έχει γίνει σαφής και η κατάσταση των τραπεζών, αφού θα υπάρχουν τα αποτελέσματα των stress tests της ΕΚΤ και θα έχει λυθεί η –«παγωμένη» αλλά όχι αποσυρμένη– αμφιβολία του ΔΝΤ για το αν υπάρχει ανάγκη νέας ανακεφαλαιοποίησης. Αμφιβολία που το ΔΝΤ έχει εισαγάγει στη συνάρτηση του χρέους. Θα έχει επίσης αποσαφηνιστεί αν και πώς θα αλλάξει κάτι στο καθεστώς διακυβέρνησης της Ευρωζώνης, με τη δημιουργία Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου, το οποίο θεωρητικά θα μπορούσε να έχει κάποιο νέο ρόλο στη μεταμνημονιακή επιτήρηση της Ελλάδας και ιδιαίτερα στην απόπειρα να καλύπτει με κάποιο τρόπο τον δανεισμό της από τις αγορές.

 

Ο διάβολος στις λεπτομέρειες

Το κλίμα «κατανόησης» που διαπερνά τη «μεγάλη εικόνα» της αξιολόγησης επισκιάζει τον διάβολο που κρύβεται στις λεπτομέρειες. Στις διαβουλεύσεις των κυβερνητικών στελεχών με τα τεχνικά κλιμάκια του κουαρτέτου είναι ανοικτά πολλά δύσκολα προαπαιτούμενα, και στο επίπεδο της συμφωνίας και σε αυτό της εφαρμογής: η πώληση μονάδων της ΔΕΗ, ένα σαφέστερο και πιο «φιλόδοξο» σχέδιο για τις αποκρατικοποιήσεις, οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί ακινήτων, η μείωση των «κόκκινων δανείων», το «τεστάρισμα» του εξωδικαστικού συμβιβασμού, η «μεταρρύθμιση» των κοινωνικών επιδομάτων, η αυστηροποίηση του πλαισίου για τις απεργίες, η εξόφληση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου και, φυσικά, ένας πιο συγκεκριμένος επιμερισμός των μέτρων ύψους 1,8 δισ. (1% του ΑΕΠ) που κατ’ απαίτηση του ΔΝΤ έχουν ήδη ενσωματωθεί στον νέο προϋπολογισμό. Αυτά και άλλα πολλά πρέπει να συμφωνηθούν στη διάρκεια των 4-5 ημερών που θα βρίσκονται εδώ οι επικεφαλής του κουαρτέτου, να αποτυπωθούν σε τεχνική συμφωνία, να πάρουν το «ο.κ.» του Eurogroup στις 4/12, να γίνουν πολυνομοσχέδιο και να ψηφιστούν παραμονές Χριστουγέννων.

Ωστόσο, αυτή ασυνήθιστη, σχεδόν παράδοξη «κανονικότητα» αυτής της αξιολόγησης, τουλάχιστον από άποψη σχέσης κυβέρνησης και κουαρτέτου, έχει τις γκρίζες ζώνες της.

 

Από τη «Τζαμάικα» στην «Κένυα»

Η πρώτη και κυριότερη αφορά τις εξελίξεις στη Γερμανία, όπου οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης μετατοπίζονται από τη… «Τζαμάικα» στην «Κένυα», κατά το παράδοξο έθιμο να αναζητείται αντιστοιχία της χρωματικής σύνθεσης των κυβερνητικών εταίρων με εθνικές σημαίες. Το SPD φαίνεται να εγκαταλείπει τη μετεκλογική του υπόσχεση για άρνηση συνεργασίας με τη «Χριστιανική Ένωση» (CDU/CSU) και παζαρεύει μεγάλο συνασπισμό μαζί της, με τη συμμετοχή και των Πρασίνων. Σ’ έναν τέτοιο κυβερνητικό συνασπισμό το ειδικό βάρος της Μέρκελ συρρικνώνεται δραματικά και η καγκελάριος έχει το δίλημμα που είχε με τους Φιλελεύθερους, αλλά αντίστροφα: ενώ το FDP ήθελε «λιγότερη Ευρώπη», Σοσιαλδημοκράτες και Πράσινοι θέλουν «περισσότερη». Δηλαδή, είναι πιο κοντά στο σχέδιο Μακρόν για τη μετεξέλιξη της Ευρωζώνης. Κι αυτό επιφυλάσσει απαντήσεις και για το πώς θα διαμορφωθεί η μεταμνημονιακή επιτήρηση της Ελλάδας μετά τον Αύγουστο του 2018.

 

Κενό ηγεσίας στην Ευρωζώνη

Η δεύτερη γκρίζα ζώνη της αξιολόγησης, απόλυτα συναρτημένη με την προηγούμενη, είναι ότι οι αποφάσεις για τη θεσμική ολοκλήρωση της Ευρωζώνης είναι υπόθεση εβδομάδων, αφού θεωρητικά στη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (14-15/12) θα καταληχθεί τουλάχιστον ένας οδικός χάρτης, με αφετηρία την μεταμόρφωση του ESM σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο. Με τον σχηματισμό νέας γερμανικής κυβέρνησης σε εκκρεμότητα είναι εξαιρετικά απίθανο η Μέρκελ να δεσμευτεί για τόσο μακροπρόθεσμα σχέδια. Ίσως μάλιστα το γεγονός ότι είναι ολίγον… υπηρεσιακή καγκελάριος είναι ένα καλό πρόσχημα για να φρενάρει αποφάσεις, όχι μόνο για τον ESM, αλλά κυρίως για την τραπεζική ένωση. Εκ πρώτης όψεως το κενό ηγεσίας στην Ε.Ε. που προκαλεί η γερμανική εκκρεμότητα το έχει καλύψει Μακρόν, που αθροίζει υποστηρικτές γύρω από την πρότασή του – ανάμεσά τους και την ελληνική κυβέρνηση, όπως φάνηκε από το ταξίδι Τσίπρα στο Παρίσι. Ωστόσο, η μάχη για την εξουσία στην Ευρωζώνη είναι αρκετά πιο περίπλοκη από ένα γαλλογερμανικό παζάρι. Όπως κατέδειξε και η έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (για την οποία γράψαμε εκτενώς την προηγούμενη εβδομάδα), υπάρχουν πολλοί πόλοι ισχύος στην Ευρωζώνη που… δεν δέχονται μύγα στο σπαθί τους, με πρώτη την ΕΚΤ που αρνήθηκε να δώσει στοιχεία για τον ρόλο της στην ελληνική κρίση και στα τρία Μνημόνια. Είναι εξαιρετικά ασαφές πώς θα διαμορφωθεί ο συσχετισμός ισχύος ανάμεσα στην αποδυναμωμένη Κομισιόν, την «ανεξάρτητη» ΕΚΤ, τον ενισχυμένο σε νομισματικό ταμείο ESM, το «άτυπο» Eurogroup –για την προεδρία του οποίου αναζητείται συμβιβασμός μέχρι τις 4/12, αλλιώς θα χρειαστεί να παραταθεί η θητεία Ντάισελμπλουμ–, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο των κρατών μελών.

 

Παραθεσμική επιτήρηση

Είναι άγνωστο αν θα τολμήσουν οι ευρωπαϊκές ηγεσίες να πάνε και σε αλλαγή Συνθηκών. Η διακυβέρνηση του ευρώ θα μείνει μάλλον για αρκετόν ακόμη καιρό στο επίπεδο της θεσμικής ασάφειας που επέτρεψε να συντελεστεί το έγκλημα των Μνημονίων εις βάρος της Ελλάδας και άλλων χωρών. Κι αυτό σημαίνει ότι η έξοδος από το Μνημόνιο τον Αύγουστο του 2018 μπορεί να σημάνει και είσοδο σε μιαν ακόμη περίοδο πειραματικής, υβριδικής και παραθεσμικής επιτήρησης. Μιας επιτήρησης με αυτήν που ανάγκασε ακόμη και το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο –σάρκα εκ της σαρκός της ευρωκρατίας– να περιγράψει την μνημονιακή επταετία και τη συμπεριφορά της τρόικας περίπου ως μια κατάσταση ανομίας.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!