Όταν, σε μια αναπάντεχη στροφή της ζωής μου, βρέθηκα στη Μαριούπολη, με ένα παμπάλαιο δικινητήριο αεροπλανάκι, το οποίο είχα πάρει περιπετειωδώς από το Κίεβο, με την τριμμένη μοκέτα στο πάτωμα και την υγρασία στα εσωτερικά των τοιχωμάτων του, λες και ίδρωνε απ’ την προσπάθεια να απογειωθεί και να πετάξει, νόμιζα ότι με είχε μεταφέρει σε μια παραμυθοχώρα. Στην περιοχή της Αζοφικής Θάλασσας, στην άκρια της Ουκρανίας, νοτιοανατολικά, κοντά στα σύνορα με τη Ρωσία, σε ένα μέρος που κανένας στην Ελλάδα δεν ήξερε ότι υπάρχει και, πολύ περισσότερο, σε ποιο σημείο του κόσμου είναι, ανακάλυπτα με μεγάλη έκπληξη ότι ευδοκιμούσε μια μικρή Ελλάδα, εργατοαγροτική, που είχε σχεδόν πλήρη αυτάρκεια και καμία εξάρτηση από το εθνικό μας κράτος. Πολλές δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι που αυτοπροσδιορίζονταν ως Έλληνες και ως Έλληνες ήταν καταγεγραμμένοι στα κατάστιχα της Ουκρανίας, οι οποίοι είχαν μια συναρπαστική ιστορία και, το σημαντικότερο, είχαν ένα εντυπωσιακότατο παρόν.

Ελάχιστοι μιλούσαν νέα ελληνικά κι απ’ αυτούς που μάθαιναν ελληνικά πολλοί ήταν Ουκρανοί και Ρώσοι. Οι Έλληνες οι οποίοι, όπως σε όλες τις κοινότητες αυτοχθόνων του εξωτερικού, αυτοαποκαλούνται Ρωμιοί, μιλούσαν ελληνικά, αλλά «ρωμέικα» ελληνικά, δηλαδή, ελληνογενείς διαλέκτους, κάτι αντίστοιχο με τα ποντιακά, που χρειάζεται κανείς μια εξοικείωση για να τα καταλαβαίνει. Στο σύνολο, δεν ήταν μόνο η γλώσσα που καθόριζε την ελληνικότητά τους! Κι αυτό ήταν πολύ εμφανές σε μερικά από τα «ελληνικά χωριά», όπως είναι γνωστά, που η ομιλούμενη γλώσσα είναι, μαζί με τη ρώσικη «κοινή» όλων των κατοίκων ανεξαρτήτως εθνικότητας στην ευρύτερη περιοχή, μια μορφή της ταταρικής. Στη Μαριούπολη και στα σαράντα χωριά που υπάρχουν Έλληνες, είτε η μητρική ιθαγενική γλώσσα είναι ελληνογενής είτε ταταρογενής, αυτό που καθορίζει την εθνική ταυτότητα είναι η καταγωγή και η παράδοση από την οποία προέρχεσαι, η οικογένεια και η κοινότητα στην οποία ανήκεις, τα ήθη και τα έθιμα με τα οποία έχεις μεγαλώσει, η ιστορία που αναγνωρίζεις ως δική σου, το τι πιστεύεις εσύ για τον εαυτό σου και το πώς σε βλέπουν και σε κατατάσσουν οι άλλοι, οι συγγενείς, οι συγχωριανοί, οι αλλοεθνείς συμπολίτες, οι τοπικές αρχές, οι ερευνητές ιστορικοί και λαογράφοι, το κράτος.

Νέα πορεία

Στην Αζοφική Θάλασσα όλοι οι προαναφερθέντες παράγοντες συγκλίνουν. Τα στοιχεία και η τρέχουσα πραγματικότητα δεν επιδέχονται παρερμηνείες, γι’ αυτό από καμία πλευρά δεν αμφισβητήθηκε η ελληνικότητα των Ρωμιών της περιοχής. Το διάταγμα της Αικατερίνης Β΄, της επονομαζόμενης «μεγάλης», το 1778, με το οποίο όλοι οι Έλληνες της Κριμαίας διατάσσονταν να μετοικήσουν στη βόρεια πλευρά της Αζοφικής Θάλασσας, αλλά και οι απογραφές πληθυσμού της Σοβιετικής Ένωσης στις οποίες σταθερά περίπου 100.000 άτομα καταγράφονται με τη βούλα του κράτους ως Έλληνες, αποτελούν αδιάσειστα ντοκουμέντα για την ταυτότητα αυτού του κομματιού του Ελληνισμού που είναι ξεχωριστό από το άλλο μεγάλο κομμάτι στη Μαύρη Θάλασσα που ορίζεται ως «ποντιακό».

Μπροστά στο κεντρικό κτήριο του Κρατικού Πανεπιστημίου Ανθρωπιστικών Σπουδών της Μαριούπολης…

Από τον 19ο αιώνα, λαμπροί διαφωτιστές, όπως ο Θεόχτιστος Χαρταχάι, έδωσαν μεγάλο βάρος στη δημιουργία ενός εκπαιδευτικού συστήματος που με τη διδασκαλία των ελληνικών στα σχολεία και με τη συστηματικότερη γνώση της ιστορίας και του πολιτισμού της κοινότητας, θα διασωζόταν και εδραιωνόταν η εθνική συνείδηση, η οποία δεν είχε σύμμαχό της τη θρησκεία για να διαφοροποιείται από τους άλλους, όπως συνέβαινε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αφού ο Ελληνισμός έπρεπε να επιβιώσει μέσα σε έναν ωκεανό ομόδοξων Ρώσων και Ουκρανών. Και μόνο εξ αυτού του γεγονότος, αντιλαμβάνεται κανείς πόσο δύσκολη ήταν αντικειμενικά η διατήρηση της ελληνικότητας μέσα σ’ ένα φιλόξενο ομόθρησκο περιβάλλον και με δεδομένο ότι όλοι οι Έλληνες δεν μιλούσαν καν την ίδια γλώσσα. Παρ’ όλο που οι ελληνικές κοινότητες της Αζοφικής Θάλασσας βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα στη διάρκεια της επανάστασης του 1917, των ξένων εισβολών και των εμφύλιων συγκρούσεων, στα πρώτα είκοσι χρόνια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, με την ελευθερία που δόθηκε στις εθνικές μειονότητες, υπήρξε μια πραγματική έκρηξη στον τομέα του πολιτισμού με την επέκταση της διδασκαλίας των ελληνικών στα χωριά, με την εκπαίδευση δασκάλων της ελληνικής, την έκδοση βιβλίων και εφημερίδων στις διαλέκτους που μιλούσαν οι Ρωμιοί, την ίδρυση συλλόγων, θεατρικών, χορευτικών και μουσικών συγκροτημάτων, την ανάπτυξη ενός σπουδαίου λογοτεχνικού ρεύματος και την ανάδειξη πολύ σημαντικών προσωπικοτήτων σε πολλούς τομείς της κοινωνικής ζωής, μερικών με πανσοβιετική εμβέλεια.

Αν και αυτό το «κίνημα», σε μια δραματική αλλαγή της κρατικής πολιτικής, κατεστάλη στη διετία 1937-38 και στη συνέχεια υπέστη όλα τα δεινά του πολέμου και της γερμανικής κατοχής, άφησε εντούτοις μια σφραγίδα και μια κληρονομιά ανεξίτηλη. Από τη μια η συμμετοχή των Ελλήνων στον αντιφασιστικό πόλεμο που ανέδειξε ήρωες και απ’ την άλλη η εδραιωμένη πλέον συνείδηση της εθνικής πολιτισμικής ταυτότητας, σε μια περιοχή που ο Ελληνισμός ήταν συνεκτικός, αποτέλεσαν τη βάση για την ήπια, σε πρώτη φάση, επανακαλλιέργεια της δικής του κουλτούρας. Και αυτή η «συντήρηση» επέτρεψε στον Ελληνισμό να επανέλθει δριμύτερος στο προσκήνιο μόλις οι συνθήκες έγιναν και πάλι ευνοϊκές.

Οργάνωση και πολιτισμός

Χωρίς τη γνώση αυτής της προϊστορίας, μου ήταν δύσκολο στην πρώτη μου επίσκεψη να κατανοήσω από πού προέκυψε αυτή η παραμυθοχώρα! Σε ένα χωριό, δίπλα σε ένα φαρδύ ποτάμι, με τη συμμετοχή χιλιάδων ανθρώπων κάθε ηλικίας, η οργάνωση ήταν εξαιρετική, οι δράσεις πλούσιες και ποικίλες, ο αυθορμητισμός διάχυτος, η αυτοπεποίθηση γνήσια και το αποτέλεσμα μαγικό! Μου φαινόταν αδιανόητο ότι αυτά που έβλεπα μπορεί να ήταν… αληθινά! Στην περίοδο που είχε προηγηθεί, είχα ασχοληθεί με τη διοργάνωση εκδηλώσεων, σε χώρους μικρούς και μεγάλους, από το Ολυμπιακό Στάδιο και το Καλλιμάρμαρο μέχρι το πιο απομακρυσμένο χωριό της Ελλάδας, που σημαίνει ότι είχα πολύ μεγάλη εμπειρία, αλλά αυτό που έβλεπα στην Αζοφική με ξεπερνούσε. Κι όσο έβλεπα παραμέσα και παραπέρα τόσο μεγάλωνε η περιέργεια κι ο ενθουσιασμός μου. Δεν χόρταινα και ανυπομονούσα. Την πρώτη χρονιά, πήγα τρεις φορές στη Μαριούπολη! Στα επόμενα χρόνια, υπήρξε και χρονιά που πήγα πέντε φορές στην Ουκρανία για τον Ελληνισμό.

Το μουσικοχορευτικό συγκρότημα του ελληνικού χωριού Σαρτανά στη σκηνή του πολιτιστικού τους κέντρου… (φωτό Στ. Ελληνιάδης)

Σε κάθε χωριό είχαν ελληνικό σύλλογο, είχαν τουλάχιστον ένα πολυμελές μουσικοχορευτικό συγκρότημα με ενδυμασίες δικής τους κατασκευής, στα μεγαλύτερα χωριά είχαν δημιουργήσει και πολιτιστικά κέντρα, ενώ έβγαζαν βουλευτές, δημάρχους και μέλη των συμβουλίων, τοπικών και περιφερειακών. Αλλά το πιο αξιοζήλευτο ήταν ότι σχεδόν σε όλα τα χωριά είχαν, εκτός από τους ελληνικούς χορούς, μαθήματα ελληνικών και σε ορισμένα σχολεία τα ελληνικά ήταν μέρος του σχολικού προγράμματος. Κι αυτό με δασκάλες ντόπιες, αυτοδίδακτες, οι οποίες δεν είχαν επισκεφτεί ποτέ την Ελλάδα, ούτε είχαν γνωρίσει Έλληνες από την Ελλάδα! Σημειωτέον ότι εκείνη την εποχή, στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1990, ήταν ελάχιστοι οι Έλληνες της Ουκρανίας που είχαν την ευκαιρία να επισκεφτούν έστω για μια φορά την Ελλάδα. Γι’ αυτούς η Ελλάδα ήταν η ιστορική τους πατρίδα, την οποία θαύμαζαν, αγαπούσαν και ήθελαν πάρα πολύ να επισκεφτούν, πράγμα όπως που ήταν πάρα πολύ δύσκολο γιατί ήταν άνθρωποι χωρίς οικονομική άνεση και επιπλέον χρειάζονταν βίζα που δεν τους έδιναν από τα ελληνικά προξενεία καθώς τους αντιμετώπιζαν καχύποπτα, ως ξένους, με βάση τις θολές και αστάθμητες εντολές που είχαν από το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών! Να ληφθεί δε υπόψη ότι από τον Ελληνισμό της Ουκρανίας ποτέ δεν υπήρξε ρεύμα μαζικής μετεγκατάστασης στην Ελλάδα, όπως υπήρξε από τους Έλληνες της Ρωσίας, της Γεωργίας και του Καζαχστάν.

Ελληνικά για όλους

Αποκορύφωμα της έμφασης που έδωσαν στην καλλιέργεια της νέας ελληνικής ως ενοποιητικού στοιχείου της κοινότητας, μια ελληνική γλώσσα για όλους, και ως αμεσότερου συνδέσμου με την Ελλάδα, ήταν η δημιουργία του Ινστιτούτου Ανθρωπιστικών Σπουδών της Μαριούπολης, αρχικά ως παραρτήματος του πανεπιστημίου του Ντονιέτσκ, που ήταν το διοικητικό κέντρο της περιφέρειας του Ντονμπάς, και στη συνέχεια, μέσα από τη συνεχή μεγέθυνση, επέκταση και αναβάθμισή του σε κρατικό πανεπιστήμιο της Ουκρανίας. Αυτό το εγχείρημα σαν ιδέα, γεννήθηκε, σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε με υψηλού επιπέδου επαγγελματισμό από στελέχη της ελληνικής κοινότητας, με στόχο να γίνει το εκπαιδευτικό αυτό ίδρυμα το κέντρο των ελληνικών σπουδών στην Ουκρανία. Και πέτυχε εκατό τοις εκατό!

Μέσα σε λίγα χρόνια το πανεπιστήμιο υπό την διεύθυνση του Κωνσταντίνου Μπαλαμπάνοφ, από το ελληνικό χωριό Μικρό Γιανισόλ, απέκτησε φήμη και προσήλκυσε όχι μόνο τους καλύτερους μαθητές από τις ελληνικές κοινότητες, αλλά και παιδιά των πιο καλλιεργημένων και ευαισθητοποιημένων οικογενειών, Ουκρανών, Ρώσων, Εβραίων και όλων των εθνοτήτων που κατοικούν στην Αζοφική περιοχή, αλλά και σε άλλες πιο μακρινές. Τα χρόνια που προσπαθούσα να είμαι χρήσιμος στη στερέωση του πανεπιστημίου με διαλέξεις, εκθέσεις και προβολές, στο τμήμα ελληνικών σπουδών του πανεπιστημίου και στα τμήματα ιστορίας και ξένων γλωσσών που είχαν φοιτητές οι οποίοι επιλέγανε τα ελληνικά ως δεύτερη ξένη γλώσσα, οι σπουδαστές που μάθαιναν την ελληνική γλώσσα και λογοτεχνία μπορεί να ήταν συνολικά και 700! Να σημειωθεί δε ότι τόσο στο πανεπιστήμιο όσο και στα σχολεία των χωριών δημιουργήθηκαν μουσικά συγκροτήματα που παίζουν τραγούδια εντόπια και ελλαδίτικα και χορευτικές ομάδες που ξέρουν δεκάδες χορούς, νησιώτικα, ηπειρώτικα κ.λπ.. Επίσης, πολλά κτήρια, ιδίως σχολικά, είναι διακοσμημένα με πελώριες τοιχογραφίες με θέματα από την ελληνική αρχαιότητα, από πορτρέτα του Αριστοτέλη, του Πλάτωνα και του Σοφοκλή μέχρι ζωγραφιές με την Αργώ και την Ακρόπολη.

Από την αρχαιότητα

Σήμα κατατεθέν, το σχήμα του Μαιάνδρου σε ενδυμασίες, σημαίες, μετάλλια, οικόσημα, βραβεία, σκηνικά παραστάσεων, τοιχογραφίες, πίνακες ζωγραφικής, βιβλία, εφημερίδες, επιγραφές και σε κάθε τι χρηστικό ή διακοσμητικό. Σ’ αυτό δεν διέγνωσα καμία αρχαιολαγνεία, ούτε υπέπεσε στην αντίληψή μου η προβολή του αρχαίου πολιτισμού σε αντιπαράθεση με τους πολιτισμούς των άλλων συνοικούντων λαών. Εξάλλου, οι συγκάτοικοι, με πρώτους τους Ουκρανούς, έχουν σε πολύ μεγάλη εκτίμηση τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, συν το γεγονός ότι τρέφουν μια ξεχωριστή αγάπη για την Ελλάδα.
Οι δε Έλληνες της Αζοφικής, ως προερχόμενοι από την Κριμαία, γνωρίζουν από πρώτο ιστορικό χέρι ότι κατάγονται από μια επικράτεια που η ελληνική παρουσία ήταν ασύλληπτης έκτασης και βάθους. Από το Κερτς ανατολικά ως την Σεβαστούπολη και την Ευπατορία δυτικά και λίγο πιο πέρα την Ολβία και την Οδησσό, το άρωμα της αρχαίας Ελλάδας και της βυζαντινής εποχής είναι εντονότατο. Ένας σπουδαίος Ρωμιός από το Κερτς, δηλαδή το Παντικάπαιον, στον Κιμμέριο Βόσπορο, καθώς με ξεναγούσε στους αρχαιολογικούς χώρους, μια μέρα που διασχίζαμε ένα χωράφι με παρότρυνε να σκάψω λίγο κάτω από την επιφάνεια του χώματος με τη μύτη του παπουτσιού. Κι εκεί, με μεγάλη έκπληξη, είδα να πετάγονται θραύσματα από αρχαίους αμφορείς, λυχνάρια και άλλα σκεύη! Έτσι είναι όλη η Κριμαία, μου είπε χαμογελώντας. Όπου πατάς από κάτω κρύβεται η Ελλάδα!

Η Ελπίδα Κριβοσιέγεβα, Ελληνίδα της Μαριούπολης, φοιτήτρια στο τμήμα ελληνικών σπουδών του πανεπιστημίου και βοηθός μου στις καταγραφές, στην παγωμένη Αζοφική Θάλασσα… (φωτό Στ. Ελληνιάδης)

Προερχόμενοι, λοιπόν, από 80 σημεία διεσπαρμένα σε όλη την Κριμαία όπου ζούσαν επί εκατοντάδες χρόνια, οι Έλληνες που εξαναγκάστηκαν -για λόγους δημογραφικούς και γεωπολιτικούς- από τη ρώσικη αυτοκρατορία να μετοικήσουν στη Μαριούπολη, έχουν μεταφέρει αυτό το «στίγμα» μαζί τους, είναι μέρος της πολιτισμικής τους κληρονομιάς. Αυτή η γήινη σχέση με την Κριμαία, την αρχαία Ταυρίδα, την Ταυρική Χερσόνησο, εκεί που διαδραματίζεται η περίφημη τραγωδία «Ιφιγένεια εν Ταύροις» που έγραψε ο Ευριπίδης το 413-14 π.Χ., κι αυτό το ιστορικό περιεχόμενο και αίσθημα με το οποίο είναι εμποτισμένοι οι Έλληνες της Αζοφικής Θάλασσας, αποτελεί το σημείο αναφοράς τους. Κι αυτό εκφράζεται συμβολικά με τον Μαίανδρο.

Σε κίνδυνο

Όλα αυτά τα θαυμαστά που είδα, βίωσα και κατέγραψα, με περισσότερες από 40 πολυήμερες επισκέψεις στην Ουκρανία, δεν θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν και να αναπτυχθούν με γεωμετρική πρόοδο, ποιοτικά και ποσοτικά, χωρίς την Ομοσπονδία των Ελληνικών Συλλόγων της Ουκρανίας, η οποία, από το 1995 που ιδρύθηκε, με επικεφαλής την εκπαιδευτικό Αλεξάνδρα Προτσένκο-Πιτσατζή και μια πληθώρα συνεργατών, γυναικών κυρίως, επιτελεί ένα μοναδικό θαύμα διαρκείας που, πράγματι, αν δεν το δεις, δυσκολεύεσαι να το πιστέψεις. Έχοντας προσωπική γνώση και μέτρο σύγκρισης, θεωρώ ότι η Ομοσπονδία συγκρότησε σε σώμα και πνεύμα τον Ελληνισμό της Ουκρανίας με άποψη, μέθοδο, πληρότητα και αποτελεσματικότητα που δεν συναντάται πουθενά αλλού στην ομογένεια, παγκοσμίως.

Ευτυχώς που έχω καταγράψει σχεδόν τα πάντα. Έτσι η μαρτυρία μου δεν επιδέχεται αμφιβολίες και αμφισβητήσεις. Αν ζούσαμε σε μία χώρα με εμπνευσμένους πολιτικούς και σοβαρή πνευματική ηγεσία, το έργο της Ομοσπονδίας (ΟΕΣΟ) που συνένωσε πάνω από 100 συλλόγους και κοινότητες, θα έπρεπε να είναι γνωστό στους απανταχού Έλληνες και μέσα στην Ελλάδα, για το πώς έπρεπε να οργανωθούμε και πώς και πόσο θα μπορούσαμε να αναδείξουμε τον παλιό και νέο πολιτισμό μας με ευεργετικές συνέπειες για μας, τους αυτόχθονες, αλλά και για τους άλλους αποδέκτες, Έλληνες και ξένους, διεθνώς.
Δυστυχώς, η Ελλάδα είναι ξεστρατισμένη. Και η οικονομική ενίσχυση από το υπουργείο Εξωτερικών, μην φανταστεί κανείς μεγάλα ποσά, δίνεται πάντα με αβεβαιότητα και καθυστέρηση, δυσχεραίνοντας το έτσι κι αλλιώς δύσκολο έργο των συλλόγων και των κοινοτήτων.

Δυστυχώς, όμως, το μεγαλύτερο πλήγμα δόθηκε στον Ελληνισμό επί τόπου. Συνοπτικά, οι πολιτικές εξελίξεις στην Ουκρανία που εντάθηκαν το 2014, είχαν πολύ αρνητικές επιπτώσεις αφού ο πόλεμος που επακολούθησε διεξήχθη στα μέρη του κατοικούν οι περισσότεροι Έλληνες. Τα ελληνικά χωριά βρέθηκαν στην κυριολεξία στο κέντρο των συγκρούσεων. Το αποτέλεσμα ήταν ότι άλλα χωριά βρέθηκαν από τη μια μεριά κι άλλα από την άλλη, σπίτια και επιχειρήσεις ισοπεδώθηκαν από τις οβίδες, πολλές οικογένειες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τις δουλειές τους στα μεγάλα μεταλλουργικά εργοστάσια της Μαριούπολης, πολλοί νέοι αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν σε πιο ήρεμες περιοχές της χώρας και ο Ελληνισμός βρέθηκε ξανά σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην οποία έπρεπε να προσαρμοστεί για να επιβιώσει. Ούτε η μεγάλη κοινότητα ούτε το πανεπιστήμιο έμειναν ανεπηρέαστα από την παρατεταμένη κρίση. Οι μέρες χαράς και αισιοδοξίας έληξαν πιο απρόσμενα απ’ ότι είχαν ξεκινήσει. Η παραμυθοχώρα που είχα ανακαλύψει τσαλακώθηκε.

Διαχρονικά, οι ελληνικές κυβερνήσεις, το πολιτικό προσωπικό και η κρατική γραφειοκρατία, δεν έχουν δείξει ότι διαθέτουν την ισχυρή βούληση και την αναγκαία γνώση, ούτε την βαθιά κουλτούρα ή την επαγγελματική επάρκεια για να ενσκήψουν και να υποστηρίξουν σε βάθος, αταλάντευτα και ουσιαστικά τον Ελληνισμό ιδίως σ’ αυτά τα πολύ δύσκολα χρόνια. Μετά την έξαψη που συνόδευσε για ένα διάστημα την ίδρυση του Συμβουλίου Απόδημου Ελληνισμού, επανήλθαν όλα σε μια φτωχή συντήρηση. Γι’ αυτό, παρ’ όλες τις αντιξοότητες, είναι εξαιρετικά αξιοσημείωτη και αξιοθαύμαστη η προσπάθεια των δικών μας ανθρώπων, των Ρωμιών της Αζοφικής και όλων των Ελλήνων της Ουκρανίας, η οποία συνεχίζεται, αγόγγυστα και ηρωικά.

Υ.Γ. Με τον Ελληνισμό διασπασμένο σε κομμάτια, με την οικονομική κρίση να διαρκεί και με την ελλαδική υποστήριξη ισχνή, οι Έλληνες γιόρτασαν με το 10ο Φεστιβάλ Ελληνικού Τραγουδιού στη Μαριούπολη τα 25 χρόνια του πολύ σπουδαίου έργου της Ομοσπονδίας Ελληνικών Συλλόγων της Ουκρανίας.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!