Έχουν ξεφύγει εντελώς! Αισθάνονται τόσο «περιούσιοι», ακόμα και στην παρακμή τους, που η ανθρωπότητα γι’ αυτούς δεν υφίσταται καν! Και δείχνουν χωρίς περικοκλάδες ποιοι είναι, όχι μόνο οι Εβραίοι του Ισραήλ, αλλά και όλοι οι προστάτες και υποστηρικτές τους, οι Ευρωαμερικαναίοι. Γιατί χωρίς αυτούς δεν θα μπορούσαν οι σιωνιστές να κάνουν εγκλήματα αυτής της κλίμακας, αυτής της αγριότητας και αυτού του θράσους! Αν δεν είχαν αυτό το πλαίσιο υποστήριξης επί εκατό χρόνια, το οποίο έχουν αξιοποιήσει στο έπακρο κάνοντας μόνο φρικτά πράγματα. Γιατί, μέχρι σήμερα, τίποτα θετικό δεν έχουν προσφέρει στην ανθρωπότητα. Όχι μόνο δεν δικαίωσαν την κατανόηση και την αλληλεγγύη που επιδείξαμε, πολλά εκατομμύρια άνθρωποι παγκόσμια, στους κατατρεγμούς από τους ναζί, αλλά μας ξεγέλασαν κιόλας αναδεικνύοντας ένα πρόσωπο σπάνιας απανθρωπιάς και μισαλλοδοξίας. Κι αν εξαιρέσουμε τους Εβραίους της Διασποράς, παλαιότερους και νεότερους, που μας έχουν δώσει εξαιρετικά δείγματα ανθρωπισμού και διάνοιας, αυτοί στο Ισραήλ, όπως λέει κι ο Γκίντεον Λέβι, ο σπουδαίος στοχαστής και δημοσιογράφος της Χααρέτζ, κατάντησαν το Ισραήλ «μια χαμένη υπόθεση». Γιατί οι σιωνιστές οι οποίοι το έφτιαξαν, το κατέστρεψαν κιόλας.

Οι σιωνιστές, από την αρχή που ξεκίνησαν την καμπάνια τους, γιατί ο σιωνισμός είναι κίνημα που πρωτοεμφανίζεται στη δεκαετία του 1880, περίπου πριν από 140 χρόνια, και πήρε πάνω του περίπου από το 1900 εξασφαλίζοντας στην πορεία τη στήριξη των ισχυρότερων αποικιοκρατών της εποχής που ήταν οι Άγγλοι, επινόησαν και καλλιέργησαν μύθους για να προωθήσουν τους σκοπούς του που ήταν ενταγμένοι στη λογική του κυρίαρχου τότε καθεστώτος της αποικιοκρατίας.

Οι σιωνιστές, για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, χρησιμοποίησαν το ψέμα, μεταξύ πολλών ψεμάτων, ότι η Παλαιστίνη ήταν ακατοίκητη, ότι ήταν μία ερημική περιοχή την οποία αυτοί, οι Εβραίοι, ήταν προορισμένοι να επανακατοικήσουν και να εξημερώσουν. Κι αυτό το ψέμα ήταν απαραίτητο γιατί τα 1200 χωριά και οι πόλεις των Παλαιστινίων ήταν εκεί, γειωμένα και ανθηρά. Μόνο η καταστροφή τους θα έκανε την Παλαιστίνη να μοιάζει ακατοίκητη.

Οι Άγγλοι, πιο έμπειροι, με τη νοοτροπία του ρυθμιστή, του αφεντικού, ακολουθούσαν πιο σύνθετες μεθόδους, αυτές που είχαν δοκιμάσει, εξειδικεύσει και τελειοποιήσει στην Ιρλανδία, την Ινδία, το Χονγκ Κονγκ, την Τζαμάικα, την Αίγυπτο κι όπου αλλού είχαν επιβάλλει την κυριαρχία τους. Κι όπου έπρεπε να κρατήσουν ισορροπίες και μπορούσαν να αποφύγουν τις κακοτοπιές, προτιμούσαν να περάσουν την άποψη τους δια της παραλείψεως και της παραπλανήσεως.

Γι’ αυτό, οι ιθύνοντες της βρετανικής αποικιοκρατικής πολιτικής αλλιώς εκφράζονταν στην εσωτερική τους αλληλογραφία κι αλλιώς στα δημόσια έγγραφα. Ο λόρδος Μπάλφουρ που διατύπωσε τη «γραμμή» για την τύχη της Παλαιστίνης, στην γνωστή διακήρυξή του των 71 λέξεων το 1918 με την οποία εξαγγέλλει με σαφή αλλά διπλωματικό τρόπο τη βρετανική πρόθεση-απόφαση για την εγκατάσταση Εβραίων στην Παλαιστίνη, δεν αναφέρει καθόλου την ύπαρξη Παλαιστινίων, ούτε καν με τον γενικότερο προσδιορισμό «Άραβες». Αναφέρεται με αόριστο τρόπο σε ντόπιους των οποίων τα πολιτισμικά και θρησκευτικά δικαιώματα πρέπει να γίνουν σεβαστά. Αλλά και στην πιο ξεκάθαρη «εντολή» της νεοϊδρυθείσας Κοινωνίας των Εθνών (1920), οι Άραβες Παλαιστίνιοι δεν αντιμετωπίζονταν ούτε καν ως συνομιλητές σε μια διανομή που γινόταν σε βάρος τους στον τόπο τους.

Οι «εντολές» αυτές έβγαιναν από τις Μεγάλες Δυνάμεις, όπως αυτοαποκαλούνταν, που είχαν βγει νικήτριες από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και είχαν ιδρύσει την Κοινωνία των Εθνών, με πρόσχημα την εξυπηρέτηση της ειρήνης, αλλά με πραγματικό σκοπό να νομιμοποιούν τον έλεγχο επί της ανθρωπότητας και να πετυχαίνουν κατά το δυνατόν συμβιβαστικές λύσεις στις μεταξύ τους διαφορές για το μοίρασμα των σφαιρών επιρροής. Ηνωμένες Πολιτείες, Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία και Ιαπωνία είχαν αφήσει απ’ έξω την ηττημένη Γερμανία και την υπό σύσταση Σοβιετική Ένωση εναντίον της οποίας –αυτοί οι «άγγελοι» της ειρήνης- εκστρατεύσανε με στρατεύματα 13 κρατών, δικά τους και των συμμάχων τους, εισβάλλοντας από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα της απέραντης Ρωσίας, προκειμένου να ανατρέψουν την επανάσταση των μπολσεβίκων και να διαμοιράσουν μεταξύ τους τα τεράστια και πλούσια εδάφη της.

Μέθοδοι επιβολής

Με τέτοιες σικέ εντολές οι Άγγλοι και οι Γάλλοι μοίραζαν τη Μέση Ανατολή και έφτιαχναν κράτη με εγκάθετες εξουσίες και θεσμούς (εκπαιδευτικούς, θρησκευτικούς κ.ά.) που εμβάθυναν την εξάρτηση μέσα σε όρια που εξυπηρετούσαν τους σκοπούς τους, δηλαδή τον έλεγχο των πετρελαίων και των εμπορικών δρόμων, την εγκατάσταση στρατιωτικών βάσεων, τον αποκλεισμό των ανταγωνιστών τους και άλλα τέτοια ευαγή. Όταν τελικά αποφάσισαν ότι πλέον η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν μπορούσε και δεν είχε λόγο να υφίσταται ως αυτοκρατορία αφού δεν χρησίμευε πια ως εμπόδιο στην κάθοδο στην Ανατολή και τη Μεσόγειο της Ρωσικής Αυτοκρατορίας που είχε καταργηθεί από το 1917 και οι μπολσεβίκοι δεν είχαν παρόμοιες επεκτατικές τάσεις, οι αποικιοκράτες άλλαξαν γεωπολιτικούς στόχους και βάλθηκαν να διαμελίσουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία και να μοιράσουν μεταξύ τους τα ιμάτια της. Έχοντας βγάλει εκτός διεκδίκησης την ηττημένη Γερμανία, οι Αγγλογάλλοι ρύθμιζαν τα σύνορα της περιοχής και όριζαν τις κρατικές οντότητες (Συρία, Λίβανος, Ιράκ, Ιράν, Σαουδική Αραβία, Ιορδανία, Αίγυπτος) με συμφωνίες μεταξύ τους ερήμην όλων τα λαών.

Το σχέδιο των Άγγλων για την Παλαιστίνη στα εδάφη της οποίας είχαν κυριαρχήσει στρατιωτικά από το 1918 ήταν αρκετά διαφορετικό από τα σχέδια για τις άλλες χώρες. Συνήθως, οι αποικιοκράτες έστελναν τα εκστρατευτικά σώματα και καταλάμβαναν με τη βία τις περιοχές που επιβουλεύονταν, τις οποίες διοικούσαν με κυβερνήτες όπως έκαναν στην Κύπρο, την Ινδία, την Κένυα και σε εκατοντάδες άλλες περιπτώσεις σε όλο τον κόσμο. Για να διευκολύνουν και να ριζώσουν την κυριαρχία τους χρησιμοποιούσαν και εγκάθετους ντόπιους υποτακτικούς, δοσίλογους, τους οποίους αναγόρευαν σε πρωθυπουργούς ή βασιλιάδες ανάλογα μ’ αυτό που ήταν πιο συμβατό με τις τοπικές συνθήκες.

Το βρετανικό σχέδιο για την Παλαιστίνη ήταν εγγύτερα στα μοντέλα που είχαν εφαρμοστεί με επιτυχία στη Βόρεια, Νότια και Κεντρική Αμερική, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία, τη Βόρεια Ιρλανδία, τη Νότια Αφρική, ίσως και την Αλγερία των Γάλλων, αλλά με μια βασική διαφορά. Στη Νότια και Κεντρική Αμερική, οι Ευρωπαίοι, κυρίως Πορτογάλοι, Ισπανοί, Άγγλοι και Γάλλοι, είχαν πέσει σαν σαρκοφάγες ακρίδες με στρατιωτικά σώματα και για να αφαιμάξουν τον πλούτο των περιοχών αυτών αφάνισαν τους εντόπιους πληθυσμούς. Γι’ αυτό όταν οι ιθαγενείς εξοντώθηκαν και μειώθηκαν σε σημείο εξαφάνισης από την κακομεταχείριση, οι αποικιοκράτες μετέφεραν δούλους από την Αφρική για να συνεχίσουν απερίσπαστα τη λεηλασία. Στη Βόρεια Αμερική, Άγγλοι και Γάλλοι αφάνισαν μεν τους ιθαγενείς πληθυσμούς  και μετέφεραν Αφρικανούς δούλους σε αναπλήρωσή τους, αλλά παράλληλα εγκαθιστούσαν έποικους από όλη σχεδόν την Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη. Άγγλοι, Ιρλανδοί, Ιταλοί, Γάλλοι, Γερμανοί, Πολωνοί, Ολλανδοί, Σουηδοί κ.ά. έσπευσαν κατά εκατομμύρια προκειμένου να αρπάξουν δωρεάν τη γη των ιθαγενών με όλα της τα πλούτη, τους καρπούς, τα ορυκτά, τα νερά και τα ζωντανά των γηγενών, των αποκαλούμενων «Ινδιάνων» από το λάθος του Κολόμβου που νόμισε ότι βρίσκεται στις Ινδίες. Αυτοί στη συνέχεια ανέλαβαν εξ ολοκλήρου και μόνο για τον εαυτό τους τις περιοχές που σήμερα αποτελούν τις ΗΠΑ και τον Καναδά.

Αντικατάσταση κατοίκων

Μιλώντας για την αποικιοκρατία, επικεντρώνοντας περισσότερο στους Άγγλους, ανάλογα με την περίπτωση, κατά περιοχή και κατά εποχή, έστηναν διαφορετικά τα αποικιοκρατικά μαγαζιά τους. Αλλού έστελναν στρατό και έσφαζαν εν ψυχρώ, αλλού εγκαθιστούσαν ντόπιους που αναλάμβαναν την καταστολή, αλλού εφάρμοζαν μικτό σύστημα, όπως στην Ελλάδα το 1944, εγκάθετους με ντόπιο στρατό και βρετανικά στρατεύματα καταστολής και κατοχής, κι αλλού έστελναν έποικους, λευκούς, Άγγλους, Ιρλανδούς κ.λπ. οι οποίοι αναλάμβαναν οι ίδιοι την εξόντωση και εκδίωξη των ιθαγενών προς όφελός τους και για λογαριασμό της αυτοκρατορίας, αλλάζοντας την πληθυσμιακή σύσταση στην αποικία. Έτσι έγινε στις ΗΠΑ και τον Καναδά, ιδίως μετά την αποχώρηση των αγγλικών και γαλλικών στρατευμάτων. Από τους ιθαγενείς έμειναν κάτι διαλυμένες ομάδες, σε καταυλισμούς, αξιοθρήνητοι διασωθέντες από τη γενοκτονία. Ιδιοκτήτες αυτών των κρατών έκτοτε είναι οι Αγγλοαγαλλογερμανοϊταλοπορτογαλολλανδοί… Κι αυτό  το πλιάτσικο κόστισε σε ζωές πάνω από εκατό εκατομμύρια ανθρώπους! Το κατόρθωμα του δυτικού ανθρώπου!

Στην Αυστραλία, οι Άγγλοι έστειλαν τους βαρυποινίτες από τις φυλακές της Βρετανίας για να εξοντώσουν τους ιθαγενείς λαούς και να δημιουργήσουν μια καθαρόαιμη βρετανική αποικία στις αχανείς εκτάσεις της Ωκεανίας. Με βασιλικά στρατεύματα να τους επιτηρούν, για να μην τρώγονται οι εγκληματίες μεταξύ τους, αλλά με άδεια να υποδουλώνουν και να σκοτώνουν όσους ιθαγενείς θέλουν. Οι Γάλλοι εγκατέστησαν ένα εκατομμύριο Γάλλους στην Αλγερία και έστειλαν κι άλλους τόσους στρατιώτες για να κυβερνούν τα υποζύγια, τους Αλγερινούς, δημιουργώντας μια υπεράκτια κτήση που ήταν περιφέρεια της Γαλλίας, όπως έκαναν και σε άλλες αποικίες τους μερικές από τις οποίες κρατούν μέχρι σήμερα. Οι Ολλανδοί εγκατέστησαν Ολλανδούς στη Νότια Αφρική υποδουλώνοντας τους ιθαγενείς λαούς μέχρι να τους αρπάξουν την αποικία οι Βρετανοί που ολοκλήρωσαν το καθεστώς δουλείας με το απαρτχάιντ! Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις που είναι από τις πιο χαρακτηριστικές , οι αποικιοκράτες δεν αρκούνταν στον στρατιωτικό, πολιτικό και οικονομικό έλεγχο μιας χώρας, όπως έκαναν στην Ινδία, τη Συρία, την Ελλάδα, το Βιετνάμ, το Σαλβαδόρ ή την Κούβα, αλλά «αντικαθιστούσαν» εν όλω ή εν μέρει τους εντόπιους λαούς με πληθυσμούς φερτούς από την Ευρώπη.

Αυτό έκαναν και στην Παλαιστίνη οι Βρετανοί, με τη διαφορά ότι εκεί αντί να εγκαταστήσουν φυλακισμένους ή Άγγλους, Ιρλανδούς, Ουαλούς και Σκωτσέζους τυχοδιώκτες οι οποίοι σταδιακά θα αντικαθιστούσαν τους Παλαιστίνιους ή θα τους περιόριζαν σε μια υποδεέστερη θέση, επέλεξαν να χρησιμοποιήσουν τους Σιωνιστές Εβραίους της Διασποράς που ήταν πρόθυμοι να αναλάβουν αυτό το ρόλο, να αρπάξουν τη γη των Παλαιστινίων για τον εαυτό τους με αντάλλαγμα την εξυπηρέτηση των στρατηγικών συμφερόντων της Βρετανίας σ’ εκείνη τη φάση. Και αργότερα των ΗΠΑ που κληρονόμησαν το ρόλο των Άγγλων οι οποίοι στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1940, βγαίνοντας πολύ εξουθενωμένοι από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μάζευαν τα μπογαλάκια τους και αποχωρούσαν από διάφορες αποικίες τους (Ινδία, Ελλάδα κ.λπ.).

Οι Βρετανοί κυβέρνησαν την Παλαιστίνη με σκληρή πυγμή, με δολοφονίες, σφαγές, εκτοπίσεις, φυλακίσεις, κατεδαφίσεις κ.λπ., επί 30 χρόνια (1918-1948) στη διάρκεια των οποίων έκαναν τα πάντα για να εγκαταστήσουν Εβραίους και να συμβάλλουν στη δημιουργία ενός εβραϊκού κράτους σε βάρος των γηγενών. Προς το τέλος, όμως, της κυριαρχίας τους, διαπιστώνοντας ότι χάνουν τον έλεγχο της κατάστασης τόσο προς τη μεριά των Αράβων που είχαν πλέον ξεσηκωθεί αντιλαμβανόμενοι ότι κινδυνεύουν βάσει ενός σχεδίου εκδίωξής τους όσο και προς τη μεριά των Εβραίων που είχαν δυναμώσει από την αμέριστη υποστήριξη που απλόχερα τους είχε προσφέρει η βρετανική ελίτ, ήρθαν σε σύγκρουση και με τους Άραβες και με τους Εβραίους που είχαν γίνει ανεξέλεγκτοι. Ήταν, όμως, αργά για τους καταχρεωμένους Άγγλους να επιβάλλουν μια οποιαδήποτε ισορροπία στην περιοχή ώστε να κάνουν τη δουλειά τους με τους Εβραίους αλλά να μην χαλάσουν και τις σχέσεις τους με τους Άραβες που κάθονταν πάνω σε κοιτάσματα πετρελαίου και δρόμους εμπορίου. Φτάνοντας σε αδιέξοδο, με Άραβες και Εβραίους δυσαρεστημένους, δεν τους έμενε παρά να αποχωρήσουν παραχωρώντας την ευθύνη της κηδεμονίας στους Αμερικάνους που παντού παραλάμβαναν ό,τι άφηναν οι Βρετανοί.

Βρετανική διπροσωπία

Από τα απόρρητα τότε έγγραφα, που το περιεχόμενο τους έγινε γνωστό αρκετές δεκαετίες αργότερα, αποδεικνύεται ότι οι Βρετανοί είχαν πλήρη επίγνωση της κατάστασης στην Παλαιστίνη κατά την περίοδο που ανέλαβαν τη διοίκησή της σε αντικατάσταση των Οθωμανών που είχαν αποχωρήσει ηττημένοι, αλλά στο δημόσιο λόγο τους παρουσίαζαν μία άλλη παραπλανητική εικόνα της πραγματικότητας, γιατί αυτό εξυπηρετούσε τα σχέδια τους.

Ο λόρδος Άρθουρ Μπάλφουρ, πρωτεργάτης στην προπαρασκευή και στην κατασκευή του κράτους του Ισραήλ, σε αναφορά του προς το υπουργικό συμβούλιο της Βρετανίας για την κατάσταση στην Παλαιστίνη, το 1919, δικαιολογεί το σιωνισμό υποστηρίζοντας ότι «είτε έχει δίκιο είτε άδικο, είτε είναι καλός ή κακός, είναι ριζωμένος σε μακρόχρονες παραδόσεις, σε παρούσες ανάγκες και σε μελλοντικές ελπίδες, πολύ πιο βαθιάς σημασίας από τις επιθυμίες και προκαταλήψεις των 700.000 Αράβων που τώρα κατοικούν αυτή την αρχαία γη». Δεν λέει, βέβαια, ότι αυτοί οι Εβραίοι που επικαλείται αποτελούν μόνο το 6% του πληθυσμού της Παλαιστίνης! Κι αυτό το 6% έχει δημιουργηθεί στην πλειονότητά του από μετανάστες, νιόφερτους, που δεν έχουν προϋπάρξει στην Παλαιστίνη, αλλά αρχίζουν να εγκαθίστανται εκεί επικαλούμενοι τίτλους ιδιοκτησίας από τη… Βίβλο! Ούτε, βέβαια, λέει ότι πολλοί από τους γηγενείς Εβραίους δεν θέλουν τους σιωνιστές που φιλοδοξούν να υφαρπάξουν την Παλαιστίνη και να προκαλέσουν μεγάλη αναταραχή στην περιοχή. Ούτε, βέβαια, λέει ότι ένας από τους βασικούς λόγους που οι Βρετανοί ήθελαν να στείλουν Εβραίους στην Παλαιστίνη ήταν για να τους διώξουν από την Ευρώπη! Γεγονός που επιβεβαιώθηκε με τον πιο τραγικό τρόπο με το μαζικό αφανισμό τους από τους Ευρωπαίους ρατσιστές στη δεκαετία του 1940.

Κι ο ίδιος ο Μπάλφουρ δεν τους ήθελε στη Βρετανία, αφού αυτός είχε συντάξει το νόμο για τους ξένους (Aliens Act) το 1905 που αποσκοπούσε στο να εμποδίσει τους κατατρεγμένους Εβραίους που είχαν ξεφύγει από το πογκρόμ του τσάρου της Ρωσίας, να βρουν καταφύγιο στη Βρετανία! Οι Άγγλοι θεωρούσαν τους Εβραίους μιάσματα, αλλά ήθελαν να τους χρησιμοποιήσουν σαν γεωπολιτικά πιόνια!

Ο Μπάλφουρ, που διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών και πρωθυπουργός της Βρετανίας, είχε κατά νου μόνο το συμφέρον της βρετανικής ελίτ που έβλεπε την εβραϊκή παρουσία στη Μέση Ανατολή σαν μία δυτική σφήνα στην καρδιά του αραβικού-μουσουλμανικού κόσμου. Από κοινού με τον πρωθυπουργό Λόιντ Τζορτζ και τον υπουργό για τις αποικίες Ουίνστον Τσόρτσιλ, σε μια συνάντηση στο σπίτι του Μπάλφουρ το 1922, διαβεβαίωναν τον σιωνιστή ηγέτη Chaim Weizmann ότι ο όρος που χρησιμοποιούσαν «εβραϊκή εθνική πατρίδα, πάντοτε σήμαινε ένα ενδεχόμενο εβραϊκό κράτος». Και ότι «η Βρετανία ποτέ δεν θα επέτρεπε να γίνει μια κυβέρνηση αντιπροσωπευτική όλων των κατοίκων της στην Παλαιστίνη» (το περιστατικό αναφέρεται από τον συγγραφέα Yehuda Reinharz στη βιογραφία «Chaim Weizmann: The making of a statesman», εκδ. Oxford University Press, 1993).

Σσυνεχίζεται

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!