Του Γιώργου Θ. Μιχαήλ
Ζούμε αυτές τις μέρες απαράδεκτες μεθοδεύσεις, μιας αυταρχικής και επικίνδυνης κυβέρνησης που θέλει με κάθε θεμιτό και αθέμιτο τρόπο, να μας δείξει, ότι προσπαθεί μας σώσει από την «κρίση» που η ίδια δημιουργεί και με μοναδική αναίδεια υποτιμά την νοημοσύνη μας, λέγοντας, ότι δεν βλέπουμε «μαύρο», αλλά πολύχρωμες μπάρες. Είναι απίστευτος ο συνδυασμός παραλογισμού και ιδιοτέλειας που πρυτανεύει αυτές τις μέρες στην Ελλάδα. Μια Ελλάδα που πίστεψε ότι ανήκοντας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ακολουθώντας κατά γράμμα τις επιταγές των ισχυρών αυτής της Ένωσης, τελικά θα ευημερήσει και θα ξεφύγει μια για πάντα από τις κακοδαιμονίες και τα προβλήματα που την συνοδεύουν από τότε που έγινε ανεξάρτητο κράτος.
Η σύγχρονη Ελλάδα, μια χώρα λαβωμένη από δυο παγκόσμιους πολέμους και έναν εμφύλιο, προσπάθησε να πάρει και αυτή μια θέση στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Μέχρι το 1967, που η χούντα την υποβάθμισε από κάθε άποψη, βάζοντάς την στο γύψο για 7 μαύρα χρόνια. Η μεταπολίτευση που ακολούθησε, μετά τη λαϊκή αντίσταση, το «πολυτεχνείο» και τον τεράστιο φόρο αίματος στην Κύπρο, ήταν μια ευκαιρία για περισυλλογή και νέο ξεκίνημα. Αντί όμως να ξεκινήσει μια πολιτική, πολιτιστική και αναπτυξιακή αναδιοργάνωση πάνω σε υγιείς και πρωτοποριακές βάσεις, για να πάρει η Ελλάδα την θέση που δικαιωματικά της άξιζε σαν ισότιμο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρχισε σιγά-σιγά,να καλλιεργείται από τους κυβερνώντες η φαντασίωση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα αποτελούσε μια αστείρευτη πηγή που θα την οδηγούσε σε μια νέα εποχή οικονομικής ευμάρειας .Τα πακέτα Ντελόρ, τα μεσογειακά προγράμματα και οι κάθε είδους επιδοτήσεις, έδιναν και έπαιρναν, για αρκετές δεκαετίες αναπτυξιακής ανεμελιάς. Τα περισσότερα χρήματα των δανείων και των επιχορηγήσεων σπαταλήθηκαν για ίδιον όφελος των «ημετέρων» των κομμάτων που κυβέρνησαν τα τελευταία 40 χρόνια και δυστυχώς κυβερνούν ακόμη. Η νοσηρή αντίληψη που επικρατούσε τότε έλεγε: Γιατι να παράγουμε αφού είναι πολύ πιο εύκολο με τα δανεικά που εύκολα παίρνουμε από τις αγορές, να αγοράζουμε τα δοκιμασμένα προϊόντα των άλλων και είτε να τα χρησιμοποιούμε για τις ανάγκες μας είτε να τα μεταπωλούμε με εύκολο κέρδος και χωρίς το ρίσκο του παραγωγού. Αυτό οδήγησε σε μια αναπτυξιακή απραξία που έφερε την απόλυτη εξάρτηση από τους ξένους. Κάποτε στην Ελλάδα κατασκευάζαμε αεροπλάνα και υδροπλάνα, ατμομηχανές, βαγόνια τρένων, ηλεκτρικά, συμβατικά αυτοκίνητα και λεωφορεία. Η Βόρεια Ελλάδα αξιοποιώντας τις υδατοπτώσεις είχε μεγάλες βιομηχανίες υφασμάτων. Κατασκευάζαμε είδη ένδυσης και υπόδησης, θαυμάσια δερμάτινα είδη, είχαμε βιομηχανίες χαρτιού, αλουμινίου, τσιμεντοβιομηχανίες, κεραμοποιεία, ναυπηγεία παραδοσιακών σκαφών, ανάπτυξη στον χώρο της αρχιτεκτονικής και των κάθε είδους κατασκευών. Η έλλειψη φωτισμένης αναπτυξιακής πολιτικής και η τυφλή υποταγή στις ευρωπαϊκές ντιρεκτίβες χωρίς την παραμικρή διαπραγματευτική διαδικασία που να αφορά στον προστατευτισμό των ελληνικών προϊόντων, οδήγησε σε μια βαθιά αποβιομηχάνιση. Η γεωργία και κτηνοτροφία, οδηγήθηκαν στο μαρασμό. Και αυτό εγινε γιατί η αλλοτρίωση των παραγωγών μας από τις επιδοτήσεις, τους οδήγησε να δέχονται χωρίς αντίρρηση να θάβουν το γέννημα της γης τους και των κόπων τους. Σαν γονείς, που σκοτώνουν και θάβουν τα παιδιά τους για να πάρουν τα τριάκοντα αργύρια. Η αίσθηση ότι οι ισχυροί της Ευρώπης ήταν ερωτευμένοι με την Ελλάδα και της κανανε όλα τα χατιράκια, προσφέροντάς της πλούσια οικονομικά δώρα, έδωσε την θέση της σε μια ζοφερή πραγματικότητα όπου φάνηκε ότι η γυμνή παραγωγικά χώρα μας, μετά από 4 δεκαετίες αποβιομηχάνισης, δεν ήταν για τους δυνατούς της Ευρώπης, παρά ένα σεξουαλικό αντικείμενο, που αφού το ξεγύμνωσαν από κάθε παραγωγική δυνατότητα, το βιάζουν με τρόπο ειδεχθή και κατ’ επανάληψη.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση, αλλά και κάθε ένωση κρατών όπως και η κατάργηση των εθνικών συνόρων, σίγουρα οδηγούν στην πρόοδο του ανθρώπινου πολιτισμού, με την προϋπόθεση ότι δεν είναι ένωση οικονομικών συμφερόντων των ισχυρών και των τραπεζών, αλλά ένωση των λαων. Μόνο έτσι έχει αξία η παραμονή της Ελλάδας στην Ευρώπη.
Πρέπει να ξαναβρούμε την αυτοεκτίμηση μας. Την αυτοεκτίμηση ενός λαού με τεράστιες και πολύ παλιές ιστορικές καταβολές. Ενός λαού που δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι έβαλε τα θεμέλια του ανθρώπινου πολιτισμού. Το μεγαλύτερο μέρος των επιστημών και των τεχνών, από τους ανθρώπους που έζησαν σ αυτόν τον τόπο θεμελιώθηκαν, άνθισαν και διαδοθήκαν αργότερα στους άλλους λαούς.
Υποτιμούμε τους εαυτούς μας όταν νομίζουμε ότι δεν μπορούμε να παράγουμε τίποτε άλλο εκτός από τουριστικές υπηρεσίες. Η αλήθεια είναι ότι πράγματι, δεν είμαστε ούτε γερμανοί ούτε κινέζοι. Είμαστε όμως Έλληνες. Δεν είμαστε η χώρα της ποσότητας είμαστε η χώρα της ποιότητας. Αυτό αποδεικνύεται περίτρανα από την ιστορία μας. Και εδώ πρέπει να επικεντρωθούμε για να ξεφύγουμε από το φαύλο κύκλο στον οποίο μας οδήγησαν τα άνομα συμφέροντα κάποιων «εταίρων μας και των συνοδοιπόρων τους. Η Ελλάδα είναι η χώρα της δόξας του μικρού, του ποιοτικού και του αριστουργηματικού του masterpiece. Κάτι που επιτυγχάνεται εάν επικεντρωθούμε στην ανάπτυξη πρωτοβουλιών, για την δημιουργία μικρών παραγωγικών οντοτήτων, που θα παράγουν κατά παραγγελία ποιοτικά προϊόντα. Κάτι που σήμερα πραγματώνεται πολύ εύκολα με την αξιοποίηση της ψηφιακής παραμετρικής και κατασκευαστικής 3D τεχνολογίας από το επιστημονικό- τεχνικό- μαστορικό δυναμικό που υπάρχει διάσπαρτο σε όλη την ελληνική επικράτεια. Το «σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης» των συντρόφων Ανδρέα Κυράνη και Αλέξη Οικονομίδη, δίνει απόλυτα ρεαλιστικές και εφικτές λύσεις στο επείγoν και κορυφαίας προτεραιότητας θέμα που αφορά στην επιβίωση της χώρας μας και είναι η παραγωγική ανασυγκρότηση. Ανάπτυξη χωρίς παραγωγική ανασυγκρότηση δεν υφίσταται. Με τα διάφορα ξεπουλήματα των περιουσιακών στοιχείων της Ελλάδας, την κατασκευή μεγάλων έργων, τις οριζόντιες περικοπές μισθών – συντάξεων τις άδικες φορολογήσεις και τις παράνομες απολύσεις, δεν θα πετύχουμε την ανάπτυξη. Αντίθετα, απλώς προσπαθούμε να πιάσουμε την ουρά μας, με όλες τις καταστροφικές επιπτώσεις μιας τέτοιας πολιτικής. Αν όμως θέλουμε να υπάρξουμε σαν σοβαρή εθνική οντότητα, μόνο ένα επείγον σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης μπορεί να το εξασφαλίσει. Όπως ξεκάθαρα τονίζεται στο σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης των Ανδρέα Κυρανη και Αλέξη Οικονομίδη, μόνο η αξιοποίηση των ξεχωριστών δυνατοτήτων και ικανοτήτων μας θα βοηθήσουν να συνθέσουμε έναν ανταγωνιστικό παραγωγικό ιστό πάνω στις δυνατότητες της γης, του κλίματος αλλά και σ’ αυτές του ελληνικού χαρακτήρα και πνεύματος σε συνδυασμό με τις αρχές και τις ηθικές μας αξίες που δεν είναι εσωστρεφείς αλλά έχουν χαρακτήρα παγκόσμιο και ενδιαφέρονται για την ευημερία και την προοπτική κάθε ανθρώπου και κάθε λαού.
* Ο Γιώργος Θ. Μιχαήλ είναι Αρχιτέκτων –βιομηχανικός σχεδιαστής