του Νίκου Σταθόπουλου

 

H ραγδαία μετεξέλιξη του κλασικού καπιταλισμού σε ένα πλανητικό σύστημα υπερτεχνολογικής μεταοικονομίας των υπηρεσιών-λειτουργιών, συμπαρασύρει σε αποδόμηση και τους έως τώρα οργανικούς εχθρούς της καπιταλιστικής τάξης: Η Αριστερά, και στην πιο «ακραία» (ήγουν, της απόλυτης «ορθοδοξίας»…) μορφή της, είτε εκλογικεύει με λίαν διάτρητους μεταμοντέρνους ιδεολογισμούς την εγκόλπωση των βασικών αρχών του «νέου» συστήματος, είτε γατζώνεται απελπισμένα και σφόδρα αντιδιαλεκτικά από τα ιστορικά θέσφατα της «Θεωρίας» ανήμπορη να αφομοιώσει τις νέες ποιότητες και ανάγκες.

Αυτή η δεύτερη, αναζητά τη χαμένη της αίγλη (αλλά όχι τη χαμένη της τιμή…) στην επικαιροποιημένη αναπαλαίωση δογμάτων που πάντως και «στις καλές μέρες» δεν έπεισαν και υποχρέωσαν ακόμα και τους πιο «σκληροπυρηνικούς» σε αναδιπλώσεις προκειμένου να μην τους «πάρουν με τις πέτρες» είτε μείνουν μόνοι τους σε ένα σκληρό πεδίο μάχης(π.χ. Στάλιν και «πατριωτικός πόλεμος»). Η πατριωτική αξία ποτέ δεν υποκαταστάθηκε από το οποιοδήποτε ιδεοεφεύρημα, αφού ανάγεται στις αρχέγονες «θεσμίσεις» των ζωτικών ταυτοτικών σταθερών στον ρευστό και επικίνδυνο κόσμο. Αρκετά πια με τη σκόπιμη σύγχυση έθνους και εθνικού κράτους, αρκετά πια με την αντικειμενική σύμπραξη με τους «αρκουδιάρηδες» που περιφέρανε στους δρόμους το κομμένο κεφάλι του Άρη! Ή με τα «πεζούλια» του Βελουχιώτη ή με τον «διεθνισμό» των εφοπλιστών, του Αμερικανού πρέσβη και του Τ. Σόρος!

«ΠΑΤΡΙΔΑ ή θάνατος» διακήρυσσε ο Ερνέστο πριν τον κάνουν μπλουζάκι οι μεταβιομηχανικοί έμποροι και πριν τον αφυδατώσουν ιδεαλιστικά οι γραφειοκράτες της απίθανης κοπτοραπτικής επί του πραγματικού. Πα να πει, προηγείται η υπεράσπιση της πατρίδας, προηγείται το πλέγμα αναγκαιοτήτων που καθορίζει η ύπαρξή της, προηγείται η ακεραιότητά της ως ιστορικού πολιτισμικού πλαισίου των προοπτικών που επινοεί ο άνθρωπος με τις εναντιώσεις του στην αδικία, την εκμετάλλευση, την τυραννία, την ταπείνωση, την ένδεια. Όταν ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός λεηλατούσε τις λατινοαμερικανικές πατρίδες, η εθνική ανεξαρτησία ήταν όψη και συστατικό και πραγμάτωση της «ταξικής προοπτικής». Αλλά σε μια εποχή όπου η Αριστερά ψάχνει με το μικροσκόπιο να βρει «σεξισμό» σε οτιδήποτε (σαν επαναστατική προτεραιότητα!…), αυτά τα «γκερίλικα» του «γραφειοκράτη» είναι παρωχημένα και «μυθολογικά»!

‘Οταν δηλώνεις «κομμουνιστής» και ρητορεύεις περί «προτεραιότητας του ταξικού αγώνα» ακόμα και σε περίπτωση «εχθρικής εισβολής», ε τότε είσαι πολύ μακριά, επικίνδυνα πολύ, από τις στρατηγικές επιλογές των μεγάλων επαναστατικών μορφών και στιγμών του προηγούμενου θρυλικού από κάθε άποψη αιώνα. Η προτεραιότητα αποφασίζεται και με βάση τη θεωρητική ανάλυση αλλά και με βάση την ανάλυση της ειδικής ιστορικής μορφής και της συγκυρίας. Αλλά, προφανώς, άλλο ήταν οι Βιέτ Κογκ κι άλλο το ΑΚΕΛ, ας πούμε! Καταπιεσμένοι υπήρχαν οπουδήποτε αλλού εκτός από τη Βόρειο ‘Ηπειρο, και «σωστή και σοφή στάση» ήταν η εξάρτηση είτε από τη Μόσχα είτε από τις Βρυξέλλες, διότι, λέει, η «εθνικοαπελευθερωτική στρατηγική» είναι ανεδαφικός και ανιστόρητος μικροαστισμός: πάντα μια αλχημεία όπου το βίωμα και η απλή λογική καταργούνταν εν ονόματι της «γραμμής» και της αιώνια απρόσιτης «θεωρίας»…

ΑΥΤΟ ΤΟ «άλλο», λοιπόν, είναι, ακριβώς, που διαμορφώνει τα ισοζύγια στο δικαστήριο της ιστορίας, αφού στις περιφερειακές μεταπρατικές κοινωνίες της ημιαποικιακής εξάρτησης το εθνικοαπελευθερωτικό πρόταγμα είναι το κεντρικό σημαίνον όπου στεγάζονται όλες οι επαναστατικές σημασίες. Χωρίς επαρκείς βαθμούς εθνικής κυριαρχίας, κάθε ταξικοπολιτική συζήτηση είναι εκτός τόπου και χρόνου, αφού καμιά απόφαση πολιτικής σύγκρουσης με το «κατεστημένο» δεν έχει λειτουργικό κύρος εντός ενός πλέγματος εξαρτησιακής ετερονομίας. Μιλάμε για ιστορική ανάλυση, για πολιτισμική συνείδηση, για πολιτική στρατηγική και, βεβαίως βεβαίως, για ηθική!

Μόνο μια «προοδευτικότητα» που είτε ως «αποδόμηση» είτε ως «ορθοδοξία» έχει αναλάβει αποστολή θεσμικά οριοθετημένη στο σύστημα, μόνο αυτή η «προοδευτικότητα» δύναται και βούλεται να ξεπερνά την «επάρατον Δεξιά» σε μειοδοτική σχέση με την εθνική ιδέα. Οι «μάζες» σωρηδόν μετακινούνται στη συστημική όχθη, είτε ενεργά είτε δια της πολιτικής απουσίας, κι αυτό γιατί όλα βιώνονται σαν αποτυχία και πεπρωμένο και αδιέξοδο: η τόσο χαζή «επαναστατική αισιοδοξία», που συνέταξε το «επαναστατικό πρόγραμμα» σαν κάτι «αναπόφευκτο», απορροφήθηκε τόσο εύκολα από τον «οπτιμισμό του εμπορεύματος» και την «αποπλάνηση της διαφήμισης»! Και «στο βάθος» φάνηκε η γύμνια του «βασιλιά», το «μια από τα ίδια» ενός πολιτικισμού που βασική του μέριμνα είχε/έχει να αναπαράγει τον «εχθρό» για να διαιωνίζεται ο ζωτικός μανιχαϊσμός των εξουσιαστικών μυθολογιών.

‘Οταν λες ουσιαστικά ότι θα «δράσω κατά του συστήματος» όταν η χώρα δεχτεί εχθρική επιδρομή, είναι σα να εξισώνεις την Ελλάδα με την, ας πούμε, χιτλερική Γερμανία όπου η εισβολή των Συμμάχων ήταν μια θεάρεστη πράξη και οι τίμιοι Γερμανοί θα έπρεπε να την υποστηρίξουν έναντι του ναζιστικού εγκλήματος. Ή έστω με τις ΗΠΑ του διαρκούς εγγενούς ιμπεριαλισμού, όταν αυτές «μπούκαραν» στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν, στη Γιουγκοσλαβία, στο Βιετνάμ παλιότερα, και ένα εσωτερικό μέτωπο ειρήνης και αντιιμπεριαλιστικής αντίστασης ήταν ευλογημένο. Και με αυτές τις τερατώδεις και αξιολύπητα ανεγκέφαλες εξισώσεις, ουσιαστικά τάσσεσαι ψυχή τε και σώματι στο πλευρό του όποιου εισβολέα, αφού εσύ θα αγωνίζεσαι «ενάντια στο σύστημα», δηλαδή θα είσαι η πιο ολέθρια Πέμπτη Φάλαγγα. Πού διαφέρεις από τον Τζήμερο και τα συγχαρητήρια τηλεγραφήματα στη Μέρκελ, που ανακοίνωναν με όρους πλατιάς δημοσιότητας την ύπαρξη και δράση ενός «εσωτερικού εχθρού» που υποβοηθούσε την άλωση; Και, ακόμα πιο αποκρουστικά, πώς «βραχνιάζεις» κατά του φασισμού, όταν αυτές οι επιλογές σου παραδίδουν στην πιο ξενόδουλη ακροδεξιά το πατριωτικό φρόνημα και το λαό που το συντηρεί στη συνείδησή του; 

Στους καιρούς μας, η άρνηση των πατρίδων, η κατάργηση των συνόρων και η πολιτισμική συγχώνευση, είναι αντικειμενικές ορίζουσες του «πολιτισμού των σύγχρονων Εταιρειών», ο οποίος προωθείται στη βάση της εθνικής ανισομετρίας

ΤΟ ΜΕΙΖΟΝ ζήτημα, που ανακινεί και προτάσσει η παρούσα ιστορική περίσταση, αφορά τη σχέση μας με το έθνος, ως έννοια και ως εμπειρία. Κι αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις χώρες σε συνθήκη με εξαρτημένη διαμεσολαβητική συμμετοχή στο διεθνοποιημένο παγκόσμιο σύστημα. Όπως και να προσδιορίσεις το καθεστώς υποτέλειας, παραμένει ακριβώς μια ετεροβαρής και ετερόνομη σχέση που ακριβώς επειδή αφορά στο ολικό πολιτισμικό πλαίσιο συγκρότησης του κοινωνικού είναι μια πρωτεύουσα κατάσταση αναφοράς. Όλα εκκινούν από το στοιχειώδες: Δεν παράγει η ταξικότητα τον πολιτισμό αλλά ο πολιτισμός την ταξικότητα, η οποία, μάλιστα, «στεγάζεται» σε μια ορισμένη πολιτισμική φόρμα όπου και διαμορφώνεται με εμφανή διαφορετικότητα σε σχέση με κάθε άλλη. Να γιατί ο «διεθνισμός» ποτέ δεν ξεπέρασε το επίπεδο μιας ηθικής αλληλεγγύης!

Η άρνηση να πολεμήσεις για την πατρίδα δεν είναι μια ουδέτερη ιδεολογική πόζα, αλλά μια πολιτική πράξη ανταπόκρισης σε κείνα ή τα άλλα ερεθίσματα του παρόντος ηγεμονικού κόσμου: Στους καιρούς μας, η άρνηση των πατρίδων, η κατάργηση των συνόρων και η πολιτισμική συγχώνευση, είναι αντικειμενικές ορίζουσες του «πολιτισμού των σύγχρονων Εταιρειών», ο οποίος προωθείται στη βάση της εθνικής ανισομετρίας. Και συμβαίνει αυτή η προώθηση (και όχι μια παγκόσμια διακρατική απόφαση κατάργησης των «εθνικών χώρων») διότι πρέπει πρώτα να ξεριζωθεί το «αίσθημα πατρίδας» μέσω της σταδιακής γενίκευσης τρόπων ύπαρξης και ζωής που θα θεμελιώνονται στη νομαδικότητα, την προσωρινότητα και την κατανάλωση. Η κατάργηση των πατρίδων είναι το ενδιάμεσο στάδιο προς μια πολιτισμική μορφή κατοικημένη από τον Αόριστο Μετάνθρωπο ο οποίος αποτελεί και τον «πολίτη» της Ψηφιακής Μαζικής Δημοκρατίας της γενικής υπερτεχνολογικής υποκατάστασης.

ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ των ριζικών ανακατατάξεων, που συνέχουν ως «πεπρωμένο» τη μετάβαση στο «Θαυμαστό Νέο Κόσμο», οι ατομικές ηγεμονίες καταρρέουν και μια οργανική πολυπολικότητα αναπτύσσεται, αφού είναι ακριβώς η ταυτότητα του σύγχρονου καπιταλισμού (ο λειτουργικός αποκεντρωτισμός ως «λογική» της νέας οργάνωσης-δόμησης ως πλέγματος λειτουργιών-υπηρεσιών) που «καθορίζει» τη θέσμιση της πολιτικής και των αποφάσεων. Έτσι, μεγάλες-κεντρικές και μικρότερες-περιφερειακές δυνάμεις έχουν «ξεθηκαρώσει» και πολεμούν για πόστα, ωφέλιμα σημεία, εμπράγματα πλεονεκτήματα.

Εδώ έρχεται η Τουρκία με τον εκσυγχρονισμό του παραδοσιακού (ιδρυτικού) επεκτατισμού της εναντίον της Ελλάδας. Απαιτώντας την ακύρωση της Συμφωνίας της Λωζάνης εντείνει στο έπακρο τον πολεμοχαρή διεκδικητισμό εις βάρος της Ελλάδας και προετοιμάζει πόλεμο. Όταν σε αυτή τη συγκυρία η Αριστερά αναγνωρίζει ιδιοκτησία του Αιγαίου στα ψάρια του και πρωτοστατεί στην κατάργηση των συνόρων περισσότερο από ό,τι ο διευθύνων σύμβουλος της Coca-Cola και αφήνει ανενόχλητους πιθανούς εισβολείς εν όψει της «ταξικής γκιλοτίνας»: Ε όχι απλά υπάρχει κάτι σάπιο στο βασίλειο της Δανιμαρκίας, αλλά, το χειρότερο, ακυρώνεται η ιστορική ελπίδα αιώνων καθώς με τον πιο ξεδιάντροπο τρόπο τα μεγάλα (τάχα ανταγωνιστικά) ιερατεία της Νεωτερικότητας συγκλίνουν σε μια εφιαλτική δυστοπία ριζικού απανθρωπισμού της γήινης εμπειρίας. Είναι μια τραγική γελοιότητα να υποδύεσαι τον «πούρο επαναστάτη» που ανοίγει διάπλατα τις Κερκόπορτες με στεντόρειες δηλώσεις εθελοντικής υποταγής στον νεοοθωμανισμό, την ώρα ακριβώς που οι «εθνικές» ελίτ υπογράφουν την πιο αισχρή σύμβαση υποτέλειας με τις ΗΠΑ!

‘Οταν η «έφοδος στον ουρανό» των συγκλονιστικών Κομμουνάρων περνά στη διαχειριστική ευχέρεια του Παπαδημούλη, του Παφίλη ,του Πέτρου Κωνσταντίνου και των επικίνδυνα γραφικών γκρουπούσκουλων της «Πλατείας», είναι σίγουρο ότι φτάσαμε στο «τέλος της ιστορίας», δηλαδή στην εκπνοή του νεωτερικού Μύθου και στο εναρκτήριο λάκτισμα μιας νέας προοπτικής χωρίς τα «βαρίδια» ξεπεσμένων «πεποιθήσεων» που πια μυρίζουν λιβάνι από τα Lidl και μετατρέπουν σε φάρσα την τραγωδία δισεκατομμυρίων στον πλανήτη…

* Ο Νίκος Σταθόπουλος είναι φιλόλογος και συγγραφέας

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!