Β. Δαλκαβούκης, Ε. Πασχαλούδη, Η. Σκουλίδας, Κ. Τσέκου (επ.): Αφηγήσεις
για τη δεκαετία του 1940. Από το λόγο του κατοχικού κράτους
στη μετανεωτερική ιστοριογραφία, Επίκεντρο 2012, σελ. 440

Παρελθόν και ιστορία αποτελούν κόσμους διαφορετικούς. Κι αν το παρελθόν μας φανερώνεται μέσα από μια σειρά «κειμένων», γραπτών, προφορικών ή μνημειακών, η ιστορία αποτελεί ένα «λόγο» που επιδιώκει να μετατρέψει σε αντικείμενο έρευνας αυτούς τους «λόγους» μέσα από τους οποίους μας φανερώνεται το παρελθόν, προκειμένου να το ερμηνεύσει. Έτσι, και το ίδιο το ιστοριογραφικό αντικείμενο υπόκειται σε διαφορετικές αναγνώσεις μέσα στο χρόνο ή μέσα στο «χώρο» των διαφορετικών επιστημονικών θέσεων.
Αυτές τις μετατοπίσεις, σε ό,τι αφορά ειδικότερα την ιστοριογραφία της δεκαετίας του 1940, επιχειρούν να εξετάσουν και να ερμηνεύσουν οι συμβολές των ιστορικών και άλλων κοινωνικών επιστημόνων που συγκροτούν τον ανά χείρας τόμο. Τα κείμενα αυτά παρουσιάστηκαν στο συνέδριο που διοργανώθηκε το 2009 από το Δίκτυο για τη Μελέτη των Εμφυλίων Πολέμων στην Καβάλα, με θέμα του Η Ελλάδα στη δεκαετία του ’40: Μια κριτική αποτίμηση και αφορμή μια διπλή «επέτειο»: τη συμπλήρωση 60 ετών από το τέλος των ένοπλων συγκρούσεων του Εμφυλίου, αλλά και 30 χρόνων από το συνέδριο «Ένα έθνος σε κρίση», που έγινε στην Ουάσιγκτον το 1978 και υπήρξε το πρώτο που έθεσε τις βάσεις για τη σύγχρονη επιστημονική μελέτη της περιόδου της δεκαετίας του 1940.
Στο πρώτο μέρος του τόμου αυτού φιλοξενούνται κείμενα που προσεγγίζουν διαφορετικούς «λόγους» που διατυπώθηκαν ήδη κατά τη διάρκεια της Κατοχής και αποτυπώνονται στα βουλγαρικά αρχεία για τις πολιτικές διαχείρισης των μειονοτικών πληθυσμών της Θράκης, στις αναφορές των απεσταλμένων των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών στην Ελλάδα και τον επίσημο κρατικό και αριστερό λόγο για τις εμφύλιες συγκρούσεις του τελευταίου χρόνου της Κατοχής στην Αθήνα.
Στη δεύτερη ενότητα διερευνάται ο «λόγος» του εμφυλιακού κράτους, μέσα από την κοινοβουλευτική παρουσία του Π. Κανελλόπουλου, την κρατική πολιτική της περιόδου για τις μουσουλμανικές μειονότητες της Θράκης, την στάση των εφημερίδων της Λαμίας απέναντι στη δημόσια διαπόμπευση των αιχμαλώτων του ΔΣΕ και, τέλος, το «λόγο» που συγκροτείται μέσα από την αναδίφηση του αρχείου του κόμματος των Χιτών της Θεσσαλονίκης.
Στο τρίτο μέρος τα κείμενα του τόμου επεξεργάζονται το «λόγο» των νικητών του Εμφυλίου: από τη μεταφορά της σύγκρουσης στους κοινωνικούς και εργασιακούς χώρους και το «λόγο» του στρατού μέσα από τα μνημεία που ανεγείρει, μέχρι τον κινηματογράφο μυθοπλασίας της περιόδου της χούντας και τη συγκρουσιακή μνήμη μιας κοινότητας της ελληνοαλβανικής μεθορίου.
Στην τέταρτη ενότητα εξετάζονται όψεις από τις αφηγήσεις των ηττημένων – είτε αυτοί είναι οι Σλαβομακεδόνες πολιτικοί πρόσφυγες στην Τσεχοσλοβακία, είτε οι Έλληνες πρόσφυγες στη Βουλγαρία, αλλά και η αποτύπωση αυτής της αφήγησης στον κινηματογράφο μέσα από το λόγο του Θόδωρου Αγγελόπουλου.
Τέλος, ο τόμος κλείνει με κείμενα που έχουν έναν αναστοχαστικό χαρακτήρα, καθώς επιχειρούν να προσεγγίσουν τη μετανεωτερική ιστοριογραφία για τη δεκαετία του 1940: από τη συγκριτική μελέτη της διαχείρισης του εμφυλιακού τραύματος σε ΗΠΑ, Ισπανία και Ελλάδα ή την ιστοριογραφική προσέγγιση σε Αλβανία και Ελλάδα, μέχρι την επισκόπηση του λεγόμενου «εμφυλίου για τον εμφύλιο», της διαμάχης των ιστορικών για την ερμηνεία των γεγονότων της περιόδου και τη διαχείρισή της.

Στρατής Αρτεμισιώτης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!