Αρχική κοινωνία Ουρμπανιστές εναντίον Αγροτιστών| Μέρος Α’

Ουρμπανιστές εναντίον Αγροτιστών| Μέρος Α’

του Γιάννη Σχίζα

Ο επιφανής Άγγλος λόγιος Σάμιουελ Τζόνσον (1709-1784) έλεγε ότι αν κάποιος έχει βαρεθεί το Λονδίνο αυτό σημαίνει ότι έχει βαρεθεί τη ζωή, γιατί το Λονδίνο έχει οτιδήποτε η ζωή μπορεί να του προσφέρει! Σήμερα ένα μικρό μέρος της νεολαίας δεν ακολουθεί την υπόδειξη του Τζόνσον, αλλά σπεύδει να εγκαταλείψει την πόλη και να εγκατασταθεί σε νησιά ή σε χωριά εκτός Αθηνών, γιατί έτσι μπορεί να αντιμετωπίσει τη δυσφορία που της προκαλεί ο πυκνοδομημένος χώρος.

Μέχρι το 1986, οι αγροτικοί πληθυσμοί υπερέβαιναν τους αστικούς πληθυσμούς σε παγκόσμια κλίμακα, μετά η πλάστιγγα έγειρε προς το μέρος των δεύτερων. Βέβαια, πολλά εξαρτώνται από το περιεχόμενο του όρου «αστικός» ή «αγροτικός» πληθυσμός: Συνήθως θεωρούμε ότι το όριο των 20.000 κατοίκων συνιστά ένα μέγεθος καθοριστικό για την αστικοποίηση , αλλά κι αυτό είναι συμβατικό.

Μια αναπτυσσόμενη αντίθεση

«Η ζωή στις πόλεις αφυπνίζει, ενοποιεί και προστατεύει τις υψηλότερες επιδιώξεις, τη βιομηχανία, το εμπόριο και τον πολιτισμό γενικά», υπογράμμιζε ο Welcker, Γερμανός υμνητής της αστικοποίησης του 19ου αιώνα (1). Ο Welcker αντέκρουε τους ρομαντικούς φυσιολάτρες και «αγροτιστές» της εποχής του, που όμως υπερτερούσαν στο πνευματικό τοπίο μιας νεαρής ηπείρου όπως η Αμερικανική, ακόμη και μέχρι την εποχή του εμφυλίου πολέμου (1861-1865). Οι υποστηρικτές της αστικοποίησης εξέπεμπαν αισιόδοξες νότες για το μέλλον των «υπαρκτών πόλεων», χωρίς να παίρνουν υπόψη πρότυπα οικιστικά μορφώματα όπως αυτά των «Ουτοπικών Σοσιαλιστών» (2), αλλά και χωρίς να επηρεάζονται από κριτικές όπως αυτή του Φρειδερίκου Ένγκελς – ο οποίος θα αφιερώσει μεγάλο τμήμα του έργου του «Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία» (1844-45) για να περιγράψει μεγάλες πόλεις όπως το Λονδίνο, που αφήνουν μεν τον επισκέπτη «κατάπληκτο για το μεγαλείο της Αγγλίας», πλην όμως δεν παύουν να φιλοξενούν την αθλιότητα και τις κακές συνοικίες, «με τα χειρότερα σπίτια στη πιο σιχαμένη περιοχή της πόλης» (3).

Οι απολεοδομιστές στη Σοβιετική Ένωση θα προτείνουν τη διασπορά των πόλεων και μια άλλη σχέση με τη φύση, που κάνει τη μετακίνηση προαιρετική. Παρ’ όλες όμως τις αντι-ουρμπανιστικές προβλέψεις ή διαθέσεις πολλών, Φιλελευθέρων ή Σοσιαλιστών του 19ου αιώνα, οι πόλεις του επόμενου αιώνα θα εξελιχθούν πληθυσμιακά, αλλά η επέκτασή τους κάθε άλλο παρά θα φέρει την κοινωνική αποδοχή του Ουρμπανισμού. Στον 20ό αιώνα η θεωρητική και πρακτική κριτική των πολεοδομικών σχηματισμών θα αντλήσει νέα επιχειρήματα από τις αστικές δυσλειτουργίες και θα εμπνεύσει οξύτατες επιθέσεις. Η δυνατότητα των ανθρώπων να προσαρμοστούν σε δυσμενή περιβάλλοντα –με τους θορύβους της Νέας Υόρκης, του Σάο Πάολο ή της Καλκούτας– θα καταγγελθεί (1973) σαν «μια πραγματική τραγωδία» από οικολόγους μελετητές της αστικοποίησης όπως ο Dubos (4), που διαβλέπουν μέσα σ’ αυτήν την προσαρμογή τον συμβιβασμό με μια «ημι-ζωή» χαμηλής ποιότητας… Με ακόμη μεγαλύτερη οξύτητα, ο αρχιτέκτονας και φιλόσοφος Πωλ Βιρίλιο θα χαρακτηρίσει τις πόλεις ως αποτυχία του 20ού αιώνα, που δεν χρήζει επανάληψης στο έδαφος του 21ου… (5)

Ο κανόνας θέλει τις πόλεις να αναπτύσσονται παρά τον κριτικό αντίλογο, όμως κάθε κανόνας έχει τις εξαιρέσεις του. Και η Αθήνα του 19ου και του πρώτου μισού του 20ού αιώνα εμφανίζεται συχνά χωρίς «κριτικό αντίλογο», συμβιβασμένη μάλλον με τα μεγέθη, τις οικιστικές συνθήκες και τα ελλείμματά της, παρά αυτο-αμφισβητούμενη και αυτο-ελεγχόμενη: Ο Παλαμάς αναφέρεται σ’ αυτήν ως «ζαφειρόπετρα στης γης το δακτυλίδι», η Σοφία Βέμπο τραγουδάει για την «υπεροχή» της αθηναϊκής ζωής έναντι άλλων πόλεων: «Λόντρα, Παρίσι, Νιουγιόρκ, Βουδαπέστη, Βιέννη – μπρος στην Αθήνα καμιά σας δεν βγαίνει»…

Ο αγροτισμός

Την ίδια περίοδο ο «Αγροτισμός» ως ιδεολογικό ρεύμα έπαιρνε και αυτός μεγάλες διαστάσεις σε μια μικρή και ιδεολογικά υποκινητική χώρα όπως η Ελλάδα. Υπηρετούμενος μάλιστα από μια μεγάλη γκάμα πολιτικών: Από τον πρωτοπόρο σοσιαλιστή Πλάτωνα Δρακούλη (1858-1942), δημοσιογράφο και κοινωνιολόγο, που επεσήμαινε ότι «ο βίος των μεγαλουπόλεων απειλεί να καταστή ο τάφος της ρώμης, του κάλλους, της αρετής, της νοημοσύνης και της εμπνεύσεως του έθνους». Από τον δικτάτορα Μεταξά, που απευθυνόταν στους χωρικούς για να τους πει ότι «στα χωριά σας είσαστε αφεντάδες, ενώ εις τας πόλεις που πάτε γίγνεσθε δούλοι». Από τις επισημάνσεις ενός «πρωτοκλασάτου» πολιτικού της δεκαετίας του 1960 (Κ. Καραμανλής, 6/10/1963) όσον αφορά την ανάγκη «δι’ εθνικούς και κοινωνικούς λόγους, να μη συγκεντρωθή το πλεόνασμα του πληθυσμού της υπαίθρου αποκλειστικώς εις την ήδη ασφυκτιώσαν περιοχήν των Αθηνών».

Η κινδυνολογία δεν θα αναστείλει το φαινόμενο της αστικοποίησης, και η σώρευση ανθρώπων και δραστηριοτήτων θα πάρει εκρηκτικές διαστάσεις. Παρά τη γενική διαπίστωση ευρύτατων πολιτικών δυνάμεων περί του επερχόμενου υδροκεφαλισμού, οι μικρές πόλεις θα αποτύχουν ως πόλοι πληθυσμιακής έλξης, η υπερσυγκέντρωση στην Αττική θα ξεπεράσει τη «φέρουσα ικανότητα» κοινωνίας και οικοσυστημάτων. Η συσσώρευση αυτή θα εγγραφεί στην κοινωνική συνείδηση των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών σαν ένας αφόρητος «συνωστισμός». Κατά το γνωμικό του Ζαν Πωλ Σαρτρ («στο λεωφορείο η κόλαση είναι οι άλλοι»!), η αστική κόλαση θα θεωρηθεί ότι έγκειται στην παρουσία των συγκατοίκων!

Η πόλη και το τοπίο

Η νεοελληνική μεταπολεμική κοινωνία είναι υπερβολικά «πρακτική», η αντίληψή της για τη λειτουργικότητα του χώρου παραγνωρίζει την αισθητική του αστικού τοπίου (6).

Σ’ αυτές τις συνθήκες η «διευρυμένη αναπαραγωγή της ασχήμιας» είναι αναπόφευκτη. Η απόρριψη του αστικού χώρου θα μετατραπεί βαθμιαία σε κοινό τόπο, που εκφράζεται έντονα από επιστήμονες και διανοούμενους κάθε είδους. «Ο αρχιτεκτονικός ιστός της (πόλης) εξαπλώνεται αδηφάγα και με τρόπους που δεν επιδιώκουν καμιά συγκεκριμένη σχέση με το αττικό τοπίο», γράφει ο Πάνος Κόκκορης (7). Ο Γιάννης Κόντος στα «Ευγενή μέταλλα» αναφέρεται στη συνοικία της Πλάκας της δεκαετίας του ’70 [«θα μας πλακώσει κάποτε, δεν μπορεί, έτσι που καταντήσαμε»] και στην κεντρική οδό Ακαδημίας: «σκούρο πέρασμα, λες και πας στην ξενιτιά, ενώ πας στην καρδιά της Αθήνας» (8). Ο Χρήστος Ιακωβίδης μιλάει για τον «απάνθρωπο και αποκρουστικό χώρο της πόλης» (9) που τεκμηριώνει την αποτυχία του νεοελληνικού τρόπου ζωής, ενώ ο Μάνος Χατζιδάκις μιλάει για την απανθρωπιά που είναι συνυφασμένη με τις μεγάλες κλίμακες της Αθήνας της δεκαετίας του ’80 και αγανακτεί μαζί της: «Με αυτό το κατασκεύασμα… που δεν εννοεί να μας εξασφαλίσει καν υγιείς προϋποθέσεις ζωής» (10).

Τα νέα μεγέθη πληθυσμών και δραστηριοτήτων θα προκαλέσουν φαινόμενα περιβαλλοντικής και αισθητικής καταπόνησης από την κυκλοφορία, τον θόρυβο, τους βιομηχανικούς ρύπους, τα στερεά απόβλητα, τους βανδαλισμούς, την αισθητική αποδιοργάνωση. Θα προκαλέσουν ένα είδος «κοινωνικής απορρύθμισης», μέσω της αποδυνάμωσης των συλλογικοτήτων και της αποξένωσης των πολιτών μεταξύ τους. Η υπερσυγκέντρωση θα συνθλίψει τις μικρότερες οικιστικές ενότητες όπως είναι η συνοικία και η γειτονιά. Η πολυκατοικία ως διάδοχο σχήμα της αστικής και προαστιακής μονοκατοικίας, της κοινόχρηστης αυλής και της «αλάνας» που αποτελούσε χώρο παιχνιδιού, έρχεται σε ρήξη με τον προηγούμενο τρόπο ζωής και καταγγέλλεται με έντονο τρόπο ως «απάνθρωπη μορφή συγκατοίκησης», με «πολυκατοικιάνθρωπους» που διακατέχονται στις μεταξύ τους σχέσεις από εχθρότητα ή στην καλύτερη περίπτωση από αδιαφορία… (11). Η Αθήνα και ο Πειραιάς γίνονται τα κατ’ εξοχήν πεδία όπου η δυσμορφία του χώρου δημιουργεί προοδευτική απομάκρυνση από το περιβάλλον και προκαλεί σε συλλογικό επίπεδο έλλειψη διάθεσης για επικοινωνία και απώλεια του «αισθήματος της κοινότητας» (12).

Συνεχίζεται στο επόμενο φύλλο

Σημειώσεις

1) Jean-Luc Pinol, «Ο κόσμος των πόλεων τον 19ο αιώνα». εκδόσεις Πλέθρον, Αθήνα, 2000. Μετάφραση Ιωάννα Δουράμπεη – Έφη Κάννερ.

2) Leonardo Benevolo – Παντελής Λαζαρίδης, «Βιομηχανική επανάσταση – Βιομηχανική πόλη», εκδόσεις Νέα Σύνορα, Αθήνα.

3) Φρειδερίκος Ένγκελς, «Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία», εκδόσεις Παγκόσμια Βιβλιοθήκη. Μετάφραση Λευτέρης Αποστόλου.

4) Rene Dubos, «Το όραμα της υγείας», εκδόσεις Κάτοπτρο.

5) Corine Lesnes, Le Monde – Βήμα, 5/12/1999, «Οι πόλεις τον 21ο αιώνα».

6) Renato Cecilia, «Άνθρωπος και πόλη μέσα στον αστικό διάκοσμο», από την έκδοση της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων: «Αστικό Περιβάλλον, Συμβουλές Εμπειρογνωμόνων», Βρυξέλλες, 1991.

7) Πάνος Κόκκορης, «Το αττικό τοπίο ερήμην του αστικού», περιοδικό Νέα Οικολογία, Μάιος 1990.

8) Γιάννης Κοντός, «Δρόμοι και περιδιαβάσεις που με οδηγούν κατευθείαν στον ουρανό», από το συλλογικό έργο «Αθήνα, διαδρομές και στάσεις», εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 1999.

9) Χρίστος Ιακωβίδης, «Νεοελληνική Αρχιτεκτονική και Αστική Ιδεολογία», εκδόσεις Δωδώνη, Γιάννινα, 1982.

10) Μάνος Χατζιδάκις, συνέντευξη στον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο, περιοδικό Νέα Οικολογία, Μάρτιος 1985.

11) Γιάννη Σιμωνέτη, «Θησείο. Οι γειτονιές που χάθηκαν», εκδόσεις Φιλιππότη, Αθήνα, 1991.

12) Renato Cecilia, «Άνθρωπος και πόλη μέσα στον αστικό διάκοσμο», από την έκδοση της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων: «Αστικό Περιβάλλον, Συμβουλές Εμπειρογνωμόνων», Βρυξέλλες, 1991.

Σχόλια

Exit mobile version