Συρρικνώνουν τα δημόσια ΜΜΕ – «Κουρεύουν» την αξιοπρέπεια των εργαζομένων. Της Μαρίας Λούκα.

Μνημόνιο διαρκείας στον Τύπο εφαρμόζεται πανευρωπαϊκά, με πρώτο στόχο τα δημόσια Μέσα. Αυτό είναι ένα βασικό συμπέρασμα που προέκυψε από την ημερίδα της ΠΟΕΣΥ την Τρίτη, 8 Νοεμβρίου, με προσκεκλημένους εργαζόμενους δημοσιογράφους σε δημόσια ΜΜΕ της Ευρώπης. Στις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές χώρες ασκούνται πιέσεις στους δημόσιους πυλώνες της ενημέρωσης από τα ιδιωτικά ΜΜΕ αλλά και τις πολιτικές λιτότητας που επιβάλλονται από τις ηγεσίες των κρατών-μελών και που αποσκοπούν στη δραματική συρρίκνωση του δημόσιου χώρου. Μαζικές απολύσεις, υπονόμευση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, εντατικοποίηση της εργασίας και πολυαπασχόληση συνθέτουν τα σύγχρονα χαρακτηριστικά της κατάστασης των εργαζομένων στον Τύπο. Αφορμή για την έναρξη αυτού του διαλόγου αποτέλεσαν οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί για την ΕΡΤ και το ΑΠΕ που εκπορεύονται από την ίδια ακραία νεοφιλελεύθερη λογική που υλοποιούν σε όλο το φάσμα των κοινωνικών πεδίων. Μετά την ψήφιση του επίμαχου πολυνομοσχεδίου οι δημοσιογράφοι στα δημόσια ΜΜΕ μετατρέπονται σε κρατικοί υπάλληλοι και υπάγονται στις ρυθμίσεις της εργασιακής εφεδρείας και του ενιαίου πολυνομοσχεδίου. Παράλληλα, το πλάνο Μόσιαλου για την ΕΡΤ, που προβλέπει το κλείσιμο της ΕΡΤ1 του περιοδικού Ραδιοτηλεόραση και τη συγχώνευση περιφερειακών ραδιοφώνων συνιστά, επί της ουσίας, ένα πλάνο αποδιοργάνωσης της δημόσιας τηλεόρασης. Το γεγονός, δε, ότι η ΕΡΤ δεν χρηματοδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό και εμφανίζει πλεονάσματα ύψους 60 εκατ. ευρώ απογυμνώνει εντελώς την πρωτοβουλία της κυβέρνησης από οποιοδήποτε επιχείρημα «ζημιογόνου επιχείρησης».
Η ΕΡΤ χρηματοδοτείται από τους πολίτες επιβαρύνοντάς τους μ’ ένα αμελητέο κόστος ύψους 50 ευρώ ετησίως ανά νοικοκυριό  – τη στιγμή που σύμφωνα με πανεπιστημιακές μετρήσεις η ιδιωτική τηλεόραση κοστίζει πολύ περισσότερο καθώς στις τιμές των προϊόντων σε ποσοστό 12-20% είναι ενσωματωμένο το κόστος της διαφήμισης. Γίνεται ξεκάθαρο, λοιπόν, ότι η κυβέρνηση απλώς εκχωρεί περισσότερο χώρο στα ιδιωτικά συμφέροντα, αδιαφορώντας για την ποιότητα της ενημέρωσης. Γιατί είναι επίσης ξεκάθαρο ότι η ΕΡΤ όσο κι αν έχει αξιοποιηθεί από τις εκάστοτε κυβερνήσεις ως φερέφωνό τους, παραμένει ακόμα συγκριτικά με τα ιδιωτικά ΜΜΕ πολύ πιο πολυφωνική και με υψηλό επίπεδο αισθητικής. Για παράδειγμα, μετρήσεις δείχνουν ότι η ΕΤ1 αφιερώνει το 11,2% του χρόνου της σε προγράμματα που σχετίζονται με τις τέχνες και τον πολιτισμό, όταν τα αντίστοιχα ποσοστά στον ιδιωτικό τομέα είναι σχεδόν μηδαμινά. Η κοινή γνώμη σε συντριπτικό ποσοστό ύψους 92,8% τάσσεται υπέρ της μη αλλοίωσης αυτού του αντιεμπορικού χαρακτήρα της δημόσιας τηλεόρασης.
Μια γρήγορη φωτογραφική ματιά σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες αποδεικνύει ότι αντίστοιχες πρακτικές αναπτύσσονται παντού όσο βαθαίνει η οικονομική κρίση και την επωμίζονται όσοι δεν φέρουν καμία απολύτως ευθύνη για την πρόκλησή της. Στην Ιταλία, για παράδειγμα, όπου ο μπερλουσκονισμός επεκτείνεται στο τοπίο των Μedia υπάρχει μια κραυγαλέα δυσαναλογία ανάμεσα στην τηλεθέαση και στην κατανομή της διαφήμισης, αφού η RAI (δημόσια τηλεόραση) με 41% τηλεθέαση λαμβάνει το 24% της διαφημιστικής δαπάνης, ενώ τα κανάλια του Καβαλιέρε με 38% τηλεθέαση λαμβάνουν το 56%. Ενώ αυτή τη στιγμή επιχειρείται η αντικατάσταση των συλλογικών συμβάσεων με επιχειρησιακές, με δυσμενέστερους για τους εργαζομένους όρους.
Στη Γαλλία οι 11.000 εργαζόμενοι στη δημόσια τηλεόραση είναι εντελώς μετέωροι, αφού με τις διαρκείς περικοπές, μεταξύ των οποίων και των ξενόγλωσσων προγραμμάτων, δεν γνωρίζουν καν ποια είναι τα σχέδια της κυβέρνησης για την επόμενη χρονιά.
Την ίδια στιγμή το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων προορίζεται για ιδιωτικοποίηση.
Αφού λοιπόν οι από πάνω συντονίζονται σε μια βαθιά αντιδραστική κατεύθυνση, είναι καιρός και οι εργαζόμενοι στον Τύπο να συντονιστούν σε διεθνή διάσταση. Η ημερίδα της ΠΟΕΣΥ έκανε ένα πρώτο βήμα, ανοίγοντας καταρχήν τη συζήτηση και την ανταλλαγή της εμπειρίας, αλλά και συναποφασίζοντας τη διοργάνωση μιας μεγάλης κοινής πανευρωπαϊκής διαδήλωσης των δημοσιογράφων στις Βρυξέλλες, το επόμενο διάστημα, ώστε να ακουστεί δυνατά η φωνή της υπεράσπισης των δημόσιων αγαθών και της ανεξαρτησίας της ενημέρωσης, ως θεμέλιων λίθων της ίδιας της δημοκρατίας.

 

Jim Boumelha, πρόεδρος Διεθνούς Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων και εργαζόμενος στο BBC: «Να οικοδομηθεί μια πλατιά συμμαχία με την κοινωνία»

Συνέντευξη στη Μαρία Λούκα

To BBC αποτελεί παγκοσμίως ένα υπόδειγμα δημόσιου τηλεοπτικού φορέα. Δώστε μας μία εσωτερική ματιά για την κατάσταση που επικρατεί.
Κοιτάξτε, το BBC είναι όντως υπόδειγμα με 8 κανάλια, 38.000 εργαζομένους και ένα αρκετά αναβαθμισμένο πρόγραμμα. Χρηματοδοτείται, στο μεγαλύτερο ποσοστό, από τους ίδιους τους πολίτες μ’ ένα ποσό που φτάνει τα 3,4 δισ. το χρόνο. Δεν γλίτωσε, όμως, από τη λογική των περικοπών. Από το 2004 μέχρι σήμερα έχουν χαθεί περίπου 7.000 θέσεις εργασίας και μ’ ένα σχέδιο-σοκ που εκπονεί η κυβέρνηση θα μειωθούν οι δαπάνες κατά 20% και θα χαθούν άλλες 2.000 θέσεις εργασίας μέχρι το 2017. Βέβαια, αυτό δεν είναι αποκομμένο από τη γενικότερη πολιτική σταδιακής εξαφάνισης των δημόσιων υπηρεσιών. Πάντως εμείς είμαστε σε κινητοποιήσεις και οι ενώσεις των εργαζομένων συζητούν για την οργάνωση της αντίστασής τους.

Οι Βρετανοί πολίτες συναινούν σ’ αυτά τα σχέδια της κυβέρνησης Κάμερον;
Στην Αγγλία οι δημόσιες υπηρεσίες είναι αρκετά δημοφιλείς. Μπορεί ο κόσμος, αν τον ρωτήσεις, να σου πει ότι σαφώς και θα προτιμούσε να πληρώνει λιγότερα για τη δημόσια τηλεόραση, αλλά δεν μπορεί να διανοηθεί ότι θα αλλάξει η φυσιογνωμία της. Τα δημόσια Μέσα, ακόμα κι αν είναι συνδεδεμένα με τα κυβερνητικά συμφέροντα συχνά, παραμένουν πολύ πιο δημοκρατικά από τα ιδιωτικά. Έχουν μια ηθική διάσταση ανεκτίμητη. Δείτε για παράδειγμα το Fox, του Μέρντοχ.  Είναι πολύ πιο προπαγανδιστικό από οποιοδήποτε δημόσιο κανάλι. Στις ΗΠΑ που δεν υπάρχει δημόσιο κάνουν ό,τι θέλουν οι ιδιώτες. Στη Βρετανία, όμως, ακόμα και τα ιδιωτικά κανάλια είναι πιο προσεχτικά γιατί υπάρχει η σύγκριση και ο ανταγωνισμός με το BBC.

Τι θα συνιστούσατε στους Έλληνες δημοσιογράφους που εργάζονται στα δημόσια ΜΜΕ να πράξουν;
Σίγουρα να αρνηθούν τις περικοπές και τις μειώσεις και οι ομοσπονδίες τους να δρομολογήσουν αγώνες. Το πιο σημαντικό, όμως, για μένα είναι να οικοδομηθεί μια πλατιά συμμαχία με την κοινωνία. Είμαι σίγουρος ότι αν το κάνετε αυτό ο κόσμος θα πεισθεί. Θα αντιληφθεί ότι όταν υπερασπίζεται τη δημόσια τηλεόραση, υπερασπίζεται το δημόσιο συμφέρον.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!