Ας κάνουμε μια υπόθεση εργασίας: Δεν είμαι άνθρωπος της τεχνολογίας, δεν διαβάζω ειδήσεις από διάφορα sites (έχω ακούσει κι αυτά περί fake news – ούτε που ξέρω τι είναι) το κινητό μου έχει ελάχιστες εφαρμογές, μόνο για τα απαραίτητα και ο μοναδικός τρόπος ενημέρωσης που διαθέτω είναι η τηλεόραση. Παραδοσιακός τύπος – αυτά ξέρουμε αυτά εμπιστευόμαστε.
Δεδομένου του κορωνοϊού, είμαι καρφωμένη μπροστά στην οθόνη και βλέπω με ευλαβική συνέπεια όλες τις εκπομπές, προγραμματισμένες και έκτακτες. Α, ξέχασα να σας πω πως είμαι και νομοταγής πολίτης. Προϊούσης, επομένως, της κατάστασης οι διατάξεις επικαιροποιούνται, οπότε δεν θέλω να βρεθώ ούτε υπόλογη ούτε με πρόστιμο… ουκ ευκαταφρόνητο, τέτοιες μέρες. Από το απόγευμα στις 6 είμαι πιστή στο ραντεβού με τον κ. Τσιόδρα, τον κ. Χαρδαλιά και τους λοιπούς διαχειριστές της δύσκολης, ομολογουμένως, συγκυρίας, μέχρι αργά το βράδυ – μήπως και χάσω κάτι…
Κι ενώ, λοιπόν, έχω πειστεί πως όλα γίνονται για το καλό μας και διακρίνω και μια αξιοπρέπεια στη μέχρι τώρα συμπεριφορά των υπευθύνων, αποφάσισα να δω και πρωινές εκπομπές.
Πείτε, λοιπόν, πως έγκωσα με την υπερπληροφόρηση, πείτε ό,τι θέλετε τέλος πάντων, αλλά μόλις είδα μία «έγκριτη» δημοσιογράφο να αναρωτιέται -τάχαμου τάχαμου- αγανακτισμένη, αναστατωμένη και εξαγριωμένη ταυτοχρόνως προς τον επίσης «έγκριτο» υπουργό Μ. Βορίδη (άσχετο, υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης) μου γύρισε το μάτι ανάποδα. Αναρωτήθηκε, λοιπόν, η εν λόγω κυρία πώς δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιούν οι ηλικίες 60-65 χαρτάκι εξόδου, διότι δεν γίνεται στη σημερινή εποχή να υπάρχει 65χρονος που να μην έχει ένα στοιχειώδες smartphone. Διότι, συνέχισε, έχει πέσει στην αντίληψή της (άκουσον-άκουσον!) πως συμπληρώνουν οι παμπόνηροι (+60) με μολύβι τα χαρτάκια/φόρμες και τα ξαναχρησιμοποιούν. «Μικρό, αθώο μου παιδί», είπε από μέσα του ο υπουργός, δείχνοντας κατανόηση μεν, αλλά ακούστηκε κάπως ηχηρά ένα «πατ-πατ» στην πλάτη της «εγκριτης» δημοσιογράφου, δε. Και δεν ήταν η μόνη!