Αρχική πολιτική «Μια νύχτα μπορεί ξαφνικά να έρθουμε»

«Μια νύχτα μπορεί ξαφνικά να έρθουμε»

του Νίκου Σταθόπουλου*

Αυτό αρθρώνει σαν εθνική πολιτική ο Ερντογάν και πέραν του ότι πρόκειται για μια σαφώς προνεοτερική πολιτική κουλτούρα και αισθητική, σηματοδοτεί την τακτική μιας επεξεργασμένης γεωπολιτικής στρατηγικής. Δεν είναι προεκλογικό σύνθημα, διότι, απλά συνάδει απόλυτα με την εκ των πραγμάτων πολεμική λογική της «γαλάζιας πατρίδας».

Ο ΓΡΑΦΙΚΟΣ νταής (και ωστόσο λίαν «παραγωγικός» για τα τουρκικά οράματα και συμφέροντα) αποδίδει, με τη γελοία περσόνα του, την ουσία ενός διηνεκούς «τουρκισμού» που διαψεύδει με πάταγο τις ημεδαπές ιδεοληψίες «μαρξιστικής» κοπής.

Με φλάμπουρο μια κάποια «επιθετική αστική τάξη» (και τους «ανταγωνισμούς» της με την ανάλογη «επεκτατική ελληνική αστική τάξη»), κλιμακώνεται μια «επίθεση ιδεών» που λειτουργώντας με μια εντελώς ανόητη «ορθοδοξία» (ανόητη διότι όταν επιμένεις στην αστοχία και την αποτυχία, ε είσαι βλαξ!) διαγράφει την ιστορική μνήμη και εμπειρία και επαναθεμελιώνει την πολιτική στον ολοκληρωτικής υφής δογματισμό των «ιδεών που διορθώνουν την πραγματικότητα». Κι αυτά ενώ είναι νόμος της ζωής: Αν παραβιάζεις τη λογική και περιφρονείς την ηθική, τότε να περιμένεις αμοραλιστικά τέρατα πανταχόθεν αφού η ζωή δεν στεγανοποιείται!

Λες και είπε κάτι καινούργιο ο μουσειακός ισλαμιστής: ανέκαθεν η εγγενής τουρκική βαρβαρότητα «έρχεται ξαφνικά τη νύχτα». Ένα έθνος που ξεκίνησε από μια επιδρομική φυλετική ομάδα για να εξελιχθεί σε θρησκευτικά αυτοϊδρυόμενη συλλογικότητα και να καταλήξει (;) σε «έθνος» ιδεολογικά και λειτουργικά (ετερο)προσδιορισμένο από «γενοκτονημένα» έθνη και λαούς.

«Νύχτα ξαφνικά» εισβάλανε στη βυζαντινή αυτοκρατορία, αρπάζοντας ξένο πολιτισμό και οικονομία και διοικητικό σύστημα, για να στεριώσουν δικό τους κονάκι με ξένο αίμα δημιουργίας. «Νύχτα ξαφνικά» χιμούσαν στα χριστιανικά χωριά και μάζευαν γενίτσαρους και ξεκλήριζαν αλλόθρησκες εστίες πολιτισμού. «Νύχτα ξαφνικά» ήρθαν οι χασάπηδες στη Χίο, στην Κάσο, στα Ψαρά, διαπράττοντας κρατικά οργανωμένο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. «Νύχτα ξαφνικά» ήρθαν οι πρωθιερείς της κρατικής βίας στη Σμύρνη, και πετσόκοψαν ό,τι χριστιανικό σάλευε στον αέρα. «Νύχτα ξαφνικά» ήρθαν στην Πόλη το 1955 με τα βανδαλικά «Σεπτεμβριανά» της καθοδηγημένης εθνικιστικής εξαλλοσύνης. «Νύχτα ξαφνικά» ήρθαν στην Κύπρο οι αιματοβαμμένοι «(μικρ)έμποροι των εθνών».

ΚΑΙ ΤΩΡΑ το διακηρύσσουν ξανά, μ’ εκείνο το ποζάτο στεντόρειο του εκ του ασφαλούς «σκληρού», αφού στην άλλη όχθη ο γραικυλισμός είναι θεσπισμένο εθνικό ήθος και η χώρα, από σύσσωμο το πολιτικό προσωπικό, έχει αποτεθεί στη «μοίρα» της οργανικής Αποικίας. Ο Ερντογάν, με το απερίφραστο του πολιτικού πρωτογονισμού του, δείχνει και την αιτία και την ουσία και τον ορίζοντα του εθνικιστικού μεγαλοϊδεατισμού του: Και καμιά «αντιπολίτευση», στην πραγματικότητα, δεν διαφωνεί! Αστοί και αγρότες, όλοι οι παράγοντες του δημόσιου βίου και του πολιτισμού, «ερίζουν» για πολλά αλλά όχι για τα «δίκαια στο Αιγαίο». Εκεί που ολοκληρώνεται η οργανική σύγκλιση της τουρκικής κοινωνίας, εκεί ακριβώς αρχίζει ο αυθάδης και χυδαίος γραικυλισμός εδώ!

Και δείχνει επιπλέον ότι καμιά «αστική τάξη» δεν είναι ο ιστορικά εντοπισμένος «κακός» που αντιμάχεται τον απέναντι «κακό»: Η Ιστορία τονίζει με αιματηρή έμφαση, ότι ανέκαθεν αυτή η «πολιτισμική συλλογικότητα» οργάνωνε την αναπαραγωγή της υπόστασής της με «εργαλείο» τη βίαιη επέκταση, την πολεμική κλοπή ξένης περιουσίας, το μαζικό έγκλημα. Και η αστική τάξη της, κρατικό κατασκεύασμα είναι και τώρα ακόμα, και αυτό είναι μια θεμελιώδης συντεταγμένη του τουρκικού γίγνεσθαι στο οποίο απέναντι σφυρίζουμε αδιάφοροι!

Η αποικιακού τύπου εξάρτηση της μεταπρατικής σύστασης χώρας από τη διεθνή επικυριαρχία, εκμηδενίζει τις κεντρικές αντιστάσεις, μετατρέπει τις ελίτ σε μεσάζοντες παρακεντέδες, συμπιέζει τα κόμματα σε ελέγξιμες συμπληρωματικότητες, αποδομεί τον «λαό» μέσω του θεάματος και της έκπτωσης των «οραμάτων και υποσχέσεων αλλαγής»

Αντί να μελετηθούν οι αληθινές αιτίες αυτής της «ποινικά κολάσιμης» εθνικής διαγωγής, καλούμαστε –εν ονόματι μιας ιδεοληπτικής «προόδου των ιδεών» εντελώς εργαστηριακής και σύννομης με τα βαθύτερα νεοκαπιταλιστικά σχέδια– να ξεχάσουμε την Ιστορία, να ποδοπατήσουμε τη λογική, και να «αλλοπαρθούμε» από «αφηγήσεις» που εκκινούν από τον μηδενισμό της πατρίδας και αυτό ακριβώς θέλουν να «δικαιώσουν» με τις προεκτάσεις τους στην πολιτική ανάλυση.

Ο όποιος «ανταγωνισμός των αστικών τάξεων» είναι οργανικά εγγεγραμμένος στην ορίζουσα πολιτισμική διάσταση, η όποια «απαίτηση» του «ελληνικού κεφαλαίου της Ανατολής» να επεκταθεί η «μητέρα Πατρίδα» εκεί, δεν ήταν η αιτία της Μικρασιατικής Εκστρατείας αλλά ένας περιορισμένος κινητήριος συντελεστής σε μια ορισμένη διεθνή γεωπολιτική, πολιτική και οικονομική συγκυρία.

Η Τουρκία είναι μια επικίνδυνη επιθετική χώρα που έχει βάλει στόχο τη λεηλασία της ελληνικής γης, την εδαφική «αναδιάταξη» εις βάρος της ελληνικής επικράτειας και ως «κοσμικότητα» και ως «Ισλάμ», το «βαθύ κράτος» (δηλαδή ο «σκληρός δίσκος» της τουρκικής συνέχειας στον χρόνο…) απειλεί και ορέγεται την Ελλάδα, είναι τόσο απλό!

Η ΑΠΟΙΚΙΑΚΟΥ τύπου εξάρτηση της μεταπρατικής σύστασης χώρας από τη διεθνή επικυριαρχία, εκμηδενίζει τις κεντρικές αντιστάσεις, μετατρέπει τις ελίτ σε μεσάζοντες παρακεντέδες (σε μια οικονομία «υπηρεσιών-λειτουργιών»), συμπιέζει τα κόμματα σε ελέγξιμες συμπληρωματικότητες (αφού μόνο μια «αιρετική θεωρία» μπορεί να δημιουργήσει όρους πλατιάς αυτονομίας), αποδομεί τον «λαό» μέσω του θεάματος και της έκπτωσης των «οραμάτων και υποσχέσεων αλλαγής».

Η συμμόρφωση του «προοδευτισμού» (σοσιαλδημοκρατικού και αριστερού-κομμουνιστικού) με τις μνημονιακές προδιαγραφές «επανασύστασης του εθνικού κοινωνικού», η χειραγωγική εκτόνωση της κοινωνικής δυσφορίας, η καταστολή (με αριστερές πατέντες…) της κοινωνικής αντίστασης στο «μακεδονικό», η παγίωση της «κουλτούρας της αστυνομευόμενης κοινωνίας» μέσω της πανδημίας συγκροτούν μια λειτουργική στρατηγική ήττα, η οποία μπορεί να «αντιπαλευτεί» εποικοδομητικά μόνο με την ευέλικτη επικέντρωση στο «εθνικό» (με την έννοια της βαθιάς κατανόησης της καίριας διαπλοκής εθνικού-κοινωνικού σε «σχηματισμούς» όπως ο δικός μας αυτή την εποχή).

Επικέντρωση η οποία καλείται να αποτρέψει μη αντιστρέψιμες «βλάβες» στην εθνική υπόσταση, οι οποίες (είτε, ακόμα τώρα, σαν ενδεχόμενα, και αργότερα, ο μη γένοιτο, σαν τετελεσμένα…) θα «οπισθοδρομήσουν» θανάσιμα το «κοινωνικό»: είτε προκαλώντας τσουνάμι φυγής «στα ξένα» είτε «τελειώνοντας» τις κινητοποιήσεις για ευνόητους λόγους είτε «δικαιολογώντας» μια γενικευμένη εκποίηση-εκχώρηση του τόπου από φόβο ή από πρακτική αδυναμία διαχείρισης.

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ συσπείρωση ενάντια στην τεράστια τουρκική απειλή, συσπείρωση με μια «γλώσσα» ουσιαστικής εθνολαϊκής μέριμνας, και την κάλπικη «υπευθυνότητα» του «πολιτικού προσωπικού» θα καταδείξει (ενώ στην «ταξική επίθεση» εύκολα ανθίζει και η δημαγωγία και η εκτονωτική χειριστικότητα) χωρίς περιθώρια «μανούβρας», και στα βαθύτερα «ένστικτα» της κοινωνίας θα απευθυνθεί σε μια εποχή που το «οικονομικό-επιβίωση» προσεγγίζεται αλλοτριωμένα με τις προσλαμβάνουσες της συστημικής ιδεολογίας και ψυχολογίας.

Δεν έχουμε καιρό να κοιτάμε τον αφαλό μας γεμάτοι «ενοχές» και συναισθηματικές εμπλοκές. Αν πιστεύουμε, π.χ., ότι το «μεταναστευτικό» και τα παγκοσμιοποιητικά πλάνα εκφράζει και εργαλειακής χρήσης τυγχάνει από την τουρκική επιδρομικότητα, ε τότε πρέπει να αυτοπροσδιοριστούμε σε ένα πεδίο πολιτικής αντίστασης που θα εμβαθύνει σε αυτό: Το ζητούμενο θα είναι η αποσαφήνιση της διαφοράς από τον πολυειδή συντηρητισμό και όχι το πάτημα «σε δυο βάρκες». Είναι πια πολύ διαφορετικά τα «καθήκοντα της θεωρίας» από ό,τι ξέραμε παραδοσιακά «στο χωριό μας»!

Σε μια εποχή που ό,τι ξέραμε ως «επαναστατικό» βρίσκεται σε πλήρη συνεννόηση με τις συστημικές δυναμικές και ό,τι γεννά τριγμούς και αμφισβητήσεις προέρχεται «από κάτω» είναι καιρός να διερευνήσουμε αυτό το γίγνεσθαι, να το κατανοήσουμε, να εμπεδώσουμε τις διαλεκτικές του, και μέσω αυτών (με ό, τι χρήσιμο από τα «παλιά εργαλεία») να αναπτύξουμε την Επαναστατική Θεωρία του Μέλλοντος Αιώνος. Είναι καιρός να πάψουμε να εκκινούμε από μια ασύνειδη τυφλή παρόρμηση να δικαιώσουμε ντε και καλά το «παλιό κρασί».

* Ο Νίκος Σταθόπουλος είναι φιλόλογος και συγγραφέας

Σχόλια

Exit mobile version