Ιστορικές και μεθοδολογικές προϋποθέσεις
Αυτή η προσέγγιση είναι οτιδήποτε άλλο παρά αυτονόητη. Γι’ αυτόν το λόγο, θα επιθυμούσα να την εξηγήσω κάπως καλύτερα. Η βάση της είναι η έννοια της παγκόσμιας εργατικής τάξης, έννοια η οποία προέκυψε από την κριτική στις μέχρι τώρα «εθνικές» και ευρωκεντρικές οπτικές της εργατικής ιστοριογραφίας, όπως και από την κριτική στην περαιτέρω εξέλιξη της μαρξιστικής ιδέας περί εργασίας και τάξεων.
Οι διαδικασίες της παγκόσμιας προλεταριοποίησης και αποπρολεταριοποίησης
Η παγκόσμια ιστορία της εργασίας είναι ένας πολύ νέος κλάδος της ερευνητικής ιστορίας, αλλά έχει αναδείξει μερικά σημαντικά συμπεράσματα: Η διαδικασία συγκρότησης της εργατικής τάξης πραγματοποιήθηκε εξ αρχής σε παγκόσμιο επίπεδο. Ξεκίνησε το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, κατά τη διάρκεια υπερωκεάνιων και διηπειρωτικών κοινωνικών εξεγέρσεων, στις οποίες βίαια στρατολογημένοι ναυτικοί των εμπορικών και πολεμικών στόλων έδρασαν από κοινού με τους εργάτες σκλάβους (της Καραϊβικής), με τους αυτοαπασχολούμενους εργάτες (μικροαγρότες, τεχνίτες), που είχαν μεταναστεύσει στις αποικίες, και με τους εργάτες των εργαστηρίων και της βιομηχανίας. Αυτές οι εξεγέρσεις των πληβείων δεν προκάλεσαν μόνο το βορειοαμερικανικό επαναστατικό πόλεμο του 1775-1776 κατά της αποικιακής εξάρτησης από τη βρετανική μητέρα πατρίδα, αλλά είχαν και τεράστιο αντίκτυπο στο σχηματισμό της εκεί εργατικής τάξης. Μέσα από αυτή τη διαπίστωση ξεπεράστηκε οριστικά η μέχρι τώρα ευρωκεντρική και υπερατλαντική στενοκεφαλιά, η οποία κρατούσε αιχμάλωτους ακόμη και τους καλύτερους ιστορικούς της εργατικής τάξης (E.P. Thompson).
Μετά απ’ αυτή την πρώτη φάση σχηματισμού, που έλαβε χώρα στα τέλη του 18ου αιώνα, υπήρξαν ειδικές φάσεις προλεταριοποίησης και σχετικής απο-προλεταριοποίησης των κατώτερων τάξεων του παγκόσμιου πληθυσμού. Φάσεις οι οποίες προεξόφλησαν εν μέρει την παγκόσμια επέκταση του κεφαλαίου (πολιτική και κοινωνική μαζική μετανάστευση σε διηπειρωτικό επίπεδο) ή μπήκαν σε κίνηση ως συνέπειά της. Η τελευταία φάση μιας σχετικής απο-προλεταριοποίησης εμφανίστηκε στον κύκλο συσσώρευσης και ρύθμισης των δεκαετιών 1950 και 1960, ο οποίος κυριαρχήθηκε από το κοινωνικό κράτος και συνοδεύθηκε από την προσωρινή αποαποικιοποίηση της περιφέρειας. Από το 1973 και μετά, η φάση αυτή αντικαθίσταται από ένα νέο κύμα παγκόσμιας επαναπρολεταριοποίησης, για την οποία πρέπει να ειπωθεί κάτι παραπάνω, δεδομένου ότι η εσωτερική σύνθεση της παγκόσμιας εργατικής τάξης κατά την έναρξη της κρίσης αποκαλύπτει οπτικές για τις τωρινές δυνατότητες δράσης της.
Ο πολυκόσμος της παγκόσμιας εργατικής τάξης
Η παγκόσμια εργατική τάξη δεν κυριαρχείται από την ελεύθερη μισθωτή εργασία, αλλά αποτελεί, από το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, έναν πολύπλοκο κόσμο, μέσα στον οποίο η βιομηχανική μισθωτή εργασία έπαιξε ένα σημαντικό και (προσωρινά σε πολιτικό επίπεδο) ηγεμονικό ρόλο, που όμως δεν είχε ποτέ την προοπτική να απορροφήσει τα υπόλοιπα τμήματα του προλεταριάτου ή/και να τα μετατρέψει σε έναν αμιγώς βιομηχανικό εφεδρικό στρατό. Μέχρι σήμερα, η παγκόσμια τάξη των εργατριών και των εργατών συγκροτείται σε ένα «πεντάγωνο» μαζικής φτώχειας και μαζικής ανεργίας, μικροαγροτικής οικονομίας συντήρησης, αυτοαπασχολούμενης εργασίας (μικροαγρότες, τεχνίτες και μικροέμποροι, ψευτο-αυτοαπασχολούμενοι εργάτες γνώσης), βιομηχανικής μισθωτής εργασίας και ανελεύθερων εργασιακών σχέσεων όλων των αποχρώσεων (σκλαβιά, δουλεία λόγω χρεών, χαμαλοδουλειά και συμβολαιακή εργασία, στρατιωτικοποιημένη και περιοριστική καταναγκαστική εργασία, μέχρι και τους φτωχούς εργάτες των μητροπόλεων που στερούνται ελευθερίας κίνησης, όπως π.χ. στη Γερμανία οι παραλήπτες των εργασιακών μεταρρυθμίσεων της επιτροπής Hartz IV – στμ: επίδομα ανεργίας).
Μεταξύ αυτών των τμημάτων της παγκόσμιας εργατικής τάξης, που στις διάφορες περιοχές του κόσμου συνυπάρχουν σε πολύ διαφορετικές αναλογίες, υπάρχουν περάσματα και δικτυώσεις: τα νήματά τους τέμνονται κυρίως στη μαζική μετανάστευση ανάμεσα στις προλεταριακές- μικροαγροτικές οικογενειακές σχέσεις, αφενός, και τις διηπειρωτικές υποκουλτούρες, αφετέρου. Αναφερόμενοι στα νεανικά γραπτά του Μαρξ, θεωρούμε ότι η τάξη όσων δεν έχουν ιδιοκτησία είναι ο πιο σημαντικός παίκτης στην επικράτηση της κοινωνικής, οικονομικής, σεξουαλικής και εθνοτικής ισότητας. Κι αυτό, γιατί μόνο αυτή η τάξη είναι σε θέση, μέσα από τη γενική κατάργηση της ιδιοκτησίας, να καταργήσει τη διπλή αλλοτρίωση των ανθρώπων απέναντι στις έμπρακτες διαδικασίες της επιβίωσής τους και στην εργασία που τους αντιπαρατίθεται ως ξένη εξουσία – δηλαδή ως κεφάλαιο. Γι’ αυτόν το λόγο, οι διαδικασίες ομογενοποίησης και σύγκλισης στο εσωτερικό του προλεταριακού πολυκόσμου αποτελούν το αποφασιστικό σημείο αναφοράς μας. Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι μόνο η κατάργηση της μισθωτής εργασίας, αλλά και η κατάργηση κάθε είδους εκμετάλλευσης και κυριαρχίας, εξαιτίας των οποίων οι περισσότεροι άνθρωποι αναγκάζονται να εκχωρούν την εργατική τους δύναμη για να μπορέσουν να επιβιώσουν.
Η παρούσα κατάσταση της παγκόσμιας τάξης εργασίας
Μέχρι εδώ είχαμε να κάνουμε με τις εννοιολογικές προϋποθέσεις. Με ποιον τρόπο, όμως, διαμορφώθηκαν οι εσωτερικές διαδικασίες της ταξικής συγκρότησης και διάσπασης στη διάρκεια του προηγούμενου κύκλου, όπου εφαρμόστηκε η στρατηγική της υποαπασχόλησης και της επιταχυνόμενης εκμετάλλευσης; Ποιες είναι οι στοιχειώδεις ανάγκες επιβίωσης της παγκόσμιας εργατικής τάξης, και με ποιον τρόπο θα αποπειραθεί να τις υπερασπιστεί απέναντι στην επανεμφανιζόμενη φάση της μαζικής ανεργίας και μαζικής φτώχειας; Θα έχει η τάξη (ή τουλάχιστον κάποια σημαντικά τμήματά της) τη δύναμη να υπερβεί αυτές τις αμυντικές θέσεις και να θέσει στην ημερήσια διάταξη την κοινωνική και ισόνομη επανοικειοποίηση του κοινωνικού πλούτου;
Οι αγροτικές οικογένειες του Νότου
Σήμερα, οι αγροτικές οικογένειες του Νότου και κάποιων σημαντικών αναπτυσσόμενων χωρών αποτελούν ακόμα, με 2,8 δισ. ανθρώπους, εκ των οποίων 700 εκατομμύρια στην Κίνα, την πλειοψηφία της παγκόσμιας τάξης των εργατριών και εργατών. Αυτοί αναπαράγονται στις οικογενειακές οικονομίες συντήρησης τύπου Cajanov [11]. Όμως αυτές οι σύνθετες δομές, που υφαίνονται σε χωριάτικες κοινότητες και πελατειακά συστήματα, κινδυνεύουν όλο και περισσότερο και επιβιώνουν μόνο μέσω περιοδικών ή σταθερών εισοδημάτων εργασίας από μη γεωργικούς τομείς (ηπειρωτική και διηπειρωτική μετανάστευση εργασίας). Στη διάρκεια του προηγούμενου οικονομικού κύκλου, οι αγροτικές οικογένειες του Νότου έχαναν όλο και περισσότερο τα βασικά μέσα επιβίωσης εξαιτίας της μετατροπής των πιο εύφορων εκτάσεων και καλλιεργήσιμων περιοχών σε μηχανοποιημένες μεγάλες φάρμες, εξαιτίας των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής και εξαιτίας της απαλλοτρίωσης εδαφών.
Μαζική μετανάστευση και μετανάστευση εργασίας
Τις προηγούμενες δεκαετίες, εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι περιπλανήθηκαν σε ηπειρωτικό και διηπειρωτικό επίπεδο, προκειμένου να ξεφύγουν από τη μαζική ένδεια του τομέα συντήρησης και τη βαρβαρότητα των εμφυλιοπολεμικών ζωνών ή για να ξεβαλτώσουν τις αγροτικές τους οικογένειες που έμειναν πίσω: η μαζική μετανάστευση εντός της Κίνας, η μαζική μετανάστευση από τη Νοτιοανατολική και Νότια Ασία προς την περιοχή του Περσικού Κόλπου, από την Αφρική μέσω της Μεσογείου προς τη Νότια Ευρώπη, από την Ανατολική προς τη Δυτική Ευρώπη και από τη Νότια και Κεντρική Αμερική προς τη Βόρεια Αμερική.
Σήμερα, οι κατώτερες τάξεις των μητροπόλεων και πολλών αναπτυσσόμενων χωρών αποτελούνται σε ποσοστό 10-20% από μετανάστριες και μετανάστες. Επιπλέον, αρκετά μεταναστευτικά κύματα έχουν κοινά σημεία, δημιουργώντας μια υπερσυνοριακή κουλτούρα στην καθημερινή ζωή, η οποία είναι πολύγλωσση και ιδιαίτερα ευφυής. Σ’ αυτή την κουλτούρα διάφορες τάσεις πολυπολιτισμικών ταυτοτήτων έχουν κοινά σημεία με προσπάθειες για μια εθνοτική ταυτότητα.
Αυτές οι εξελίξεις διαμόρφωσαν αποφασιστικά τη διαδικασία προλεταριοποίησης των περασμένων δεκαετιών και σήμερα αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα σημεία αναφοράς για την τωρινή παγκόσμια σύνθεση της εργατικής τάξης.
Δεν τα καταφέρνουν όλοι όσοι μεταναστεύουν από τις αγροτικές και εμφυλιοπολεμικές περιοχές να εγκατασταθούν, προσωρινά ή μόνιμα, στις αναπτυσσόμενες και μητροπολιτικές χώρες. Σήμερα, αυτός ο παγκόσμιος πλεονάζων πληθυσμός ζει στις παραγκουπόλεις της περιφέρειας και πολλών αναπτυσσόμενων χωρών. Προωθεί διαδικασίες αστικοποίησης, που λαμβάνουν χώρα σχεδόν χωρίς βιομηχανοποίηση και χωρίς οικονομική ανάπτυξη. Η μαζική φτώχεια των παραγκουπόλεων επιβιώνει μέσα στις παραοικονομίες, στο περιθώριο λιμοκτονιών και μαζικών επιδημιών, και έρχεται αντιμέτωπη με ακραίες μορφές υπερεκμετάλλευσης, στις οποίες επικρατούν ανελεύθερες ή ψευτο-αυτοαπασχολούμενες σχέσεις εργασίας. Πρόκειται, εν τω μεταξύ, για πάνω από ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους, που κατοικούν σε τεράστιες πυκνοκατοικημένες αστικές περιοχές, φυτοζωούν κατά μήκος μεταφορικών οδών και στις όχθες ποταμών των μητροπόλεων του Νότου και εκτοπίζονται όλο και περισσότερο σε παράκτιες και ερημικές ζώνες που απειλούνται από φυσικές καταστροφές. Η μετάβαση προς τις αγροτικές οικονομίες συντήρησης και τα επικοινωνιακά κανάλια της μαζικής μετανάστευσης γίνεται όλο και πιο αβέβαιη. Υπάρχει φόβος ότι η παρούσα παγκόσμια οικονομική κρίση θα επιταχύνει περαιτέρω αυτή τη γιγαντιαία διαδικασία γκετοποίησης. Ήδη τώρα πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι η μαζική φτώχεια στα αστικά κέντρα, με τα κρυφά και φανερά καταλύματα για άστεγους και τα συσσίτια για τους ανέργους, αρχίζει να συνδιαμορφώνει και τις παγκόσμιες πόλεις του Βορρά.
Η νέα βιομηχανική εργατική τάξη των αναπτυσσόμενων χωρών
Η ανάπτυξη της νέας βιομηχανικής εργατικής τάξης στις αναπτυσσόμενες χώρες κατά τη διάρκεια των δύο προηγούμενων δεκαετιών άλλαξε αποφασιστικά την παγκόσμια ταξική σύνθεση. Στη διάρκεια και των δύο τελευταίων οικονομικών κύκλων, η τάξη απέκτησε ραγδαία αυξανόμενες διαδικασίες κατάρτισης και κατέκτησε σημαντικές εισοδηματικές αυξήσεις. Οι τομείς χαμηλής τεχνολογίας των δεκαετιών 1980 και 1990 μεταφέρθηκαν όλο και πιο πολύ στις γειτονικές χώρες της περιφέρειας, και μαζί μ’ αυτούς τους τομείς έγινε επίσης η μετεγκατάσταση της εργατικής τάξης του «επιμηκυμένου πάγκου εργασίας», ιδίως της κλωστοϋφαντουργίας και της βιομηχανίας καταναλωτικών αγαθών. Λόγω της ισοπεδωτικής τεχνολογικής διαφοράς και της ολοκληρωμένης σε μεγάλο βαθμό μετεγκατάστασης σημαντικών τομέων-κλειδιά (ναυπηγεία, αυτοκινητοβιομηχανία, βιομηχανία ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών, χημική βιομηχανία, κλωστοϋφαντουργία) η ταξική σύνθεση κινούνταν όλο και πιο αλλεπάλληλα μεταξύ των αναπτυσσόμενων χωρών και των ανεπτυγμένων περιοχών του παγκόσμιου συστήματος. Αυτό ισχύει επίσης για τα επισφαλή τμήματα του εργαζόμενου πολυκόσμου: Ενώ στις αναδυόμενες οικονομίες αυτά τα τμήματα μειώνονταν, στις μητροπόλεις εξαπλώνονταν σημαντικά.
Σχετική αποβιομηχάνιση και επισφαλειοποίηση της εργατικής τάξης στα μέχρι τώρα κέντρα
Ο βιομηχανικός τομέας της μισθωτής εργασίας στις περιοχές της τριάδας (ΗΠΑ, Ευρώπη και Ιαπωνία) συρρικνώθηκε σε σημαντικό βαθμό τις προηγούμενες δεκαετίες. Συγχρόνως, άλλαξε δραματικά και η τεχνική σύνθεση αυτού του τομέα, αφού οι τεχνολογικές καινοτομίες παρέσυραν και άλλαξαν ριζικά όλους τους τομείς παραγωγής και υπηρεσιών. Κατά αυτόν τον τρόπο εξαφανίστηκαν πολλά τμήματα της εργατικής τάξης, ιδίως αυτά που είχαν εμπειρίες αγώνων και αντιστέκονταν (τυπογράφοι, οι κλασικοί χειρώνακτες λιμενεργάτες) ή ακόμη και στις μεγάλες εθνικές οικονομίες μειώθηκαν σε λίγους εκατοντάδες χιλιάδες. Παράλληλα, οι επισφαλείς και φαινομενικά αυτοαπασχολούμενες εργασιακές δραστηριότητες έγιναν ένα ουσιαστικό στοιχείο της ταξικής σύνθεσης μέσα στις μητροπόλεις. Τα τελευταία χρόνια, η υποχώρηση του εισοδήματος που προέρχεται από εργασία έχει παρασύρει όλα τα τμήματα της τάξης, ακόμα και το λεγόμενο βασικό προσωπικό της μεγάλης βιομηχανίας. Κατά μέσο όρο, το ένα τέταρτο όλων όσοι εξαναγκάζονται σε εξαρτημένη βιοποριστική εργασία δεν είναι πλέον σε θέση, παρά τους υπέρμακρους εργασιακούς χρόνους, να διατηρήσουν το βιοτικό τους επίπεδο πάνω από το όριο της φτώχειας.
Τάσεις ομογενοποίησης και διάσπασης της παγκόσμιας εργατικής τάξης
Συνολικά στον προηγούμενο οικονομικό κύκλο, οι τάσεις ομογενοποίησης και διάσπασης της παγκόσμιας εργατικής τάξης βρίσκονταν σε κάποια ισορροπία. Σε όλες τις περιοχές του παγκόσμιου συστήματος οι μικρές αγροτικές οικονομίες συντήρησης κατέληξαν σε μια ενδεχομένως τελική κρίση και απελευθέρωσαν διαδικασίες μαζικής μετανάστευσης και διαμόρφωσης ενός παγκόσμιου πλεονάζοντος πληθυσμού. Οι διαδικασίες αυτές έδωσαν ένα εντελώς νέο πρόσωπο στην παγκόσμια τάξη των εργατριών και εργατών, το οποίο διαμορφώνεται κυρίως μέσα από διηπειρωτικές και διαπολιτισμικές νοοτροπίες. Μια διαδικασία ομογενοποίησης σε αντίθετη κατεύθυνση ξεκίνησε επίσης από τα μισθωτά και βιομηχανικά τμήματα της εργατικής τάξης, διαδικασία που οφειλόταν κυρίως στην (ολοκληρωμένη πια) περίοδο της λεγόμενης «περιφερειοποίησης» της μαζικής βιομηχανικής παραγωγής.
Αλλά και οι τάσεις διάσπασης ήταν σημαντικές. Αν και σε παγκόσμιο επίπεδο οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης χειροτέρευσαν, οι περιφερειακές διαφορές στο βιοτικό επίπεδο των προλετάριων μεγάλωσαν σημαντικά. Οι ευκαιρίες επιβίωσης ανάμεσα στους κατοίκους των παραγκουπόλεων, που ζουν στο περιθώριο των υπονόμων και των σκουπιδότοπων, και στους πολυπολιτισμικούς επισφαλείς εργάτες των μητροπολιτικών «συνοικιών» διαφέρουν πάρα πολύ. Σ’ αυτό προστίθενται διάφορα στοιχεία μιας «αρνητικής» ομογενοποίησης, τα οποία ενισχύουν παγκοσμίως τις τάσεις προς την πατριαρχική και εθνοπολιτική οπισθοδρόμηση, όπως π.χ. η αυξανόμενη προσκόλληση στις θρησκευτικές υποσχέσεις ή η υποταγή σε μαφιόζικες πελατειακές δομές. Ειδικά αυτές τις τάσεις δεν πρέπει να τις υποτιμάμε, γιατί παρεμποδίζουν σε σημαντικό βαθμό τις μελλοντικές δυνατότητες δράσης μας. Είναι μια βαριά υποθήκη: το 1979/80 στο Ιράν η σοσιαλεπαναστατική πτέρυγα του σιιτικού ισλάμ εξοντώθηκε από το αρχαϊκο-θεοκρατικό τμήμα των Αγιατολάχ. Λίγα χρόνια αργότερα, οι ισλαμιστικές οργανώσεις κατέσφαξαν τα εναπομείναντα στελέχη της Αριστεράς στην Εγγύς και Μέση Ανατολή και μάντρωσαν τη φτωχολογιά της περιοχής μέσα σε πατριαρχικές-αντιδραστικές δομές κοινωνικής πολιτικής. Σήμερα, οι κατώτερες τάξεις της αμερικανικής περιοχής rust belt [12] κυριαρχούνται από τους ευαγγελιστές. Στις παραγκουπόλεις τα υπολείμματα της κοινωνικής ασφάλειας και ενός ελάχιστου εκπαιδευτικού συστήματος διατηρούνται ακόμη μόνο από τα μέλη χιλιαστικών ενοριών που είναι πάνω από εκατό εκατομμύρια. Ακόμη και στην Ευρώπη, όμως, το παραδοσιακό εργατικό κίνημα έχει εγκαταλείψει την εργατική τάξη: προς τα πού θα οδηγήσει αυτό μας το δείχνει η περίπτωση της Μασσαλίας, όπου από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 και μετά την «έξοδο» του Σοσιαλιστικού Κόμματος από την τοπική πολιτική [13], η δεύτερη γενιά των μεταναστών εργατών επαφίεται όλο και περισσότερο στα γραφεία κοινωνικής πρόνοιας του Εθνικού Μετώπου. Εξαιτίας της παραπάνω κληρονομιάς, η επείγουσα (λόγω της κρίσης) επιστροφή της Αριστεράς στην καθημερινή πραγματικότητα της εργατικής τάξης γίνεται αναμφίβολα δυσκολότερη. Δεν υπάρχει όμως εναλλακτική λύση. Κι αυτή η εναλλακτική λύση δεν μου φαίνεται να είναι χωρίς προοπτική.
Ακόμη και πριν από την έναρξη της κρίσης παρατηρούσαμε μια σαφή αύξηση αγώνων και εξεγέρσεων, στους οποίους οι συμμετέχοντες υποστηρίζουν ο ένας τον άλλον αλληλέγγυα, αναπτύσσουν ισότιμους τρόπους συμπεριφοράς και αρνούνται όλο και πιο πολύ να επωμιστούν το κοινωνικό κόστος της κρίσης. Στο μεταξύ, μαθαίνουμε για μαζικές εξεγέρσεις εργαζομένων σε βιομηχανίες που βρίσκονται στο δέλτα του ποταμού Perl [14] στην Κίνα, οι οποίοι αμύνονται με βίαιο τρόπο ενάντια στο ξαφνικό κλείσιμο εργοστασίων και στην παρακράτηση των μισθών, τους οποίους δικαιούνται. Ακόμα και στις δυτικές αγροτικές επαρχίες της Κίνας, η κατάσταση βράζει. Οι τοπικές και περιφερειακές εξεγέρσεις ενάντια στις αυθαίρετες απαλλοτριώσεις εδαφών και στην καταστροφή των φυσικών πόρων γίνονται όλο και συχνότερες. Αλλά και στο Βορρά, οι ενδείξεις μιας νέας εξέγερσης πολλαπλασιάζονται. Στο Σικάγο και το Σλέσβιχ-Χολστάιν (στμ: ομόσπονδο κρατίδιο της Γερμανίας) τράβηξαν την προσοχή μας οι καταλήψεις σε εργοστάσια κάποιων εταιριών-προμηθευτών της αυτοκινητοβιομηχανίας, τα οποία έκλεισαν ξαφνικά. Οι νεολαίοι της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ελλάδας αμύνονται ενάντια στην καταστροφή των ευκαιριών τους για εκπαίδευση, μια και αυτές οι ευκαιρίες συνοδεύονται από τη δραματική επιδείνωση μιας επαγγελματικής προοπτικής που αναλογεί στα αποκτημένα προσόντα τους. Σε όλες αυτές τις εκρήξεις οξύνεται μια αυξανόμενη συνείδηση για την κρίση, η οποία αρχίζει να ομογενοποιείται με το σύνθημα «Εμείς δεν θα πληρώσουμε την κρίση σας». Θα καταφέρουμε, άραγε, να μεταφέρουμε αυτή τη βασική ιδέα της αλληλεγγύης και στο προσωπικό των μεγάλων εργοστασίων και να σπάσουμε την ιεράρχηση των απολύσεων, που ξεκινάνε από τους επισφαλείς εργάτες και φτάνουν στο βασικό προσωπικό, και οι οποίες υποστηρίζονται από τα περισσότερα σωματεία και συνδικάτα; Θα έπρεπε τουλάχιστον να το προσπαθήσουμε κάτω από το σύνθημα: «Εργασιακή εβδομάδα τριών ημερών; Ωραία! Αλλά χωρίς μείωση αποδοχών για όλους, ανεξάρτητα από τη σχέση εργασίας. Διότι χρειαζόμαστε δύο μέρες τη βδομάδα για να αναλάβουμε την αυτοδιαχείριση των εγκαταστάσεων της επιχείρησης».
Συνολικά αναμένεται μια επιπλέον φουρνιά προλεταριοποίησης εξαιτίας της κρίσης, που ξεκινάει από το επερχόμενο νέο κύμα της μαζικής ανεργίας στα μέχρι τώρα κέντρα της κρίσης: ΗΠΑ, Ευρώπη και Ανατολική Ασία. Ακόμα μια φορά, εκατομμύρια άνθρωποι υποβιβάζονται κοινωνικά. Πώς θα αντιδράσουν; Οι προλεταριακές οικογένειες, οι κοινωνικές ομάδες που τις περιβάλλουν και τα πολύπλοκα τμήματα του προλεταριακού πολυκόσμου έχουν διάφορες επιλογές, αφού πλέον δεν έχουν να χάσουν τίποτα: Ίσως εξεγερθούν, για να διασφαλίσουν το δικαίωμά τους στην ύπαρξη και για να κατακτήσουν μια ισόνομη κοινωνία. Μπορεί όμως και να χαράξουν την πορεία της ατομικής, οικογενειακής και κοινωνικής αυτοκαταστροφής, π.χ. αποκαθιστώντας την πατριαρχική βία ή φορτίζοντας εθνοτικές συγκρούσεις, με σκοπό να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους εις βάρος άλλων προλεταριακών ομάδων. Τρίτον, μπορεί επίσης να επιλέξουν το δρόμο της πολιτικής οπισθοδρόμησης, προβάλλοντας τους φόβους και τις απογοητεύσεις τους πάνω σε νέες φιγούρες ηγετών (φύρερ) και εκτελεστικές τυραννίες, οι οποίες θα καταχραστούν το κοινωνικό δυναμικό των προλετάριων για τη διασφάλιση των συμφερόντων μη προλεταριακών τάξεων. Σε αντίθεση με τις τρεις αυτές επιλογές δράσης, θα ήταν επίσης φυσικά πιθανό οι προλετάριοι να αρκεστούν σε μεταρρυθμιστικά προγράμματα κρατικού παρεμβατισμού για το ξεπέρασμα της κρίσης, τα οποία θα βασίζονται, όπως και πριν, στο τεράστιο ανανεωτικό δυναμικό του καπιταλιστικού κοινωνικού σχηματισμού και συγχρόνως θα λαμβάνουν υπόψη –όπως πάντα, σε περιορισμένο βαθμό- τα συμφέροντα επιβίωσης των προλετάριων. Με ποιον τρόπο θα μπορούσαν να ενισχυθούν οι τάσεις της ισόνομης ομογενοποίησης και χειραφέτησης κάτω από τις συνθήκες της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης;