του Λαοκράτη Βάσση

 

Α) Το βιβλίο του Θανάση Αθανασίου: Οι Ξεριζωμενοι, επιβεβαιώνει την αλήθεια πως η λογοτεχνία έχει πάντοτε κάτι το διαφορετικό να πει ακόμα και για τα πιο «κορεσμένα» απ’ τις προσεγγίσεις μας θέματα.

Με τους «πρόσφυγες» του σημερινού κόσμου και τα «θύματα» της κρίσης και της Χρεοκοπίας της σημερινής Ελλάδας να ανήκουν στην πρώτη γραμμή αυτών των θυμάτων. Όπου περισσεύουν οι ενημερωτικές θεωρήσεις και αναλύσεις τους, χωρίς όμως και να φωτίζεται η βαθύτερη αιτιότητα της τραγικότητάς τους και χωρίς, πολύ περισσότερο, να προτάσσεται η αποτελεσματική αντιμετώπισή τους.

Β) Κι η δική του λογοτεχνική γραφή κομίζει το διαφορετικό της μέσα από εννιά δυνατές αφηγήσεις, πέντε για τους «ξεριζωμένους» του κόσμου και τέσσερεις για τους «ξεριζωμένους» της κοινωνίας μας. Έτσι που, ανοίγοντας βαθιές «ρωγμές» στη σκοτεινή τους πραγματικότητα, μας βοηθάει, με το αισθητικό τους αντίκρυσμα, να «λαμβάνουμε» τα αποκαλυπτικότερα μηνύματα απ’ το απάνθρωπο βάθος αυτής της πραγματικότητας.

Κάτι που μόνο η «γλώσσα» της, με την συμπυκνωτική καθολικότητα των αισθητικών της μηνυμάτων, μπορεί να πετύχει.

Γ) Δεν είναι, βέβαια, τούτου του κειμένου η σύγκριση αυτής της «γλώσσας» με τις αντίστοιχες, ας πούμε, της επιστήμης, της φιλοσοφίας ή και της πολιτικής, της αισθητικής δηλαδή έκφρασης με τον «εξηγητικό», τον «ερμηνευτικό» και τον «αναλυτικό» λόγο.

Μπορούμε, όμως, να πούμε πως οι εννιά αφηγήσεις για τη μοίρα των «ξεριζωμένων» υπερκαλύπτουν, με την αισθητική τους λειτουργία, τις άλλες προσεγγίσεις της ζοφερής πραγματικότητάς τους. Ή, έστω, συνιστούν, με το πώς μεταγγίζεται και βιώνεται αισθητικά, την αυθεντικότερη έκφραση της τραγικότητας αυτής της πραγματικότητας.

Δ) Που σημαίνει πως, ως λογοτέχνης, ο Θανάσης Αθανασίου «υπερκαλύπτει» τον πολιτικό εαυτό του, οδηγώντας μας απ’ τον καλύτερο δρόμο, τον δρόμο της λογοτεχνίας, στη βαθύτερη βίωση της μοίρας των «ξεριζωμένων»… ως δικής μας μοίρας!

Όπου, πια, δεν μπορείς να «κρύβεσαι» πίσω από ηθικολογικούς αφορισμούς εναντίον αυτής της μοίρας, αλλά ωθείσαι να αναζητάς και να συνειδητοποιείς την αιτιότητά της, όπως και το πώς θα αντιμετωπισθεί.

Καθώς, το υποβαλλόμενο «δια ταύτα» της, σίγουρα δεν αφήνει καθόλου ήσυχη τη συνείδησή μας.

Ε) Γιατί, η ατομική μοίρα της Τζαμάλ, της Ακίν, του Μουσταφά … του κυρ-Γιώργου, του μπάρμπα Χαράλαμπου και του άστεγου των Αθηνών (χωρίς τα… ταξίδια του), ρίχνοντας πολύ φως στη συλλογική μοίρα των «ξεριζωμένων» και των «απόκληρων», βιώνεται, όπως είπαμε, (και) ως δική μας μοίρα χάρη στα μυστικά της καλής αφηγηματικής γραφής.

Μιας καλής γραφής που δικαιώνεται μέσα απ’ την ανεπιτήδευτη απλότητα και αλήθεια του λόγου της, όπως κυρίως αυτός ο λόγος ορίζεται απ’ την εξαιρετική ισορροπία ανάμεσα στην «ψυχρή» λογική και στο «θερμό» συναίσθημα, χωρίς εκτροπές υπερβολών προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση.

Κι είναι άξιο μνείας που ο πολιτικός Αθανασίου δεν «μπερδεύει» τα όρια του λογοτεχνικού και του πολιτικού λόγου.

ΣΤ) Στο βιβλίο προστίθεται και ένα ιδιαίτερης σημασίας ιδεολογικο / πολιτικό παράρτημα, όπου, «επανερχόμενος» με άμεσο λόγο στον πολιτικό εαυτό του, θέτει επί τάπητος, σε υπερθετικούς τόνους, τόσο το εγχείρημα της «Συριζικής Διακυβέρνησης» (με φιλοξενούμενο (;) κείμενο υπό τον εύγλωττο τίτλο: «Απορίες και διλήμματα ενός απλού (αριστερού) ανθρώπου») όσο και το συνολικότερο πρόβλημα της Αριστεράς («οργισμένο» κείμενο υπό τον ακόμα πιο εύγλωττο τίτλο: «Τέτοια πίκρα πώς να την αντέξεις»).

Με την «ιδιαίτερη σημασία» τους να είναι συνάρτηση και του τί λένε αυτά τα κείμενα και του ποιος τα λέει. Δικαιούμενος… δια να ομιλεί, αλλά και «εν απογνώσει» διατελών, ανάμεσα στους πολλούς εν συγχύσει αθώους Αριστερούς, κατά παράφραση Μ. Κατσαρού, των δύσκολων καιρών μας.

Προσπερνώντας, δεν χωράει εδώ, τη δύσκολη θεώρηση των επίμαχων και εναγωνίως κρινομένων στα δυο πολύ «θερμά» κείμενα, θα αρκεστώ να πω, εντελώς υποψιαστικά, πως συνιστούν τη μια όψη του «αριστερού προβλήματος». Με την άλλη όψη, που συμπληρώνει το «αριστερό αδιέξοδο», να είναι τα ίδια «τα … εν ονόματι» της κριτικής, τα υποκειμενικοποι-ούμενα εν πολλοίς ιδεολογικά «εν ονόματι», αδικαίωτα καθεαυτά στην πράξη σε όλες τις εκδοχές τους (θραυσματικές και μη) και προπαντός χωρίς την εμπνέουσα οραματική σηματοδότηση μιας πειστικής εναλλακτικής προοπτικής.

Με αυτή την «άλλη όψη», εννοείται, να μη συνιστά «άλλοθι» για τα «εναγωνίως κρινόμενα», αλλά να σημαίνει πως, πέραν του αξιακού αριστερού ουμανισμού (που ο Εαμικός πατριωτισμός σοφά τον συνύφαινε με την αξιακή υπόσταση του Ελληνισμού!), όλα τα άλλα πρέπει να «γίνουν» απ’ την αρχή και με υλικά … απ’ το μέλλον.

– Γιατί, το αριστερό αδιέξοδο βαθαίνει το εθνικό αδιέξοδο, όπως αυτό προέκυψε απ’ τη Χρεοκοπία και όπως συνεχίζεται απ’ την άγονη οχταετή διαχείρισή της! –

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!