Σε αναβρασμό ο αγροτικός κόσμος με την Κοινή Υπουργική Απόφαση. Του Δημήτρη Κοδέλα.

Αναβρασμός επικρατεί στον αγροτικό κόσμο αφού σε μόλις 2 μήνες λήγει η προθεσμία κατάθεσης της αίτησης και των δικαιολογητικών για τη χορήγηση «αδειών για υφιστάμενα δικαιώματα χρήσης νερού» έτσι όπως καθορίζονται μέσω της υπ’ αριθμ. 150559/2011 (ΦΕΚ 1440) Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΚΥΑ). Για όσους δεν τα καταθέσουν έγκαιρα (έως 16/12/2011) προβλέπεται πρόστιμο άνω των 1.000 ευρώ και διακοπή της ηλεκτροδότησης μετά τα 2 χρόνια.
Η παραπάνω διαδικασία απαιτεί από τους παραγωγούς έναν κυκεώνα δικαιολογητικών (αίτηση, περιβαλλοντική έκθεση, τοπογραφικό, ανάλυση νερού κ.ά.), με κόστος που αναμένεται να κυμανθεί από 500 έως και πάνω από 1.000 ευρώ.
Η ΚΥΑ αυτή εντάσσεται στις πολιτικές για την προστασία των υδάτινων πόρων και του περιβάλλοντος και αφορά μια κρατική υποχρέωση, η οποία θα έπρεπε να εκτελείται από τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες (Διεύθυνση Υδάτων, Διεύθυνση Αγροτικής Ανάπτυξης κ.ά.) χωρίς κόστος για τους παραγωγούς. Πάντως, τουλάχιστον αντιφατικό έως υποκριτικό μπορεί να χαρακτηριστεί το ενδιαφέρον για τους υδάτινους πόρους, τη στιγμή που οι υπηρεσίες υδάτων παραμένουν τραγικά υποστελεχωμένες, το ΙΓΜΕ (Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών) καταργείται και εκκρεμούν ακόμα τα σχέδια διαχείρισης των λεκανών απορροής τα οποία παραχωρήθηκαν μέσω διαγωνισμού σε εταιρίες…
Εκτός όμως του κόστους έκδοσης των νέων αδειών υπάρχει κάτι ίσως σημαντικότερο. Ουσιαστικά η ΚΥΑ βάζει μπροστά την πολιτική ιδιωτικοποίησης του νερού, της μετατροπής του σε εμπόρευμα και της μελλοντικής πληρωμής κάθε κυβικού που θα αντλείται.
Δεν είναι άσχετη με αυτή τη λογική η προσπάθεια το καλοκαίρι να επιβληθεί ΦΠΑ 13% στο νερό άρδευσης, τροπολογία που τελευταία στιγμή αποσύρθηκε από το πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών.
Η ΚΥΑ έρχεται ουσιαστικά να προχωρήσει την υλοποίηση της κοινοτικής οδηγίας 2000/60 που ενσωματώθηκε στο ελληνικό Δίκαιο με το ν. 3199/2003. Η συγκεκριμένη οδηγία εισάγει τη λογική «ο χρήστης πληρώνει» με την τιμολογιακή πολιτική να παίζει ρόλο αντικινήτρου στην υπερκατανάλωση και να ενσωματώνει την «αρχή της ανάκτησης του κόστους των υπηρεσιών ύδατος, συμπεριλαμβανομένου του κόστους για το περιβάλλον και τους φυσικούς πόρους». Επομένως, το επόμενο βήμα φαίνεται να είναι η πλήρης εμπορευματοποίηση με πρόσχημα την προστασία των υδάτινων πόρων. Κάτι τέτοιο θα ευνοούσε το κράτος να επιβάλει ένα νέο φόρο στους αγρότες και φυσικά τις πολυεθνικές που εποφθαλμιούν τις πηγές μας, αυξάνοντας όμως δραματικά το ήδη υψηλό κόστος άρδευσης και συμπιέζοντας περισσότερο το ήδη μειωμένο αγροτικό εισόδημα.
Μέχρι τώρα, η βασική κίνηση των συνεταιρισμών αφορά στην απλούστευση των διαδικασιών έκδοσης της άδειας και τη μείωση του κόστους, έχοντας περάσει στα ψιλά η βασική λογική του μέτρου που σχετίζεται με την εμπορευματοποίηση ενός τόσο αναγκαίου και καθοριστικού για την παραγωγή και τη ζωή φυσικού πόρου.
Έστω και τώρα είναι αναγκαίος ένας συντονισμός που να αφορά την άρνηση μετακύλισης του κόστους έκδοσης των αδειών στους παραγωγούς και τη διεκδίκηση μιας άλλης υδατικής πολιτικής που θα διαφυλάσσει την επάρκεια, την ποιότητα και τον κοινωνικό χαρακτήρα του νερού.

* Ο Δημήτρης Κοδέλας
είναι μέλος της Κίνησης Συντονισμού Πολιτών Πελοποννήσου «Κοινή Δράση»
Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!