Έντονες οι εκφράσεις του σε κάθε πλευρά της ζωής. Η σχέση του με τον κοσμοπολιτισμό. Του Νίκου Νούλα
Υπάρχει επανοικειοποίηση και ανανοηματοδότηση της έννοιας «πατριωτισμός» από τις πλατιές προοδευτικές και ριζοσπαστικοποιούμενες μάζες; Αν ναι, πρόκειται για ένα συντελεσμένο γεγονός ή βρισκόμαστε εν εξελίξει μιας διαδικασίας; Ας εξετάσουμε το ζήτημα και ας προσπαθήσουμε να αναγνωρίσουμε την κατάσταση με αντικειμενικό και αντιδογματικό τρόπο.
Μας βοηθάει μια σύντομη επισκόπηση της σύγχρονης ιστορικής πορείας της έννοιας «πατριωτισμός». Στα χέρια των νικητών της ταραγμένης και επαναστατικής δεκαετίας ’40-’50, έχασε κάθε απελευθερωτικό περιεχόμενο, κάθε συνωνυμία με τους αγώνες του λαού μας ενάντια στους δυνάστες του (Οθωμανική Αυτοκρατορία, ευρωπαϊκές -προστάτιδες- δυνάμεις, ναζιφασίστες και Bούλγαροι κατακτητές του B’ Παγκοσμίου Πολέμου). Επίσης, χρησιμοποιούμενη από τη νικήτρια αστική τάξη, μετατράπηκε σε προσδιοριστικό στοιχείο της δεξιάς εθνικοφροσύνης, του αυταρχισμού και του αντικομμουνισμού, ταυτίστηκε με την υποταγή στους κάθε λογής μεγάλους και ισχυρούς -ντόπιους και ξένους- και με το «ρεαλισμό» της ψωροκώσταινας.
Παράλληλα με την πατριωτική ρητορική της ιθύνουσας ελίτ, καλλιεργήθηκε η υποτίμηση ή επιβλήθηκε η στείρωση σε καθετί που έχει σχέση με το λαϊκό και πνευματικό πολιτισμό του έθνους μας και παράλληλα ο θαυμασμός-μιμητισμός δυτικών καπιταλιστικών πολιτισμικών και καταναλωτικών προτύπων. Η πολιτική αυτή ήταν η ευθεία αντανάκλαση σε πολιτισμικό επίπεδο της οικονομικής-πολιτικής-γεωστρατηγικής εξάρτησης της νικήτριας αστικής τάξης από τις μεγάλες δυτικές δυνάμεις.
Παρ’ όλα αυτά, ποτέ δεν έσβησε η πατριωτική φλόγα του ελληνικού λαού. Οι κινηματικές παραδόσεις και οι ιστορικές μνήμες ήταν ισχυρές και ζώσες (πολιτικοϊδεολογικά αλλά και βιολογικά). Επίσης, ο έλεγχος, η ποδηγέτηση πολιτικών ηγεσιών και η υποτέλεια των τελευταίων, η επιβολή πολιτικών και η επιβουλή της πατρίδας μας ήταν στοιχεία που δεν «επέτρεπαν» να ξεχαστεί το ουσιαστικό περιεχόμενο του πατριωτισμού. Έτσι, ο λαϊκός παράγοντας εισέβαλε στο προσκήνιο υπέρ πατριωτικών αιτημάτων-στόχων σε φάσεις της πορείας αυτών των δεκαετιών (κίνημα για την Κύπρο τις δεκαετίες του ’50 και του ’60, αίτημα για εθνική ανεξαρτησία κατά τη διάρκεια της δικτατορίας και στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης). Τα παραπάνω κινήματα κατάφεραν, στη συγκυρία στην οποία αναπτύχθηκαν, να θέσουν στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας την ανάγκη έκφρασης των γνήσιων πατριωτικών αισθημάτων του λαού.
Η Αριστερά έχει τις ιστορικές της ευθύνες, αναφορικά με την ιδεολογική επικράτηση των αστικών δυνάμεων στο ζήτημα του πατριωτισμού. Μετά το δεύτερο μισό του προηγούμενου αιώνα, υποτίμησε την πατριωτική διάσταση των πολιτικών της καθηκόντων και του προγραμματικού της λόγου. Επίσης, σύρθηκε πίσω από κυρίαρχες αστικές θέσεις, οι οποίες ουσιαστικά ήταν η εκμοντερνισμένη και ωραιοποιημένη μορφή παλαιοτέρων θέσεων περί αμιγώς διεθνούς-υπερεθνικής ή και οικουμενικής διάστασης των προβλημάτων.
Ο πατριωτισμός σήμερα
Την έννοια «πατριωτισμός», η οποία κακοποιήθηκε, διαστρεβλώθηκε, υποτιμήθηκε τις προηγούμενες δεκαετίες και κατ’ αυτόν τον τρόπο περιέπεσε σε αχρησία ή ακόμα και στη χλεύη, ήρθε το κίνημα των πλατειών και γενικότερα ο λαϊκός ριζοσπαστισμός των τελευταίων τριών χρόνων να την αποκαταστήσει (αυτήν και τα σύμβολά της), δίνοντάς της ένα σύγχρονο περιεχόμενο.
Έχουμε αναφέρει ήδη τη γενική θέση ότι ποτέ δεν έσβησε η πατριωτική φλόγα του ελληνικού λαού. Αλλά το έδαφος για την ανανοηματοδότηση του πατριωτισμού στην οποία αναφερόμαστε, καλλιεργήθηκε μέσα από μακροχρόνιες διεργασίες στη σφαίρα του εποικοδομήματος και πιο συγκεκριμένα από την προσπάθεια ενός τμήματος της νεολαίας να προσεγγίσει την εθνική ταυτότητα. Υπήρξε, θεωρούμε, μια –τουλάχιστον- εικοσαετής πορεία στην οποία ένα κομμάτι της κοινωνίας προσπάθησε να εμβαθύνει πάνω σε αυτό που θα μπορούσε κανείς να ονοματίσει ως χαρακτήρα / ψυχή / συναισθηματική σύνθεση του έθνους, κομμάτι του μωσαϊκού εθνών της περιοχής (Βαλκάνια – Ν.Α. Μεσόγειος). Και επέλεξε τον πιο πρόσφορο τρόπο, μέσα από τη μουσική αναζήτηση των παραδόσεων του ελληνισμού ως ζωντανού οργανισμού, αλληλεξαρτώμενου και αλληλοτροφοδοτούμενου με τους υπόλοιπους οργανισμούς της ευρύτερης περιοχής και μέσα από την εμβάθυνση στις μελωδικές φόρμες της έντεχνης μουσικής.
Επίσης, το έδαφος για την ανανοηματοδότηση του πατριωτισμού προετοιμάστηκε από την επαφή του κινήματος της χώρας μας με τις πατρίδες των λαών που παλεύουν για την απελευθέρωσή τους: την παλαιστινιακή, την κουρδική, τις πατρίδες της Λατινικής Αμερικής, τη βασκική και άλλες. Συνάμα, οι αγώνες «για τη γη μας» από τις ζούγκλες του Μεξικού ώς αυτές της Ινδίας, τροφοδότησαν με τις ιδέες της υπεράσπισης των πάτριων εδαφών. Να μια ακόμα πονηριά της πραγματικής ζωής: Φορέας αυτής της κουλτούρας έγιναν τα κοινωνικά φόρα τα οποία, αν και σαν ερμηνευτικό σχήμα υιοθέτησαν το «99% Vs 1%» αποτάσσοντας γενικά το λεγόμενο «εθνικό ζήτημα», λόγω της συνάντησης με ριζωμένα κινήματα ήρθαν σε επαφή και ανέδειξαν τους αγώνες των λαών στις πατρίδες όλου του κόσμου (ανεξάρτητα αν έχουν ή όχι κρατική υπόσταση).
Δεδομένων των παραπάνω διεργασιών, όταν επιβλήθηκαν οι μνημονιακές ανατροπές στην οικονομική βάση, τότε εκδηλώθηκαν και εκφράστηκαν, καθαρά πια, οι αλλαγές στη σφαίρα του εποικοδομήματος – δηλαδή, μεταξύ άλλων, στις αντιλήψεις για την πατρίδα και την εθνική ταυτότητα.
Εκφράσεις του αυθεντικού πατριωτισμού
Ας επανέλθουμε στον αυθεντικά λαϊκό σύγχρονο πατριωτισμό ο οποίος εκφράζεται πια ανοιχτά σε κάθε πλευρά της ζωής: Στις μουσικές αναζητήσεις (οι οποίες όπως αναφέραμε έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση αυτού του ρεύματος), στις θεατρικές παραστάσεις (δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι οι παραστάσεις ίσως με τη μεγαλύτερη επιτυχία τα τελευταία χρόνια ήταν η Λωξάντρα και Το μεγάλο μας τσίρκο), στη συρροή της νεολαίας σε αυθεντικά λαϊκά πανηγύρια όπως αυτά της Ικαρίας, στις καταναλωτικές συνήθειες και στην προτίμηση ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων και ελληνικών προϊόντων, στις συζητήσεις για το μέλλον αλλά και για το παρελθόν της Ελλάδας (δεν είναι ταμπού το να αναφέρεσαι σε εθνικούς κινδύνους, δεν χαρακτηρίζεται εθνικισμός να επιχειρηματολογείς για το σπουδαίο ρόλο του ελληνισμού στην πορεία της ανθρωπότητας, ούτε το να αναφέρεσαι στα δεινά τα οποία πέρασε, π.χ. γενοκτονία Ποντίων), στις κινητοποιήσεις, όπου κυματίζει η ελληνική σημαία και ψάλλεται ο εθνικός ύμνος, στο αίτημα για απελευθέρωση της χώρας μας από τα δεσμά της τρόικας, στο «Εγώ θα μείνω» της νεολαίας, ακόμα και στα σημειώματα των απελπισμένων αυτοχείρων («πιστεύω πως οι νέοι χωρίς μέλλον, κάποια μέρα θα πάρουν τα όπλα και στην Πλατεία Συντάγματος θα κρεμάσουν ανάποδα τους εθνικούς προδότες», έγραψε ο Δ. Χριστούλας)…
Όμως, τα κοινωνικά φαινόμενα δεν εμφανίζονται ποτέ μονοδιάστατα. Έτσι, παράλληλα με τα παραπάνω, υπάρχει η μεγάλη απήχηση των τουρκικών σίριαλ και η συνακόλουθη εξοικείωση του λαού με την ιδεολογική προπαγάνδα του τουρκικού καθεστώτος, η επιρροή του αμερικανικού εμπορευματοποιημένου life style, είτε σαν φαντασίωση για τα λαϊκά στρώματα είτε σαν αίγλη του όποιου καταναλωτισμού, η επικράτηση της χρήσης των greeklish στην ηλεκτρονική επικοινωνία μεταξύ των νέων και η ταυτόχρονη θεώρηση των ελληνικών ως δύσκολης και -το πιο ανησυχητικό- ξεπερασμένης και παλιομοδίτικης μορφής για τέτοιου είδους συνομιλίες, η ελλιπής έως μηδαμινή σχέση ενός μεγάλου κομματιού της νεολαίας με την ιστορία, τη λογοτεχνία, τις τέχνες.
Πατριωτισμός και κοσμοπολιτισμός
Αν και συχνά χαρακτηρίζονται ως αντιθετικό δίπολο, θεωρούμε ότι ο σύγχρονος πατριωτισμός διαπνέεται και από ένα πνεύμα κοσμοπολιτισμού. Όχι του κοσμοπολιτισμού του κεφαλαίου, της παγκόσμιας αγοράς και των υπερεθνικών εξυπηρετήσεων που παρέχει η εμπορομεσιτική και μεταπρατική ελληνική αστική τάξη. Ούτε του κοσμοπολιτισμού της πολιτισμικής ισοπέδωσης, αποτέλεσμα του πολιτισμικού ιμπεριαλισμού ο οποίος επιδρά σε τμήματα της κοινής γνώμης χάρη στην κατάληψη επίκαιρων θέσεων από τους τελάληδες της μετανεωτερικότητας.
Μιλάμε για την ειδική φύση του ελληνικού πατριωτισμού ο οποίος, έστω διαισθαντικά, προσεγγίζοντας την ιστορική διαμόρφωση των Ελλήνων, εκκινεί από το πνεύμα του πολυμήχανου Οδυσσέα, την ταξιδιωτική αναζήτηση και το νόστο (τα τραγούδησε ο Μανώλης Ρασούλης στο Αχ, Ελλάδα), συναντά την τάση εξάπλωσης των ελληνικών πόλεων στη Βόρεια Αφρική και τη Μεσόγειο, παίρνει αναφορές από το πολιτισμικό φως των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αναφέρεται στο οικουμενικό κήρυγμα του Χριστιανισμού με τη χρήση της ελληνικής γλώσσας, στο πολυεθνικό βυζάντιο και στη συνύπαρξη λαών και εθνών υπό τον οθωμανικό ζυγό και αγγίζει το όραμα της βαλκανικής ομοσπονδίας του Ρήγα. Αυτά τα στοιχεία του DNA του ελληνικού λαού (προσπάθεια ξεπεράσματος των εδαφικών και πνευματικών συνόρων, συνύπαρξη με άλλους λαούς) επανανακαλύπτονται από το σύγχρονο πατριωτικό ρεύμα, το οποίο με αυτή την έννοια είναι και κοσμοπολίτικο.
Συσκότιση και διαστροφή
Η αναφορά στην έννοια «πατριωτισμός» από τους μνημονιακούς ή τους νεοναζιστές, μόνο ως συσκότιση και διαστροφή μιας πραγματικής τάσης στους κόλπους του λαού μπορεί να χαρακτηριστεί. Όταν λέμε συσκότιση εννοούμε μια συγκεκριμένη πολιτική απαλοιφής των ίδιων ευθυνών των μνημονιακών δυνάμεων παρουσιάζοντας την προδοσία των αισθημάτων του λαού σαν τη μόνη εφικτή λύση μπροστά σε ένα αδιέξοδο. Όταν λέμε διαστροφή εννοούμε την επικίνδυνη προπαγάνδα των εθνικιστών-φασιστών-ναζιστών-παγανιστών-σατανιστών της συμμορίας της Χρυσής Αυγής η οποία υιοθετεί έντονη, ως προς τη μορφή, πατριωτική ρητορική. Οι σύγχρονοι ταγματασφαλίτες-γερμανοτσολιάδες προσπαθούν να καρπωθούν ένα κομμάτι του πατριωτισμού, το πιο καθυστερημένο, απαίδευτο, βάρβαρο, ανιστόρητο. Όπως συμβαίνει σε κάθε πραγματική ανάγκη, όπου η μη κάλυψή της γεννά τη διαστροφή της, έτσι συμβαίνει και στη συγκεκριμένη περίπτωση: Η μη κάλυψη της ανάγκης έκφρασης των πατριωτικών αισθημάτων του λαού, διευκολύνει το έργο των νεοναζιστών στο να κατευθύνουν ένα τμήμα του λαού στην υιοθέτηση-αναμάσημα απλοϊκών και εύκολων επιχειρημάτων, στην εθνικιστική («για την κρίση φταίνε οι μετανάστες») και σοβινιστική («οι μετανάστες είναι υπανάπτυκτοι, ίσως τους αξίζουν εν τέλει συνθήκες δουλειάς Μανωλάδας») θεώρηση της πραγματικότητας και στη διαστροφή της μισαλλοδοξίας και της «πατριωτικής» συμμορίτικης βίας.
Η Αριστερά, η πατριωτική της τάση, έχει πολλή δουλειά να κάνει: Να αποκαλύψει τις μνημονιακές συσκοτίσεις και τις χρυσαυγίτικες διαστροφές του γνήσιου πατριωτισμού και να προστατέψει την αυθεντική πατριωτική τάση στους κόλπους του λαού από ενδεχόμενη υποστροφή ή αντιστροφή. Όμως, το βασικό που έχει να κάνει η Αριστερά είναι να αναδείξει το ρεύμα του ριζοσπαστικού πατριωτισμού, να το εμπλουτίσει με ιδέες και με το όραμα μιας Ελλάδας απελευθερωμένης από τα δεσμά των σύγχρονων κατακτητών και ενός λαού που θα βαδίσει προς τη σοσιαλιστική κοινωνική πρόοδο.
* Ο Νίκος Νούλας
είναι μέλος της Νομαρχιακής Επιτροπής
Β’ Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ