Ο δημοκρατικών πεποιθήσεων αρχικά Τσάρλτον Ίστον (1923-2008) πρωτοστάτησε από τα μέσα του ’50 στο περίφημο κίνημα κατά των διακρίσεων για τα πολιτικά δικαιώματα, ενώ αργότερα έγινε υποστηρικτής του Ρήγκαν. Μια 15ετία μετά τις επικές εμφανίσεις του ως Μωυσής (Δέκα Εντολές /1956) και Μπεν Χουρ (1959), στράφηκε με την υπερπαραγωγή «Πλανήτης των Πιθήκων» (1968/ Φράνκλιν Τζ. Σάφνερ) σε ταινίες επιστημονικής φαντασίας, ταυτίζοντας το όνομά του με το προοδευτικό περιεχόμενο μερικών προφητικών αμερικανικών ταινιών είδους, σε μια πολιτικά ταραγμένη εποχή. Δυο χρόνια μετά την ταινία επιστημονικής φαντασίας «Ο Άνθρωπος που αντίκρισε την κόλαση» (1971/Μπόρις Σάγκαλ), ο Τσάρλτον Ίστον πρωταγωνίστησε και στο θρυλικό «Νέα Υόρκη, έτος 2022 μ.Χ.» (1973) του Ρίτσαρντ Φλέτσερ, με τον ίδιο παραγωγό, Γουόλτερ Σέλτζερ. Είναι η κρίσιμη περίοδος αρχές του ’70 στην Αμερική του Νίξον, μετά το πολιτικό σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ καλοκαίρι του 1972 και μέχρι να κυκλοφορήσει η ταινία του Φλέτσερ, Απρίλη του ’73, έχουν ήδη αποσυρθεί μόλις ένα μήνα πριν τα αμερικανικά στρατεύματα από το Βιετνάμ, ενώ ένα εξάμηνο μετά, Οκτώβρη του ’73, ξεσπάει και η πετρελαϊκή κρίση.

Σε μια αγνώριστη Νέα Υόρκη του μέλλοντος, με 40 εκατομμύρια κατοίκους, η εξιχνίαση ενός φόνου, από έναν αστυνομικό επιθεωρητή, πυροδοτεί ζοφερές αποκαλύψεις για τα ανεπαρκή αποθέματα του περίφημου τεχνητού «πράσινου σόιλεντ», μοναδικής τροφής στον πλανήτη, έπειτα από ολοκληρωτική οικολογική καταστροφή, που δηλώνουν ότι προέρχεται από το πλαγκτόν των ωκεανών.

Μεταξύ επιστημονικής φαντασίας, καταστροφής και αστυνομικής έρευνας, η προφητική αυτή ταινία οικολογικής ευαισθησίας είναι από τις πρώτες που αναφέρθηκαν στις τραγικές επιπτώσεις των πρωτάκουστων τότε φαινομένων του θερμοκηπίου και του υπερπληθυσμού.

Κατά την έρευνα της δολοφονίας του επιχειρηματία Σάιμονσον (Τζόζεφ Κότεν), ο ντετέκτιβ Θορν (Τσάρλτον Ίστον) ανακαλύπτει με τη βοήθεια του γηραιού συγκατοίκου του Σολ (Έντουαρντ Τζ. Ρόμπινσον) πως ο δολοφονημένος ήταν ειδικός στην κατασκευή μηχανημάτων αφυδάτωσης τροφίμων και σύμβουλος της ισχυρής εταιρίας Σόιλεντ, που ελέγχει την τροφή στο μισό πλανήτη. Στην ελεγχόμενη οικιστική ζώνη υπερπολυτελών κατοικιών, όπου διέμενε ο Σάιμονσον, ο Θορν γνωρίζει την όμορφη συνοδό πολυτελείας Σερλ (Λι Τέιλορ-Γιούνγκ), την επονομαζόμενη και «έπιπλο», επειδή πουλιέται μαζί με το διαμέρισμα. Ο Θορν αρπάζει από εκεί ουίσκι, σαπούνι και φρέσκα λαχανικά, μαζί με ένα κομμάτι βοδινό, που μόλις το δει ο Σολ, δακρύζει συγκινημένος. Ο παροπλισμένος «σοφός γέρος» Σολ, απομεινάρι μιας άλλης εποχής, με σπάνια υψηλού επιπέδου μόρφωση και γνώση, καθώς υπήρξε αξιοσέβαστος πανεπιστημιακός καθηγητής, αναζητά στοιχεία για τις υποθέσεις του Θορν, στις αρχειοθήκες παλιών εκτυπωμένων καταλόγων. Ανάστατος από τα τραγικά στοιχεία που ανακαλύπτει, ο Σολ παίρνει την απόφαση να κάνει ευθανασία, σε εξειδικευμένο κέντρο, όπου τον προλαβαίνει ο Θορν και εμφανώς κλονισμένος από τα μισόλογά του ακολουθεί τη σωρό του, κρυμμένος σε απορριμματοφόρο, στο φρουρούμενο χώρο επεξεργασίας απορριμμάτων, όπου ανακαλύπτει μια ανατριχιαστική πραγματικότητα.

Βασισμένη στο βιβλίο επιστημονικής φαντασίας του Χάρι Χάρισον που εκδόθηκε το 1966, η ταινία επιχειρεί να αναφερθεί στις καταστροφικές επιπτώσεις της ανεξέλεγκτης υπερεκμετάλλευσης των φυσικών πόρων του πλανήτη.

Στην εισαγωγική σεκάνς, μαζί με τους τίτλους αρχής παρουσιάζεται μια σύντομη ιστορική αναδρομή της συνθήκης που παρουσιάζει η ταινία. Ξεκινώντας με παλιές οικογενειακές φωτογραφίες των αρχών του 20ου αιώνα, με κάρα και άμαξες που σέρνουν άλογα υπό τους ήχους μπλουζ, στη συνέχεια παρουσιάζονται οικογένειες που ποζάρουν μπροστά στα πρώτα αυτοκίνητα, ενώ οι φωτογραφίες ακολουθούν την εξέλιξη της μεταπολεμικής ανάπτυξης με χώρους στάθμευσης γεμάτους αυτοκίνητα, σκιαγραφώντας την υπερκαταναλωτική μεταπολεμικά κοινωνία, εξελίσσοντας παράλληλα και τη μουσική υπόκρουση, με ηλεκτρικό ήχο σε διαρκώς αυξανόμενους ρυθμούς. Σύντομα η οθόνη κατακλύζεται από σκουπίδια, με γενικά πλάνα από ψηλά σε χωματερές και βιομηχανικά απόβλητα, καταγράφοντας μια μεγάλη οικολογική καταστροφή, με ξεραμένες σοδειές, ανθρώπους με μάσκες σε ένα μολυσμένο βιομηχανικό τοπίο, σε μια αλληλουχία εικόνων με αυξανόμενους ρυθμούς εναλλαγής στο μοντάζ, σε ένα οπτικοακουστικό αποκορύφωμα που εκφράζει τη χαοτική αποσύνθεση, αντίστοιχο του αριστουργηματικού «Κογιανισκάτσι» (1982/Γκόντφρεϊ Ρέτζιο).

Μετά το πρωινό ξύπνημα του πρωταγωνιστή στο ταπεινό διαμέρισμά του, η νέα ζοφερή πραγματικότητα μεταφέρεται από τι ομηλίες με τον Σολ και τα τηλεοπτικά δελτία. Δίχως σταθερό ηλεκτρικό ρεύμα, ο Σολ αναγκάζεται να κάνει τακτικά ποδήλατο για να φορτίσει τις μπαταρίες του διαμερίσματος, ιδέα που χρησιμοποιήθηκε και στο «Άντεργκράουντ» (1995/Εμίρ Κουστουρίτσα).

Χαρακτηριστικές επαναλαμβανόμενες σκηνές στην ταινία μεταφέρουν οπτικά τις εφιαλτικές επιπτώσεις του υπερπληθυσμού. Οι σκάλες που ανεβοκατεβαίνει ο Θορν είναι ασφυκτικά γεμάτες από ανθρώπους, που αναγκάζεται να υπερσκελίζει, γιατί μοναδικός χώρος τους είναι το τμήμα του σκαλοπατιού που καταλαμβάνουν.

Εξίσου χαρακτηριστικό είναι πως όλοι απεικονίζονται διαρκώς ιδρωμένοι, υπενθυμίζοντας την καταστροφική υπερθέρμανση. Σε ένα χαρακτηριστικό τράβελινγκ, στο γεμάτο κόσμο παζάρι, η κάμερα διασχίζει τα ρακένδυτα πλήθη για να σταματήσει στη φιγούρα του Σολ που περιμένει σε τεράστια σειρά για να γεμίσει ένα μπιτόνι νερό. Αντίστοιχο τράβελινγκ επιλέγεται και στην κατάμεστη εκκλησία, όπου ο φιλεύσπλαχνος ιερέας «μοιράζει χώρο σε όσους τον χρειάζονται», με την κάμερα να καταγράφει τη μετακίνηση του Θορν, που επιχειρεί να διασχίσει την ακίνητη μάζα. Εφιαλτική παρουσιάζεται και η σκηνή όπου ο Θορν στέλνεται στις Μονάδες Αποκατάστασης της Τάξης για τον έλεγχο ταραχών (riot control), τη μέρα διανομής του πράσινου σόιλεντ, όπου ο κόσμος που διαμαρτύρεται αντιμετωπίζεται με …μπουλντόζες που συνθλίβουν τους πάντες.

Δίχως διαλόγους διεξάγεται η καταδίωξη του Θορν στο εργοστάσιο παραγωγής του Σόιλεντ, με τους βιομηχανικούς ήχους να τονίζουν την απαλλαγμένη από ανθρώπινα αισθήματα αυτοματοποίηση ενός συστήματος καθολικής ανακύκλωσης. Η καταδίωξη ανάμεσα στους κυλιόμενους ιμάντες μεταφέρει κλίμα αγωνίας κατασκοπευτικών ταινιών, ενώ τα πλάνα γεμάτα γρανάζια, παραπέμπουν στους «Μοντέρνους Καιρούς» (1936/Τσάρλι Τσάπλιν).

Η άνευρη ατμοσφαιρική πρωτότυπη μουσική του Φρέντ Μάροου με σόουλ πινελιές της εποχής, μεταφέρει αίσθηση χλιδής στις σκηνές ερωτικής διάθεσης.

Η ταινία χαρακτηρίζεται από το ηχητικό κολάζ κλασικής μουσικής στη συγκλονιστική σκηνή της τελετής ευθανασίας του Σολ. Κατά την είσοδο στο κτίριο, ακούγεται απόσπασμα της νοσταλγικής μελωδίας από το «πρώτο μέρος της Παθητικής, Έκτης συμφωνίας», του Τσαϊκόφσκι, που δημιουργεί ένα τεχνητό κλίμα αγαλλίασης. Στην αρχή της τελετής, σε μια μεγάλη αίθουσα προβάλλονται πανοραμικά ειδυλλιακά τοπία, εισάγεται το «πρώτο μέρος της Ποιμενικής, Έκτης Συμφωνίας», του Μπετόβεν, αιθέρια μουσική που κλείνει την ταινία, υπογραμμίζοντας το πικρά δυσοίωνο τέλος. Οι υπόλοιπες εικόνες φυσικών τοπίων που προβάλλονται στον ετοιμοθάνατο Σολ, εκπρόσωπο μιας γενιάς που πρόλαβε να δει πραγματικές εικόνες φύσης, συνοδεύονται από το πρώτο και δεύτερο μέρος της «Σουίτας Περ Γκύντ» του Έντβαρντ Γκρίγκ. Το χαρμόσυνο πρώτο μέρος του «Τρίο σε Μι ύφεση Κ 498» του Μότσαρτ εύστοχα συνοδεύει τη σκηνή δίχως λόγια, της ιεροτελεστίας του εύγευστου δείπνου φρέσκου φαγητού των πρωταγωνιστών, με τον Σολ που είχε χρόνια να φάει έτσι και τον Θορν που ποτέ δεν είχε φάει έτσι.

Αυτή η ταινία αποτελεί και την τελευταία κινηματογραφική εμφάνιση του διάσημου ηθοποιού Έντουαρντ Τζ. Ρόμπινσον, που εξέπνευσε λίγες μέρες μετά τα γυρίσματα, στα 79 του χρόνια. Από τους πρώτους δημοκρατικούς ηθοποιούς του Χόλιγουντ, ο ρουμάνικης καταγωγής Ρόμπινσον είχε στιγματιστεί για αντιαμερικανική δράση από τις επιτροπές Μακάρθι, όπου κλήθηκε να απολογηθεί, υποκύπτοντας σε καταδόσεις, που του κόστισαν απομόνωση για χρόνια. Ίσως δεν είναι τυχαίο πως στον τελευταίο του θρυλικό ρόλο ως Σολ, απεικονίζεται γενειοφόρος, με μαύρο κασκέτο που παραπέμπει στην επαναστατική αμφίεση του Κάστρο, σε μια προσπάθεια αποκατάστασης της πολιτικής του ακεραιότητας.

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου, [email protected]

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!