Όλοι οι φορείς του κινηματογραφικού χώρου είχαν εκφράσει την επιθυμία για την κατάθεση ενός νέου νόμου που θα αντικαθιστούσε τον νόμο της Μελίνας, ένα νόμο κατά κοινή ομολογία δημοκρατικό, ανεπαρκή ωστόσο για τη σύγχρονη κινηματογραφική πραγματικότητα της χώρας. Το σχέδιο νόμου που κατέθεσε ο Παύλος Γερουλάνος -και ήδη βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση- φαίνεται δεν κατάφερε να γεφυρώσει το χάσμα που δημιουργήθηκε ανάμεσα στην ομάδα των κινηματογραφιστών στην ομίχλη και στους επίσημους συλλογικούς φορείς του κινηματογραφικού χώρου.

Ενώ οι πρώτοι αντιμετωπίζουν θετικά -ή σχεδόν- το νέο σχέδιο, όλοι οι φορείς αλλά και μεμονωμένοι σκηνοθέτες θεωρούν ότι το συζητούμενο σχέδιο αντιμετωπίζει με εγκληματική αδεξιότητα ουσιώδη θέματα που αφορούν αυτή καθ’ αυτή την επιβίωση του κινηματογράφου και ζητούν την απόσυρσή του. Στα πλαίσια αυτού του διαλόγου ο Δρόμος ζήτησε τις απόψεις των σκηνοθετών Στέλλας Θεοδωράκη, Σπύρου Ταραβήρα και Λευτέρη Χαρωνίτη. Ο κ. Χαρωνίτης παρά την προθυμία του δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στο αίτημά μας. Δημοσιεύουμε κατά συνέπεια τις απόψεις των δύο πρώτων και αναμένουμε τη… συνέχεια στο επόμενο φύλλο.

Σ.Μ.

Χρειαζόμαστε ένα νόμο που να συμβαδίζει με τις εξελίξεις των καιρών

Της Στέλλας Θεοδωράκη

Υπάρχει ανάγκη για έναν καινούργιο νόμο που να συμβαδίζει με τις εξελίξεις των καιρών. Όπως, επίσης, υπάρχει σαφής ανάγκη εμπλουτισμού των πηγών χρηματοδότησης με αναπτυξιακό χαρακτήρα, για να μπορέσει ο ελληνικός κινηματογράφος να είναι ανταγωνίσιμος. Ο νέος νόμος-πλαίσιο βρίσκεται προς αυτήν την κατεύθυνση με τις επιστροφές φόρων, το συνδυασμό με το tax shelter, την πρόταση για το 1,5% και με επιπλέον πηγές που μπορούν να προταθούν μέσω των εσωτερικών κανονισμών των οργανισμών, όπως για παράδειγμα συνεργασία με την Περιφέρεια.
Θα μπορούσε να είναι πιο ριζοσπαστικός στις προτάσεις του -ιδίως στην κατανομή του 1,5%- και θέλει προσοχή στη διασφάλιση των εσόδων του -ώστε να προβλεφθούν κυρώσεις για την εξασφάλιση της απόδοσης του-, πράγμα που ελπίζω να κατοχυρωθεί νομικά μετά την ολιγόχρονη διαβούλευση. Μια μεγαλύτερη προσοχή στη νομοτεχνική του πλευρά θα μας απάλλασσε από μελλοντικά προβλήματα και διεκδικήσεις σε περιπτώσεις μη εφαρμογής του. Κανείς μας δεν μπορεί να ξεχάσει πως το 1,5% των Ιδιωτικών καναλιών ποτέ δεν αποδόθηκε και των δημόσιων αποδόθηκε εν μέρει.
Ένας νόμος για τον κινηματογράφο οφείλει να συνδυάζει την πολιτιστική με την οικονομική ανάπτυξη. Οφείλει να προστατεύει την προώθηση της πολυμορφίας της πολιτιστικής έκφρασης και να διασφαλίζει την ελεύθερη κινηματογραφία και την ανεξάρτητη παραγωγή και διανομή. Νομίζω πως αυτός ο νόμος-πλαίσιο, παρ’ όλο που έχει αυτή την πρόθεση, πρέπει να την αποσαφηνίσει περισσότερο, ξεκινώντας από την εκτίμηση της συνεισφοράς του δημιουργού του έργου, μέχρι το σοβαρό και ασφυκτικό θέμα της διανομής, συμπεριλαμβανομένης και της εναλλακτικής διανομής. Να προστατεύει, επίσης, τη διατήρηση της ιστορίας του κινηματογραφικού έργου, καθώς επίσης να αφήνει ένα ανοιχτό παράθυρο προς την παιδεία.
Η έλλειψη παιδείας νομίζω πως είναι το βασικό κακό των προβλημάτων σε αυτόν το χώρο. Βέβαια, αν δεν υπάρχει ακριβής πρόταση από πλευράς μας για τη διαβάθμιση της σχολής που ζητάμε, δεν είναι και σαφής η ένταξη της στο ΥΠΠΟ ή στο Υπουργείο Παιδείας. Είναι ένα θέμα που θα συνεχίσει να μας απασχολεί και μετά τη ψήφιση του νόμου. Στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης η ελληνική ταινία οφείλει να είναι πιο πολύ παρούσα και να συνομιλεί με τη διεθνή, χωρίς αυτό να σημαίνει πως αλλοιώνεται το διεθνές προφίλ του φεστιβάλ. Το ζητούμενο είναι η ανταλλαγή απόψεων και η δημιουργία σχέσεων και διεθνών συμπαραγωγών.
Ένας κινηματογράφος ανταγωνιστικός και εξαγώγιμο που να μπορεί, πολιτιστικά, να μας αντιπροσωπεύει και να εκφράζεται πιο ριζοσπαστικά, ομολογώ πως απέχει, κατά τη γνώμη μου, από τη συνήθη λογική των συνδικαλιστικών οργάνων, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί και ιδίως από τις προτεραιότητές τους. Αν ψηφιστεί ένας νόμος χωρίς τη συμμετοχή των συνδικαλιστικών οργάνων στο Δ.Σ. του ΕΚΚ, ίσως είναι και μια ευκαιρία να αποκτήσουν τα συνδικαλιστικά όργανα ένα πιο υγιές πρόσωπο και να διεκδικούν αιτήματα χωρίς τις αναστολές που τους προκαλούσε η «συνδιοίκηση».
Από την άλλη, όσον αφορά τα κεφάλαια του Νόμου που αφορούν το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, χρειάζεται μια μεγαλύτερη προσοχή στην επιλογή και στα κριτήρια επιλογής των ανθρώπων που διοικούν, ώστε να αποφύγουμε τα ευτράπελα των επιλογών του εκάστοτε ΥΠΠΟ. Είναι σαφές, όταν υπάρχει έλλειψη παιδείας, υπάρχει και έλλειψη παιδείας στην επιλογή, άρα και στη διαχείριση των πόρων, άρα και στην επιλογή του τελικού προϊόντος ή στη φιλοσοφία και την κατεύθυνση της πολιτικής. Νομίζω πως ο νέος νόμος μπορεί να το αποφύγει αυτές τις σκοπέλους, αν προσέξει περισσότερο αυτά τα κριτήρια επιλογής, και εάν ο εσωτερικός κανονισμός του ΕΚΚ το διασφαλίσει, με ένα συνδυασμό ακρίβειας και ευελιξίας.

Και να μην ξεχνάμε πως τα πράγματα προχωρούν μόνον όταν ερευνούμε και δοκιμάζουμε νέες κατευθύνσεις. Και πως οι νόμοι αν δεν πετύχουν, δεν είναι και αιώνιοι, αλλάζουν.

* Η Στέλλα Θεοδωράκη είναι σκηνοθέτις.

Σχόλια και σκέψεις επί του νομοσχεδίου

Του Σπύρου Ν. Ταραβήρα

Ποτέ δεν περίμενα ότι μετά από τόσα χρόνια θα εμφανιστεί ένα τόσο αποσπασματικό νομοσχέδιο για την Κινηματογραφική Τέχνη και Ανάπτυξη τον 21ο αιώνα. Προφανώς, οι συντάκτες του δεν έλαβαν υπ’ όψιν τους ευρωπαϊκούς κινηματογραφικούς νόμους, όπως ενδεικτικά εκείνους της Γερμανίας, ενός από τους πληρέστερους στον κόσμο, που έχει χρηματοδοτήσει χιλιάδες μικρού και μεγάλου μήκους καλλιτεχνικές, φοιτητικές αλλά και εμπορικές ταινίες, με εξαιρετικά αποτελέσματα στις αίθουσες αλλά και πολλά βραβεία στα διεθνή φεστιβάλ.
Οι συντάκτες του νόμου θα έπρεπε να έχουν σφαιρικότερη γνώση όλων των επί μέρους πεδίων του κινηματογράφου, ώστε να επιτευχθεί η λεγόμενη κινηματογραφική ανάπτυξη.
Ο νόμος δεν αναφέρει ούτε μια λέξη για την κινηματογραφική παιδεία, δηλαδή την ίδρυση Εθνικής Ακαδημίας Τηλεόρασης και Κινηματογράφου, αντίστοιχης ευρωπαϊκών χωρών και διακαή πόθο των Ελλήνων κινηματογραφιστών. Δεν περιγράφει με δράσεις την ιδεατή πορεία ενός παραγωγού, σκηνοθέτη, σεναριογράφου «μικρομηκά» (είτε φοιτητή Ακαδημίας, είτε αυτοδίδακτου) και πώς αυτή στηρίζεται από την Πολιτεία μέχρι την ημερομηνία αποφοίτησής του.
Στο σχέδιο-νόμου δεν υπάρχει πουθενά αναφορά σε βραβεία ταινιών μικρού η μεγάλου μήκους (τα παλαιά Κρατικά καταργούνται!) τα οποία αντιθέτως υπάρχουν στην Γερμανία, και απονέμονται από την αντίστοιχη Ακαδημία Κινηματογραφιστών σε συνεργασία με το ΥΠΠΟ της Γερμανίας. Τα βραβεία εκεί είναι χρηματικά, τα δε ποσά δεσμεύονται σε λογαριασμό και εκταμιεύονται για την ανάπτυξη σχεδίου παραγωγής, συγγραφή σεναρίου η παραγωγή της επόμενης ταινίας των βραβευομένων. Αποτελούν δηλαδή μαγιά της επόμενης ταινίας διασφαλίζοντας έτσι την απρόσκοπτη πορεία των ταλαντούχων δημιουργών.  Ως προς το «περίφημο» 1,5% / 0,75% ο νόμος διευρύνει τον κύκλο εταιρειών, που θα είναι υπόχρεες να το καταβάλουν, αλλά παραμένει εξίσου θολός, με τον ανεφάρμοστο σημερινό, διότι δεν μας περιγράφει τους μοχλούς πίεσης, που θα τις εξαναγκάσουν να καταβάλλουν τα προβλεπόμενα ποσά ούτε και ενδεχόμενες κυρώσεις!
-Αλλάζει τη νομική μορφή του Κέντρου Κινηματογράφου, για να μπορέσει να «ξεφορτωθεί» τους εκπροσώπους των Σωματείων από τη διοίκηση, αδιαφορώντας για τα 2 πολύ σημαντικά προβλήματα που δημιουργεί:
α) με τη νέα μορφή σταματά η διαδικασία επιστροφής ΦΠΑ, μειώνοντας τις χρηματοδοτικές δυνατότητες του ΕΚΚ κατά 23%.
β) καταργούνται οι υποχρεώσεις και διαδικασίες λειτουργίας ως Α.Ε., με συνέπεια να τίθεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης η διαφάνεια και η πρόσβαση στα στοιχεία.
γ) Υπάρχει παντοδυναμία ενός και μόνο διορισμένου από τον υπουργό Πολιτισμού προσώπου, εκείνο του Γενικού Διευθυντή (όπως και του συνολικού διορισμένου 7μελούς Δ.Σ.), ο οποίος εν είδη Λουδοβίκου, χωρίς ένα Συμβούλιο εμπειρογνωμόνων σεναριογράφων, παραγωγών, σκηνοθετών θα αποφασίζει ερήμην και κατά το δοκούν.
Ένα συμβούλιο δύναται να συνθέτει και να προωθεί διαφορετικά είδη κινηματογραφικής γραφής!
Στη Γερμανία με τα σχεδόν 20 δημόσια γραφεία χρηματοδότησης ταινιών, με πόρους συνολικά άνω των €300 εκατ. υπάρχει μόνο ένα, εκείνο του Πότσδαμ-Μπάμπελσμπεργκ, το οποίο λειτουργεί υπό την εποπτεία ενός ανδρός, ο οποίος όμως πλαισιώνεται από πολυπληθή ομάδα εξειδικευμένων εισηγητών-συμβούλων στους τομείς σεναρίου, παραγωγής, χρηματοδότησης, προώθησης ταινιών. Στην Ελλάδα, από πού θα προέλθουν αυτοί οι παντογνώστες, όταν δεν διαθέτει καν εκπαιδευτικό ίδρυμα, για να τους εκπαιδεύσει και οι πιθανοί υποψήφιοι δεν θα έχουν αντίστοιχη διεθνή εμπειρία στον εν λόγω τομέα;
Σχετικά με τη διανομή και πριμοδότηση ταινιών, αρκεί να ειπωθεί ότι αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία, επειδή -και σωστά- επιθυμεί ο νομοθέτης να ευνοήσει την καλλιτεχνική ταινία, όμως «τιμωρεί» με υποπολλαπλάσια πριμοδότηση στην αίθουσα επιτυχημένες «εμπορικά» ταινίες. Αυτό αποτελεί στρέβλωση των κανόνων της αγοράς και της αξιοκρατίας. Αν ο νομοθέτης επιθυμεί να ευνοήσει ταινίες με δυσκολότερη θεματολογία ή τις λεγόμενες καλλιτεχνικές θα μπορούσε να ενστερνισθεί άλλες πολιτικές που εφαρμόζονται σε πολλές χώρες της Ευρώπης και να μεριμνήσει διαφορετικά. Το υπερτροφικό μοντέλο διοίκησης και παραγωγής του νέου ΕΚΚ επαναλαμβάνεται και στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Ας αναφερθεί ότι δεν υπάρχει κάποια αναθεώρηση των σκοπών και των στόχων του. Λογικά έπρεπε να υπάρξει αναδρομολόγηση των πόρων του Φεστιβάλ προς το ΕΚΚ και την παραγωγή ταινιών. Δεν είναι δυνατόν ο Οργανισμός του Φεστιβάλ να διαθέτει ετήσιους πόρους € 7-10 εκατομ. περίπου, και το ΕΚΚ με τα μέχρι τώρα γνωστά νούμερα € 3,5 εκατομ./έτος. Πρώτα πρέπει να έχουμε πόρους να παράξουμε αξιόλογες ταινίες και μετά να τις «μοστράρουμε» στα φεστιβάλ.  Η «Μπερλινάλε» ένα από τα 3 μεγαλύτερα φεστιβάλ στον κόσμο, διαθέτει € 17 εκατομ./έτος, εκ των οποίων τα 9 περίπου προέρχονται από το Κράτος και τα υπόλοιπα από χορηγίες και εισιτήρια. Δηλαδή, το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης καταβροχθίζει από το κράτος τα ίδια με την Μπερλινάλε!
Τέλος, ο νόμος αυτός έχει πολλές διατάξεις που δεν είναι συμβατές με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Ενδεικτικά ας αναφερθεί μόνον το εξής: πώς είναι δυνατόν να εισηγείται την ίδρυση ενός νέου Μητρώου Παραγωγών, τη στιγμή που υπάρχουν ήδη 3-4, χωρίς να εξηγείται γιατί καταργούνται τα προηγούμενα αλλά και με ποιους όρους και προϋποθέσεις θα δύναται να εγγραφεί κάποιος στο νέο μητρώο; Την εποχή που καταργούνται τα «κλειστά επαγγέλματα» των φορτηγατζήδων, φαρμακοποιών κλπ., στην Ελλάδα δημιουργούμε ένα νέο;

* Ο Σπύρος N. Ταραβήρας είναι σκηνοθέτης-παραγωγός, ιδρυτικό μέλος της Γερμανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!