Συνέντευξη στους Αριάδνη Αλαβάνου και Ερρίκο Φινάλη.
Φως σε πολλές άγνωστες πτυχές της -ήδη αιματοβαμμένης- εξέγερσης του συριακού λαού ρίχνει μιλώντας στον Δρόμο ο Μονίφ Μούλχεμ. Μιλά για την ανάπτυξη του κινήματος, τους στόχους του, τους εσωτερικούς συσχετισμούς στη χώρα και σημειώνει ότι οι εξεγερμένοι της Συρίας θέλουν να πετύχουν ό,τι οι Τυνήσιοι και οι Αιγύπτιοι.
Οι απόψεις του Μονίφ Μούλχεμ έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αφού προέρχονται από έναν άνθρωπο που έχει βιώσει στο πετσί του το καθεστώς. Γεννήθηκε το 1959 και στα τέλη της δεκαετίας του ’70 συμμετείχε στο Κόμμα Κομμουνιστικής Δράσης. Το 1981 συνελήφθη για την πολιτική του δράση και έμεινε στη φυλακή για 16 συνεχή χρόνια. Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 ίδρυσε την οργάνωση Ακτιβιστές εναντίον της Παγκοσμιοποίησης.
Γιατί ξέσπασε τώρα η εξέγερση; Ήταν μόνο το επαναστατικό κύμα στις άλλες αραβικές χώρες ή επέδρασαν και άλλοι -όχι τόσο γνωστοί- εσωτερικοί παράγοντες;
Είναι δύσκολο να διαχωρίσουμε όσα συμβαίνουν στη Συρία από τις επαναστάσεις στον αραβικό κόσμο και ιδιαίτερα εκείνες σε Τυνησία και Αίγυπτο, πολύ περισσότερο αν γνωρίζουμε τις αιτίες τους (καταστολή, απουσία ελευθεριών και διαφθορά) που εδώ βαραίνουν σε μεγαλύτερο βαθμό.
Υπό κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και με στρατιωτικό νόμο, εδώ και μισό αιώνα περίπου, έχουν συλληφθεί εκατοντάδες χιλιάδες αντιπάλων του καθεστώτος από όλο το πολιτικό φάσμα (εθνικιστές, αριστεροί, ισλαμιστές), ενώ μερικοί πέρασαν κρατούμενοι πάνω από 10 χρόνια χωρίς να δικαστούν. Χιλιάδες δολοφονήθηκαν, ενώ άλλοι παραμένουν αγνοούμενοι. Χρειάζεται, επίσης, να προσθέσουμε τις δεκάδες χιλιάδες πολιτικών προσφύγων που έφυγαν, ειδικότερα κατά τα τέλη της δεκαετίας του ’70 μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80, την εποχή της αντιπαράθεσης του καθεστώτος και του ένοπλου ισλαμιστικού κινήματος, την οποία εκμεταλλεύτηκε το καθεστώς για να εξαλείψει όλες τις αντιπολιτευόμενες πολιτικές δυνάμεις. Εξάλλου, η Συρία κατατάσσεται από τη Διεθνή Διαφάνεια μεταξύ των χωρών που πλήττονται περισσότερο από τη διαφθορά.
Στο διάστημα μετά την πτώση του καθεστώτος στην Αίγυπτο, παρατηρήθηκε μια κινητικότητα στο Facebook. Υπήρχαν καλέσματα για κινητοποιήσεις υπέρ της αλλαγής του καθεστώτος. Επίσης, άρχισαν να αναγράφονται στους δρόμους και τα σχολεία συνθήματα και γκράφιτι που είχε χρησιμοποιήσει ο λαός της Τυνησίας π.χ. «Ο λαός ζητά να πέσει το καθεστώς».
Ο μηχανισμός ασφαλείας ανακάλυψε πως τα συνθήματα στους τοίχους τα έγραφαν μαθητές κάτω των 15 ετών, επηρεαζόμενοι από το κανάλι Αλ Τζαζίρα του Κατάρ, το οποίο επαναλάμβανε το σύνθημα αυτό. Συνελήφθησαν πολλά παιδιά, μεταξύ των οποίων 15 από την πόλη Ντεράα, που υποβλήθηκαν σε βασανιστήρια. Ήταν η σπίθα η οποία άναψε τη φωτιά της διαμαρτυρίας στη συνορεύουσα με την Ιορδανία πόλη του νότου.
Πολλά καλέσματα για διαμαρτυρίες που καλούνταν από σελίδες κοινωνικής δικτύωσης απέτυχαν, καθώς μόλις μερικές δεκάδες νεαρών βγήκαν στους δρόμους, στις 15 Μάρτη, στην αγορά της Χαμιντία (το εμπορικό κέντρο της Δαμασκού), ζητώντας ελευθερίες και μεταρρύθμιση του καθεστώτος. Δεν κατάφεραν να πορευτούν περισσότερο από μερικές εκατοντάδες μέτρα και τους περικύκλωσαν άντρες των δυνάμεων ασφαλείας, συλλαμβάνοντας πολλούς από αυτούς. Η πλειοψηφία τους δεν ήταν άνω των 30 ετών και δεν ανήκαν σε κανένα πολιτικό μέτωπο. Κι όμως, αποτέλεσαν την έναρξη των διαμαρτυριών οι οποίες σαρώνουν πόλεις και χωριά στη Συρία από εκείνη την ημέρα και μετά.
Το καθεστώς αντιμετώπισε το κίνημα διαμαρτυρίας που ξέσπασε την Παρασκευή, 18 Μάρτη, μετά τις προσευχές, εξαρχής με εξαιρετική βιαιότητα, καθώς έπεσαν νεκροί δεκάδες και εκατοντάδες τραυματίστηκαν στην πόλη Ντεράα και την Καράχα, όπως και στο Χομς και τα προάστια της Δαμασκού και την περιφέρειά της (Ντουμά-Χαράστα-Μουαντάμια κ.λπ.).
Με τη συνέχιση των διαμαρτυριών και τη διεύρυνσή τους μετά από την προσευχή κάθε Παρασκευή και κατά την κηδεία των θυμάτων οι οποίοι δολοφονήθηκαν, οι διαμαρτυρίες γιγαντώνονταν και έφτασαν σε νέες πόλεις και χωριά.
Ποιες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις συμμετέχουν στην εξέγερση; Οι συμμετέχοντες σχηματίζουν ένα αρραγές μέτωπο ή έχουν αντιθέσεις; Στόχος όλων είναι η ανατροπή του καθεστώτος ή μεταρρυθμίσεις εντός αυτού;
Πρόκειται για ένα κίνημα νέων, πολύ μικρής ηλικίας, που ανήκουν σε μεσαία και περιθωριοποιημένα στρώματα, η δημιουργία των οποίων συνέπεσε με εκείνη του καθεστώτος τη δεκαετία του ’70. Επίσης, η πλειοψηφία τους δεν γνώριζε ή δεν ανήκε πριν σε κανένα πολιτικό κίνημα. Γι’ αυτό, δεν πρέπει να εκπλήσσει κανέναν η περιορισμένη πολιτική συνείδηση αυτών των νέων. Αυτό δεν είναι παράξενο σε όποιον βίωσε την πολιτική καταστροφή όλων των αντιπολιτευόμενων κινημάτων στη Συρία κατά τη δεκαετία του ’80. Εξάλλου, όλες οι αντιπολιτευόμενες δυνάμεις (συμπεριλαμβανομένων των Αδελφών Μουσουλμάνων) έχουν περιορισμένη παρουσία στην κοινωνία και συνεπώς η συμμετοχή τους στις σημερινές κινητοποιήσεις δεν είναι παρά περιορισμένη.
Το γνωστότερο σύνθημα σε αυτές τις διαμαρτυρίες («Θεός-Συρία-Ελευθερία και τίποτε άλλο») συνοψίζει την απόρριψη εκ μέρους τους του μονοκομματικού καθεστώτος και της αέναης παραμονής του Προέδρου της Δημοκρατίας στη θέση του, σε αντιπαράθεση με το σύνθημα των υποστηρικτών του Μπάαθ («Θεός-Συρία-Μπασάρ και τίποτε άλλο»).
Η έξοδος από τα τζαμιά για την έναρξη διαδηλώσεων είναι η μόνη επιλογή, εξαιτίας της δυνατότητας των δυνάμεων ασφαλείας να διαλύσουν κάθε συγκέντρωση πριν καν ξεκινήσει. Έτσι, βρίσκουμε αρκετές φορές οπαδούς του κοσμικού κράτους ή ακόμα και μη μουσουλμάνους να παρευρίσκονται στις προσευχές, προκειμένου να μπορούν έπειτα να κατέβουν σε διαδήλωση.
Το καθεστώς προσπαθεί να αποδώσει το κίνημα διαμαρτυρίας σε ισλαμιστές σαλαφιστές και διαδίδει τα περί παρουσίας ενόπλων τζιχαντιστών στις πορείες. Αυτό, όμως, δεν γίνεται πιστευτό από ένα μεγάλο τμήμα του συριακού λαού. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το κίνημα των σαλαφιστών απουσιάζει πλήρως από το κίνημα διαμαρτυριών, η παρουσία του, ωστόσο, όπως και όλων των άλλων πολιτικών ρευμάτων, είναι περιορισμένη ως τώρα.
Αναμφίβολα, η ένοπλη πάλη που ξεκίνησαν οι ισλαμιστές τζιχαντιστές εναντίον του καθεστώτος στα τέλη της δεκαετίας του ’70 – αρχές ’80 με σεχταριστικά και ιδεολογικά συνθήματα έχει αφήσει αρνητικές εντυπώσεις και μια επιφυλακτικότητα έναντι κάθε ισλαμικού κινήματος. Ειδικότερα, δε, σε όσους έζησαν αυτή την τραυματική περίοδο του ένοπλου αγώνα και καθώς δεν είναι λίγα τα θρησκευτικά δόγματα και οι μειονότητες στη Συρία. Το καθεστώς και τα ΜΜΕ αξιοποίησαν αυτό το φόβο των μειονοτήτων, εκμεταλλευόμενα σεχταριστικές φωνές εκτός Συρίας, Σύριων ή άλλων Αράβων (π.χ. το κανάλι Μπάνταρα που εκπροσωπεί ορισμένους Σύριους αντιπολιτευόμενους ή το κανάλι Σαφά που χρηματοδοτείται από ομάδες του Αραβικού Κόλπου). Οι διαμαρτυρόμενοι σύντομα συνειδητοποίησαν τους κινδύνους για την ενότητα της χώρας και πλήθηναν τα συνθήματα υπέρ της εθνικής ενότητας, όπως π.χ. «ούτε σαλαφιστές, ούτε τρομοκρατία, θέλουμε μονάχα ελευθερία». Επίσης, ονόμασαν την Παρασκευή πριν από το Πάσχα, στις 22 Απρίλη, Μεγάλη Παρασκευή, όπως κάνουν οι χριστιανοί. Ωστόσο, η συμμετοχή των μειονοτήτων παραμένει περιορισμένη και είναι δύσκολο να φύγει ο φόβος τους πριν, τουλάχιστον, γνωρίσουν μερικούς από τους διαμαρτυρόμενους. Αυτό είναι ένα ζήτημα που δεν φαίνεται ώς τώρα να συμβαίνει, όσο τα στόματα των διαμαρτυρόμενων κλείνουν από τα πραγματικά πυρά των δυνάμεων ασφαλείας.
Με το ξέσπασμα των λαϊκών διαμαρτυριών, το καθεστώς προσπάθησε να εξαγοράσει τη σιωπή των Κούρδων και να διασπάσει το κίνημα, εκδίδοντας Προεδρικό Διάταγμα με το οποίο παρέχεται υπηκοότητα σε 100.000 Κούρδους που την είχαν στερηθεί. Το καθεστώς, όμως, απέτυχε να χωρίσει τον κουρδικό από τον αδερφό του αραβικό λαό και οι Κούρδοι παίζουν σήμερα αγωνιστικό και σημαντικό ρόλο στο κίνημα.
Από την άλλη, ο φόβος από το χάος και την έλλειψη ασφάλειας, ήταν άλλο ένα ζήτημα το οποίο εκμεταλλεύτηκαν τα ΜΜΕ. Και παράλληλα με τη συσπείρωση όλης της αστικής τάξης και των διαφόρων θρησκευτικών ιδρυμάτων γύρω από το καθεστώς και τους διεφθαρμένους, αυτός ο φόβος έκανε όχι λίγα στρώματα του λαού να διάκεινται αρνητικά έναντι των διαμαρτυρομένων. Αυτό φαίνεται από τις άμαζες συγκεντρώσεις στη Δαμασκό και το Αλέπο -που συγκεντρώνουν περίπου το 1/3 του πληθυσμού της Συρίας- όπου συγκεντρώνεται το κύριο βάρος της συριακής αστικής τάξης και των επίσημων θρησκευτικών ιδρυμάτων.
Ένα ακόμα χαρακτηριστικό του κινήματος διαμαρτυριών ώς τώρα είναι η απουσία οποιασδήποτε ηγεσίας και πολιτικών διαφοροποιήσεων εντός αυτού. Και δεν είναι μόνο η απουσία ηγεσίας σε επίπεδο Συρίας, αλλά λείπει μια ενιαία ηγεσία ακόμα και σε επίπεδο κάθε πόλης. Αυτό έχει καταστήσει δύσκολη την κατάκτησή του εκ των έσω και την κατάπνιξή του ώς τώρα. Αλλά μελλοντικά, ίσως αποτελέσει ένα από τα αδύνατα σημεία του.
Υπάρχουν αντιθέσεις στο εσωτερικό του καθεστώτος; Ποιος ο ρόλος του στρατού; Ποια η πορεία του Μπάαθ, πώς άλλαξε ο συσχετισμός δύναμης στο εσωτερικό του επί ηγεσίας Μπασάρ;
Ο πρόεδρος Μπασάρ Αλ Άσαντ ανέλαβε την εξουσία το 2000, μετά το θάνατο του πατέρα του Χάφεζ, που κυβέρνησε τη Συρία για 30 χρόνια με σιδηρά πυγμή. Η βασικότερη κληρονομιά που άφησε ήταν ένα κράτος βυθισμένο στη διαφθορά, σε κάθε τομέα, στη Δικαιοσύνης, τους μηχανισμούς ασφαλείας και τους πολυπλόκαμους στρατιωτικούς σχηματισμούς, που γιγαντώθηκαν τόσο, ώστε έφτασαν να «καταπιούν» τόσο το Μπάαθ όσο και το κράτος και τους μηχανισμούς του. Επομένως, ο νεαρός πρόεδρος μάλλον διείδε το προφανές, ότι το καθεστώς είχε «φάει τα ψωμιά του» και προσπάθησε εξαρχής να υλοποιήσει μερικές μεταρρυθμίσεις που είχε υποσχεθεί στην πρώτη του κιόλας ομιλία κατά την ανάληψη των καθηκόντων του.
Οι αντιπολιτευόμενες δυνάμεις, όπως και ευρεία λαϊκά στρώματα, καλωσόρισαν τις υποσχέσεις του. Ο νέος πρόεδρος, όμως, δεν έφερε οποιαδήποτε μεταρρύθμιση 11 χρόνια τώρα κι έτσι όσα υπόσχεται σήμερα δεν βρίσκουν ανταπόκριση σε μεγάλα στρώματα του λαού της Συρίας, ειδικότερα μετά την αιματοχυσία σε όλες τις γωνιές της χώρας και τον τρόπο με τον οποίο μεταχειρίστηκε μερικές πόλεις.
Ποιος ο ρόλος των εξωτερικών παραγόντων; Υπάρχει «ξένος δάκτυλος»;
Το καθεστώς δηλώνει ότι δυτικές δυνάμεις στοχεύουν τη Συρία και ότι πρόκειται για μια συνωμοσία, στην οποία συμμετέχουν και αραβικές δυνάμεις, για την υπονόμευση του καθεστώτος. Αν και δεν μπορούμε να αποκλείσουμε εκ των προτέρων ότι κάποιες δυνάμεις επιθυμούν κάτι τέτοιο, ωστόσο, δεν έχουν σχέση με το κίνημα διαμαρτυρίας που επιζητεί αλλαγή. Μια αλλαγή που, αν υπάρξει, θα καταστήσει τη Συρία πολύ πιο ικανή να αντιμετωπίζει τέτοιες εξωτερικές συνωμοσίες χωρίς να εισέρχεται σε έναν κύκλο βίας, ειδικότερα αν λάβουμε υπόψη πως ο συριακός λαός ποτέ δεν έκρυψε την εχθρότητά του έναντι της αμερικανικής πολιτικής και του Ισραήλ. Από την άλλη, μερικές αντιπολιτευτικές φωνές που εδρεύουν στην Ουάσινγκτον και σε άλλες δυτικές πρωτεύουσες και οι οποίες τρώνε από τα ψίχουλα των δυτικών κύκλων, δεν εκπροσωπούν κανέναν στο συριακό πολιτικό γίγνεσθαι. Εξάλλου, η ιστορία δείχνει πως ο συριακός λαός ήταν ο πραγματικός φορέας ανατροπής οποιουδήποτε καθεστώτος από την περίοδο της Ανεξαρτησίας ώς σήμερα.
Ποιο το μέλλον του κινήματος διαμαρτυριών, του καθεστώτος και της Συρίας;
Η χρησιμοποίηση του συριακού στρατού από το καθεστώς στην πόλη Ντεράα για την αντιμετώπιση των διαδηλωτών ήταν ανόητη κίνηση. Δεν υπόσχεται τίποτα καλό και ρίχνει τη χώρα σε έναν κύκλο βίας και χάους. Αυτό θα αποδυναμώσει τη Συρία στην αντιμετώπιση εξωτερικών απειλών και θα απειλήσει την εσωτερική της ενότητα. Αυτό, πάντως, που μετέδωσαν μερικά ΜΜΕ περί στάσεων μερικών μονάδων του στρατού, νομίζω είναι υπερβολικό και αφορά ατομικές διαφωνίες, οι οποίες δεν είναι πολλές ως τώρα.
Ο δρόμος της εξόδου από την πολιτική κρίση από την οποία μαστίζεται σήμερα η Συρία, έγινε γνωστός και αποκρυσταλλώθηκε με τις αραβικές εξεγέρσεις και ειδικότερα με εκείνες σε Τυνησία και Αίγυπτο και με εκείνες που είναι στο δρόμο της επίτευξης, όπως στην Υεμένη. Είτε εξαναγκάζοντας το ίδιο το καθεστώς να αλλάξει (και σε αυτό είναι υπεύθυνος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ως θεματοφύλακας της ενότητας της χώρας και του λαού) είτε ανατρέποντάς το.