Σχόλιο σχετικά με την πρόταση της ΚΟΕ για το «μέτωπο»
Της Μαρίας Μπόλαρη *
Της Μαρίας Μπόλαρη *
Το καθήκον που βρίσκεται μπροστά μας είναι η ανατροπή της πολιτικής που περιγράφει το Μνημόνιο, καθήκον που αναπόφευκτα συνδυάζεται με την ανατροπή της κυβέρνησης και της κυριαρχίας των επιτηρητών της Ε.Ε. και του ΔΝΤ.
Είναι μια μεγάλη μάχη ιστορικών διαστάσεων. Για να δοθεί προϋποθέτει τη συσπείρωση δυνάμεων, ώστε να σχηματιστεί η κρίσιμη μάζα που θα εμπνέει στον κόσμο αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στον ισχυρισμό ότι το Μνημόνιο δεν είναι μονόδρομος. Κατά συνέπεια οι «μετωπικές» λογικές και τακτικές ταιριάζουν απόλυτα στις ανάγκες της περιόδου. Η ρήξη με τον σεχταρισμό είναι μια από τις ελάχιστες προϋποθέσεις για να σταθεί η Αριστερά στο ύψος των περιστάσεων.
Η ΔΕΑ δίνει μεγάλη έμφαση στην ανάπτυξη των Επιτροπών Αγώνα, των ενωτικών σχημάτων αντίστασης στους χώρους εργασίας, σπουδών και στις συνοικίες. Είναι ένα εργαλείο ανάπτυξης του αναγκαίου κοινωνικού «ενιαίου μετώπου» από τα κάτω. Η συμβολή όλων σε αυτό το καθήκον είναι για εμάς ένα σημαντικό κριτήριο.
Όμως είναι ταυτόχρονα κατανοητό ότι χρειαζόμαστε ανάλογα «εργαλεία» και στο πολιτικό πεδίο. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι το κέντρο των πρωτοβουλιών για την κάλυψη αυτού του κενού. Η μεταφορά των προβλημάτων του ΣΥΝ στο ενωτικό εγχείρημα της ριζοσπαστικής Αριστεράς παίζει, δυστυχώς, παραλυτικό ρόλο. Γι’ αυτό υποστηρίζουμε όλες τις προτάσεις «ριζοσπαστικοποίησης» του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και διεύρυνσής του προς τα αριστερά. Σε μια τέτοια βάση θα μπορούσε να γίνει χώρος υποδοχής και οργάνωσης των οργισμένων τμημάτων της βάσης της σοσιαλδημοκρατίας που αναπόφευκτα θα μπουν σε διαδικασίες ρήξης με το ΠΑΣΟΚ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ασφαλώς δεν είναι το μοναδικό πεδίο ωρίμανσης της ενότητας στη δράση. Η πρόσφατη πρωτοβουλία «διαλόγου» είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Οφείλουμε με προσοχή και σοβαρότητα να συντονίσουμε όλες αυτές τις διεργασίες.
Σε αυτό το σημείο προκύπτουν τα ζητήματα του «πλαισίου». Αν οι οργανώσεις της Αριστεράς άκουγαν προσεκτικότερα την οργή του κόσμου, θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν ευκολότερα αυτά τα ζητήματα. Κατά τη γνώμη μας, οι συντεταγμένες της απάντησης είναι: Ρητή απόρριψη του μνημονίου και των μέτρων. Πολιτική επίθεσης στην κυβέρνηση με στόχο την ανατροπή της.
Πολιτική επίθεσης στην υποταγή, στους καταναγκασμούς της εξυπηρέτησης του χρέους. Ρήξη με το δεξιόστροφο ευρωπαϊσμό, τουλάχιστον στη βάση του συνθήματος «καμιά θυσία για το ευρώ». Ριζοσπαστική αντιμετώπιση της κυρίαρχης τάξης που θα αναδεικνύει την αντικαπιταλιστική προοπτική (π.χ.: Φορολογήστε τους πλούσιους, εθνικοποίηση των τραπεζών κ.λπ.).
Υιοθέτηση των πιο προωθημένων αιτημάτων του πραγματικού κινήματος αντίστασης σχετικά με τους μισθούς, τις απολύσεις, το ασφαλιστικό κ.λπ.
Για εμάς, λοιπόν, η πορεία προς το «μέτωπο» είναι μια πορεία σύσφιξης των δεσμών της Αριστεράς με το κοινωνικό κίνημα αντίστασης, μια πορεία ωρίμανσης των οργανώσεών μας, που καλούνται να συνδυάσουν τον απαραίτητο ριζοσπαστισμό στην πολιτική με την αναγκαία απόρριψη της σεχταριστικής παθητικότητας.
Δυστυχώς δεν θα έχουμε στη διάθεσή μας άφθονο χρόνο. Οι επερχόμενες περιφερειακές εκλογές και περισσότερο οι πιθανότατες επιταχύνσεις της πολιτικής ή (και) της οικονομικής κρίσης, είναι δυνατόν να μας οδηγήσουν σε αναμετρήσεις σε χρόνο που δεν θα έχουμε επιλέξει εμείς. Γι’ αυτό αυτή η συζήτηση που έχει ανοίξει η ΚΟΕ είναι ιδιαίτερα σημαντική.
Είναι μια μεγάλη μάχη ιστορικών διαστάσεων. Για να δοθεί προϋποθέτει τη συσπείρωση δυνάμεων, ώστε να σχηματιστεί η κρίσιμη μάζα που θα εμπνέει στον κόσμο αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στον ισχυρισμό ότι το Μνημόνιο δεν είναι μονόδρομος. Κατά συνέπεια οι «μετωπικές» λογικές και τακτικές ταιριάζουν απόλυτα στις ανάγκες της περιόδου. Η ρήξη με τον σεχταρισμό είναι μια από τις ελάχιστες προϋποθέσεις για να σταθεί η Αριστερά στο ύψος των περιστάσεων.
Η ΔΕΑ δίνει μεγάλη έμφαση στην ανάπτυξη των Επιτροπών Αγώνα, των ενωτικών σχημάτων αντίστασης στους χώρους εργασίας, σπουδών και στις συνοικίες. Είναι ένα εργαλείο ανάπτυξης του αναγκαίου κοινωνικού «ενιαίου μετώπου» από τα κάτω. Η συμβολή όλων σε αυτό το καθήκον είναι για εμάς ένα σημαντικό κριτήριο.
Όμως είναι ταυτόχρονα κατανοητό ότι χρειαζόμαστε ανάλογα «εργαλεία» και στο πολιτικό πεδίο. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι το κέντρο των πρωτοβουλιών για την κάλυψη αυτού του κενού. Η μεταφορά των προβλημάτων του ΣΥΝ στο ενωτικό εγχείρημα της ριζοσπαστικής Αριστεράς παίζει, δυστυχώς, παραλυτικό ρόλο. Γι’ αυτό υποστηρίζουμε όλες τις προτάσεις «ριζοσπαστικοποίησης» του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και διεύρυνσής του προς τα αριστερά. Σε μια τέτοια βάση θα μπορούσε να γίνει χώρος υποδοχής και οργάνωσης των οργισμένων τμημάτων της βάσης της σοσιαλδημοκρατίας που αναπόφευκτα θα μπουν σε διαδικασίες ρήξης με το ΠΑΣΟΚ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ασφαλώς δεν είναι το μοναδικό πεδίο ωρίμανσης της ενότητας στη δράση. Η πρόσφατη πρωτοβουλία «διαλόγου» είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Οφείλουμε με προσοχή και σοβαρότητα να συντονίσουμε όλες αυτές τις διεργασίες.
Σε αυτό το σημείο προκύπτουν τα ζητήματα του «πλαισίου». Αν οι οργανώσεις της Αριστεράς άκουγαν προσεκτικότερα την οργή του κόσμου, θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν ευκολότερα αυτά τα ζητήματα. Κατά τη γνώμη μας, οι συντεταγμένες της απάντησης είναι: Ρητή απόρριψη του μνημονίου και των μέτρων. Πολιτική επίθεσης στην κυβέρνηση με στόχο την ανατροπή της.
Πολιτική επίθεσης στην υποταγή, στους καταναγκασμούς της εξυπηρέτησης του χρέους. Ρήξη με το δεξιόστροφο ευρωπαϊσμό, τουλάχιστον στη βάση του συνθήματος «καμιά θυσία για το ευρώ». Ριζοσπαστική αντιμετώπιση της κυρίαρχης τάξης που θα αναδεικνύει την αντικαπιταλιστική προοπτική (π.χ.: Φορολογήστε τους πλούσιους, εθνικοποίηση των τραπεζών κ.λπ.).
Υιοθέτηση των πιο προωθημένων αιτημάτων του πραγματικού κινήματος αντίστασης σχετικά με τους μισθούς, τις απολύσεις, το ασφαλιστικό κ.λπ.
Για εμάς, λοιπόν, η πορεία προς το «μέτωπο» είναι μια πορεία σύσφιξης των δεσμών της Αριστεράς με το κοινωνικό κίνημα αντίστασης, μια πορεία ωρίμανσης των οργανώσεών μας, που καλούνται να συνδυάσουν τον απαραίτητο ριζοσπαστισμό στην πολιτική με την αναγκαία απόρριψη της σεχταριστικής παθητικότητας.
Δυστυχώς δεν θα έχουμε στη διάθεσή μας άφθονο χρόνο. Οι επερχόμενες περιφερειακές εκλογές και περισσότερο οι πιθανότατες επιταχύνσεις της πολιτικής ή (και) της οικονομικής κρίσης, είναι δυνατόν να μας οδηγήσουν σε αναμετρήσεις σε χρόνο που δεν θα έχουμε επιλέξει εμείς. Γι’ αυτό αυτή η συζήτηση που έχει ανοίξει η ΚΟΕ είναι ιδιαίτερα σημαντική.
* Η Μαρία Μπόλαρη είναι μέλος της ΔΕΑ.
Σχόλια